GuidePedia

0

Στην ομιλία του για τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά, στις 13 Οκτωβρίου, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναρωτήθηκε: «Τι είδους θρησκευτικός ηγέτης είναι αυτός [που] λέει ότι ‘ο Άσαντ είναι ο μόνος που αμφισβητεί το Ισραήλ’; Ο Άσαντ δεν έριξε ούτε μια σφαίρα στο Ισραήλ. Ο Άσσαντ σκότωσε 250.000 και εσείς ακόμη τον στηρίζετε, στέλνοντάς του χρήματα και όπλα». Ο θρησκευτικός ηγέτης που μπήκε στο στόχαστρο του Ερντογάν ήταν ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Του Αλ Χασσέμ
Δημοσιεύθηκε στο «al-Monitor»
Απόδοση στα ελληνικά: Σωτήρης Δημόπουλος

Η ομιλία στο Μαραμαρά ήταν, πιθανώς, η πρώτη φορά, από το ξέσπασμα της συριακής κρίσης, που ο Ερντογάν κατέκρινε ευθέως την ιρανική πολιτική στη Συρία. Και το πλέον περίεργο από όσα είπε ήταν η κριτική προς τον Χαμενεΐ, σαφής ένδειξη ότι οι κάποτε στενοί δεσμοί μεταξύ των χωρών έχουν μεταβληθεί ριζικά λόγω της σύγκρουσης των συμφερόντων τους, που έφερε στην επιφάνεια ο εξελισσόμενος εμφύλιος πόλεμος. Παρά το γεγονός ότι θα άξιζαν να προβληθούν στις ειδήσεις, οι παρατηρήσεις του Ερντογάν δεν έτυχαν της μιντιακής κάλυψης που θα έπρεπε ούτε στο Ιράν, ούτε στον αραβικό κόσμο ή διεθνώς.
Συζητώντας για τον Ερντογάν, ένας Ιρανός αξιωματούχος δήλωσε τηλεφωνικώς στο «Αλ-Μόνιτορ»: «Ο θάνατος των 250.000 στη Συρία προκλήθηκε από τα έθνη που στηρίζουν του τρομοκράτες στη Συρία. Η Τουρκία είναι ένα από αυτά τα κράτη, και έχει πλήρη την ευθύνη για την σημερινή κατάσταση. Ο κ. Ερντογάν προσωπικά γνωρίζει ότι το Ιράν είναι αθώο. Το Ιράν βοηθά μια νόμιμη κυβέρνηση να αποκαταστήσει τον έλεγχο στην επικράτειά της και να πολεμήσει τους τρομοκράτες, που έρχονται από όλο τον κόσμο να εξοντώσουν και να τρομοκρατήσουν τους πολίτες».

