By Alexandre Debs και Nuno P. Monteiro
Ο ισχυρισμός του Matthew Kroenig για προληπτική στρατιωτική δράση ως μέσο καταπολέμησης του πυρηνικού προγράμματος Τεχεράνης - «Ώρα να επιτεθούμε στο Ιράν» - πάσχει από τρία προβλήματα. Πρώτον, η άποψή του για τον υπολογισμό κινδύνων ως προς τους Ιρανούς ηγέτες είναι αντιφατική. Δεύτερον, διαβάζει λανθασμένα την πυρηνική ιστορία. Και τρίτον, υποτιμά την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να ελέγξουν ένα πυρηνικό Ιράν. Όταν αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα, είναι σαφές ότι, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο Kroenig, μια επίθεση στο Ιράν δεν είναι «η λιγότερο κακή επιλογή».
Η άποψη του Kroenig σχετικά με τον τρόπο που οι Ιρανοί ηγέτες διατίθενται να ρισκάρουν είναι παντελώς παράλογη. Κατά την άποψή του, μια πυρηνική βόμβα θα ωθήσει την Τεχεράνη να μπλοκάρει τις πρωτοβουλίες των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, θα απελευθερώσει συμβατική και τρομοκρατική επιθετικότητα κατά των δυνάμεων των ΗΠΑ και των συμμάχων τους και ενδεχομένως θα εμπλακεί σε μια πυρηνική εχθροπραξία με το Ισραήλ. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι οι ιρανοί ηγέτες είναι απερίσκεπτοι: δεδομένη της συμβατικής και πυρηνικής υπεροχής των Ηνωμένων Πολιτειών, οποιαδήποτε από αυτές τις ενέργειες θα προκαλούσε σημαντικά αντίποινα από την Ουάσινγκτον. Και, φυσικά, μια πυρηνική εχθροπραξία με το Ισραήλ θα προκαλούσε αφανισμό. Την ίδια στιγμή, ο Kroenig υπονοεί ότι Τεχεράνη θα παραμείνει ασυνήθιστα άτολμη μετά από ένα προληπτικό χτύπημα των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρουσιάζοντας καθαρά τις κόκκινες γραμμές, το Ιράν δεν θα επιχειρούσε αντίποινα κατά των αμερικανικών στρατευμάτων και των συμμάχων τους και δεν θα προσπαθούσε να κλείσει τα στενά του Ορμούζ. Η ασυνέπεια του Kroenig είναι σαφής: αν οι ιρανοί ηγέτες είναι τόσο απερίσκεπτοι όσο πιστεύει, ένα προληπτικό χτύπημα θα ήταν πιθανόν να κλιμακωθεί σε ένα πραγματικό πόλεμο. Αν δεν είναι, τότε δεν υπάρχει και κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι ένα πυρηνικό Ιράν θα ήταν ανεξέλεγκτο. Με λίγα λόγια, μια προληπτική επίθεση κατά του Ιράν μετά βίας μπορεί να είναι και περιορισμένη και αναγκαία.
Ο ισχυρισμός του Kroenig διαβάζει λάθος την πυρηνική ιστορία τουλάχιστον τρεις φορές. Πρώτον, γράφει ότι ένα σκόπιμο προληπτικό χτύπημα θα ήταν πιθανόν να εξαφανίσει το πυρηνικό πρόγραμμα στο Ιράν, όπως συνέβη με τα χτυπήματα κατά του Ιράκ το 1981 και της Συρίας το 2007. Αυτές οι συγκρίσεις είναι παραπλανητικές. Πρόσφατες έρευνες που βασίζονται σε έγγραφα ιρακινών αιχμαλώτων αποδεικνύουν ότι η ισραηλινή επίθεση του 1981 κατά του αντιδραστήρα Osirak, κοντά στη Βαγδάτη, στην πραγματικότητα προκάλεσε ένα κρυφό πρόγραμμα πυρηνικού εξοπλισμού σε άλλα μέρη. Πράγματι, ο πρόεδρος του Ιράκ Saddam Hussein παρέμεινε αποφασισμένος να αναβιώσει το πυρηνικό πρόγραμμά του, μέχρι τη στιγμή που απομακρύνθηκε από την εξουσία το 2003. Αυτό που τον απέτρεψε από την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν το δεκαετές, καθοδηγούμενο από τις ΗΠΑ καθεστώς ελέγχου που είχε εγκαθιδρυθεί μετά τον Πόλεμο του Κόλπου το 1991. Η περίπτωση του Ιράκ δείχνει ότι οποιεσδήποτε επιθέσεις που δεν καθαιρούν παράλληλα και το ιρανικό καθεστώς, θα το ανάγκαζαν να επιταχύνει τις προσπάθειές του να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Συνεπώς, η συνταγή του Kroenig θα μπορούσε να επιταχύνει το αποτέλεσμα που προσπαθεί να αποφύγει.
Όσον αφορά τη Συρία, το πυρηνικό πρόγραμμα της Δαμασκού μόλις εκκολαπτόταν. Η χώρα είχε μόνο μία ερευνητική εγκατάσταση, η οποία γκρεμίστηκε εύκολα από έναν μόνο εναέριο βομβαρδισμό που πραγματοποιήθηκε από το Ισραήλ το Σεπτέμβριο του 2007, μέσα στη νύχτα. Όμως, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι πολύ πιο προχωρημένο και έχει ήδη διαστάσεις βιομηχανίας. Οποιαδήποτε επίθεση εναντίον της Τεχεράνης θα συνεπαγόταν την καταστροφή πολλών στόχων του πυρηνικού προγράμματος αλλά και της αεράμυνας, καθιστώντας την πολύ πιο δαπανηρή και με λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας από ότι η ισραηλινή επιδρομή κατά του αντιδραστήρα Deir ez-Zor στη Συρία. Επιπλέον, το προηγμένο πρόγραμμα του Ιράν αντανακλά τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα της Τεχεράνης να αναπτύξει πυρηνικές δυνατότητες, έτσι ώστε μετά την επίθεση η Τεχεράνη θα έχει διπλάσιες πιθανότητες να δημιουργήσει ένα πυρηνικό όπλο. Επίσης, αν και ο Kroenig ελπίζει ότι μια στοχευμένη επίθεση θα αποσταθεροποιήσει το καθεστώς του Ιράν, δεν υπάρχει καμία βάση για μια τέτοια ελπίδα. Το Ιράν είναι μια σχετικά σταθερή πολιτική, κοινοβουλευτική, πλούσια σε πετρέλαιο θεοκρατία. Με απλά λόγια, ένα προληπτικό χτύπημα εναντίον του Ιράν μετά βίας μπορεί να είναι περιορισμένο και αποτελεσματικό ταυτόχρονα.
Ο Kroenig διαβάζει και πάλι λάθος την ιστορία, όταν αναλογίζεται μια πυρηνική εχθροπραξία μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ. Κατά την άποψή του, «δεν παρέχουν σχεδόν καμιά από τις εγγυήσεις που βοήθησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση να αποφύγουν μια πυρηνική εχθροπραξία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου». Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση απέφυγαν τον πυρηνικό πόλεμο ακόμη και στην πιο θερμή περίοδο κρίσης του Ψυχρού Πολέμου, την κρίση των πυραύλων στην Κούβα, σε μια στιγμή κατά την οποία η δυνατότητα αντιποίνων από τους Σοβιετικούς ήταν ακόμη αβέβαιη, δεν υπήρχαν σαφείς και απευθείας δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο ηγεσιών και η σοβιετική εμπειρία στη διαχείριση του πυρηνικού οπλοστασίου τους δεν ξεπερνούσε τα πέντε χρόνια. Επιπλέον, η ιστορική καταγραφή δείχνει ότι ακόμα και οι μικρές και ασταθείς πυρηνικές δυνάμεις έχουν αποφύγει την πυρηνική κλιμάκωση, παρά τις τεταμένες κρίσεις. Το Πακιστάν και η Ινδία απέφυγαν έναν πυρηνικό πόλεμο στο Kargil το 1999, καθώς και μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις που στόχευσαν το ινδικό κοινοβούλιο το 2001 και τη Βομβάη το 2008. Όταν κινδυνεύει η εθνική επιβίωση, ακόμα και αδιαφανή και υποτιθέμενα «παράλογα» καθεστώτα με πυρηνικά όπλα, ιστορικά, έχουν συμπεριφέρθεί με σύνεση.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου