GuidePedia

0
ISIS-1

Δρ Ιωάννης Παρίσης
Υποστράτηγος ε.α., Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης/Διεθνών Σχέσεων
Στο βιβλίο με τίτλο «Η ΚΑΘ’ ΗΜΑΣ ΘΑΛΑΣΣΑ – Γεωστρατηγική Ανάλυση της Μεσογείου», γράφαμε στο τελευταίο κεφάλαιο «ΠΡΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ», υπό τον τίτλο «Η εκτίμηση της ισχύος» τα εξής: «Στη γεωπολιτική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής, όπως κυρίως έχει διαμορφωθεί μετά την κρίση στη Συρία, αντιπαρατίθενται γενικά δύο πλευρές: (…) Είναι προφανές ότι από θρησκευτικής άποψης πρόκειται για αντιπαράθεση Σουνιτισμού και Σιιτισμού. Κάποιοι εκτιμούν ότι επιδιώκεται η αντιπαράθεση των μουσουλμάνων, με μοχλό την αντίθεση Σουνιτών και Σιιτών. Οδεύουμε λοιπόν προς έναν μουσουλμανικό εμφύλιο πόλεμο;» Θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν αναμέναμε τόσο σύντομα την επαλήθευση της παραπάνω εκτίμησης. Όμως τα γεγονότα στο Ιράκ και στη γύρω περιοχή την επιβεβαιώνουν. Είναι καταλυτικά και εξελίσσονται με ταχύτητα.
H δράση των εξτρεμιστών σουνιτών του Islamic State of Iraq and al-Sham (ISIS) ή Islamic State of Iraq and the Levant’s (ISIL) προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό άλλωστε, την αντίδραση των σιιτών του Ιράκ, που βέβαια είναι και αυτοί Άραβες, αλλά με θρησκευτική και πολιτική επιρροή από το γειτονικό Ιράν. Χιλιάδες σιίτες παρήλασαν το Σάββατο 21 Ιουνίου στη Βαγδάτη και σε αρκετές άλλες σιιτικές πόλεις του Ιράκ, επιδεικνύοντας έτσι την ετοιμότητά τους να πολεμήσουν τους σουνίτες εξτρεμιστές που έχουν αποκτήσει τον έλεγχο σημαντικών περιοχών στο βόρειο και στο δυτικό Ιράκ. Φορώντας στρατιωτικές στολές και φέροντας όπλα και μάλιστα βαρύ οπλισμό, οι σιίτες παρήλασαν σε πολλές πόλεις ύστερα από έκκληση του σιίτη ηγέτη Μοκτάντα αλ Σαντρ, με την παρουσία της αστυνομίας και του στρατού. Περισσότεροι από 2,5 εκατομμύρια σιίτες απ΄ όλο το Ιράκ φέρεται ότι έχουν δηλώσει εθελοντές για να φέρουν όπλα και να βοηθήσουν τον στρατό να νικήσει τους τζιχαντιστές, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης της Βαγδάτης.
Το ISIS και η δράση του
Το ISISείναι κατά βάση η διάδοχη οργάνωση της αλ-Κάιντα στο Ιράκ που την ξεκίνησε ο AbuMusabAlZarqawi, λίγα χρόνια πριν την αμερικανική εισβολή του 2003 στη χώρα.  To 2004 υποσχέθηκε υποταγή στην Αλ-Κάιντα του OsamabinLadenκαι οι Σουνίτες μαχητές δραστηριοποιήθηκαν σε επιθέσεις κατά των αμερικανικών δυνάμεων καθώς και σε τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της σιιτικής κυβέρνησης της Βαγδάτης που ανέλαβε την αρχή μετά την ανατροπή του SaddamHussein.
