GuidePedia

0

Από Σάββας Δ. Βλάσσης             Το Α μέρος εδώ
Εν όψει της υπογραφής του EastMed, πρώτος έδωσε το “στίγμα” για τα ελληνοτουρκικά στις 22 Δεκεμβρίου 2019 ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε συνέντευξη στον Άγγελο Αθανασόπουλο για το “ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ”. Ο Τσαβούσογλου σημείωσε ότι κατά την πρόσφατη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Λονδίνο το επίκεντρο ήταν η συνέχιση των συζητήσεων για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και των Διερευνητικών Επαφών. Διευκρίνισε ότι προσφυγή στην Χάγη δεν συζητήθηκε και ότι αυτό είναι ένα θέμα για το επόμενο στάδιο αλλά όπως είπε, το πιο σημαντικό ήταν ότι δηλώθηκε ανοικτά στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να ξεκινήσει συζητήσεις για τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου.

Συνοψίζοντας, η Τουρκία δηλώνει ότι πρέπει πρώτα να συνεχιστούν οι Διερευνητικές Επαφές ώστε να υπάρξει ένας διάλογος από τον οποίο θα προκύψει σε επόμενο στάδιο τυχόν συνυποσχετικό για προσφυγή στην Χάγη. Δεδομένου ότι οι Διερευνητικές Επαφές αφορούν τα ζητήματα που η κάθε πλευρά νομίζει ότι μπορούν να παραπεμφθούν στην Χάγη, η συγκεκριμένη διαδικασία διαλόγου σχετίζεται πρωτίστως με το Αιγαίο. Αυτά όμως είναι ζητήματα μικρότερης προτεραιότητος. Όπως είπε ο Ερντογάν στον Μητσοτάκη, στην παρούσα φάση είναι έτοιμος να συζητήσει θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, δηλαδή να βάλει την Τουρκία στο παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου, όπου δεν έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Να λάβει δηλαδή η Τουρκία θέση εταίρου στην εκμετάλλευση υποθαλασσίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που δεν της ανήκουν.

Η “απάντηση” του Κυριάκου Μητσοτάκη, ήλθε ακριβώς μία εβδομάδα μετά, στις 29 Δεκεμβρίου, επίσης μέσω συνεντεύξεως στο “ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ”. Σε αυτήν δήλωσε ανοιχτός στον διάλογο για τα ΜΟΕ και τις Διερευνητικές Επαφές αλλά «και για πολιτικό διάλογο», διευκρινίζοντας: «Πρόθεσή μου, λοιπόν, είναι να συζητούμε με την Τουρκία και στα τρία επίπεδα. Και πιστεύω πως, ναι, θα πρέπει να πούμε καθαρά ότι αν δεν μπορούμε να τα βρούμε, τότε θα πρέπει να συμφωνήσουμε η μία διαφορά που αναγνωρίζει η Ελλάδα να εκδικαστεί από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, όπως είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και για να είμαι απολύτως σαφής, αναφέρομαι στον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».

Επί της ουσίας, ο Κ. Μητσοτάκης δείχνει να ανταποκρίνεται απολύτως σε αυτά που θέτει η Τουρκία. Και το πιο “ενδιαφέρον”, δεν είναι ασφαλώς οι “παλιές” ιστορίες των ΜΟΕ και των Διερευνητικών Επαφών, όπου είναι γνωστές οι θέσεις των δύο πλευρών, αλλά το άνοιγμα για «πολιτικό διάλογο». Ο τελευταίος, δεν μπορεί παρά να αφορά αυτά που ο Τσαβούσογλου απέδωσε ως «θέματα της Ανατολικής Μεσογείου», δηλαδή μια πιθανή συνεργασία στα ενεργειακά. Όμως η ευθεία αναφορά του πρωθυπουργού στο ενδεχόμενο συνυποσχετικού για προσφυγή στην Χάγη, επισκίασε τις δηλώσεις του.

Με βάση τα όσα είναι γνωστά σήμερα, άπαντες αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται για παραπομπή στην Χάγη αποκλειστικώς και μόνο του ζητήματος οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδος, και κατ’ επέκταση πλέον, και της ΑΟΖ. Tο ενδιαφέρον της Τουρκίας εστιάζεται στον «πολιτικό διάλογο», που θεωρητικώς μπορεί να είναι αμοιβαίως πιο “ανοικτή” κι “ευέλικτη” διαδικασία άτυπων πλην ουσιαστικών βολιδοσκοπήσεων.

Αποτελεί πράγματι ενδιαφέρον να αποσαφηνισθεί ποιο θα είναι το αντικείμενο του «πολιτικού διαλόγου», όπως τον σκέπτεται η Αθήνα. Με γνωστή την πάγια θέση της Τουρκίας για πολιτική λύση στις διμερείς διαφορές (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και με σαφή διαχωρισμό των Διερευνητικών Επαφών, ποια ζητήματα θεωρεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι μπορούν να συζητηθούν στο πλαίσιο ενός «πολιτικού διαλόγου»;

Η συνεργασία στα ενεργειακά; Η Αθήνα δεν είναι μόνη της σε αυτό το παιχνίδι και δεν μπορεί να εμπλακεί εάν δεν υπάρχει συγκατάθεση από την Λευκωσία και την Ιερουσαλήμ. Με ποιο δικαίωμα άλλωστε θα μεσολαβήσει η Αθήνα υπέρ της Τουρκίας, από την στιγμή που τα όποια ενεργειακά κοιτάσματα έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα, ανήκουν σε Κύπρο και Ισραήλ; Οι δύο τελευταίοι συνεργάτες, ενδιαφέρονται για την συμμετοχή της Ελλάδος, επειδή αυτή ουσιαστικώς εξασφαλίζει την τελική διαδρομή του EastMed προς την Ιταλία. Δεν έχουν κανέναν λόγο να δώσουν “ποσοστό κέρδους” σε κάποιον τρίτο και άσχετο.

