GuidePedia

0

του Γιώργου Λιλλήκα *

Η κατοχή ή ο έλεγχος ενεργειακών πηγών, πέραν του οικονομικού οφέλους, προσφέρει μεγάλη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία σε μια χώρα. Η ύπαρξη ενεργειακών πόρων σε μια χώρα μικρού ή μέτριου στρατιωτικού και πολιτικού εκτοπίσματος (όπως η Κύπρος) μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, ανάλογα με τις συμμαχίες αλλά και τις πολιτικές επιλογές που θα κάνει η χώρα, να αποτελέσει ευλογία ή κατάρα.

Η ενέργεια αποδεικνύεται ένα πολύ σημαντικό διπλωματικό εργαλείο, στη σκακιέρα των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής ενός Κράτους που είναι παραγωγός και προμηθευτής ενέργειας. Η δημιουργία ενεργειακής εξάρτησης, δημιουργεί προϋποθέσεις και ευνοϊκές συνθήκες πολιτικών συμμαχιών ή και πολιτικής εξάρτησης.

Η έμφαση και η προτεραιότητα που η Ρωσία δίνει στην προμήθεια της Ευρωπαϊκής αγοράς με ρωσικό Φυσικό Αέριο, αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου στρατηγικού σχεδιασμού που στοχεύει στον πολιτικό απεγκλωβισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ουάσιγκτον. Η Μόσχα διάκειται θετικά στην προοπτική πλήρους πολιτικής και στρατιωτικής αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια τέτοια προοπτική δημιουργεί προϋποθέσεις για την ανάπτυξη πιο στενών πολιτικών και οικονομικών δεσμών μεταξύ της Μόσχας και των Βρυξελλών.

Από την άλλη η ευαισθησία και ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών για την πιθανή ενεργειακή εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Ρωσία και η αναζήτηση άλλων ενεργειακών πηγών προμήθειας της Ευρώπης, είναι ενδεικτική της σημασίας που η Ουάσιγκτον δίνει στη διατήρηση της πολιτικής και στρατιωτικής συμμαχίας με την Ένωση.

Αφορμή για την τοποθέτηση της Κύπρου στον ενεργειακό χάρτη, αποτέλεσε το Σχέδιο Ανάν, το οποίο αναγνώριζε στις Βρετανικές Στρατιωτικές Βάσεις χωρικά ύδατα και συνεπώς δικαίωμα Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (πράγμα εντελώς αντίθετο με το διεθνές δίκαιο). Τα γεωγραφικά όρια και την έκταση της ΑΟΖ των Βάσεων θα καθόριζε Βρετανός εμπειρογνώμονας τον οποίο θα διόριζε η Βρετανική Κυβέρνηση. Γνωρίζοντας οι Βρετανοί, από τις έρευνες βρετανικών εταιρειών στην αιγυπτιακή ΑΟΖ, την ύπαρξη υδρογονανθράκων στην περιοχή, ήθελαν, μέσα από τη λύση του Κυπριακού, να οικειοποιηθούν τους δικούς μας ενεργειακούς πόρους.

Μετά από την εμπειρία αυτή, κρίναμε σκόπιμο όπως ρυθμίσουμε αυτό το ζήτημα γρήγορα και με τρόπο που θα διασφάλιζε τα συμφέροντα του κυπριακού λαού. Στόχος μας ήταν, στην περίπτωση επαναφοράς ενός παρόμοιου σχεδίου λύσης, να μην υπάρχουν δυνατότητες ελέγχου ή μεταβίβασης των ενεργειακών πόρων της κυπριακής ΑΟΖ στη Βρετανία ή στην Τουρκία. Εφαρμόζοντας το τρίπτυχο «Στρατηγικός Σχεδιασμός – Σύναψη Συμμαχιών – Υλοποίηση με Μυστικότητα», προχωρήσαμε το 2005 στη διαμόρφωση και εφαρμογή (με τη σύμφωνο γνώμη και της Ελλάδας και παρά τις ειρωνείες μερίδας του πολιτικού κόσμου και των ΜΜΕ), μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, που αποδείχθηκε αποτελεσματική.

