Του Σωτήρη Σιδέρη
Αφού πρώτα προκάλεσε επικοινωνιακό κομφούζιο σχετικά με την έναρξη ελληνοτουρκικών συνομιλιών για την οριοθέτησης της ΑΟΖ- υφαλοκρηπίδας , ήρθε με ταχύτητα φωτός η ανώμαλη προσγείωση. Όπως είναι γνωστό, ο ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτης είχε ανακοινώσει ότι οι Μητσοτάκης -Ερντογάν έδωσαν εντολή στους υπουργούς Εξωτερικών “«να διερευνήσουν το έδαφος για το κατά πόσον υπάρχουν πρόσφορες συνθήκες για να εκκινήσουν οι συζητήσεις σχετικά με την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης..”. Την Παρασκευή 4 Οκτωβρίου, ο Γεραπετρίτης διορθώνει την αρχική διατύπωση και αναφέρει ότι: “αρχικά, θα τεθούν τα πράγματα σε τεχνικό επίπεδο και στην συνέχεια, ανάλογα με την εξέλιξη της συζήτησης, θα γίνουν οι επόμενες ενέργειες”. Η αρχική ανακοίνωση όμως προέβλεπε εντολή σε ΥΠΕΞ και όχι σε τεχνικές επιτροπές.
Αφού πρώτα προκάλεσε επικοινωνιακό κομφούζιο σχετικά με την έναρξη ελληνοτουρκικών συνομιλιών για την οριοθέτησης της ΑΟΖ- υφαλοκρηπίδας , ήρθε με ταχύτητα φωτός η ανώμαλη προσγείωση. Όπως είναι γνωστό, ο ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτης είχε ανακοινώσει ότι οι Μητσοτάκης -Ερντογάν έδωσαν εντολή στους υπουργούς Εξωτερικών “«να διερευνήσουν το έδαφος για το κατά πόσον υπάρχουν πρόσφορες συνθήκες για να εκκινήσουν οι συζητήσεις σχετικά με την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης..”. Την Παρασκευή 4 Οκτωβρίου, ο Γεραπετρίτης διορθώνει την αρχική διατύπωση και αναφέρει ότι: “αρχικά, θα τεθούν τα πράγματα σε τεχνικό επίπεδο και στην συνέχεια, ανάλογα με την εξέλιξη της συζήτησης, θα γίνουν οι επόμενες ενέργειες”. Η αρχική ανακοίνωση όμως προέβλεπε εντολή σε ΥΠΕΞ και όχι σε τεχνικές επιτροπές.
Είναι άλλο επίπεδο, άλλο περιεχόμενο.
Με απλά λόγια οι κυβερνήσεις Ελλάδας -Τουρκίας επαναφέρουν δια της πλαγίας μια νέα έκδοση των Διερευνητικών συνομιλιών , που πραγματοποιούνταν επί 20 χρόνια, χωρίς να το ομολογούν. Οι επιτροπές υπηρεσιακών παραγόντων καταργήθηκαν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με το επιχείρημα ότι δεν απέδωσαν και θα γίνονταν διάλογος υψηλού επιπέδου. Και πάλι δεν γνωρίζουμε την σύνθεση των επιτροπών, αν θα είναι μόνο διπλωμάτες, θα είναι και στρατιωτικοί και ειδικοί στο Δίκαιο της Θάλασσας. Η αποθέωση της γκρίζας διπλωματίας.
Σύγχυση και στεγανά
Ο λόγος στον οποίο οφείλονται οι έντονες αμφιβολίες για τις πραγματικές προθέσεις και των δύο πλευρών, είναι ότι και οι επαφές των τεχνικών επιτροπών θα έχουν άτυπο χαρακτήρα, γιατί αν ήταν επίσημες αυτό θα αναφέρονταν. Επίσης δεν αναφέρεται τίποτα ούτε για την σύνθεσή τους, ούτε για το χρονικό πλαίσιο που θα τεθεί για την ολοκλήρωσή τους. Οπότε , η απόλυτη ασάφεια που χαρακτηρίζει όλο το πλέγμα των συνομιλιών από το 2019 και μετά, συνεχίζεται .
