Γράφει ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΖΟΡΖΟΒΙΛΗΣ
Το πρόγραμμα των νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου του Πολεμικού Ναυτικού κυριαρχεί στην επικαιρότητα των τελευταίων μηνών. Όμως τα εν λόγω πλοία αποτελούν μία μόνο συνιστώσα της εθνικής ναυτικής ισχύος. Ούτε φυσικά η αναβάθμιση της εθνικής ισχύος μπορεί να περιοριστεί στο συγκεκριμένο πρόγραμμα το οποίο είναι μεν σημαντικό επιχειρησιακά, γεωπολιτικά, βιομηχανικά και οικονομικά (εκτιμώμενο κόστος περί τα τέσσερα δις ευρώ για τέσσερις φρεγάτες), αλλά δεν αποτελεί πανάκεια.
Η συνεχής ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της τουρκικής απειλής κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδα και των ζωτικών συμφερόντων της, η εντονότατη εκδήλωση της σε όλα τα επίπεδα, το γεωπολιτικό διακύβευμα, οι πλουτοπαραγωγικές πηγές (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, σπάνιες γαίες, αλιεία) στις θαλάσσιες περιοχές εντός της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), τα πληθυσμιακά και οικονομικά δεδομένα και η ραγδαία ανάδυση και ωρίμανση των σχετικών τεχνολογιών επιβάλλουν την ριζική αναδιαμόρφωση της εθνικής ναυτικής ισχύος.
Το Πολεμικό Ναυτικό καλείται πλέον να επιχειρεί τόσο στο Αιγαίο όσο και την Ανατολική Μεσόγειο όχι ανεξάρτητα, ως ένας από τους Κλάδους των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά ως μέρος μίας διακλαδικής δύναμης επιχειρήσεων.
Η ύψιστη προτεραιότητα για το Πολεμικό Ναυτικό αλλά και τις Ένοπλες Δυνάμεις συνολικά πρέπει να είναι η απόκτηση ολοκληρωμένης δυνατότητας διαρκούς επιτήρησης, εντοπισμού, αναγνώρισης, ιχνηλάτησης και προσβολής στόχων (εναέριων, επιφανείας, υποθαλάσσιων, χερσαίων) σε όλο το θέατρο επιχειρήσεων. Η με πολυετή καθυστέρηση έναρξη υλοποίησης του ΕΣΟΘΕ (Εθνικό Σύστημα Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Επιτήρησης) αποτελεί σημαντικό βήμα προς την επίτευξη αυτού του σκοπού αλλά δεν είναι το μόνο.
Η όσο το δυνατόν πληρέστερη και επικαιροποιημένη επίγνωση της τακτικής κατάστασης, η ταχεία λήψη απόφασης και η άμεση ενέργεια (δράση) αποσυντονίζει τον αντίπαλο με αποτέλεσμα να στερηθεί την πρωτοβουλία. Ταυτόχρονα, δημιουργούνται οι συνθήκες, ώστε να υπόκειται σε συνεχή και μόνιμο αιφνιδιασμό, αφού συνεχώς θα αναγκάζεται να αντιδρά στις μεταβολές του χώρου μάχης.
Η ενσωμάτωση τεχνολογιών μηχανικής μάθησης (machine learning) / τεχνητής νοημοσύνης (AI: Artificial Intelligence) θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την ταχύτητα του φίλιου κύκλου λήψης απόφασης επιφέροντας ακόμη μεγαλύτερο αποσυντονισμό στον αντίπαλο.
Αισθητήρες σε βραχονησίδες
Το Αιγαίο είναι μία κλειστή θάλασσα με μεγάλα βάθη που περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό νήσων, μικρονήσων και βραχονησίδων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ανήκει στην ελληνική επικράτεια.
