GuidePedia

0
Η Ίμβρος και η Τένεδος, τα δύο νησιά που βρίσκονται στην είσοδο των Δαρδανελίων (Ελλήσποντος), το 1922 αριθμούσαν περίπου 12.000 κατοίκους, όλοι τους Έλληνες. Με την Συνθήκη της Λοζάνης, τα νησιά πέρασαν στην κυριαρχία της Τουρκίας, με ένα ειδικό καθεστώς, που προέβλεπε τοπική αυτοδιοίκηση και ειδική μεταχείριση του πληθυσμού.


Ίμβρος και Τένεδος from PareDose on Vimeo.
Και όντως… Οι Τούρκοι επιφύλαξαν για τους Έλληνες των δυο αυτών νησιών, μια πολύ «ειδική» μεταχείριση, έτσι ώστε σήμερα, να έχουν απομείνει εκεί περί τους 200 ηλικιωμένους Έλληνες, ενώ ο συνολικός πληθυσμός «τονώθηκε» με Τούρκους και Κούρδους έποικους.

Μια τακτική, που έρχεται σε πλήρη «αρμονία» κι «αμοιβαιότητα», με την ελληνική πολιτική του «μη στάξει και μη βρέξει» του μουσουλμανικού πληθυσμού της Θράκης, που η Τουρκία έχει πάρει υπό την «προστασία της», παρ’ ότι δεν πρόκειται για εθνική μειονότητα, αλλά για θρησκευτική, κι ως εκ τούτου δεν της πέφτει κανένας λόγος...

Ίμβρος:
Περί τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 92% του πληθυσμού του νησιού ήταν Έλληνες. Λόγω της στρατηγικής θέσης της, δίπλα στα Δαρδανέλλια, η Ίμβρος παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μαζί με την Τένεδο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.

Ίμβρος. Εγκαταλελειμμένο καφενείο στο χωριό Αγρίδια (Tepeköy).
Το 1920, η Συνθήκη των Σεβρών παραχωρούσε τα δυο νησιά στην Ελλάδα. Μετά όμως την ήττα των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Συνθήκη της Λωζάννης έδωσε τα δύο νησιά στην Τουρκία, διάδοχο πλέον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ίδια συνθήκη όμως εξαίρεσε τους Έλληνες κατοίκους των δύο νησιών από την ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησε, και προέβλεψε γι' αυτούς εκτενή αυτονομία, πράγμα όπως που στη συνέχεια καταπατήθηκε σε μεγάλη έκταση.
Το 1926, ο νέος Αστικός Κώδικας της Τουρκίας ανακάλεσε όλα τα δικαιώματα των μειονοτήτων, μεταξύ αυτών και των κατοίκων της Ίμβρου, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης. Ο Νόμος 1151 του 1927 απαγόρευσε τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία. Η πρόβλεψη για ύπαρξη τοπικής αστυνομίας, ελεγχόμενης από την ελληνική μειονότητα στο νησί δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η Ίμβρος ονομάστηκε Gökçeada και έλαβε χώρα εκτεταμένος εποικισμός από την ενδοχώρα της Τουρκίας, με σκοπό την αλλοίωση της πληθυσμιακής σύνθεσης. Ιδιοκτησίες Ελλήνων απαλλοτριώθηκαν με την επίκληση λόγων ασφαλείας σε εξευτελιστικές τιμές.
Η κλιμάκωση της έντασης στην Κύπρο τη δεκαετία του 1960 επέφερε ακόμη μεγαλύτερη χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των Ελλήνων στο νησί. Η εγκατάσταση μιας "ανοικτής φυλακής" (δίπλα στο χωριό Σχοινούδι) για βαρυποινίτες από το εσωτερικό της χώρας αύξησε τον τρόμο του ελληνικού πληθυσμού και επέτεινε το φαινόμενο της μετανάστευσης. Σήμερα οι Έλληνες στην Ίμβρο δεν είναι πάνω από 300, στην πλειοψηφία τους γέροντες. Η "ανοικτή φυλακή" χτίστηκε δίπλα στο χωριό Σχοινούδι το οποίο ήταν από τα μεγαλύτερα χωριά της Ίμβρου και των Βαλκανίων, σήμερα είναι από τα πιο ερειπωμένα χωριά στο νησί.
Ίμβρος. Εγκαταλελειμμένο σχολείο στο χωριό Αγρίδια (Tepeköy).

Τένεδος:

Κατά την την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών το νησί, που κατοικούνταν κατ΄ απόλυτη σχεδόν πλειοψηφία από Έλληνες, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα. Στην απογραφή της νήσου το 1920, ο πληθυσμός της αποτελούσε κοινότητα της επαρχίας Λήμνου και αριθμούσε τους 2835 κατοίκους, όλοι Έλληνες που ήταν συγκεντρωμένοι στο ομώνυμο μεγαλοχωριό στο βόρειο μέρος της ανατολικής ακτής, που αυτός ήταν και ο μόνος συνοικισμός της νήσου. Μετά την ήττα όμως της Ελλάδας στο Μικρασιατικό Πόλεμο και την πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που ακολούθησε, κατά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης η Τένεδος, μαζί με την Ίμβρο προσαρτήθηκε στη Τουρκία.
Τα δυο νησιά, κατά το 14ο άρθρο της Συνθήκης, θα απολάμβαναν καθεστώς αυτονομίας, με δική τους αστυνομία και τοπική κυβέρνηση, ενώ οι Έλληνες που ζούσαν εκεί εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή πληθυσμών.
Οι όροι της Συνθήκης παρ' όλα αυτά δεν τηρήθηκαν. Περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων δημεύτηκαν, ναοί βεβηλώθηκαν και το ελληνικό σχολείο έκλεισε, για λόγους ασφαλείας σύμφωνα με το Τουρκικό κράτος, ενώ η θέση τους υποβαθμίστηκε, ιδιαίτερα μετά την όξυνση στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας τη δεκαετία του '60.
Σήμερα απομένουν μόλις λίγες δεκάδες ηλικιωμένοι Έλληνες

Δημοσίευση σχολίου

 
Top