Γράφει ο Κώστας Μελακοπίδης
τ. Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου
Η νέα επίσκεψη του Προέδρου Πούτιν στην Ελλάδα ξανάδωσε την ευκαιρία στους πρωταγωνιστές της και σε πολλούς αναλυτές να κινητοποιήσουν ένα λεξιλόγιο που δικαιολογείται μόνο από πολύ «ειδικές σχέσεις» μεταξύ εθνών και κρατών. Το λεξιλόγιο αυτό, πέραν των «κοινών αξιών και αρχών», και ταυτόχρονα με πανηγυρισμούς για «το ομόδοξον της Ορθοδοξίας», δεν διστάζει να περιλάβει ακόμα και στην «αδελφοσύνη» του Ρωσικού και του Ελληνικού λαού (Aλέξης Τσίπρας) και την «αμοιβαία συμπάθεια» (Βλάντιμιρ Πούτιν).
Η παράλληλη ενδυνάμωση των αμοιβαίων υλικών συμφερόντων με τις πολλά υποσχόμενες συμφωνίες που μόλις υπογράφτηκαν αντιπροσωπεύει την ιδιόμορφη ενάρετη σύνθεση «πραγματισμού» και «ιδεαλισμού» που χαρακτηρίζει ορισμένες διακρατικές σχέσεις, σε πείσμα των κυνικών εκπροσώπων του λεγόμενου «πολιτικού ρεαλισμού».
Πριν από χρόνια, η μελέτη της μεταπολεμικής εξωτερικής πολιτικής του Καναδά με οδήγησε στη δημιουργία του όρου «Πραγματιστικός Ιδεαλισμός» για να αναφερθώ στην πιο πάνω σύνθεση, αφού ο Καναδάς ενσυνείδητα και με συνέπεια υιοθέτησε μια εξωτερική πολιτική που αποσκοπούσε τόσο στην ικανοποίηση εθνικών συμφερόντων όσο και στην παράλληλη καλλιέργεια μιας «ηθικής πολιτικής», βασισμένης στον ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, της Διεθνούς Ηθικής, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κλπ. Πιο πρόσφατα, μελετώντας σε βάθος τις σχέσεις Μόσχας-Κύπρου, από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τόσο η Σοβιετική Ενωση όσο και η Ρωσική Ομοσπονδία ακολούθησαν μία ανάλογη πολιτική στάση.
Αναμφίβολα, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Μόσχα υποστήριζε τα δίκαια και τα δικαιώματα του Κυπριακού Ελληνισμού μέσα στα πλαίσια της σύγκρουσης Δύσης και Ανατολής. Όμως, τεράστια διαφορά συνιστούσε το γεγονός ότι οι αποφάσεις και οι πράξεις της σεβόντουσαν το Διεθνές Δίκαιο και τη Διεθνή Ηθική, που επανειλημμένως και ασυστόλως παραβιάζονταν από Λονδίνο, Ουάσινγκτον και Αγκυρα. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, βέβαια, ο πραγματιστικός ιδεαλισμός της Ρωσικής πολιτικής στο Κυπριακό αποδεικνύεται χωρίς επιφυλάξεις.
Η ανυπαρξία έστω και ενός επιστημονικού βιβλίου, που να διαλευκάνει αυτή την ιδιαίτερη φύση των σχέσεων Μόσχας-Κύπρου αρκούσε για την απόφαση να συγγράψω το πρώτο σχετικό βιβλίο στα αγγλικά. Ταυτόχρονα, ήταν αναμφισβήτητο πως, από κεκτημένη ταχύτητα, όλες οι προηγούμενες αναλύσεις ρωσο-κυπριακών σχέσεων βασίζονταν στην εγγενώς στενόκαρδη, και πάντα φιλύποπτη, θεωρία του «πολιτικού ρεαλισμού», που αυτο-εγκλωβίζεται στις έννοιες του εθνικού συμφέροντος, της ισχύος, της αναπόδραστης διακρατικής σύγκρουσης, και στην υποβάθμιση διεθνών κανόνων και αρχών. Μοιραία, επομένως, η θεωρία αυτή αντιτίθεται στις προσεγγίσεις που αξιοποιούν το ρόλο και τη σημασία του Διεθνούς Δικαίου, της Διεθνούς Ηθικής, της διεθνούς αλληλεγγύης, αλλά ακόμα και της φιλίας μεταξύ κρατών και λαών.