Κύριος στόχος του ISIS και του Ιρακινού ηγέτη του Abu Bakr al Baghdadi, είναι η εγκατάσταση ενός ριζοσπαστικού σουνιτικού ισλαμικού κράτους (χαλιφάτου) στην Ανατολική Συρία και στην περιοχή στην οποία αναφέρεται ο όρος “al-Sham” και εκτείνεται από τη νότια Τουρκία μέχρι την Αίγυπτο,  περιλαμβάνοντας -πέραν της Συρίας και του Ιράκ- τον Λίβανο, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη, την Ιορδανία.  Το ISIS ελέγχει ήδη σημαντικά τμήματα τόσο του Ιράκ όσο και της Συρίας, ενώ έχει διαιρέσει το «κράτος» του σε 16 διοικητικές περιφέρειες -ή βιλαέτια (wilayats)- τις οποίες φιλοδοξεί να καταλάβει.
Οι εκδηλώσεις βιαιοτήτων άρχισαν τον περασμένο Δεκέμβριο όταν ο πρωθυπουργός του Ιράκ Nourial-Malikiδιέταξε δυνάμεις ασφαλείας να διαλύσουν ένα στρατόπεδο στην πόλη Ραμάντι, επί του Ευφράτη στο κεντρικό Ιράκ, 110 χιλιόμετρα δυτικά της Βαγδάτης, το οποίο θεωρούσε εκκολαπτήριο της αλ-Κάιντα. Από τον Ιανουάριο του 2014, χιλιάδες καλά εξοπλισμένων Ισλαμιστών παραστρατιωτικών εμφανίσθηκαν στα περίχωρα του Ραμάντι το οποίο κατέλαβαν, όπως και την Φαλούχα, απειλώντας τη Βαγδάτη.
Το Ιράκ και ο Περσικός Κόλπος αποτελούν γενικά το «σημείο επαφής» των δύο κόσμων – του σουνιτισμού και του σιιτισμού. Στην Ανατολή βρίσκεται το κέντρο του σιιτισμού -το Ιράν-, ενώ στη Δύση τα κέντρα του σουνιτισμού -η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος. Σύμφωνα με στοιχεία του OPEC, στην περιοχή αυτή βρίσκεται το 56% των παγκοσμίως γνωστών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Βεβαίως οι εξτρεμιστές του ISIS δεν επιτίθενται μόνο κατά των σιιτών. Προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους, να ιδρύσουν δηλαδή το ισλαμικό κράτος (χαλιφάτο) τους, επιτίθενται και κατά των σουνιτών, κυρίως εκείνων που θεωρούν ως συνεργάτες των «απίστων», όπως τα καθεστώτα της Σαουδικής Αραβίας και της Ιορδανίας.
Στη Συρία, από θρησκευτικής πλευράς, υπερτερεί το σουνιτικό στοιχείο με ποσοστό που ξεπερνά το 70%, ενώ η μειονότητα των Αλαουϊτών του Άσαντ που κυβερνά τη χώρα εδώ και πέντε δεκαετίες περιορίζεται μόλις στο 12% του πληθυσμού της χώρας. Αντίθετα στο Ιράκ οι Σιίτες αποτελούν το 65% και κατοικούν στο εύφορο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας σε επαφή με το Ιράν και τον Κόλπο. Οι Σουνίτες κατοικούν στο βόρειο και δυτικό τμήμα της χώρας, που σχεδόν ελέγχεται ήδη από το ISIS, με εξαίρεση την αυτόνομη περιοχή των Κούρδων στα βορειανατολικά.
