Μαρία Μοτίκα*
Τα τελευταία χρόνια, ο νεο-οθωμανισμός έχει αναχθεί σε βασική πολιτική της Τουρκίας. Προς τούτο, έχει υιοθετήσει μια επιθετική εξωτερική πολιτική, ιδίως απέναντι στους γείτονές της, και μια συμπεριφορά ανεξάρτητου δρώντος, ο οποίος θέλει να διαμορφώνει τις εξελίξεις προς εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων του.
Η επιθυμία της τουρκικής ηγεσίας να είναι σε θέση να προωθεί τις πολιτικές της επιδιώξεις αποκτώντας βαρύνοντα ρόλο στις εξελίξεις στις περιοχές ενδιαφέροντός της καθώς κι οι αυξανόμενες ανάγκες οπλισμού για τη διενέργεια πολεμικών επιχειρήσεων και την ενίσχυση της προβολής ισχύος της έχουν αναγάγει την εκπόνηση εξοπλιστικών προγραμμάτων, και μάλιστα εγχώριας παραγωγής, σε πολιτική προτεραιότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2017, με έκτακτο νόμο, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ετέθη επικεφαλής του Υφυπουργείου Αμυντικών Προγραμμάτων, καταδεικνύοντας τη σημασία που του αποδίδει.
Η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανίας συνεπάγεται ότι η χώρα δε θα εξαρτάται από ξένες δυνάμεις για την προμήθεια νέου εξοπλισμού κι ανταλλακτικών και θα είναι σε θέση να προχωρά σε άμεση αντικατάσταση του παλαιού οπλισμού χωρίς να επηρεάζεται από τυχόν δυτικά εμπάργκο.
Διακαής πόθος είναι να καταστεί η χώρα αυτάρκης σε εξοπλισμούς ως το 2023, έτος συμπλήρωσης 100 χρόνων από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας. Αν και ο στόχος είναι κάπως υπερβολικός, το ποσοστό εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας από 20% το 2002 έχει εκτοξευθεί στο 65% με αυξητικές τάσεις.
Παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια και το υψηλό χρέος, η Τουρκία δε φείδεται χρημάτων όσον αφορά στα εξοπλιστικά προγράμματα. Ως αποτέλεσμα, δεκάδες προγράμματα βρίσκονται εν εξελίξει. Η εφημερίδα Sabah κάνει λόγο για 600 αμυντικά σχέδια αξίας 60 δις δολαρίων.
Μερικά από τα πιο σημαντικά σχέδια είναι τα εξής:
- πρόγραμμα ανάπτυξης εθνικού άρματος μάχης Αltay, οχημάτων Pars κι άλλων τεθωρακισμένων
- πρόγραμμα ναυπήγησης εθνικού πλοίου MILGEM, το οποίο προβλέπει κατασκευή 5 κορβετών και 8 φρεγατών, και κατασκευής υποβρυχίων
- πρόγραμμα δημιουργίας εθνικού μαχητικού αεροσκάφους TAITF-X (σε συνεργασία με το Ηνωμένο Βασίλειο)
- πρόγραμμα κατασκευής εγχώριων πολεμικών ελικοπτέρων Τ129 ΑΤΑΚ (σε συνεργασία με την Ιταλία)
- δημιουργία δικού της αντιαεροπορικού συστήματος μεγάλου βεληνεκούς
- ανάπτυξη πυραύλων επιφανείας-επιφανείας Bora/Khan και πυραύλων J-600TYildirim με εμβέλεια που θα φτάνει ως τα 2.500 χλμ., οι οποίοι καθίστανται αντιληπτοί περίπου στα 100 χλμ., περιορίζοντας το χρονικό περιθώριο αντίδρασης του αντιπάλου.
- ανάπτυξη συστήματος ηλεκτρονικού πολέμου KORAL
- πρόγραμμα παραγωγής εγχώριων μη επανδρωμένων αεροσκαφών (ANKA, Bayraktar κ.ά.). Εντός του 2020, θα είναι έτοιμα και 30 KARGU “kamikaze” drones με τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης και σύστημα αναγνώρισης προσώπου που προορίζονται για χρήση στη Συρία.
- αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού πυραυλικού συστήματος S-400
- επιθυμία αγοράς αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35, η οποία έχει «παγώσει» λόγω των τεταμένων σχέσεων Τουρκίας- ΗΠΑ. Η Ρωσία αντιπροτείνει τα Su-35.
Επίσης, υπάρχουν πολλά άλλα προγράμματα ανάπτυξης στρατιωτικού εξοπλισμού ενώ, μεταξύ άλλων, σχεδιάζεται μακροπρόθεσμα η δημιουργία υποδομών με δυνατότητες εκτόξευσης δορυφόρων κι η ανάπτυξη δορυφορικών συστημάτων GPS.
Την ώρα που αυτά διαμείβονται στην Τουρκία, στην Ελλάδα σοβεί μια τεράστια οικονομική κρίση που έχει επηρεάσει αναπόφευκτα και τον τομέα της άμυνας. Ελάχιστα προγράμματα εκπονούνται και σημειώνονται δυσκολίες ακόμη και στην προμήθεια κάποιων ανταλλακτικών. Για αυτό ευθύνεται και το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο που δυσχεραίνει την απόκτηση νέου εξοπλισμού. Μια κομβική παράμετρος είναι ότι η Ελλάδα εισάγει σχεδόν το σύνολο των οπλικών συστημάτων της καθώς η ελληνική αμυντική βιομηχανία έχει απαξιωθεί.
Eurokinissi ελληνικές ένοπλες δυνάμεις... Το μέλλον
Ωστόσο, τούτο δε σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή η χώρα μας δεν είναι δυνατή και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επιτυχώς μια τυχόν επίθεση καθώς διαθέτει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις. Η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη προσώρας. Το πρόβλημα εντοπίζεται στη μελλοντική κατάσταση, η οποία θα διαμορφωθεί σε βάθος χρόνου με την προμήθεια και κατασκευή όπλων τελευταίας τεχνολογίας από την Άγκυρα σε περίπτωση ελληνικής αδράνειας.
Η Τουρκία θέλει να μεταβάλει τη γεωπολιτική πραγματικότητα στην περιοχή. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις και μια διαρκώς διογκούμενη απειλή από την Τουρκία σε διάφορα μέτωπα, παραβιάσεις εναέριου χώρου στο Αιγαίο από μαχητικά αεροσκάφη και drones, αμφισβήτηση θαλασσίων συνόρων και της ελληνικότητας νησιών, συμμαχίες με Λιβύη και Πακιστάν κ.ά..
Έχοντας απέναντί μας μια ανοιχτά πλέον αναθεωρητική δύναμη που επιθυμεί την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, κάνει λόγο για «γαλάζια πατρίδα» και υλοποίηση του «εθνικού όρκου» του 1920, που προϋποθέτει την προσάρτηση εδαφών από γειτονικές χώρες (Συρία, Ιράκ, Ελλάδα, Βουλγαρία) και προς τούτο πραγματοποιεί επιθέσεις στις δυο πρώτες με το επιχείρημα της πάταξης της «τρομοκρατίας», καθίσταται αναγκαία η αύξηση της αποτρεπτικής ισχύος της Ελλάδας.
Το ρητόsivispacem, parabellum (εάν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο) παραμένει πάντα επίκαιρο. Μπορεί η Ελλάδα να είναι μια φιλειρηνική κι όχι επεκτατική δύναμη, να σέβεται και να ζητά κι από τους άλλους να σέβονται το Διεθνές Δίκαιο αλλά παραλλήλως πρέπει, πάντα με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, να ενισχύσει την αποτρεπτική της δύναμη ώστε να είναι σε θέση να προασπίζει τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Τα κράτη οφείλουν να μεριμνούν μόνα τους για την ασφάλειά τους. Κανείς δε θα προστρέξει την ώρα του κινδύνου όσο στενός σύμμαχος κι αν είναι και μια χώρα χωρίς αποτρεπτική ισχύ και πολιτική αποφασιστικότητα είναι καταδικασμένη να υποχωρεί συνεχώς. «Ο ισχυρός προχωρά όσο του επιτρέπει η δύναμή του κι ο αδύναμος υποχωρεί όσου του επιβάλλει η αδυναμία του», έλεγε ο Θουκυδίδης.