Σε συνέντευξή του στον Σκάϊ, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι: “από το 2002 έχουν γίνει 64 κύκλοι διερευνητικών επαφών με θέμα την οριοθέτηση και τίθεται το ερώτημα εάν κέρδισε η Ελλάδα κάτι ή αν φτάσαμε κοντά στην οριοθέτηση. «Η απάντηση είναι όχι» είπε και πρόσθεσε ότι παραμέναμε στάσιμοι και οι τουρκικές αξιώσεις έχουν μεγαλώσει και έγιναν εντονότερες οι πιέσεις. Σήμερα “η απάντηση είναι ότι θέλουμε να πιάσουμε το νήμα με μια διαφορετική προσέγγιση που θα στηρίζεται στην αμοιβαία κατανόηση και την κοινή βούληση, αλλά και στο διεθνές δίκαιο.” Ουσιαστικά ο Έλληνας ΥΠΕΞ ενώ παραδέχεται ότι το πρόβλημα είναι καθαρά πολιτικό και οφείλεται στο διεκδικητικό πλαίσιο της Άγκυρας, εκτιμά ότι η διολίσθηση και πάλι σε τεχνικές συζητήσεις μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Ούτε η φράση “διαφορετική προσέγγιση” φωτίζει την νέα απόφαση. Δηλαδή ποια είναι η νέα προσέγγιση;
Αερολογίες και υπεκφυγές από τον Γ. Γεραπετρίτη. Στους 64 κύκλους Διερευνητικών συνομιλιών, έχουν καταγραφεί τα πάντα , οι θέσεις των δύο πλευρών, οι χάρτες, οι προτάσεις και οι διεκδικήσεις κάθε πλευράς. Προφανώς η Τουρκία προβάλλει πλήθος ζητημάτων στο πλαίσιο της αναθεωρητικής της πολιτικής για τα νησιά , αρνείται την επέκταση των χωρικών υδάτων από την Ελλάδα που είναι απόλυτα επιβεβλημένη πριν οποιαδήποτε συμφωνία για συνυποσχετικό και πολλά ακόμη. Οπότε , όπως υπογραμμίζουν συνεχώς ειδικοί που συμμετείχαν στις συνομιλίες, αυτό που απαιτούνταν το 2003 ήταν μια πολιτική εντολή, οι συνομιλίες να αναβαθμιστούν σε επίσημες διαπραγματεύσεις, δηλαδή σε δεσμεύσεις των δύο πλευρών και να προχωρήσουν. Η εντολή δεν δόθηκε ποτέ από τον Σημίτη και η Τουρκία δεν ενοχλήθηκε ιδιαίτερα.
Κουβέντα να γίνεται – επείγει η ενημέρωση
Τώρα, ο Γεραπετρίτης δεν έρχεται απλά να δώσει διευκρινίσεις για το τι επίκειται, αλλά τροποποιεί τις δημόσιες δηλώσεις του ιδίου και του πρωθυπουργού και αλλάζει το περιεχόμενο της εντολής με προοπτική… το αδιέξοδο. Η κυβέρνηση και πρώτος ο Μητσοτάκης δεν έχουν τη θέληση, ούτε την ισχύ πλέον, για εσωτερικούς λόγους, να κάνουν διαπραγματεύσεις με την Τουρκία. Και γι αυτό ακολουθεί συνεχώς παρελκυστική τακτική. Δηλαδή να λέγονται πολλά , αλλά να μην γίνεται τίποτα στην πράξη….
Λέει τώρα ο ΥΠΕΞ ότι “η εντολή που λάβαμε από τους δυο ηγέτες είναι να διερευνήσουμε εάν είναι δυνατόν να θέσουμε ένα κοινό πλαίσιο, στο οποίο θα στηριχτεί η συζήτηση για οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, που θα στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο. Εάν υπάρξει συμφωνία σε αυτά «τότε και μόνο τότε θα πάμε στους ηγέτες να λάβουμε εντολή να προχωρήσουμε και επί των χαρτών. Αν δεν έχουμε κοινή κατανόηση δεν μπορούμε να προχωρήσουμε»,
Να σημειωθεί ότι πρόκειται για άτακτη υποχώρηση ακόμη και έναντι των δικών του δηλώσεων. Το πλαίσιο όπως προαναφέρθηκε τίθεται συνεχώς επί δεκαετίες, οπότε όλη αυτή η συζήτηση , επί της ουσίας είναι παραπλανητική και ψευδεπίγραφη. Η συζήτηση θα αναλωθεί σε ένα πλαίσιο που δεν θα κλείνει ποτέ και με επίκληση την αδυναμία εξεύρεσης κοινού τόπου, θα καταρρεύσει ο διάλογος με απρόβλεπτες συνέπειες. Συμφωνία μπορεί να υπάρξει, μόνο αν κάποια πλευρά υποχωρήσει από τις θέσεις της . Πολλοί λόγοι που μάλιστα άπτονται της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας δεν επιτρέπουν στην κυβέρνηση να διανοηθεί κάτι τέτοιο. Οπότε, όλο αυτό το θέατρο θα καταρρεύσει.
