Είναι γενικά παραδεκτό ότι οι περισσότερες ιδέες στην πολιτική, την οικονομία, την επιστήμη, αλλά και η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης ακόμη, έχουν παραχθεί σε συνθήκες κρίσης, ή τουλάχιστον κατά την απόπειρα λύσης σημαντικών ανθρώπινων προβλημάτων.Με την έννοια αυτή, ερμηνεύεται εύκολα, γιατί η γαλλογερμανική προσέγγιση της δεκαετίας του ’50,
που μας οδήγησε στο σημερινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα, απαίτησε, προκειμένου να καταστεί αναγκαία ενέργεια, το φόρο αίματος δυο Παγκοσμίων Πολέμων.
Βλέπουμε λοιπόν στην ανθρώπινη ιστορία ότι, οι όποιες υπερεθνικές συναινέσεις έχουν και τα αντίστοιχα μεγάλα τιμήματα. Όσο όμως νομοτελειακό και αναπόφευκτο είναι αυτό το συμπέρασμα, άλλο τόσο νομοτελειακό προβάλει και το αίτημα της ανθρωπότητας να προβαίνει σε συναινέσεις, χωρίς να χρειάζεται, σαν πρωτόγονος αγροίκος, να καταβάλει πάντοτε δεινά τιμήματα για την επίτευξή τους.
Αυτή εξάλλου, είναι και η πεμπτουσία του πολιτισμού, που βεβαίως, ευτυχώς, δεν είναι και αυτός αποκλειστικά ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά υπάρχει και αλλού!
Το τίμημα λοιπόν που καταβάλλει ως τώρα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, έχει τη μονομέρεια να είναι μόνο οικονομικό, και για την ακρίβεια μόνο χρηματικό, αλλά επ’ ουδενί λόγο πολιτικό, αφού η βαθύτερη πολιτική ένωση δεν έχει επιτευχθεί, μιας και το ευρωπαϊκό Σύνταγμα παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες!
Η Γερμανία λοιπόν πιστή στη λογική ότι οι μεγάλες συναινέσεις απαιτούν μεγάλα τιμήματα, προσπαθεί να απαλλαγεί από το "ελληνικό βάσανο"- η Ελλάδα έχει σίγουρα τις ευθύνες της-, ακριβώς για να μην βρεθεί αντιμέτωπη με άλλα αντίστοιχα προβλήματα: όπως το ισπανικό, το πορτογαλικό, το ιταλικό, και εν γένει το νοτιοευρωπαϊκό.
Με το να στρουθοκαμηλίζουμε απέναντι στο πρόβλημα, ούτε το λύνουμε, ούτε το διαχειριζόμαστε, γιατί το χρήμα βοηθά να πριμοδοτήσουμε κάποιες ενέργειες, που άπτονται της οικονομίας της αγοράς, αλλά όχι να παραγάγουμε πολιτικές ιδέες, που είναι η μεγαλύτερη έλλειψη του καιρού μας.
που μας οδήγησε στο σημερινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα, απαίτησε, προκειμένου να καταστεί αναγκαία ενέργεια, το φόρο αίματος δυο Παγκοσμίων Πολέμων.
Βλέπουμε λοιπόν στην ανθρώπινη ιστορία ότι, οι όποιες υπερεθνικές συναινέσεις έχουν και τα αντίστοιχα μεγάλα τιμήματα. Όσο όμως νομοτελειακό και αναπόφευκτο είναι αυτό το συμπέρασμα, άλλο τόσο νομοτελειακό προβάλει και το αίτημα της ανθρωπότητας να προβαίνει σε συναινέσεις, χωρίς να χρειάζεται, σαν πρωτόγονος αγροίκος, να καταβάλει πάντοτε δεινά τιμήματα για την επίτευξή τους.
Αυτή εξάλλου, είναι και η πεμπτουσία του πολιτισμού, που βεβαίως, ευτυχώς, δεν είναι και αυτός αποκλειστικά ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά υπάρχει και αλλού!
Το τίμημα λοιπόν που καταβάλλει ως τώρα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, έχει τη μονομέρεια να είναι μόνο οικονομικό, και για την ακρίβεια μόνο χρηματικό, αλλά επ’ ουδενί λόγο πολιτικό, αφού η βαθύτερη πολιτική ένωση δεν έχει επιτευχθεί, μιας και το ευρωπαϊκό Σύνταγμα παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες!
Η Γερμανία λοιπόν πιστή στη λογική ότι οι μεγάλες συναινέσεις απαιτούν μεγάλα τιμήματα, προσπαθεί να απαλλαγεί από το "ελληνικό βάσανο"- η Ελλάδα έχει σίγουρα τις ευθύνες της-, ακριβώς για να μην βρεθεί αντιμέτωπη με άλλα αντίστοιχα προβλήματα: όπως το ισπανικό, το πορτογαλικό, το ιταλικό, και εν γένει το νοτιοευρωπαϊκό.
Με το να στρουθοκαμηλίζουμε απέναντι στο πρόβλημα, ούτε το λύνουμε, ούτε το διαχειριζόμαστε, γιατί το χρήμα βοηθά να πριμοδοτήσουμε κάποιες ενέργειες, που άπτονται της οικονομίας της αγοράς, αλλά όχι να παραγάγουμε πολιτικές ιδέες, που είναι η μεγαλύτερη έλλειψη του καιρού μας.
Δημοσίευση σχολίου