ASSOCIATED PRESS
Η αποτρεπτική ισχύς μιας χώρας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ένοπλες δυνάμεις της. Όσον αφορά στο έμψυχο δυναμικό των ενόπλων δυνάμεων, η Ελλάδα διαθέτει διαχρονικά συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας. Οι εκκαθαρίσεις στο τουρκικό στράτευμα την επαύριο του πραξικοπήματος του 2016 έχουν αυξήσει έτι περαιτέρω την ποιοτική ανωτερότητά της.
Σε ποιοτικό επίπεδο, η ανωτερότητα των ελληνικών δυνάμεων είναι αδιαμφισβήτητη λόγω των ικανοτήτων, των γνώσεων και της ευψυχίας των μελών τους. Σε όλες τις πολυεθνικές ασκήσεις, οι Έλληνες συμμετέχοντες λαμβάνουν τα εύσημα, εξαίρονται οι ικανότητες κι η αποτελεσματικότητα τους..
Σε ποσοτικό επίπεδο, η Ελλάδα ανέκαθεν υστερούσε, γεγονός, όμως, που δεν επηρέαζε την αποτελεσματικότητά της χάρη στην προαναφερθείσα ποιοτική υπεροχή. Σύμφωνα με στοιχεία του GlobalFirepower, το ενεργό προσωπικό της Ελλάδας ανέρχεται στις 140.000 έναντι 355.000 της Τουρκίας και οι εφεδρικές δυνάμεις της στις 220.500 έναντι 380.000 των τουρκικών. Το ανησυχητικό στοιχείο, και άμεση απόρροια του οξέος δημογραφικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα μας, είναι ότι ο αριθμός των Τούρκων που φτάνει ετησίως σε στρατεύσιμη ηλικία είναι 1,4 εκ. έναντι μόλις 105.000 Ελλήνων, καθιστώντας δυσοίωνες τις αριθμητικές αναλογίες στο μέλλον.
ASSOCIATED PRESS
Η ισορροπία δυνάμεων στον τομέα του άψυχου δυναμικού των ενόπλων δυνάμεων ανατρέπεται σιγά-σιγά αλλά όχι ακόμη σε επικίνδυνο βαθμό αυτή τη στιγμή καθώς οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις παραμένουν αξιόμαχες. Εξάλλου, αν η Τουρκία ήταν σίγουρη για το θετικό για αυτήν αποτέλεσμα μιας επίθεσης εναντίον της Ελλάδας, θα την είχε ήδη επιχειρήσει. Αν, όμως, υλοποιηθούν όλα τα τουρκικά σχέδια η κατάσταση σε βάθος δεκαετίας (το 2030) θα είναι δύσκολη ακόμη και σε κάποιους πιο ευνοϊκούς για την Ελλάδα τομείς (π.χ. υποβρύχια).
Τα μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στον αέρα. Η Τουρκία έχει εκπονήσει ένα ευρύτατο σχέδιο κατασκευής αεροσκαφών κι ελικοπτέρων νέας τεχνολογίας κι εγχώριων μη επανδρωμένων αεροσκαφών (UAV). Διαθέτει ήδη πάνω από 100 UAV ενώ τουλάχιστον 26 φέρουν πυραύλους ικανούς να καταφέρουν πλήγμα σε σημαντικούς επίγειους στόχους. Η Ελλάδα διαθέτει 14 UAV. Το 2030, η Τουρκία θα διαθέτει 160 μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) και 500 drones ενώ η Ελλάδα 38 UAV. Επιπροσθέτως, η κατοχή του αντιαεροπορικού συστήματος S-400 σε συνδυασμό με τα F-35 ή τα ρωσικά SU-35, αν αυτά αποκτηθούν, θα καταστήσουν την Άγκυρα ικανή να ελέγχει σχεδόν ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο.
Η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας δεν της επιτρέπει να έλθει σε πλήρη αριθμητική ισορροπία. Πρέπει, όμως, να προχωρήσει σε άμεσες κι έξυπνες κινήσεις ώστε να μικρύνει το χάσμα και να «χτίσει» ένα ασφαλές μέλλον.