Για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει καταθέσει στο Δικαστήριο της Χάγης εξαίρεση από οποιαδήποτε συζήτηση που αφορά ζητήματα κυριαρχίας. Η Τουρκία ζητά την άρση της εξαίρεσης. Τι απαντά η Αθήνα στο νέο πλαίσιο που ισχυρίζεται ο Γεραπετρίτης;
Πριν όμως φθάσουμε εκεί, η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να ενημερώσει τη βουλή και τον ελληνικό λαό, τι συζητά επί πέντε χρόνια και ποιο είναι το αποτέλεσμα της κατάργησης των Διερευνητικών συνομιλιών, έτσι όπως γίνονταν από το 2002 και τι έκανε η υφυπουργός Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου που ανέλαβε τον φάκελο και τον διάλογο με την Άγκυρα.
Αν δεν συμβεί αυτό, είναι θέμα χρόνου να καταγραφούν επίσημα οι αποκλίσεις και η Ελλάδα θα συνεχίσει να απειλείται και με νέους και ίσως πιο ισχυρούς κύκλους έντασης, διπλωματικά αδιέξοδα και ο πρωθυπουργός θα σπρώχνει όλες τις εκκρεμότητες και τον ουσιαστικό διάλογο στον επόμενο πρωθυπουργό, όπως γίνεται επί δεκαετίες.
Κανείς στην Ελλάδα δεν ζήτησε υποχωρήσεις από κόκκινες γραμμές. Αλλά η παρούσα κυβέρνηση , ξεκίνησε με την αλλαγή δόγματος δια του πρωθυπουργού ότι μπορεί να γίνουν υποχωρήσεις από πάγιες θέσεις. Βρίσκονταν σε λήθαργο , ενώ είχε ενημερωθεί ότι η Τουρκία ετοιμάζεται να υπογράψει με την Λιβύη το γνωστό Σύμφωνο. Υπέγραψε μια ετεροβαρή Διακήρυξη των Αθηνών. Τώρα , προκαλεί σύγχυση, τη μια κάνει εξαγγελίες, την επομένη αναδιπλώνεται πάλι και ο χρόνος κυλά εις βάρος της χώρας.
Η Τουρκία δεν επείγεται για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για την ΑΟΖ. Αν είχε πρόβλημα θα το μετέφερε στο Αιγαίο. Προφανώς περιμένει τον κατάλληλο για εκείνη χρόνο. Ο Έλληνας πρωθυπουργός , ακολουθεί επικοινωνιακή πολιτική, αποφεύγει τις ουσιαστικές συνομιλίες, έχει τώρα και σοβαρό εσωτερικό πρόβλημα και με δημοσκοπήσεις και με “αντάρτες”, είναι αποδυναμωμένος και δεν καίγεται . Πόσο μάλλον που όλοι γνωρίζουν ότι η υπογραφή συνυποσχετικού είναι ένα πολύ δύσκολο έργο, απαιτεί εγκατάλειψη θέσεων , κυρίως από την Τουρκία και απαιτεί και ψήφιση από τη βουλή;. Είναι λοιπόν πειστική η κυβέρνηση και ο ΥΠΕΞ ειδικότερα. Σίγουρα όχι..
Το πρώτο και σοβαρό σημείο εκκίνησης είναι η ενημέρωση από την κυβέρνηση. Τα άλλα έπονται. Γιατί η διπλωματική γραφικότητα, δεν μπορεί να θεωρείται πολιτική θέση, πόσο μάλλον σχέδιο...
Με απλά λόγια οι κυβερνήσεις Ελλάδας -Τουρκίας επαναφέρουν δια της πλαγίας μια νέα έκδοση των Διερευνητικών συνομιλιών , που πραγματοποιούνταν επί 20 χρόνια, χωρίς να το ομολογούν. Οι επιτροπές υπηρεσιακών παραγόντων καταργήθηκαν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με το επιχείρημα ότι δεν απέδωσαν και θα γίνονταν διάλογος υψηλού επιπέδου. Και πάλι δεν γνωρίζουμε την σύνθεση των επιτροπών, αν θα είναι μόνο διπλωμάτες, θα είναι και στρατιωτικοί και ειδικοί στο Δίκαιο της Θάλασσας. Η αποθέωση της γκρίζας διπλωματίας.