Κύριο μέλημα του βιβλίου, Russia-Cyprus Relations: A Pragmatic Idealist Perspective (London, Palgrave, 2016), είναι να υπενθυμίσει τη σταθερή και πολυδιάστατη πολιτική, διπλωματική, και στρατιωτική υποστήριξη της Κύπρου από τη Μόσχα τα τελευταία 60 χρόνια.
Συνεπώς, εξηγεί και δικαιολογεί την Κυπριακή ευγνωμοσύνη προς τη Μόσχα και τον ρωσικό λαό. Επιπρόσθετα, προβάλλει τις εμπορικές, οικονομικές, τουριστικές και πολιτιστικές σχέσεις τους, όπως και εκείνες στην ενέργεια και την ασφάλεια. Και δεδομένων των πρόσφατων δραματικών προκλήσεων στο λαβύρινθο της Ανατολικής Μεσογείου, η μελέτη καλύπτει τις αναδυόμενες συμμαχίες Κύπρου-Ελλάδας-Αιγύπτου-Ισραήλ, και αποκαλύπτει –για το διεθνές αναγνωστικό κοινό- τις παράνομες και ανήθικες συνέπειες της ουσιαστικής εγκατάλειψης της Κύπρου από τους Δυτικούς «στρατηγικούς εταίρους» στη γεωπολιτική βουλιμία της Τουρκίας, υπό την ηγεσία, μέχρι πρόσφατα, του δίδυμου Ερντογάν –Νταβούτογλου, και υπό τα υποκριτικά/εξοργιστικά χαμόγελα του –από πολλούς θεωρούμενου ως persona non grata- ειδικού συμβούλου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Εσπεν Μπαρθ Ειντε.
Μία σειρά από ειδικότερα θέματα αντιμετωπίζονται για την ενημέρωση του αγγλόφωνου κοινού, όπως η πραγματική φύση του Κυπριακού ως διεθνούς προβλήματος εισβολής και κατοχής, το απαράδεκτο περιεχόμενο του σχεδίου Ανάν, οι πολλαπλές πηγές της Ελληνο-ρωσικής συμπάθειας και φιλίας, και οι τρέχουσες (2013-2015) απόπειρες χειραγώγησης των Ελληνο-κυπρίων στην κατεύθυνση μίας –καθ’ όλες τις ενδείξεις- «τοξικής» συμφωνίας που θα ισοδυναμεί με την αναπόδραστη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επιπλέον, στη βάση μιας τολμηρής ανάλυσης της πολιτικής κουλτούρας της τουρκικής ελίτ, της προβληματικής προσωπικότητας του Ερντογάν και της μεγαλομανούς εξωτερικής πολιτικής του Αχμέτ Νταβούτογλου, το βιβλίο προέβλεψε ότι, παρά τον θερμό Ρωσο-τουρκικό «υλιστικό εναγκαλισμό» των τελευταίων χρόνων, τίποτα δεν εγγυάτο συνεχή άνθιση στις σχέσεις τους. Αντίθετα, αν η Λευκωσία αποφύγει παιδαριώδη λάθη, το μέλλον των σχέσεων Λευκωσίας-Μόσχας προδιαγράφεται εξόχως θετικό, δεδομένων τόσο των αμοιβαίων συμφερόντων τους όσο και των ιστορικών, θρησκευτικών, πολιτικών, πολιτιστικών, και «πνευματικών» δεσμών μεταξύ της Ρωσίας και του Ελληνισμού, που ο «πολιτικός ρεαλισμός» είχε αγνοήσει.
Τέλος, το εκλογικό αποτέλεσμα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών στην Κύπρο μπορεί δικαιολογημένα να αναγνωστεί ως πιστοποιητικό της απόρριψης των διαφαινόμενων χειρισμών του Κυπριακού από τα δύο ακραία κόμματα, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ. Αυτό συνεπάγεται την παράλληλη απόρριψη της «διζωνικής και δικοινοτικής» εμμονής των δύο αυτών κομμάτων ενώ υποδηλοί, τουλάχιστον εμμέσως, την προσδοκία μιας πιο φιλο-ρωσικής στροφής της Λευκωσίας, όπως ζητούν απερίφραστα ηγετικά στελέχη του «ενδιάμεσου» Κυπριακού πολιτικού χώρου. Κύπρος και Ελλάδα, επομένως, είναι προικισμένες να αξιοποιήσουν πλήρως το πνεύμα του πραγματιστικού ιδεαλισμού για την μεγιστοποίηση των συμφερόντων και των αξιών της Ρωσίας και του Ελληνισμού.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου