GuidePedia

0

του Marc Pierini
Μετά από το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία της 15ης Ιουλίου, το οποίο προκάλεσε μεγάλο σοκ σε όλη την κοινωνία της χώρας και στο πολιτικό τοπίο, οι τουρκικές αρχές ξεκίνησαν μια μαζική καταστολή των υπόπτων οπαδών του κινήματος Fethullah Gulen, ενός πρώην συμμάχου που μετετράπη σε εχθρό του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνη και Ανάπτυξη.

Εκτός από τους Gulen-ιστές και το ΡΚΚ, η καταστολή σύντομα επεκτάθηκε σε ένα μεγάλο αριθμό ΜΜΕ και δημοσιογράφων, επιχειρηματιών και πιο πρόσφατα, δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων του Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος (HDP) και του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), ενώ τα social media έχουν κλείσει. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος, ήδη για δεύτερο τρίμηνο, είναι εδώ για να μείνει, όπως διακήρυξε ένας υπουργός στις 2 Νοεμβρίου.

Παρά την επαναλαμβανόμενη κυβερνητική αφήγηση ότι τα μετά το δημοψήφισμα διορθωτικά μέτρα είναι εντός των ορίων του νόμου, η Τουρκία θεωρείται στην Δύση ότι υπαναχωρεί από ό,τι απόμεινε από την αρχιτεκτονική του κράτους δικαίου και ότι βρίσκεται στο δρόμο προς την απολυταρχία. Η ηγεσία της χώρας έχει στρέψει την προσοχή της σε ένα δημοψήφισμα που απαιτείται για να τροποποιήσει το σύνταγμα και να καθιερώσει ένα προεδρικό παρά ένα κοινοβουλευτικό σύστημα. Οι ηγέτες της Τουρκίας κυβερνούν μέσα από μια σειρά απότομων κινήσεων, κάνοντας τους πολίτες να υπόκεινται σε διαιτητικές αποφάσεις και αφήνοντας τους διεθνείς εταίρους της χώρας με έναν απρόβλεπτο συνομιλητή. Για την Δύση, η Τουρκία έχει μπει σε μια επικίνδυνη ζώνη με πολλαπλούς κινδύνους.

Στον στρατιωτικό τομέα, το ΝΑΤΟ δεσμεύεται να θέσει ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίες κλονίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου και τον μαζικό ανασχηματισμό που ακολούθησε: το 40% όλων των στρατηγών και ναυάρχων απομακρύνθηκαν, 400 στρατιώτες αποσύρθηκαν από τις δομές του ΝΑΤΟ, και αρκετοί μαχητές τέθηκαν εκτός υπηρεσίας. Η συμμετοχή της Τουρκίας στην αμυντική πυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ παραμένει ασαφής. Ομοίως, οι ΗΠΑ δεσμεύονται να αξιολογήσουν εκ νέου την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των αποθεμάτων τους σε πυρηνικές κεφαλές, που έχουν τοποθετηθεί στην Αεροπορική Βάση του Ινσιρλικ.

Στο άμεσο μέλλον και κυρίως για εσωτερικούς λόγους, η Τουρκία κλίνει προς το να οδηγήσει τις δυνάμεις της να συμμετέχουν στις μάχες για τη Μοσούλη, το Ιράκ, τη Ράκα στη Συρία, μια κίνηση που δεν εγκρίνεται από τη διεθνή συμμαχία έναντι του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους. Αυτό περιέχει το ρίσκο, ένα μέλος του ΝΑΤΟ να βρεθεί σε μια ανεπιθύμητη πορεία σύγκρουσης με τις ιρακινές, ιρανικές, ρωσικές, συριακές ή κουρδικές (της Συρίας) δυνάμεις, που θα προσέθετε μαζικές επιπλοκές σε μια ήδη περίπλοκη κρίση.

Από πολιτικής πλευράς, η ΕΕ και οι ΗΠΑ αξιολογούν την αξιοπιστία ενός συμμάχου στον οποία οι βουλευτές και ο ένας πρόεδρος του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος της Βουλής, το HDP, φυλακίστηκαν και το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα, το CHP, και ο πρόεδρός του, υπόκεινται σε δικαστική διαδικασία. Η βουλευτική ασυλία, ένα ζωτικής σημασίας χαρακτηριστικό της δημοκρατίας, έχει πέσει θύμα της μετά το πραξικόπημα κυβερνητικής στρατηγικής. Με μια τέτοια ολομέτωπη στρατηγική αντιπαράθεσης, ο κίνδυνος της εμφύλιας διαμάχης είναι προφανής.