Εν πάση περιπτώσει, για να διαπραγματευθεί η Ελλάδα με την Τουρκία περί των ενεργειακών, δεν μπορεί να αποφευχθεί σε τελική ανάλυση το ζήτημα των ΑΟΖ. Κι έτσι επανερχόμαστε στην θέση της Τουρκίας που αρνείται την παραπομπή του στην Χάγη, γεγονός που προεξοφλεί το αδιέξοδο.

Τι μπορεί να αναμένει κανείς απ’ όλα αυτά;

Το “παράθυρο” Τσαβούσογλου για την Χάγη, ήταν μια ανέξοδη μπλόφα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να απαντά με μια (μεγαλύτερου ρίσκου) “μπλόφα”.

Όλα δείχνουν και ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί ότι ο «πολιτικός διάλογος» που υποστηρίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως ανταπόκριση στο τουρκικό άνοιγμα για τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, δεν είναι παρά ένας πολιτικός ελιγμός. Μια πολιτική “έξοδος διαφυγής” προς αποκλιμάκωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ώστε να εξελιχθεί ομαλά το σχέδιο περί EastMed, σε μια περίοδο που η τουρκική ένοπλη ισχύς είναι επικίνδυνα αναβαθμισμένη. Αυτό το νόημα έχουν και τα “παράθυρα” που αφήνουν ανοικτά δημοσίως κυβερνητικοί παράγοντες για το ενδεχόμενο συνεκμετάλλευσης με την Τουρκία στο Αιγαίο, υπό προϋποθέσεις πάντα.

Ο πρωθυπουργός και οι σύμβουλοί του, είναι αρκετά έξυπνοι ώστε να αντιλαμβάνονται ότι ένας τέτοιος στόχος είναι δύσκολος και απολύτως εύθραυστος ως διαδικασία. Ο «πολιτικός διάλογος» δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον και χρονικώς έχει “ημερομηνία λήξεως”, το μέγιστο ίσως μέχρι το 2022 που θα ολοκληρωθεί η μελέτη βιωσιμότητος και θα πρέπει να ξεκινήσει η κατασκευή του EastMed.

Ας προσπαθήσουν λοιπόν να κερδίσουν όσο περισσότερο χρόνο μπορούν, ώστε με την σχεδίαση και υλοποίηση ενός συνεπούς προγράμματος ενισχύσεως των εξασθενημένων Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων να αποτρέψουν την διαφαινόμενη ανατροπή του συσχετισμού ένοπλης ισχύος με την Τουρκία. Η ενδυνάμωση της ένοπλης ισχύος, είναι η μόνη εγγύηση προς εξασφάλιση του στρατηγικού “ενεργειακού ονείρου”, έναντι της νεο-οθωμανικής κατακτητικής επελάσεως εις βάρος του Ελληνισμού που εξελίσσεται με συνέπεια.

Γιατί πρέπει, ιδίως από τούδε και στο εξής, μια πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία, να απασχολεί μονίμως την Αθήνα;

Άπαντες στην Ελλάδα τα τελευταία έτη, αποφαίνονται δημοσίως ότι ο Ερντογάν και η Τουρκία δεν είναι απρόβλεπτοι αλλά απολύτως προβλέψιμοι, διότι αυτά που εξαγγέλουν δημοσίως, τα κάνουν πράξη. Για ποιον λόγο λοιπόν υπάρχει κάποιος στην Ελλάδα που πιστεύει ότι η Τουρκία θα κάνει κάτι το οποίο δεν έχει υποστηρίξει ποτέ ότι θα κάνει, δηλαδή να συγκατατεθεί για την Χάγη; Πάγια θέση της είναι ότι τα ελληνοτουρκικά πρέπει να διευθετηθούν με πολιτικές διμερείς αποφάσεις, υπολογίζοντας στην επικράτηση της ισχύος της σε κάθε επίπεδο. Γιατί στην περίπτωση αυτή να μην κάνουν αυτό που λένε; Γιατί να προτιμήσουν έναν «πολιτικό διάλογο» με άδηλη κατάληψη και να μην βγάλουν τα καράβια τους για έρευνες σε θάλασσες που η Αθήνα θεωρεί ότι ανήκουν στην υφαλοκρηπίδα της, ώστε να εκβιάσουν το αποτέλεσμα του «πολιτικού διαλόγου»;

Αδιέξοδο αργά ή γρήγορα στον «πολιτικό διάλογο», σημαίνει ότι η Τουρκία θα προχωρήσει σε στρατιωτικοποίηση με ερευνητικές δραστηριότητες, κατά πρώτον σε περιοχή πέριξ του συμπλέγματος Μεγίστης. Η Αθήνα έχει δύο επιλογές: είτε θα υποκύψει, είτε θα αντιδράσει δυναμικώς με ένοπλη ισχύ.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top