Η αγορά των γαλλικών φρεγατών Belharra, ιδίως αν ενσωματωθούν οι τροποποιήσεις που ζητά η ελληνική πλευρά, και η προμήθεια drones από Ισραήλ και ΗΠΑ είναι σημαντικά βήματα. Εντούτοις, απαιτούνται περισσότερα ώστε η χώρα να ανταποκριθεί στο σύγχρονο περιβάλλον ασφαλείας. Παρακάτω προτείνονται κάποιες λύσεις που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν. Σημειώνεται ότι τα αποτελέσματα των περισσοτέρων θα είναι ορατά σε βάθος χρόνου κι όχι άμεσα. Αποτελούν, όμως, σημαντικά βήματα για τη βελτίωση της αποτρεπτικής δύναμης της Ελλάδας.
Καταρχάς, απαιτείται άμεσος καταρτισμός εθνικής στρατηγικής με βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους, η εφαρμογή της οποίας δε θα επηρεάζεται από την αλλαγή κυβερνήσεων. Οι ηγεσίες και των τριών σωμάτων ενόπλων δυνάμεων πρέπει να ενθαρρυνθούν να συντάξουν καταλόγους οπλικών αναγκών κι επιχειρησιακά σχέδια αντιμετώπισης των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται, και οι εισηγήσεις τους να εισακούονται.
Ο υφιστάμενος εξοπλισμός πρέπει να καταστεί πλήρως λειτουργικός και να εκσυγχρονιστεί όπου είναι δυνατόν. Επιπροσθέτως, χρειάζεται η αγορά νέων οπλικών συστημάτων που θα καλύπτουν τις επιχειρησιακές ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εξασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα του νέου εξοπλισμού με τον υφιστάμενο με στόχο τη μεγιστοποίηση της απόδοσής τους.
EUROKINISSI ΠΑΡΜΕΝΙΩΝ 2017
Η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι αναντίρρητα δύσκολη αλλά ορισμένα κονδύλια θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν με κάποιους τρόπους. Μπορούν, επίσης, να προκριθούν κάποιες «έξυπνες» λύσεις π.χ. απόκτηση δικτυοκεντρικών συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών για περιπτώσεις «βληματοκεντρικών συγκρούσεων σε περιορισμένο χώρο», όπως προτείνει ο καθηγητής Κ. Γρίβας, τα οποία είναι πολύ πιο οικονομικά έναντι κάποιων βομβαρδιστικών αεροσκαφών. Σημαντικές θα ήταν και οι δωρεές από φιλοπάτριδες εφοπλιστές κι επιχειρηματίες καθώς κι η παραχώρηση υλικού από συμμαχικές χώρες.
Επίσης, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών και δη, με γοργότατους ρυθμούς στο οπλοστάσιο είναι ζωτικής σημασίας. Έμφαση πρέπει να δοθεί στον τομέα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, σε όπλα ηλεκτρομαγνητικού παλμού, συστήματα δορυφορικής πληροφόρησης κ.ά.. Κρισιμότατος είναι και ο σχεδιασμός αντιμετώπισης τρεχουσών και μελλοντικών υβριδικών κι ασύμμετρων απειλών.
Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία πρέπει να ανασυσταθεί ώστε να συμβάλλει στην κατασκευή νέου εξοπλισμού ή την επιδιόρθωση/τροποποίηση του υφιστάμενου οπλοστασίου, περιορίζοντας, έτσι, το κόστος και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.
Η Ελλάδα οφείλει να συμμετέχει σε προγράμματα συμπαραγωγής όπλων και να εμβαθύνει τη συνεργασία με συμμαχικές χώρες που κρατούν θετική στάση απέναντί της κι είναι πρόθυμες να βοηθήσουν (π.χ. Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο κ.ά.). Ακόμη, πρέπει να επιμένει ώστε οι συμφωνίες προμήθειας όπλων από άλλες χώρες να προβλέπουν και την παραχώρηση τεχνογνωσίας, όπως κάνει η Τουρκία.