Η εμπειρία αποδεικνύει ότι η χρήση θεωριών συνωμοσίας κατά συνήθεια, που βλέπει παντού εχθρούς από το εσωτερικό και το εξωτερικό, και η καταστροφή του κράτους δικαίου, μετά βίας είναι αναστρέψιμες τάσεις. Η επιστροφή σε ένα δημοκρατικά πολιτικό πλαίσιο είναι τώρα αβέβαιη. Η προσδοκία ότι η Τουρκία θα υιοθετήσει τις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατικές αξίες δεν υπάρχει πλέον, εις βάρος της τουρκικής κοινωνίας και των φιλελεύθερων πολιτών της.

Στο οικονομικό μέτωπο, η τουρκική οικονομία εμφανίζει ενδείξεις μια πτωτικής στροφής, όπως αποδεικνύεται και από το "πάγωμα” του περίπου 10% του στόλου της Turkish Airlines, `ενός συμβόλου, μέχρι σήμερα, των οικονομικών επιδόσεων του ΑΚΡ. Ομοίως, η συνεχιζόμενη υποβάθμιση του κράτους δικαίου -ή, πραγματικά, η πιθανότητα μιας εμφύλιας διαμάχης- συνεπάγεται μια πιθανή διακοπή των μεταποιητικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων της ΕΕ που έχουν εγκαταστήσει μεγάλες μονάδες παραγωγής στην Τουρκία χάρη στην Τελωνειακή Ένωση ΕΕ-Τουρκίας. Το ίδιο ισχύει για μια σειρά μεγάλων εταιρειών της ΕΕ στους τομείς του λιανικού εμπορίου, των τραπεζών και της ασφάλειας, και της ενέργειας.

Σε αυτή την θερμή ατμόσφαιρα πολιτικής, δεν φαίνεται να υπάρχει όριο στις λαϊκιστικές δηλώσεις -ή σε ολοκληρωτική διαστρέβλωση των γεγονότων, όταν πρόκειται για την θέση της ΕΕ αναφορικά με την απόπειρα πραξικοπήματος: ενώ οι θεσμοί της ΕΕ ήταν οι πρώτοι που καταδίκασαν το πραξικόπημα χωρίς περιθώριο αμφισβήτησης, η Άγκυρα παραπονιόταν ότι η ΕΕ δεν έδειξε συμπόνοια προς την Τουρκία. Ομοίως, αναφορικά με το μαζικό ποσό ανθρωπιστικής βοήθειας που διοχετεύεται με ταχύτητα ρεκόρ στους Σύριους πρόσφυγες στην Τουρκία, η Άγκυρα συνεχίζει να ισχυρίζεται πως δεν έχει δει καμία βοήθεια -στην πραγματικότητα, σημαίνει ότι δεν έχει λάβει λευκή επιταγή. Οι αναγκαιότητες της εγχώριας πολιτικής έχουν σταματήσει να έχουν οποιαδήποτε σχέση με την κατάσταση της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή ή στις θετικές πολιτικές της ΕΕ με την Τουρκία.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι συνήθεις καταδίκες και προειδοποιήσεις της ΕΕ δεν θα έχουν κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Την 1η Νοεμβρίου, ως απάντηση σε ένα tweet από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η εκκαθάριση στην Τουρκία μετά το πραξικόπημα, σηματοδότησε μια κόκκινη γραμμή εναντίον της ελευθερίας της έκφρασης, ο πρωθυπουργός Bible Yildirim δήλωσε ξεκάθαρα, "αδερφέ, δεν μας νοιάζει για τις κόκκινες γραμμές σας. Είναι ο λαός που χαράσσει την κόκκινη γραμμή”. Οκτώ ημέρες αργότερα, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στη δημοσιότητα την έκθεση προόδου για το 2016 για την Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι το κράτος δικαίου της χώρας υποτροπιάζει, ο υπουργός Ευρωπαϊκής Ένωσης της Τουρκίας σχολίασε ότι το έγγραφο χρησιμοποιούσε "διπλα πρότυπα” αναφορικά με τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, ενώ τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ το χαρακτήρισαν μια "επαίσχυντη” έκθεση.

Παρά τον φαινομενικά κλειστό ορίζοντα, η ΕΕ δεν έχει ξεμείνει από επιλογές. Ξεχωρίζουν πέντε.

Πρώτον, η ένωση θα πρέπει να διατηρήσει ανοιχτά τα κανάλια επικοινωνίας με αυτούς στην τουρκική ηγεσία που είναι έτοιμοι να συμμετέχουν σε έναν διάλογο με αμοιβαίο σεβασμό. ΜΙα μάχη με σκληρά λόγια δεν θα οδηγήσει πουθενά.

Δεύτερον, η ΕΕ θα πρέπει να εμμείνει στο αφήγημα των αξιών της και να υποστηρίζει ισχυρά το κράτος δικαίου, έναν ελεύθερο Τύπο και μια ζωντανή κοινωνία των πολιτών. Κάνοντάς το αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να ξεχωρίσει προσεκτικά τους πολίτες της Τουρκίας, από την ηγεσία της χώρας.

Τρίτον, οι Βρυξέλλες θα πρέπει δημοσίως να διορθώσουν την συνηθισμένη στρέβλωση των πληροφοριών από την Τουρκία, είτε αυτές αφορούν την αντίδραση της ΕΕ στην απόπειρα πραξικοπήματος, την βοήθεια της ΕΕ στους Σύριους πρόσφυγες ή στην διαδικασία απελευθέρωσης της visa για τους Τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στις χώρες της ΕΕ. Μεικτές ψευδείς δηλώσεις δεν είναι πλέον αποδεκτές.

Τέταρτον, η Ένωση θα πρέπει επισήμως να τραβήξει την προσοχή της Άγκυρας στο γεγονός ότι περαιτέρω διάλυση του περιβάλλοντος κράτους δικαίου, δεν θα πλήξει απλώς την οικονομία της Τουρκίας, αλλά επίσης θα επηρεάσει αρνητικά και άμεσα τις ισχύουσες επενδύσεις της ΕΕ, πόσο μάλλον τις μελλοντικές επενδύσεις.

Τέλος, οι Βρυξέλλες και η Άγκυρα θα πρέπει να σημειώσουν πρόοδο εκεί που είναι ακόμη δυνατό και αμοιβαίως επωφελές, για παράδειγμα στον εκσυγχρονισμό της Τελωνειακής Ένωσης.

Τα άλλα τμήματα της σχέσης ΕΕ-Τουρκίας, όπως οι διαπραγματεύσεις της χώρας για την ένταξη ή την διαδικασία απελευθέρωσης της visa, θα πρέπει να περιμένουν καλύτερες μέρες. Ωστόσο, δεν πρέπει να υπάρξουν επίσημες ακυρώσεις αυτών των συνομιλιών, ούτε θα πρέπει οι Βρυξέλλες να δώσουν στην Τουρκία εκπτωσεις στους όρους που θα επιτρέψουν στην Άγκυρα να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις της σε αυτούς τους δύο τομείς. Ομοίως, κανένας στην Τουρκία δεν θα πρέπει να εκπλαγεί εάν τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου -επικεφαλής των κρατών της ΕΕ και των κυβερνήσεων- γίνουν μια ψυχρά αναφορικά με το να φιλοξενούνται συναντήσεις υψηλού επιπέδου με την Τουρκία.

Η κρίση στην Τουρκία είναι πολύ βαθιά και σε μεγάλο βαθμό, εγχώρια. Δυστυχώς, αυτό σημαίνει ότι η ΕΕ δεν έχει άμεσο λόγο στην πορεία των βραχυπρόθεσμων εξελίξεων. Αλλά για χάρη των μακροπρόθεσμων εξελίξεων, η ΕΕ θα πρέπει να παραμείνει σταθερή στις αξίες και στα δικαιώματα και θα πρέπει να αναφέρει σαφώς στην τουρκική ηγεσία τα όρια του συνεχούς εκφοβισμού ενός μεγάλου πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού εταίρου, με σκοπό να ξεφύγει από τα προβλήματα στο εσωτερικό.
πηγή 



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top