Κάθε νήσος, μικρόνησος ή και ακόμη βραχονησίδα με τα κατάλληλα επανδρωμένα ή μη συστήματα αισθητήρων – μέσων εκπομπής πυρών μετατρέπεται σε δομικό στοιχείο ενός ιστού που θα επιτρέπει την ταχύτατη απόκτηση της χωρικής πληροφορίας (τι είδους εχθρική δύναμη και που), την ανάλυση, επεξεργασία και συσχετισμό της, την επίσης ταχεία λήψη απόφασης και την αποφασιστική προσβολή του αντιπάλου.
Νέα γενιά πυραυλακάτων
Ο ιστός θα περιλαμβάνει επίσης ως δομικά στοιχεία:
- Σχετικά μικρού εκτοπίσματος, βαρέος οπλισμένα σκάφη με δυνατότητα προσβολής στόχων επιφανείας αλλά και ξηράς (εχθρικά παράκτια) και αυτοπροστασίας από τις εχθρικές αεροπορικές (αεροσκάφη, ελικόπτερα και μη επανδρωμένα) απειλές. Στην πράξη πρόκειται για την επόμενη γενεά των σκαφών που έχουν τυποποιηθεί στο Πολεμικό Ναυτικό ως ταχέα περιπολικά κατευθυνόμενων βλημάτων (πυραυλάκατοι).
- Πλοία επιτήρησης / παράκτια περιπολικά (ο αριθμός τους σε συσχέτιση με τη μετεξέλιξη της Ελληνικής Ακτοφυλακής), με δυνατότητα, σε περίπτωση κρίσης ή πολέμου να εξοπλιστούν με οπλικά συστήματα και μέσα για την εκτέλεση συγκεκριμένων αποστολών.
- Υποβρύχια και μόλις ωριμάσουν οι σχετικές τεχνολογίες αυτόνομης λειτουργίας μη επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα μεγάλης εμβέλειας και αυτονομίας.
- Συστήματα επάκτιας (όπως π.χ. οι διατιθέμενες από το Πολεμικό Ναυτικό συστοιχίες κατευθυνόμενων βλημάτων Exocet MM40 Block 2), αντιαεροπορικής (κατά επανδρωμένων και μη αεροσκαφών) και αντιπυραυλικής άμυνας, Πυροβολικού Μάχης (με τα κατάλληλα κατευθυνόμενα πυρομαχικά), όλμων και κατευθυνόμενων αντιαρματικών βλημάτων.
- Πλοία (επανδρωμένα και μη) για επιχειρήσεις ναρκοπολέμου.
- Μη επανδρωμένα οχήματα επιφανείας για επιχειρήσεις ανθυποβρυχιακού πολέμου (οργανικά των φρεγατών ή των πλοίων επιτήρησης ή αυτόνομης λειτουργίας).
- Επανδρωμένα και μη αεροπορικά μέσα (αεροσκάφη, ελικόπτερα, αεροχήματα)
- Ομάδες Ειδικών Επιχειρήσεων με τα κατάλληλα πλωτά μέσα και οπλικά συστήματα, και
- Αποκεντρωμένες υποδομές λογιστικής υποστήριξης (εν πλω ή σε βάσεις ξηράς).
Τα ίδια δομικά στοιχεία με την προσθήκη μεγαλύτερου εκτοπίσματος πλοίων επιφανείας (φρεγάτες) και πλοίων λογιστικής υποστήριξης εν πλω (ώστε να εξασφαλιστεί η αυξημένη αυτονομία στην περιοχή επιχειρήσεων), μπορούν να ικανοποιήσουν και τις απαιτήσεις επιχειρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Καθοριστικός ο ρόλος του Λιμενικού
Στην αρχιτεκτονική που περιγράφεται καθοριστικός είναι ο ρόλος της Ελληνικής Ακτοφυλακής – Λιμενικό Σώμα, όπου πλέον η έμφαση πρέπει να αποδοθεί στο πρώτο συνθετικό της επίσημης ονομασίας του Σώματος Ασφαλείας, που όμως είναι στρατιωτικά συντεταγμένος φορέας.
Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει επιτευχθεί πλήρης αξιοποίηση της δυνατότητας συγχρηματοδότησης ναυπηγικών προγραμμάτων με ευρωπαϊκούς πόρους για την απόκτηση περιπολικών ανοικτής θαλάσσης (ΠΑΘ) τα οποία μπορούν να αναλάβουν την πληθώρα αποστολών που απαιτεί η ανακήρυξη ΑΟΖ.
Με μία μόνο εξαίρεση τα συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα έχουν εξαντληθεί στην προμήθεια παράκτιων περιπολικών μικρού εκτοπίσματος με υποτυπώδη οπλισμό.
Όμως ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, με την προσθήκη των κατάλληλων επικοινωνιακών συστημάτων, μπορούν να αποτελέσουν δομικά στοιχεία του ιστού συνεισφέροντας (όσο το επιτρέπουν οι αισθητήρες τους) στην επίγνωση της τακτικής κατάστασης. Επιπρόσθετα σε περίπτωση κρίσης ή πολέμου, με την προσθήκη οπλικών συστημάτων (π.χ. συστήματα περιφερόμενων πυρομαχικών – loitering munitions) αποκτούν δυνατότητες προβολής του αντιπάλου.
Σε κάθε περίπτωση όμως, επιβάλλεται το κέντρο βάρους να μετατοπιστεί στην προμήθεια περιπολικών ανοικτής θαλάσσης, μήκους 50 (κατ’ ελάχιστο) έως 70 μέτρων, με οργανικά μη επανδρωμένα μέσα (αεροχήματα, επιφανείας, υποβρύχια) και επαρκή βασικό οπλισμό που ασχέτως καιρικών συνθηκών θα μπορούν να παραμένουν επί μακρό χρονικό διάστημα σε ανάπτυξη διασφαλίζοντας την παρουσία και τον έλεγχο επί των θαλάσσιων περιοχών ενδιαφέροντος.
Οι κίνδυνοι στην προμήθεια των τεσσάρων φρεγατών
Βρισκόμαστε στον τρίτο χρόνο από τότε που το πρόγραμμα προμήθειας νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου για το Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.) απέκτησε ισχυρή δυναμική μετά την περίπου δεκαετή «καραντίνα» που επέβαλλε η οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα.
Το πρόγραμμα είναι σημαντικό για την αναβάθμιση και μελλοντική εξέλιξη της εθνικής ναυτικής ισχύος για τις επόμενες δεκαετίες και με σημαντικές γεωπολιτικές, βιομηχανικές και οικονομικές διαστάσεις.
Μέχρι σήμερα φαίνεται ότι η γεωπολιτική διάσταση καθοδηγεί την υλοποίηση του προγράμματος, καθώς η σύναψη συμμαχιών αποτελεί ζητούμενο στη νέα φάση που έχει εισέλθει ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός, η κατάληξη του οποίου αν είναι αρνητική για τη χώρα μας θα σημάνει και την γεωπολιτική έκλειψη της.
Όμως, αυτή η μονοδιάστατη προσέγγιση μετατρέπεται σε τροχοπέδη, αφού η χωρίς χρονοδιάγραμμα και χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς υποβολή των προτάσεων των ενδιαφερόμενων προμηθευτών / χωρών, δεν επιτρέπει την έναρξη μίας διαδικασίας συστηματικής αξιολόγησης που θα οδηγήσει στη λήψη της τελικής απόφασης.
Καθώς λόγω της οικονομικής κρίσης έχει ήδη απολεσθεί πολύτιμος χρόνος, οι περαιτέρω καθυστερήσεις λόγω της προαναφερθείσας μονοδιάστατης προσέγγισης είναι αχρείαστες και απλώς επιτείνουν το πρόβλημα.
Ας μην ξεχνάμε ότι το βαθύτατο αρνητικό αποτύπωμα της οικονομικής κρίσης στις ένοπλες δυνάμεις και κατ’ επέκταση στην αποτρεπτική ικανότητα της χώρας, ερμηνεύθηκε από την Τουρκία ως «παράθυρο ευκαιρίας» για την επίτευξη με επιθετικό τρόπο των γεωπολιτικών στοχεύσεων της. Κατά συνέπεια, όσο περισσότερο καθυστερούμε να αποκαταστήσουμε το συσχετισμό ισχύος, τόσο «τροφοδοτούμε» τον τουρκικό επεκτατισμό.