ISIS-2
Αντιδράσεις και συμφέροντα
Εκείνο όμως που είναι ενδιαφέρον και θα πρέπει να εξετασθεί, διότι είναι πιθανό να οδηγήσει σε γενικότερη ανάφλεξη, είναι η στάση των κρατών αλλά και μη κρατικών οντοτήτων (κατά βάση εξτρεμιστικών ομάδων) της περιοχής και η ενδεχόμενη ή αναμενόμενη εμπλοκή τους στην κρίση. Ας προσεγγίσουμε πολύ σύντομα κάποιες περιπτώσεις:
1ον)      Το Ιράν, ως κέντρο του Σιιτισμού και κύρια περιφερειακή δύναμη της περιοχή της Μέσης Ανατολής αντέδρασε ήδη. Ουσιαστικά κήρυξε ιερό πόλεμο κατά των σουνιτών. Στην πράξη, με δεδομένο ότι όλοι οι «ιεροί» ή «θρησκευτικοί» πόλεμοι αποτελούν συγκάλυψη γεωπολιτικών επιδιώξεων, το Ιράν ενδιαφέρεται για την διατήρηση του ελέγχου του νοτίου Ιράκ και της κυβέρνησης της Βαγδάτης. Δυνάμεις του της Επαναστατικής Φρουράς («ιερές ταξιαρχίες») έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή του νοτίου Ιράκ, υπό διάφορες μορφές (σύμβουλοι κλπ), προκειμένου να βοηθήσουν τα ιρακινά στρατεύματα.
Επιπλέον, το Ιράν χρηματοδοτεί την κυβέρνηση του Άσαντ στη Συρία με τουλάχιστον 1 δις δολάρια μηνιαίως καθώς επίσης και την οργάνωση Χεζμπολά του Λιβάνου, την οποία εξοπλίζει και συντηρεί πλήρως. Τίθεται εν προκειμένω το ερώτημα: μέχρι πότε θα έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί και να εξοπλίζει όλους αυτούς. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι το Ιράν δεν είναι μία μεγάλη δύναμη, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο. Οι δυνατότητες του είναι περιορισμένες και οπωσδήποτε πεπερασμένες.
2ον)      Τα αραβικά κράτη του Κόλπου, με πρώτες την Σαουδική Αραβία και το Κατάρ έχουν έντονη αντιπαράθεση με το σιιτικό Ιράν. Οι έξι αραβικές μοναρχίες, που από το 1981 έχουν συγκροτήσει το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (GulfCooperationCouncil – GCC), ανησυχούν από την ενδυνάμωση του Ιράν και πολύ περισσότερο από την ενδεχόμενη απόκτηση πυρηνικών δυνατοτήτων.
Σημειώνεται επίσης το στοιχείο της ενέργειας, μια και στην περιοχή βρίσκονται τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Τον Ιούλιο του 2011, οι κυβερνήσεις της Συρίας, του Ιράν και του Ιράκ υπέγραψαν μια ιστορική ενεργειακή συμφωνία για έναν αγωγό αερίου που θα ξεκινά από το ιρανικό λιμάνι Port Assalouyeh στον Περσικό Κόλπο και θα φτάνει στη Δαμασκό μέσω του ιρακινού εδάφους. Το αέριο θα προέρχεται από το πεδίο South Pars, ένα από τα μεγαλύτερα πεδία φυσικού αερίου που διαμοιράζεται μεταξύ του Ιράν και του Κατάρ στον Περσικό Κόλπο. Από γεωπολιτικής σκοπιάς πρόκειται έναν «σιιτικό αγωγό» που ξεκινά από το σιιτικό Ιράν και μέσω της σιιτικής πλειονότητας του Ιράκ φτάνει στο φιλο-σιιτικό καθεστώς των Αλαουιτών του Άσαντ. Το «γεωπολιτικό δράμα» εν προκειμένω είναι ότι το πεδίο South Pars βρίσκεται επί της οριογραμμής μεταξύ του σιιτικού Ιράν και του σουνιτικού Κατάρ στον Περσικό Κόλπο.
Το Κατάρ, από την πλευρά του, επιδιώκει την εξαγωγή των δικών του τεράστιων αποθεμάτων φυσικού αερίου μέσω «σουνιτικού αγωγού», μέσω της Σαουδικής Αραβίας και της Ιορδανίας στον Κόλπο της Άκαμπα και ειδικώς στον Αραβικό Αγωγό Αερίου (AGP) ο οποίος μέσω Συρίας θα φθάνει στην Τουρκία για την διοχέτευση του αερίου στην Ευρώπη. Ο εμίρης του Κατάρ διατηρεί καλές σχέσεις με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, στους οποίους παρέχει υποστήριξη στη διεθνή τους επέκταση, με αντάλλαγμα ένα «σύμφωνο ειρήνης» στο εσωτερικό της χώρας του. Το ενδεχόμενο επιβολής ενός ισλαμικού καθεστώτος από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Ιορδανία θα μετέβαλλε πλήρως την γεωπολιτική της παγκόσμιας αγοράς φυσικού αερίου, προς όφελος του Κατάρ και εις βάρος της Ρωσίας, της Συρίας, του Ιράν και του Ιράκ, ενώ θα είναι και αρνητικές οι επιπτώσεις στα ενεργειακά συμφέροντα της Κίνας.
3ον)      Από κάποιους ειδικούς αναλυτές εκτιμάται ότι ένας από τους επόμενους στόχους του ISIS, μετά τις επιτυχίες στο Ιράκ, θα είναι η Ιορδανία, έστω και αν αυτό γίνει όχι τόσο με είσοδο ενόπλων τμημάτων στο εσωτερικό της χώρας αλλά με τρομοκρατικές επιθέσεις. Η επέκταση της δράσης του ISIS εντός της Ιορδανίας ακολουθεί πράγματι την γεωπολιτική λογική της περιοχής. Σύμφωνα με δημοσιευθείσες πληροφορίες το Ιράκ απέσυρε δυνάμεις από δυτικές περιοχές, πλησίον των μήκους 180 χιλιομέτρων συνόρων του με την Ιορδανία, προκαλώντας ανησυχία στο Αμάν, το οποίο ενίσχυσε την ασφάλειά του στα σύνορα, καθώς υπάρχουν φόβοι για είσοδο των τζιχαντιστών στη χώρα. Από την άλλη, ισλαμική πηγές αναφέρουν ότι ομάδες τζιχαντιστών έχουν έναν κλάδο τους εντός του εδάφους της Ιορδανίας ως μέρος των σχεδίων τους για τη δημιουργία ενός περιφερειακού εμιράτου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το καθεστώς της Ιορδανίας είναι μακράν σταθερότερο από εκείνα του Ιράκ ή της Συρίας. Επιπλέον οι δυνάμεις ασφαλείας του βασιλείου έχουν ισχυρή υποστήριξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες
4ον)      Σημαντική είναι η στάση της Τουρκίας για το στρατηγικό περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, δεδομένων των γεωπολιτικών της χαρακτηριστικών αλλά και του ηγεμονικού ρόλου που επιδιώκει να παίξει στην περιοχή. Οι νέες γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή δεν είναι δυνατόν να αφήσουν την Τουρκία αδιάφορη, η αντίδραση της οποίας πρέπει να συνυπολογιστεί. Η Τουρκία έχει τεράστια οικονομικά συμφέροντα (εμπορικές συναλλαγές, μεταφορές, κατασκευαστικές εταιρίες), κυρίως στο Ιράκ και στη Συρία. Η εμπλοκή της στη συριακή κρίση, όπως και στο Ιράκ, δημιουργεί νέα δεδομένα αλλά και πολλά προβλήματα στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Έχει ήδη σημειωθεί από πολλούς διπλωμάτες και παρατηρητές ότι η προ ετών εξαγγελθείσα πολιτική (δόγμα) για «μηδενικά προβλήματα» με τις γειτονικές της χώρες έχει οδηγηθεί σε αποτυχία. Φυσικά, το κουρδικό πρόβλημα συνιστά έναν στρατηγικό εφιάλτη για την Τουρκία. Σε συνδυασμό μάλιστα με την ανάφλεξη στην περιοχή που προκαλεί η εξέγερση του ISIS, το πρόβλημα καθίσταται πολυπλοκότερο.