Η πηγή είπε, επίσης, ότι η Τεχεράνη έχει αποφασίσει ότι τώρα δεν είναι ακόμη ο σωστός χρόνος για να απαντήσει δημοσίως σε αυτό που αποκάλεσε «ανεύθυνα» σχόλια του Ερντογάν. Δήλωσε πως «θα απαιτηθούν ώρες ομιλίας για να του υπενθυμίσουμε την τελευταία του επίσκεψη (στο Ιράν) και τι είπε στον [ανώτατο] ηγέτη. Δεν έχουμε χρόνο γι’ αυτό αυτή τη στιγμή, και γνωρίζουμε πώς αυτά είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση».
Ο αξιωματούχος είπε ακόμη για τον Ερντογάν: «Πρέπει να ρωτήσει τον εαυτόν του, ποιος άνοιξε τα σύνορα; Ποιος έδωσε όπλα σε αυτούς τους εξτρεμιστές; Ποιος είναι αυτός που μετέτρεψε τη χώρα του σε ένα τεράστιο στρατόπεδο εκπαίδευσης;». Εξήγησε πως το Ιράν εξεπλάγην από τη ρητορική του Ερντογάν. «Αυτό συνιστά ακόμη μια ένδειξη ότι η Άγκυρα στην πραγματικότητα δεν είναι σοβαρή στη συνεργασία της για το τέλος της κρίσης στη Συρία. Είναι πολύ κρίμα που μια τόσο σημαντική χώρα για τη περιοχή δεν είναι ακόμη αποφασισμένη να καταπολεμήσει την τρομοκρατία, είναι διστακτική να βοηθήσει τους Κούρδους γείτονές της με οποιονδήποτε τρόπο και τη ίδια ώρα επιτίθεται σε όσους είχαν προειδοποιήσει από την αρχή για την κατάληξη που θα είχαν τα πράγματα»
Ο Ερντογάν πραγματοποίησε την τελευταία του επίσκεψη στη Τεχεράνη στις 29 Ιανουαρίου, ως πρωθυπουργός. Υποτίθεται ότι, όπως είπε στις 8 Οκτωβρίου στους δημοσιογράφους ο εκπρόσωπος της Επιτροπής Εθνικής Ασφάλειας και Εξωτερικής Πολιτικής Νακάβι Χοσσεϊνί, έχοντας πληροφόρηση από τον Υπουργό Εξωτερικών Μοχάμματ Τζαβάτ Ζαρίφ, ο Ερντογάν θα πραγματοποιούσε νέα επίσκεψη ως πρόεδρος και θα συναντούσε τον ομόλογό του και άλλους υψηλούς αξιωματούχους του Ιράν. Δεν είναι γνωστό εάν η επίσκεψη θα πραγματοποιηθεί μετά τα επικριτικά σχόλια του Ερντογάν.
Οι τουρκο-ιρανικές σχέσεις φάνηκαν να κορυφώνονται κατά την επίσκεψη του Ερντογάν τον Ιανουάριο και την υπογραφή τότε μιας συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας. Τα λόγια του Χαμενεΐ ήσαν ξεκάθαρα, με την ιδιότητά του φέρεται να είπε πώς οι ιρανο-τουρκικές σχέσεις ήσαν στο καλύτερο σημείο εδώ και αιώνες και ότι οι δύο χώρες πρέπει να αδράξουν την ευκαιρία για να στερεώσουν αυτή τη σχέση. Και ο Ερντογάν δήλωνε ότι το Ιράν το αισθανόταν σαν δεύτερη πατρίδα. Λοιπόν τι συνέβη; Γιατί οι τουρκο-ιρανικές σχέσεις εμφανίζονται τώρα να τραβάνε προς την αντίθετη κατεύθυνση;
Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες ανακατατάξεις στην περιοχή, φαίνεται ότι και εδώ το πρόβλημα είναι η Συρία. Και οι δύο χώρες είχαν παλαιότερα εκφράσει την θερμή τους διάθεση να προχωρήσουν σε ένα συμβιβασμό, αλλά τα γεγονότα που έλαβαν χώρα έβαλαν μεγάλα εμπόδια σε αυτήν την πορεία. Η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) και η διαμόρφωση της, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, συμμαχίας δημιούργησε σε όλα τα μέρη την ανάγκη να κινηθούν με σχεδιασμό για την αντιμετώπιση του νέου «ασθενή» της Μέσης Ανατολής, δηλαδή της Συρίας.

Δεν υπήρχε πλέον χρόνος για διπλωματία ή ευγενικά λόγια, καθώς ο χάρτης των περιφερειακών συμμαχιών γινόταν σαφέστερος μέρα με τη μέρα. Όπως αποδείχθηκε, η Τουρκία και το Ιράν δεν ήσαν στην ίδια βάρκα. Κάθε ένας υποστήριζε διαφορετικό συνδυασμό συμμάχων στο πεδίο της μάχης αλλά και σε όλη την περιφέρεια. Ο στρατηγικός αναλυτής και πρωθυπουργός της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, έχει σκεφθεί πολύ σοβαρά για το ρόλο της χώρας του στην νέα περιφερειακή τάξη πραγμάτων.
Στις 19 Οκτωβρίου διακήρυξε ότι η Τουρκία δεν θα γινόταν ο «φύλακας» των συνόρων της συμφωνίας Sykes-Picot. Η Άγκυρα είναι βέβαιη ότι η κατάσταση που υφίστατο πριν από τον πόλεμο εναντίον του ΙΚ και τους συμμαχικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς έχει πλέον αλλάξει. Ως εκ τούτου, στοχεύοντας να εξασφαλίσει κάποια κέρδη πριν ρίξει έστω και μια σφαίρα, γνωρίζει καλά ότι αυτό που μπορεί να ζητά σήμερα – που η συμμαχία χρειάζεται να χρησιμοποιήσει τα σύνορά της και τη θέση της – δεν θα μπορεί να το ζητά κατόπιν, όταν η συμμαχία θα έχει επικρατήσει (εφόσον συμβεί αυτό).
Η απομάκρυνση του Άσαντ είναι η πρώτη προτεραιότητα της Τουρκίας. Αυτό δεν είναι ανάγκη να επιτευχθεί άμεσα, αλλά η Άγκυρα πιστεύει ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί ως αναγκαιότητα για την επίλυση της κρίσης. Ο απόλυτος έλεγχος από τους συμμάχους της Τουρκίας της βόρειας Συρίας, από τα σύνορα με το Ιράκ μέχρι τη Μεσόγειο, θα κατεύναζε την ανησυχία της Άγκυρας για την πιθανή εγκαθίδρυση ενός κουρδικού κράτους στα σύνορά της, και επιπλέον θα αποτελούσε έναν ουσιαστικό παράγοντα για την ήττα του καθεστώτος Άσαντ και την επίσπευση της πτώσης του.
Η βόρεια Συρία θα γινόταν ένα ασφαλές ορμητήριο για την υποστηριζόμενη από τη Τουρκία συριακή αντιπολίτευση, αφού τη θέσουν υπό τον έλεγχό τους μετά να επεκταθούν κάτω από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Εδώ βρίσκεται και το πρόβλημα της Τουρκίας με το Ιράν. Οι Ιρανοί θέλουν να απαλλαγεί η περιοχή από το ΙΚ με οποιοδήποτε κόστος. Αν και είναι αλήθεια ότι αρνούνται να στηρίξουν ή να «ευλογήσουν» την υπό αμερικανική ηγεμονία συμμαχία και έχουν ασκήσει κριτική για την αποτελεσματικότητά της, γνωρίζουν ότι τα κτυπήματα πετυχαίνουν να κρατούν το ΙΚ κάπως σε έναν έλεγχο.
Και αυτοί, επίσης, σκέφτονται για το μετά Sykes-Picot status, ή τουλάχιστον πώς να κρατήσουν τον «ασθενή» ζωντανό και στο μέτρο του δυνατού να εμποδίσουν πολύ μεγάλες απώλειες στα εδάφη που κέρδισαν την τελευταία δεκαετία. Για το Ιράν, η πτώση του Άσαντ θα σήμαινε την απώλεια της Συρίας στο σύνολό της και την απομόνωση της Χεζμπλλάχ στα όρια του Λιβάνου.
Θα σήμαινε επίσης ότι το Ιράκ, που είναι στην επιρροή του Ιράν, και όπου οι περισσότερες περιοχές που κατοικούν σουνίτες και Κούρδοι, είναι εκτός του κυβερνητικού ελέγχου, θα βρεθεί υπό απειλή. Σε ένα τέτοια σενάριο, η επιρροή του Ιράν στο Λεβάντε θα υποχωρούσε κατά πολύ. Αυτή η πιθανότητα έχει ωθήσει το Ιράν να εγκαταλείπει τη συνηθισμένη «πολιτική της αμφισημίας» όσον αφορά την παρουσία του στην περιοχή.
Σήμερα, οι εικόνες και οι δηλώσεις που διαλαλούν το στρατιωτικό του ρόλο στο Ιράκ έχουν γίνει πολύ κοινές, ακόμη και με υπερβολές, στέλνοντας ένα καθαρό μήνυμα ότι διαθέτει στρατό στην περιοχή και ότι είναι έτοιμο να κάνει οτιδήποτε είναι αναγκαίο για να πετύχει τους σκοπούς του.

Η σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας είναι πιθανό να ενταθεί, αλλά μόνον όσον αφορά στα πεδία των μαχών στη Συρία και στο Ιράκ. Αυτό οι απόγονοι των αυτοκρατοριών των Σαφαβιδών και των Οθωμανών θα κρατούν πάντοτε τις διαφορές τους μακριά από τα σύνορά τους και τα αμοιβαία συμφέροντά τους. Έτσι είναι απίθανο να πληγούν οι τουρκο-ιρανικές οικονομικές σχέσεις. Οι μπίζνες πρέπει να συνεχίζονται, ως συνήθως.
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top