Πρέπει να προωθηθεί η συνεργασία με ελληνικά Πανεπιστήμια και Ινστιτούτα για τη δημιουργία εξοπλισμού π.χ. μη επανδρωμένων οχημάτων, ραντάρ κ.ά. με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά προγράμματα. Επίσης, Έλληνες ερευνητές ή επαγγελματίες του εξωτερικού θα μπορούσαν να προσκληθούν να επαναπατριστούν ώστε να προσφέρουν τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει. Θα ήταν εξίσου χρήσιμη η συμμετοχή Ελλήνων ερευνητών σε διακρατικά προγράμματα που άπτονται των νέων τεχνολογιών.
Όσον αφορά στο έμψυχο δυναμικό, δεδομένου και του δημογραφικού προβλήματος, θα μπορούσε να ενισχυθεί ο θεσμός της εφεδρείας και της πολιτοφυλακής. Κάτι τέτοιο δε συνιστά στρατιωτικοποίηση της χώρας αλλά απαραίτητο μέσο αύξησης της ασφάλειας. Άλλωστε, η Ελβετία, που μόνο πολεμοχαρής δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, εφαρμόζει το δόγμα «ένοπλης ουδετερότητας» κι ένα από τα κατά γενική ομολογία καλύτερα συστήματα εφεδρείας παγκοσμίως.
Εν κατακλείδι, καθίσταται σαφές ότι η Ελλάδα χρειάζεται μια εθνική στρατηγική με σαφή στοχοθεσία κι αμιγώς εθνικό προσανατολισμό ώστε να καθορίζει η ίδια τη μοίρα της και να μην άγεται και φέρεται από τις εξελίξεις. Πρέπει να διαθέτει στρατιωτικό εξοπλισμό πλήρως λειτουργικό, που θα στέλνει το μήνυμα σε κάθε επίδοξο αντίπαλο ότι μια επίθεση δε θα έμενε αναπάντητη και θα του επέφερε συντριπτικό πλήγμα με στόχο αυτός να μη διανοηθεί να την επιχειρήσει.
Ο εις βάρος της αριθμητικός συσχετισμός του έμψυχου δυναμικού των ενόπλων δυνάμεων δεν υπήρξε ποτέ παράγων δειλίας/υποχώρησης (π.χ. μάχη Θερμοπυλών, μάχη Κωνσταντινούπολης στις 29/5/1453) ή αποτυχίας (μάχη του Μαραθώνα, επανάσταση του 1821, το έπος του 1940 κ.ά.) χάρη στη σαφή ποιοτική ανωτερότητά και τα αισθήματα φιλοπατρίας κι αυτοθυσίας των Ελλήνων.
Στον τομέα, όμως, των εξοπλισμών, απαιτούνται άμεσες κινήσεις. Απέναντι σε μια Τουρκία που προχωρά σε εκατοντάδες εξοπλιστικά προγράμματα κι επενδύει στις νέες τεχνολογίες, η Ελλάδα πρέπει να ενσωματώσει άμεσα τις νέες τεχνολογίες και, γιατί όχι, να καταστεί εκ νέου πρωτοπόρος σε αυτές, προκειμένου να αυξήσει την αποτρεπτική ισχύ της, προτού να είναι αργά και η εις βάρος της ανισορροπία δυνάμεων καταστεί μη αναστρέψιμη, οδηγώντας στην καλύτερη περίπτωση σε φινλανδοποίηση.
Ο Μέγας Αλέξανδρος έλεγε ότι φοβάται και θεωρεί καλύτερο έναν στρατό προβάτων που τον διοικεί ένα λιοντάρι κι όχι έναν στρατό λιονταριών που τον διοικεί ένα πρόβατο. Παραφράζοντας τον, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένας «στρατός προβάτων» με όπλα νέας τεχνολογίας μπορεί στο μελλοντικό επιχειρησιακό περιβάλλον να δημιουργήσει προβλήματα σε ένα στρατό με όπλα ξεπερασμένης τεχνολογίας, ακόμη κι αν αυτός αποτελείται από πραγματικά λιοντάρια.
*Ερευνήτρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, στον Τομέα Ρωσίας, Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης
Δημοσίευση σχολίου