Αξιοποιήσαμε την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας η οποία περιόριζε τις αντιδράσεις της, τόσο σε ένταση όσο και σε μορφή. Με πλήρη μυστικότητα, ετοιμάσαμε και υπογράψαμε συμφωνία καθορισμού της ΑΟΖ με τον Λίβανο, συμφωνία συνεκμετάλλευσης με την Αίγυπτο, ενώ εγκαινιάσαμε το διάλογο και υποβάλαμε χάρτες στη Συρία και το Ισραήλ. Με την ίδια μυστικότητα οργανώσαμε και ολοκληρώσαμε τις πρώτες έρευνες καλύπτοντας ολόκληρη την Κυπριακή ΑΟΖ, πλήν αυτής στη πλευρά των κατεχόμενων περιοχών.

Οργανώσαμε, παρά την αποθαρρυντική προσπάθεια των Βρετανών, με επιτυχία τον πρώτο διαγωνισμό αδειοδότησης. Πρώτη φορά, τόσο σοβαρές εξελίξεις έμειναν μακριά από τα φώτα δημοσιότητας, γιατί αυτό επέβαλλε το εθνικό συμφέρον. Γιατί μας ενδιέφερε το αποτέλεσμα, η ουσία και όχι οι εντυπώσεις. Με ρεαλιστικότητα προβλέψαμε ορθά, στη στρατηγική μας, τις τουρκικές αντιδράσεις και τα όριά τους, γι’ αυτό και η απάντησή μας ήταν πάντοτε άμεση και ουσιαστική με σοβαρό κόστος για την Τουρκία. Στις πρώτες απειλές της Άγκυρας για χρήση στρατιωτικών μέσων απαντήσαμε στα πλαίσια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το πάγωμα του κεφαλαίου της ενέργειας, ενώ στην είσοδο του τουρκικού στόλου στα χωρικά μας ύδατα απαντήσαμε με την άσκηση του δικαιώματος αρνησικυρίας στη Συμφωνία Συνεργασίας μεταξύ Τουρκίας και Οργανισμού Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (D.E.Α.).

Η δημιουργία σοβαρού πολιτικού κόστους στην Τουρκία, κάθε φορά που επιχειρούσε να μας παρεμποδίσει στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, η σύναψη στρατηγικών συμμαχιών με μεγάλες φίλες χώρες (όπως η Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας με την Γαλλία) και η αποτελεσματική θωράκιση των κινήσεών μας, οδήγησαν την Άγκυρα σε μια πολιτική σιωπηρής αποχής μέχρι το περασμένο καλοκαίρι.

Η πρόσφατη σφοδρή αντίδραση της Τουρκίας και η δημιουργία στρατιωτικής έντασης οφείλεται, κατά την άποψή μου, στην ανακατανομή των ρόλων που τα ενεργειακά αποθέματα του Ισραήλ και της Κύπρου θα επιφέρουν στην περιοχή, από τη μια, και στα αδιέξοδα της νεο-οθωμανικής πολιτικής της από την άλλη. Η Τουρκία βλέποντας να διαμορφώνεται ένας νέος γεωπολιτικός χάρτης στην Ανατολική Μεσόγειο με ευρύτερες προεκτάσεις, επιχείρησε να επηρεάσει τις εξελίξεις, με στόχο να διασφαλίσει ένα στρατηγικό ρόλο για την ίδια.

Η Τουρκία είχε θέσει ως στρατηγικό στόχο να καταστεί ενεργειακός διακομιστικός κόμβος, αποβλέποντας στην αναβάθμιση της θέσης της έναντι της Ε.Ε. Σ’ αυτή της τη στρατηγική είχε όλη τη στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες, προωθώντας τον αγωγό NABUCCO ήθελαν να απεξαρτήσουν την Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η προοπτική μεταφοράς του φυσικού αερίου του Ισραήλ στην Κύπρο και η υγροποίησή του σε κοινές εγκαταστάσεις για εξαγωγικούς σκοπούς, πέραν του ότι δημιουργούν ισχυρούς συμμαχικούς δεσμούς μεταξύ των δυο χωρών, θέτουν υπό αμφισβήτηση την ενεργειακή αξία της Τουρκίας.

Οι προληπτικές κινήσεις της Ρωσίας προς το Αζερμπαϊτζάν και προς τις άλλες χώρες της περιοχής του Καυκάσου, οι οποίες θα μπορούσαν να διοχετεύσουν το Φυσικό τους Αέριο στην Ευρώπη, μέσω του NABUCCO, κατέστησαν τον αγωγό αυτό αμφίβολης βιωσιμότητας. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο και βλέποντας η Τουρκία τον ενεργειακό της ρόλο να υποβαθμίζεται έκανε, πριν από τρεις μήνες, θεαματική πολιτική και ενεργειακή στροφή. Εγκατέλειψε τη συμπόρευση της με τα αμερικανικά ενεργειακά συμφέροντα και ταυτίστηκε με τη ρωσική ενεργειακή στρατηγική, υπογράφοντας συμφωνία με τη Μόσχα για τη δημιουργία του Αγωγού South Stream. Ασφαλώς, αυτή η εξέλιξη, που αυξάνει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το ρωσικό Φυσικό Αέριο, δημιούργησε ερωτηματικά και αντιδράσεις στην Ουάσινγκτον.

Από δικής μας πλευράς, θα πρέπει να μελετήσουμε προσεκτικά τη στροφή της Τουρκίας, σε συνάρτηση με την στήριξη που, παραδοσιακά, η Ρωσία μας παρέχει στο Κυπριακό. Οι πολιτικοί δεσμοί, που η ενεργειακή συνεργασία θα δημιουργήσουν ανάμεσα στη Μόσχα και την Άγκυρα, πιθανόν να επηρεάσουν και τον τρόπο θεώρησης του Κυπριακού. Πόσο εύκολο θα είναι στη Ρωσία να συνεχίσει να ασκεί βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, σε ψηφίσματα που ευνοούν τις Τουρκικές θέσεις και βλάπτουν τα Κυπριακά συμφέροντα, όταν τα συμφέροντα της Ρωσίας, στον στρατηγικό τομέα της ενέργειας θα συμπίπτουν με αυτά της Τουρκίας; Προσεκτικά, επίσης, πρέπει να μελετήσουμε και το ανταγωνιστικό πνεύμα με το οποίο πιθανόν η Ρωσία να αντιμετωπίζει το Κυπριακό και Ισραηλινό Φυσικό Αέριο, και θα πρέπει να διαμορφώσουμε προτάσεις που θα οδηγούν σε σύγκλιση συμφερόντων και θα απελευθερώνουν την Κύπρο από την ενεργειακή αντιπαράθεση και ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.

Σε ένα άλλο επίπεδο στρατηγικών στόχων η Τουρκία, στη λογική του Νέο-Οθωμανικού οράματος Νταβούτογλου, αποφάσισε να καταστεί η ηγέτιδα δύναμη του ισλαμικού (και κατά συνέπεια και του αραβικού) κόσμου. Η πολιτική «των μηδενικών προβλημάτων», που κατέληξε σε πολιτική «πολλαπλών προβλημάτων», ήταν ενισχυτική της Ισλαμικής ηγεμονικής στρατηγικής της Άγκυρας. Η επιτυχία αυτής της στρατηγικής περνά μέσα από την ένταξή της στην Ε.Ε., η οποία θα της προσδώσει σημαντικό πολιτικό πλεονέκτημα. Ταυτόχρονα προϋποθέτει και την αντιπαράθεση με το Ισραήλ, με το οποίο διέλυσε τη διπλωματική και στρατιωτική συμμαχία που, με την παρότρυνση των ΗΠΑ, είχαν αναπτύξει. Ο συσχετισμός δυνάμεων που σήμερα αναπτύσσεται στην Ανατολική Μεσόγειο, στη βάση της προοπτικής σύζευξης ενεργειακών συμφερόντων, δεν ευνοεί την Άγκυρα. Την ανησυχεί.

Η Τουρκική τακτική των τελευταίων δεκαετιών είναι αποκαλυπτική ως προς τους στόχους που επιδιώκει ή θα επιδιώξει να πετύχει μέσα από την ένταση που η ίδια δημιούργησε και συντηρεί. Η πολιτική ιστορία της Τουρκίας είναι επίσης αποκαλυπτική και ως προς τις μεθόδους που χρησιμοποιεί, για να επιτύχει το στόχο της. Ως συνήθως, η Τουρκία προκαλεί κρίσεις παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο, με στόχο να προκαλέσει την παρέμβαση τρίτων για μεσολάβηση. Με αυτό τον τρόπο δημιουργεί «γκρίζες ζώνες», ανάγει ένα ανύπαρκτο πρόβλημα σε «διαφορά», αναγνωρίζοντάς της έτσι δικαιώματα εκεί που δεν έχει. Η εμπειρία του Αιγαίου είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική και διδακτική.

Στην περίπτωση της ΑΟΖ της Κύπρου, ασφαλώς, καμιά διαφορά δεν υπάρχει και θα ήταν εγκληματικό αν πέφταμε σ’ αυτήν την παγίδα. Γι’ αυτό και πρέπει έγκαιρα και αποφασιστικά να κοπεί η φόρα στην Κομισιόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία, δια του κυρίου Φούλε, μίλησε για διαφορά και επιδιαιτησία στο Δικαστήριο της Χάγης. Το μόνο ζήτημα που υπάρχει είναι η παραβίαση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας και η απειλή κατά της περιφερειακής ειρήνης από την Τουρκία.

Παράλληλα, με τη συνδρομή των εκπροσώπων του Γ.Γ. του ΟΗΕ στην Κύπρο, η Άγκυρα (αξιοποιώντας δικά μας λάθη) επιχείρησε να μετατρέψει το κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δικοινοτικό ζήτημα που πρέπει να συζητηθεί στο τραπέζι των συνομιλιών επίλυσης του Κυπριακού, έτσι ώστε η εξόρυξη του φυσικού αερίου να καταστεί όμηρος της λύσης, η οποία είναι όμηρος της Τουρκίας.

Δεν θα με εξέπληττε αν κάποια στιγμή μας προταθεί ως συμβιβαστικό πακέτο, η Τουρκία να μας «επιτρέψει» να ασκήσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και ως αντάλλαγμα να μεταφέρουμε το Φυσικό μας Αέριο στην Τουρκία για εξαγωγή του μέσα από τον αγωγό NABUCCO. Ήδη κάποια πολιτικά πρόσωπα έχουν ρίξει αυτήν την ιδέα στο δημόσιο διάλογο ως μέρος ή κίνητρο για τη λύση. Ασφαλώς μια τέτοια επιλογή θα οδηγούσε σε εξάρτηση της Κύπρου από την καλή βούληση της Τουρκίας, θα υποβάθμιζε το δικό μας ενεργειακό και στρατηγικό ρόλο και θα αναβάθμιζε αυτό της Άγκυρας.

Εκτιμώ ότι η Τουρκία βρίσκεται σε τραγικά αδιέξοδα γιατί η νέο-οθωμανική της στρατηγική τη φέρνει σε τριβή με τον πιο ισχυρό σύμμαχό της, τις ΗΠΑ, χωρίς να κερδίζει έδαφος στον Αραβικό κόσμο που την αντικρίζει, όπως και το Ιράν, με πολλή καχυποψία. Από την άλλη η Ρωσία, παρότι έχει οφέλη από την μεταξύ τους ενεργειακή συνεργασία, είναι αμφίβολο αν θα ήθελε να δημιουργηθεί στη γειτονιά της μια άλλη υπερδύναμη με ισλαμικό χαρακτήρα.

Η διεξαγωγή της πρώτης γεώτρησης στην Κυπριακή ΑΟΖ είναι το πρώτο βήμα σ’ ένα μακρύ δρόμο. Μια σειρά από ζητήματα-συμφωνίες πρέπει να προωθηθούν άμεσα από την Κυπριακή Κυβέρνηση, για να διασφαλίσουμε ότι θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τους υδρογονάνθρακες μας. Η Κυπριακή Κυβέρνηση θα πρέπει:

Πρώτο: να υπογράψει άμεσα διακρατική συμφωνία με το Ισραήλ για την μεταφορά του Φυσικού του Αερίου στην Κύπρο και την υγροποίηση του σε κοινή Μονάδα Υγροποίησης.

Δεύτερο: από κοινού με το Ισραήλ να διαμορφώσει και να εξαγγείλει ένα, ανοικτό προς όλες τις εταιρείες, επενδυτικό πρόγραμμα για τη δημιουργία του αγωγού και της Μονάδας Υγροποίησης.

Τρίτο: να υπογράψει συμφωνία ασφάλειας, με το Ισραήλ. Οι εγκαταστάσεις εξόρυξης και ο αγωγός μεταφοράς του Φυσικού Αερίου θα χρειαστούν προστασία. Στη συμφωνία αυτή να συμμετέχει και η Ελλάδα.

Τέταρτο: άμεσα να υπογράψει με το Ισραήλ Συμφωνία Συνεκμετάλλευσης (στο πρότυπο αυτής που υπογράψαμε με την Αίγυπτο) για την αποφυγή παρεξηγήσεων ή και πιθανών προστριβών. Η ανάπτυξη μιας στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ, μπορεί, με την αξιοποίηση του Εβραϊκού λόμπυ να οδηγήσει και σε ευνοϊκότερη αντιμετώπιση της Κύπρου από τις ΗΠΑ.

Τέλος, ορθά προχωρήσαμε, (έστω και μετά από μεγάλη καθυστέρηση) σε διαγωνισμό αδειοδότησης και άλλων οικοπέδων μας, δημιουργώντας νέες Συμμαχίες και εγκλωβίζοντας την Τουρκία ακόμη περισσότερο.

Το πολιτικό περιβάλλον στην περιοχή μας είναι ρευστό. Νέα δεδομένα, προκλήσεις και προοπτικές δημιουργούνται.

Στις Κυβερνήσεις της Κύπρου και της Ελλάδας εναπόκειται να αξιοποιήσουν το νέο διεθνές περιβάλλον, όπως και την ύπαρξη υδρογονανθράκων, για να ενισχύσουν τη γεωστρατηγική μας αξία και να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τα εθνικά μας συμφέροντα. Στη στρατηγική αξία που μας προσδίδει η γεωγραφική μας θέση προστίθεται σήμερα και η στρατηγική αξία των ενεργειακών μας αποθεμάτων. Αυτή τη σύνθετη γεωστρατηγική μας αξία θα πρέπει να την αξιοποιήσουμε στη βάση ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού, ο οποίο θα κατευθύνει τις αποφάσεις και κινήσεις μας προς τον εθνικό στόχο του τερματισμού της Τουρκικής κατοχής.

Τα εθνικά προβλήματα τα διαπραγματευόμαστε και τα λύνουμε όταν είμαστε πολιτικά ισχυροί και οικονομικά ανεξάρτητοι. Η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε ισχυρότερη με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή με την ορθή και στρατηγική αξιοποίηση του Φυσικού της Αερίου.

Ισχυρή πρέπει να καταστεί και η Ελλάδα. Και η Κύπρος οφείλει και μπορεί να στηρίξει την Ελλάδα για να ξεπεράσει την τραγική οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Για μια ακόμα φορά, επαναλαμβάνω την πρόταση μου για παραχώρηση στην Ελλάδα ενός ελπιδοφόρου οικοπέδου της ΑΟΖ μας. Μια ισχυρή Ελλάδα και μια γεωστρατηγικά αναβαθμισμένη Κυπριακή Δημοκρατία αποτελούν προϋπόθεση για την ελευθερία και εθνική μας ανεξαρτησία. Αυτά τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα πρέπει να αντανακλώνται και στη ποιότητα της λύσης του Κυπριακού. Με υπομονή και σωστό στρατηγικό σχεδιασμό μπορούμε και πρέπει να διαπραγματευτούμε τη λύση του Κυπριακού μέσα σε ευνοϊκότερο περιβάλλον και συνθήκες.

* Πρώην ΥΠΕΞ Κύπρου επί κυβερνήσεων Τάσσου Παπαδόπουλου

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top