Εξ ορισμού, κάθε πρόγραμμα προμήθειας αμυντικού υλικού, έχει επιχειρησιακές – τεχνικές, γεωπολιτικές (οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ίσως ενθυμούνται τη «διπλωματία των εξοπλισμών»), οικονομικές και βιομηχανικές διαστάσεις.
Η σημασία της βιομηχανικής διάστασης είναι εύκολα αντιληπτή. Η ανάληψη έργου από την εγχώρια βιομηχανική και τεχνολογική βάση αυξάνει την επιστροφή της επένδυσης, επιδρά θετικά στην απασχόληση και δημιουργεί τις βάσεις για ανάπτυξη εγχώριων δυνατοτήτων που μειώνουν την εξάρτηση από ξένους προμηθευτές, ενισχύουν την ασφάλεια εφοδιασμού και υπό προϋποθέσεις επιτρέπουν την αυτόνομη ή μέσω συμπράξεων εμπορική δραστηριοποίηση στην παγκόσμια αγορά.
Το κόστος (προμήθειας και κύκλου ζωής) είναι επίσης σημαντική διάσταση καθώς οι οικονομικοί πόροι, ιδιαίτερα στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η χώρα μας, είναι περιορισμένοι. Ένας άλλος λόγος που επιβάλλει την προσπάθεια συγκράτησης του κόστους είναι και το παγκοσμίως συνεχώς αυξανόμενο κόστος των οπλικών συστημάτων, απόρροια εξεζητημένων προδιαγραφών, μακρού χρόνου σχεδίασης, ανάπτυξης και δοκιμών και τελικά χαμηλού ρυθμού παραγωγής που ανατροφοδοτεί την αύξηση του κόστους.
Σε ό,τι αφορά τη γεωπολιτική διάσταση το μόνο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι η εμπειρία από την προηγούμενη εικοσαετία δείχνει ότι η «επιστροφή» για τη χώρα ήταν γενικά μικρότερη της αναμενόμενης.
Τέλος σε ό,τι αφορά την επιχειρησιακή – τεχνική διάσταση είναι αυτονόητο ότι η χώρα θα πρέπει να προμηθευτεί το οπλικό σύστημα που ικανοποιεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό τις επιχειρησιακές – τεχνικές απαιτήσεις του χρήστη (στη συγκεκριμένη περίπτωση του Π.Ν.), ειδάλλως δεν υφίσταται νομιμοποιητική βάση για την υλοποίηση της προμήθειας.
Κατά συνέπεια η βάση του όλου «οικοδομήματος» είναι η αξιολόγηση σε ποιο βαθμό κάθε πρόταση ικανοποιεί τις επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές του χρήστη για το προς προμήθεια υλικό. Η εν λόγω διαδικασία είναι αυστηρά τεχνοκρατική και αποτελεί ευθύνη και καθήκον των στελεχών του Π.Ν. στα οποία θα ανατεθεί να το εκτελέσουν.
Η συστηματική αξιολόγηση νομικά δεσμευτικών προσφορών, μπορεί να λάβει χώρα μόνο στο πλαίσιο μίας διαγωνιστικής διαδικασίας με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα και επί τη βάσει των επιχειρησιακών – τεχνικών προδιαγραφών του χρήστη. Σημαντικό όφελος που θα προκύψει από την προαναφερθείσα διαδικασία θα είναι και επιβαλλόμενη από τον ανταγωνισμό συμπίεση του κόστους.
Η διαγωνιστική διαδικασία δεν περιορίζει τις δυνατότητες επιλογής της κυβέρνησης, καθώς στην τελική επιλογή θα συνεκτιμηθούν, όπως είναι η πάγια πρακτική, τα γεωπολιτικά και βιομηχανικά οφέλη.
Δημοσίευση σχολίου