5ον)      Η Αίγυπτος λόγω της σημαντικής γεωστρατηγικής της θέσης, της παραδοσιακά ηγετικής θέσης που κατέχει στον αραβικό κόσμο, του μεγάλου πληθυσμού της και της στρατιωτικής ισχύος της, έχει εκ των πραγμάτων βαρύνοντα λόγο για τα όσα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή.  Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εξελίξεις στο Ιράκ – που επεκτείνονται σε Συρία και Ιορδανία, ανησυχούν το Κάιρο, κυρίως εξαιτίας του ότι θα ήταν δυνατόν να παρασύρουν τους φανατικούς ισλαμιστές της χώρας. Ωστόσο, τα τεράστια εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και η πολιτική αστάθεια, δεν της δίνουν την δυνατότητα ενεργού και ουσιαστικής παρουσίας.  Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι που απέκτησαν την εξουσία το 2012 δεν κατάφεραν να ισορροπήσουν μεταξύ των ισλαμιστών υποστηρικτών τους και των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, οι οποίες δεν έπαψαν να διατηρούν τα κέντρα εξουσίας τους. Παράλληλα ήταν υποχρεωμένη να προσαρμοστεί προς τη διεθνή πραγματικότητα, ακολουθώντας μια ρεάλ-πολιτίκ, τόσο στις σχέσεις της με τη Δύση –ειδικώς με τις Ηνωμένες Πολιτείες– όσο και με το Ισραήλ, σεβόμενη τη Συνθήκη Ειρήνης του 1979. Έτσι σύντομα η εξουσία πέρασε και πάλι στα χέρια των στρατιωτικών, οι οποίοι από το 1952 διατηρούν μια πλεονεκτική θέση στο σύστημα διοίκησης της Αιγύπτου.
6ον)      Μέσα σε όλα αυτά δεν μπορεί φυσικά να μην ληφθεί υπόψιν η θέση και οι ανταγωνισμοί ισχύος των κύριων διεθνών παικτών που ούτως ή άλλως είναι παρόντες στην περιοχή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζουν, φαινομενικά τουλάχιστον, μία έλλειψη αποφασιστικότητας. Σίγουρα δεν είναι εύκολο –πολιτικά και στρατιωτικά- να επανέλθουν με στρατιωτικές δυνάμεις στο Ιράκ. Στην Ουάσιγκτον, έντονες είναι οι κατηγορίες κατά του Προέδρου Ομπάμα και της κυβέρνησής του για απουσία στρατηγικής και εγκατάλειψη του Ιράκ στον έλεγχο ακραίων ομάδων. Είναι όμως έτσι, ή μήπως η εξέλιξη της κατάστασης ευνοεί απολύτως τους στρατηγικούς αντικειμενικούς σκοπούς της, αν δεν αποτελεί επιδίωξή της. Μήπως δηλαδή η ενδο-ισλαμική σύρραξη είναι προϊόν μιας «επιτυχημένης» πολιτικής των ΗΠΑ ή τουλάχιστον την εξυπηρετεί;
Από την πλευρά του το Ιράκ ζητά την επίσπευση της στρατιωτικής υποστήριξης των ΗΠΑ, ειδικώς επιθετικά ελικόπτερα Apache, μαχητικά αεροσκάφη F-16 και εξοπλισμό ανίχνευσης, για την αντιμετώπιση των εξεγερμένων μαχητών. Εμφανίζεται έτσι το παράδοξο, Ιράν και ΗΠΑ να είναι από κοινού συμπαραστάτες της ιρακινής κυβέρνησης. Από την άλλη, η Ρωσία δεν φαίνεται να έχει το ενδιαφέρον ή, προφανώς, και τη δυνατότητα να παρέξει περισσότερη υποστήριξη προς τον Άσαντ.
Το σημαντικό για την Ουάσιγκτον, είναι ότι οι στρατηγικοί της στόχοι συμπίπτουν, έστω ευκαιριακά, με εκείνους του ISIS. Αμφότεροι επιζητούν μεγαλύτερη πολιτική εκπροσώπηση των σουνιτών, αμφότεροι επιθυμούν την ελαχιστοποίηση της επιρροής του Ιράν στο Ιράκ, ενώ υποστηρίζουν ένα ήπιο σχέδιο διαχωρισμού, θεωρώντας ότι η μόνη βιώσιμη στρατηγική για την «διόρθωση» του «ιστορικό ελαττώματος» του Ιράκ είναι μια λύση τριχοτόμησης: Κούρδοι στο βορρά, Σουνίτες στο κέντρο και Σιίτες στο νότιο. Έτσι, δεν έχουν λόγο οι ΗΠΑ να επιτεθούν κατά των δυνάμεων του ISIS -ακόμη και αν αυτοί βρίσκονται σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τη Βαγδάτη-, αφού επωφελούνται από τις εξελίξεις.
Η θέση της Ελλάδος
Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος της Ελλάδος στο όλο πλαίσιο της μεσανατολικής κρίσης; Η Ελλάδα έχει εκ των πραγμάτων συμφέροντα στην περιοχή για πολλούς και διαφορετικούς λόγους και κατά συνέπεια ανάλογο θα πρέπει να είναι και το ενδιαφέρον της εξωτερικής της πολιτικής.
  • Καταρχήν η εγγύτητα της χώρας προς τη Μέση Ανατολή, αλλά και η ύπαρξη παραδοσιακά προνομιακών σχέσεων με τον Αραβικό Κόσμο, επιβάλλει τη συνεχή παρακολούθηση και ανάλυση της κατάστασης και την με κάθε τρόπο πολιτική ή διπλωματική παρουσία της Ελλάδος στα συμβαίνοντα.
  • Δεύτερον, η ύπαρξη των Πατριαρχείων της Αντιοχείας και των Ιεροσολύμων (κυρίως του δευτέρου) και των ελληνορθόδοξων μειονοτήτων, συνιστούν επίσης προνομιακές καταστάσεις για τη χώρα μας οι οποίες θα πρέπει κατάλληλα να συντηρηθούν και να ενδυναμωθούν.
  • Τρίτον, η εγγύτητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε συνδυασμό με το ζήτημα των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Η ανάπτυξη κατάλληλων σχέσεων με τη Συρία θα βοηθούσε στο μέλλον σε μια συμφωνία  οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ της Συρίας και της Κύπρου, ανεξαρτήτως των αντιδράσεων της Τουρκίας.
  • Τέταρτον, η Συρία θα μπορούσε να αποτελέσει την πύλη εμπορικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων προς τον Αραβικό Κόσμο. Η κρίση κάποια στιγμή θα φθάσει σε ένα τέλος. Είναι ευνόητο ότι εκείνο που θα ακολουθήσει θα είναι η ανοικοδόμηση της χώρας, η κατασκευή υποδομών ή η αποκατάσταση των κατεστραμμένων και η αναβίωση των αγορών. Με δεδομένο ότι το Ισραήλ δεν είναι επιθυμητό για προφανείς λόγους, ο ανταγωνιστής της Ελλάδος στην περιοχή θα ήταν μόνον η Τουρκία.
Τα ανωτέρω απαιτούν μια καλοσχεδιασμένη εξωτερική πολιτική με παράλληλη ανάπτυξη μια συστηματική και αποτελεσματική οικονομική διπλωματία. Είναι γνωστό ότι στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν υπήρξε η ευκαιρία συμμετοχής της Ελλάδος σε διεθνές κονσιόρτσιουμ εκμετάλλευσης των συριακών υδρογονανθράκων που όμως δεν προχώρησε κυρίως επειδή δεν υπήρξε η απαραίτητη βούληση από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές εντός της χώρας μας.