Σύγχυση και στεγανά
Ο λόγος στον οποίο οφείλονται οι έντονες αμφιβολίες για τις πραγματικές προθέσεις και των δύο πλευρών, είναι ότι και οι επαφές των τεχνικών επιτροπών θα έχουν άτυπο χαρακτήρα, γιατί αν ήταν επίσημες αυτό θα αναφέρονταν. Επίσης δεν αναφέρεται τίποτα ούτε για την σύνθεσή τους, ούτε για το χρονικό πλαίσιο που θα τεθεί για την ολοκλήρωσή τους. Οπότε , η απόλυτη ασάφεια που χαρακτηρίζει όλο το πλέγμα των συνομιλιών από το 2019 και μετά, συνεχίζεται .
Σε συνέντευξή του στον Σκάϊ, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι: “από το 2002 έχουν γίνει 64 κύκλοι διερευνητικών επαφών με θέμα την οριοθέτηση και τίθεται το ερώτημα εάν κέρδισε η Ελλάδα κάτι ή αν φτάσαμε κοντά στην οριοθέτηση. «Η απάντηση είναι όχι» είπε και πρόσθεσε ότι παραμέναμε στάσιμοι και οι τουρκικές αξιώσεις έχουν μεγαλώσει και έγιναν εντονότερες οι πιέσεις. Σήμερα “η απάντηση είναι ότι θέλουμε να πιάσουμε το νήμα με μια διαφορετική προσέγγιση που θα στηρίζεται στην αμοιβαία κατανόηση και την κοινή βούληση, αλλά και στο διεθνές δίκαιο.” Ουσιαστικά ο Έλληνας ΥΠΕΞ ενώ παραδέχεται ότι το πρόβλημα είναι καθαρά πολιτικό και οφείλεται στο διεκδικητικό πλαίσιο της Άγκυρας, εκτιμά ότι η διολίσθηση και πάλι σε τεχνικές συζητήσεις μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Ούτε η φράση “διαφορετική προσέγγιση” φωτίζει την νέα απόφαση. Δηλαδή ποια είναι η νέα προσέγγιση;
Αερολογίες και υπεκφυγές από τον Γ. Γεραπετρίτη. Στους 64 κύκλους Διερευνητικών συνομιλιών, έχουν καταγραφεί τα πάντα , οι θέσεις των δύο πλευρών, οι χάρτες, οι προτάσεις και οι διεκδικήσεις κάθε πλευράς. Προφανώς η Τουρκία προβάλλει πλήθος ζητημάτων στο πλαίσιο της αναθεωρητικής της πολιτικής για τα νησιά , αρνείται την επέκταση των χωρικών υδάτων από την Ελλάδα που είναι απόλυτα επιβεβλημένη πριν οποιαδήποτε συμφωνία για συνυποσχετικό και πολλά ακόμη. Οπότε , όπως υπογραμμίζουν συνεχώς ειδικοί που συμμετείχαν στις συνομιλίες, αυτό που απαιτούνταν το 2003 ήταν μια πολιτική εντολή, οι συνομιλίες να αναβαθμιστούν σε επίσημες διαπραγματεύσεις, δηλαδή σε δεσμεύσεις των δύο πλευρών και να προχωρήσουν. Η εντολή δεν δόθηκε ποτέ από τον Σημίτη και η Τουρκία δεν ενοχλήθηκε ιδιαίτερα.
Κουβέντα να γίνεται – επείγει η ενημέρωση
Τώρα, ο Γεραπετρίτης δεν έρχεται απλά να δώσει διευκρινίσεις για το τι επίκειται, αλλά τροποποιεί τις δημόσιες δηλώσεις του ιδίου και του πρωθυπουργού και αλλάζει το περιεχόμενο της εντολής με προοπτική… το αδιέξοδο. Η κυβέρνηση και πρώτος ο Μητσοτάκης δεν έχουν τη θέληση, ούτε την ισχύ πλέον, για εσωτερικούς λόγους, να κάνουν διαπραγματεύσεις με την Τουρκία. Και γι αυτό ακολουθεί συνεχώς παρελκυστική τακτική. Δηλαδή να λέγονται πολλά , αλλά να μην γίνεται τίποτα στην πράξη….
Λέει τώρα ο ΥΠΕΞ ότι “η εντολή που λάβαμε από τους δυο ηγέτες είναι να διερευνήσουμε εάν είναι δυνατόν να θέσουμε ένα κοινό πλαίσιο, στο οποίο θα στηριχτεί η συζήτηση για οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, που θα στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο. Εάν υπάρξει συμφωνία σε αυτά «τότε και μόνο τότε θα πάμε στους ηγέτες να λάβουμε εντολή να προχωρήσουμε και επί των χαρτών. Αν δεν έχουμε κοινή κατανόηση δεν μπορούμε να προχωρήσουμε»,
Να σημειωθεί ότι πρόκειται για άτακτη υποχώρηση ακόμη και έναντι των δικών του δηλώσεων. Το πλαίσιο όπως προαναφέρθηκε τίθεται συνεχώς επί δεκαετίες, οπότε όλη αυτή η συζήτηση , επί της ουσίας είναι παραπλανητική και ψευδεπίγραφη. Η συζήτηση θα αναλωθεί σε ένα πλαίσιο που δεν θα κλείνει ποτέ και με επίκληση την αδυναμία εξεύρεσης κοινού τόπου, θα καταρρεύσει ο διάλογος με απρόβλεπτες συνέπειες. Συμφωνία μπορεί να υπάρξει, μόνο αν κάποια πλευρά υποχωρήσει από τις θέσεις της . Πολλοί λόγοι που μάλιστα άπτονται της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας δεν επιτρέπουν στην κυβέρνηση να διανοηθεί κάτι τέτοιο. Οπότε, όλο αυτό το θέατρο θα καταρρεύσει.
Για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει καταθέσει στο Δικαστήριο της Χάγης εξαίρεση από οποιαδήποτε συζήτηση που αφορά ζητήματα κυριαρχίας. Η Τουρκία ζητά την άρση της εξαίρεσης. Τι απαντά η Αθήνα στο νέο πλαίσιο που ισχυρίζεται ο Γεραπετρίτης;
Πριν όμως φθάσουμε εκεί, η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να ενημερώσει τη βουλή και τον ελληνικό λαό, τι συζητά επί πέντε χρόνια και ποιο είναι το αποτέλεσμα της κατάργησης των Διερευνητικών συνομιλιών, έτσι όπως γίνονταν από το 2002 και τι έκανε η υφυπουργός Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου που ανέλαβε τον φάκελο και τον διάλογο με την Άγκυρα.
Αν δεν συμβεί αυτό, είναι θέμα χρόνου να καταγραφούν επίσημα οι αποκλίσεις και η Ελλάδα θα συνεχίσει να απειλείται και με νέους και ίσως πιο ισχυρούς κύκλους έντασης, διπλωματικά αδιέξοδα και ο πρωθυπουργός θα σπρώχνει όλες τις εκκρεμότητες και τον ουσιαστικό διάλογο στον επόμενο πρωθυπουργό, όπως γίνεται επί δεκαετίες.
Κανείς στην Ελλάδα δεν ζήτησε υποχωρήσεις από κόκκινες γραμμές. Αλλά η παρούσα κυβέρνηση , ξεκίνησε με την αλλαγή δόγματος δια του πρωθυπουργού ότι μπορεί να γίνουν υποχωρήσεις από πάγιες θέσεις. Βρίσκονταν σε λήθαργο , ενώ είχε ενημερωθεί ότι η Τουρκία ετοιμάζεται να υπογράψει με την Λιβύη το γνωστό Σύμφωνο. Υπέγραψε μια ετεροβαρή Διακήρυξη των Αθηνών. Τώρα , προκαλεί σύγχυση, τη μια κάνει εξαγγελίες, την επομένη αναδιπλώνεται πάλι και ο χρόνος κυλά εις βάρος της χώρας.
Η Τουρκία δεν επείγεται για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για την ΑΟΖ. Αν είχε πρόβλημα θα το μετέφερε στο Αιγαίο. Προφανώς περιμένει τον κατάλληλο για εκείνη χρόνο. Ο Έλληνας πρωθυπουργός , ακολουθεί επικοινωνιακή πολιτική, αποφεύγει τις ουσιαστικές συνομιλίες, έχει τώρα και σοβαρό εσωτερικό πρόβλημα και με δημοσκοπήσεις και με “αντάρτες”, είναι αποδυναμωμένος και δεν καίγεται . Πόσο μάλλον που όλοι γνωρίζουν ότι η υπογραφή συνυποσχετικού είναι ένα πολύ δύσκολο έργο, απαιτεί εγκατάλειψη θέσεων , κυρίως από την Τουρκία και απαιτεί και ψήφιση από τη βουλή;. Είναι λοιπόν πειστική η κυβέρνηση και ο ΥΠΕΞ ειδικότερα. Σίγουρα όχι..
Το πρώτο και σοβαρό σημείο εκκίνησης είναι η ενημέρωση από την κυβέρνηση. Τα άλλα έπονται. Γιατί η διπλωματική γραφικότητα, δεν μπορεί να θεωρείται πολιτική θέση, πόσο μάλλον σχέδιο...
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου