Την εκτίμησή του για τις δύο πιο πιθανές εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο Βίλνιους, ανέπτυξε ο Αλέξανδρος Διακόπουλος, αντιναύαρχος εν αποστρατεία, επίτιμος διοικητής της Σχολής Εθνικής Άμυνας καλεσμένος στο στούντιο του Πρώτου Προγράμματος 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Καθρέφτης» με τον Χρήστο Μιχαηλίδη, με άξονα και τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ.
«Διαπίστωσε ότι, αυτό που βγήκε δημοσιογραφικά, ισχύει, ότι υπήρξε καλό κλίμα στη συνάντηση με τον Πρόεδρο Ερντογάν (…) Επίσης διέκρινα μέσα από τα λόγια του κ. πρωθυπουργού, ότι υπάρχει μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι αυτή τη φορά θα επιλυθεί. Δεν το είπε σαν σίγουρο, αλλά διέκρινα μια τέτοια αισιοδοξία ότι αυτή τη φορά μπορούμε να φτάσουμε μέχρι τον πυρήνα του προβλήματος που είναι υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, η οποία συναρτάται από την υφαλοκρηπίδα.
Επίσης ήταν αρκετά θαρραλέο, θα μπορούσα να πω, το ότι αναφέρθηκε το αυτονόητο, το οποίο κανείς δεν τολμά να αναφέρει, ότι οποιαδήποτε συμφωνία εμπεριέχει μέσα της και το συμβιβασμό» επισήμανε ο κ. Διακόπουλος, σημειώνοντας «αυτό ίσως εννοούσε ο πρωθυπουργός όταν είπε ότι θα υπάρξουν κάποιες υποχωρήσεις». «Όχι υποχωρήσεις από αυτά που έχουμε, αλλά από αυτά που δυνητικά θα θεωρούσαμε εμείς ότι θα ήταν το ακρότατο όριο των διεκδικήσεών μας» συμπλήρωσε.
Όσο για το πού μπορεί να οδηγήσει η επανεκκίνηση του διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών, ο κ. Διακόπουλος εξέφρασε την εξής εκτίμηση. «Δύο εξελίξεις μπορεί να έχουμε μετά τη συνάντηση που υπήρξε στο Βίλνιους. Είτε να έχουμε μια παρατεταμένη περίοδο ύφεσης στις σχέσεις των δύο χωρών, κάτι που μας δίνει κι εμάς χρόνο και για την οικονομία να αναπτυχθεί και να πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα και για να έρθουν τα οπλικά συστήματα τα οποία έχουμε παραγγείλει και να ενδυναμώσουμε και άλλο την εσωτερική εξισορρόπηση και πιστεύω ότι αυτή η ύφεση θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι τις δημοτικές εκλογές της Τουρκίας, σε κάνα χρόνο γιατί έχει ανάγκη ο Ερντογάν αυτή τη στιγμή την οικονομία.
Όπως επίσης και η σχέση του με την Ευρωπαϊκή Ένωση που θέλει να την ξαναενισχύσει και να την αναθερμάνει και αυτή περνάει μέσα από τη σχέση του με την Ελλάδα. Αυτή, είναι ο ένας δρόμος ο οποίος όμως έχει μια ημερομηνία λήξεως. Δηλαδή όπως έχουμε κάνει κύκλους υφέσεων, εξάρσεων, θα περάσουμε ένα κύκλο ύφεσης καλοδεχούμενο, αλλά που ενδεχομένως δεν μας βοηθάει στο να αποφύγουμε τον κύκλο έξαρσης όποτε αυτός έρθει. Ή θα υπάρξει μια συμφωνία η οποία θα λήξει πια τουλάχιστον για το ορατό μέλλον αυτή την ένταση μεταξύ των δύο χωρών».
Δίνοντας τη δική του ερμηνεία στην «στροφή» Ερντογάν και πιάνοντας το νήμα από την αρχή, ο κ. Διακόπουλος, ανέφερε, πως η Τουρκία είχε κάνει μια ανάλυση, σύμφωνα με την οποία θεωρούσε ότι έχουμε περάσει σε ένα νέο διεθνές σύστημα το οποίο δεν είναι πλέον δυτικοκεντρικό.