Συμπερασματικές σκέψεις
Ο θρησκευτικός φανατισμός που εμφανίζεται σε όλο τον χώρο της Μέσης Ανατολής είναι το χειρότερο στοιχείο μιας κρίσης. Οι εξεγέρσεις των τελευταίων ετών στον Αραβικό Κόσμο δημιούργησαν μια σειρά από νέες πραγματικότητες, όπως η άνοδος των Ισλαμιστών, το φάντασμα του σεχταρισμού και της ασφάλειας, καθώς και η μεταβαλλόμενη ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή. Εκείνο κυρίως που δημιουργεί φόβους είναι η δράση των ανεξέλεγκτων ομάδων –μη κρατικών δρώντων–, η οποία συχνά εξελίσσεται σε σφαγές.
Θα κλείσω αυτή σύντομη ανάλυση με μια ακόμα αναφορά από το ίδιο κεφάλαιο («ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ») του βιβλίο μου (σελ. 326): «Η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική θα συνεχίσουν να αποτελούν, από γεωπολιτική άποψη, σημαντική περιοχή, τόσο εξαιτίας της σημασίας του πετρελαίου για την παγκόσμια οικονομία όσο και λόγω των απειλών που μπορεί να προέλθουν από την αστάθεια στην περιοχή αυτή. (…) Είναι πολύ δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι η κατάσταση στη Μέση Ανατολή θα φτάσει σε κάποια λύση χωρίς μια γενική και ευρεία σύρραξη.»
Δυστυχώς παρατηρούμε ότι όλα κινούνται προς τα εκεί: την «γενική και ευρεία σύρραξη». Σύμφωνα με το Εθνικό Συμβούλιο Πληροφοριών των ΗΠΑ, το μέλλον της Μέσης Ανατολής εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τις πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. Εάν η «Ισλαμική Δημοκρατία» διατηρήσει την εξουσία στο Ιράν και είναι σε θέση να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, η Μέση Ανατολή θα αντιμετωπίσει ένα εξαιρετικά ασταθές μέλλον. Από την άλλη, η ενδεχόμενη κατάρρευση του Οίκου των Σαούντ στη Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να σπείρει τον όλεθρο στην οικονομία της περιοχής, ενώ η ανάληψη της εξουσίας από μια ριζοσπαστική ισλαμική κυβέρνηση στην Αίγυπτο θα μπορούσε να επιδεινώσει τις περιφερειακές εντάσεις σε διάφορα μέτωπα.
Τα σκληροπυρηνικά αυταρχικά καθεστώτα που είχαν επικρατήσει για χρόνια στην περιοχή της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, εξυπηρέτησαν τη Δύση ως αξιόπιστοι εγγυητές της σταθερότητας, αποτρέποντας την επέκταση του ριζοσπαστικού Ισλάμ και ελέγχοντας την εισροή των μεταναστών. Σε αρκετές περιπτώσεις οι χώρες της Δύσης υποστήριξαν σθεναρά τη διατήρηση ισχυρών και βάναυσων καθεστώτων, ικανών ωστόσο να διατηρήσουν την ειρήνη για χάρη ενός συμμάχου: του Ισραήλ.
Η δράση του ISIS και η γενικότερη ανάφλεξη που προκαλεί συνιστούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη σταθερότητα στο Ιράκ μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων στα τέλη του 2011. Ο κατακερματισμός κατά μήκος των εθνικών και θρησκευτικών γραμμών στο Ιράκ και στη Συρία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναδιάταξη των σημερινών συνόρων που όμως θα συνέβαλε στην γενικότερη αστάθεια. Στο πλαίσιο αυτό, οι Μεγάλες Δυνάμεις αλλά και οι οργανώσεις του αραβικού κόσμου, όπως ο Αραβικός Σύνδεσμος, οφείλουν να έχουν σαφή στρατηγική και να μην είναι θεατές της καταστροφής.
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top