«Η αποχώρηση της Αμερικής από μια κυρίαρχη θέση που είχε στη Μέση Ανατολή, η οποία είναι πολύ σημαντική για την Τουρκία, το ότι η Αμερική δεν παρενέβη στο θέμα της Συρίας, αλλά ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο έφυγε από το Αφγανιστάν και τα παρεπόμενα αυτής της αποχώρησης, είχαν δημιουργήσει την εντύπωση όχι μόνο στη Ρωσία, η οποία λειτούργησε με αυτή τη λογική αλλά και στην Τουρκία, ότι η Δύση βρίσκεται μάλλον σε μια κάποια παρακμή και πως η Αμερική πια δεν έχει την εξέχουσα και την κυρίαρχη θέση, τουλάχιστον στα ευρωπαϊκά και στην περιοχή που είχε παλιότερα και αυτό της έδινε, κατά την άποψη της Τουρκίας, μια ελευθερία κινήσεως και δράσεως την οποία την είδαμε σε μας, με τον τρόπο με τον οποίο ακολούθησε μια ακραίως επιθετική και αναθεωρητική πολιτική τα τελευταία τρεισήμισι χρόνια» περιέγραψε ο κ. Διακόπουλος.
Ωστόσο, τόνισε, αυτά όλα «άλλαξαν άρδην» με τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Άλλαξαν από τη μια, διότι η Ρωσία, με την οποία έχει μια ιδιότυπη σχέση στρατηγικής κατανόησης η Τουρκία, έχει υποστεί αυτή τη στιγμή μια μεγάλη απώλεια κύρους και από την άλλη, η Δύση, την οποία είχε μάλλον υποτιμήσει τόσο ο Πούτιν όσο ενδεχομένως κι ο Ερντογάν, έδειξε μια δυναμική στάση, διατήρησε τη συνοχή της στη βοήθεια Ουκρανίας και ταυτόχρονα είναι φανερό, ότι η Αμερική δεν έφυγε ποτέ από την Ευρώπη και ότι έχει την ισχύ να παραμένει η πιο ισχυρή χώρα στον πλανήτη» συνέχισε ο κ. Διακόπουλος.
Η παραπάνω διαπίστωση, σε συνδυασμό με τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας, παρ’ όλες τις ενέσεις ρευστότητας που έρχονται από Κίνα, Ρωσία και κυρίως από τη Μέση Ανατολή, που δεν αρκούν, οι σχέσεις της με τη Δύση και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος αλλά και το ότι οι αγορές εξαρτώνται από τη Δύση, τις οποίες έχει ανάγκη η Τουρκία, όλα αυτά έχουν οδηγήσει, σύμφωνα με τον κ. Διακόπουλο, σε έναν επαναπροσανατολισμό. Ειδικά τη σχέση της με την Ελλάδα, η Τουρκία την βλέπει πάντα ως ένα κομμάτι της σχέσης της με τη Δύση, εξήγησε ο κ. Διακόπουλος, γι’ αυτό δεν πρόκειται για δίπολο αλλά για ένα σύστημα.
«Η Ελλάδα ακολουθούσε μια στρατηγική η οποία ήταν εσωτερικής εξισορρόπησης (…) Η Τουρκία από την άλλη πλευρά, έβλεπε την Ελλάδα όχι μόνο σαν ένα στρατηγικό αντίπαλο στην περιοχή αλλά και σαν το μακρύ χέρι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης» σημείωσε ο κ. Διακόπουλος ενώ ο επαναπροσανατολισμός προς τη Δύση, «η ανάγκη τους να ξαναπροσεγγίσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους έκανε να αλλάξουν και την πολιτική τους απέναντι στη χώρα μας και έτσι έχουμε αυτή τη στιγμή την περίοδο ύφεσης την οποία περνάμε και που όπως φαίνεται θα διαρκέσει για αρκετά ακόμα».
Σχετικά με τον «πυρήνα της διαφοράς» και ερωτηθείς πού ξεκινά αυτή η συζήτηση, ο κ. Διακόπουλος, επισήμανε πως είναι μεγάλη κουβέντα στην κυριολεξία, με την έννοια ότι γίνεται σχεδόν επί σαράντα χρόνια με ατελείωτους γύρους.
«Η συζήτηση ξεκινάει στο ότι υπάρχουν δύο χώρες στην ίδια γεωγραφική περιοχή οι οποίες είναι παντρεμένες από τη γεωγραφία, δηλ. με την Τουρκία θα πρέπει να βρεις έναν τρόπο να συνυπάρξεις, διότι δεν υπάρχει τρόπος να φύγει η Τουρκία από την περιοχή και εσύ να έχεις γείτονα, τη Σουηδία» ανέφερε αρχικά ο κ. Διακόπουλος, με την επισήμανση ότι η Τουρκία είναι μια αναθεωρητική δύναμη.
«Αντελήφθη κάποια στιγμή ότι με τη Συνθήκη της Λωζάνης και με τον τρόπο που προχωράει το θέμα των θαλασσίων ζωνών θα βρισκόταν αποκλεισμένη από μεγάλες περιοχές, από το σύνολο σχεδόν του Αιγαίου και από μεγάλες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου και αποφάσισε από τη δεκαετία του 70 να προσπαθήσει αυτό το πράγμα να το αντιμετωπίσει, αμφισβητώντας κατά κάποιο τρόπο όλο το δίκαιο πάνω στο οποίο είχε στηριχθεί από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, μέχρι το 70, η συνύπαρξη των δύο χωρών» περιέγραψε ο κ. Διακόπουλος.
Σημειώνοντας ότι το διεθνές σύστημα είναι άναρχο, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει μια υπέρτατη αρχή στην οποία μπορεί κανείς να προσφύγει και αυτή να εφαρμόσει το νόμο, ο κ. Διακόπουλος επισήμανε πως «τίποτα δεν έχεις κατοχυρώσει και τίποτα δεν υπάρχει αν δεν προέρχεται είτε από μια διεθνή συμφωνία η οποία μάλιστα θα τύχει να έχει και ευρεία αποδοχή είτε από απόφαση Διεθνούς Δικαστηρίου, της Χάγης ή ενδεχομένως του Αμβούργου, εν πάση περιπτώσει μιας διαιτησίας, ενός διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου».
«Επαφίεται στις σχέσεις των κρατών να τα βρουν μεταξύ τους. Το διεθνές δίκαιο είναι ένα γενικό σύνολο κανόνων, αρχών αλλά γενικών. Δεν εξειδικεύεται. Η εξειδίκευση έρχεται μέσα από τις συμφωνίες και κυρίως μέσα από τις αποφάσεις των διεθνών δικαστηρίων» υπογράμμισε. Το δίκαιο, περιέγραψε ο κ. Διακόπουλος, δεν είναι μόνο το γραπτό δίκαιο, παραδείγματος χάριν, η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, το οποίο είναι γραπτό, αλλά και το εθιμικό και η νομολογία των διεθνών δικαστηρίων, όλα αυτά αποτελούν το σώμα του Διεθνούς Δικαίου.
«Αυτό όμως δίνει το δικαίωμα σε κάθε χώρα, ελλείψει μιας ανώτατης αρχής και ελλείψει μιας απόφασης διεθνούς δικαστηρίου, να ερμηνεύει το δίκαιο κατά το δοκούν. Εδώ λοιπόν έχουμε δύο ερμηνείες. Άρχισαν οι Τούρκοι να κάνουν ευφάνταστες ερμηνείες του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και οι ίδιοι δηλώνουν ότι εμείς αυτά που λέμε στηρίζονται στο Διεθνές Δίκαιο. Αν δεν υπάρξει ένα δικαιοδοτικό όργανο που θα πει είναι έτσι ή αλλιώς, είναι απλώς δύο χώρες που η καθεμιά έχει τη δική της εκδοχή ερμηνείας του Διεθνούς Δικαίου» ανέφερε ο κ. Διακόπουλος.
«Οι Τούρκοι λοιπόν είπαν ότι για εμάς αυτή είναι η ΑΟΖ κι αυτά είναι τα δικαιώματά μας. Εμείς τα δικά μας, όπως διαβάζουμε το διεθνές δίκαιο, εκφράζονται ίσως και σε αυτόν τον περίφημο χάρτη της Σεβίλλης, που δείχνει όμως την Ελλάδα να έχει μια τεράστια περιοχή κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενδεχομένως λοιπόν, ανάμεσα σε αυτόν τον χάρτη της Σεβίλλης και των τουρκικών μαξιμαλισμών της γαλάζιας πατρίδας και της ανακήρυξης ΑΟΖ, εκεί λοιπόν θα είναι και οι συμβιβασμοί για τους οποίους μιλήσαμε πιο πριν, ότι θα βρεθεί κάπου ενδιάμεσα λύση» είπε καταλήγοντας ο κ. Διακόπουλος.
Δημοσίευση σχολίου