GuidePedia

0


«Εγώ φεύγω, εσείς να δούμε τώρα…»
Οδυσσέας Ελύτης.

Τα τελευταία χρόνια που η παραταξιακή βάση δοκιμάσθηκε από τις ακρότητες Σαμαρά και Μητσοτάκη οι συντηρητικοί πολίτες κατέφευγαν στην παράφραση της θρυλικής ατάκας από την «Καζανμπλάνκα»: «Εμείς θα έχουμε πάντα τον Καραμανλή».

Γράφει ο  Γιώργος Λακόπουλος
Με μόλις 68 λέξεις ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ανακοίνωσε τον τέλος της κοινοβουλευτικής του διαδρομής. Η δήλωσή του έχει δυο χαρακτηριστικά. Πρώτο: αποτελεί γρίφο. Δεύτερο: η αποκωδικοποίησή του είναι πανεύκολη.

Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η απουσία του Καραμανλή από το προεκλογικό προσκήνιο και από την επόμενη Βουλή, είναι απόφαση που έγινε δεκτή με ικανοποίηση από τον Μητσοτάκη - τον οποίο ο Καραμανλής έβαλε στη Βουλή το 2004.

Εκανε την ανάγκη φιλοτιμία, αλλά μια τρομάρα πρέπει να την έχει πάρει: και τώρα τι γίνεται;

Εκ των πραγμάτων μια νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ θα είναι πιο αδύναμη χωρίς τον πρώην Πρωθυπουργό. Αλλά ο ίδιος θα είναι ισχυρότερος: θα μπορεί να μιλάει, χωρίς τους αυτοπεριορισμούς του - χάριν της ενότητας.

Αν χαρακτήριζε κάτι τη 12ετή αποχή του από τα εσωκομματικά -και τον ευρύτερο δημόσιο βίο- ήταν ο σεβασμός που είχε στην ιδιότητα του βουλευτή του κόμματος που διοίκησε για δώδεκα χρόνια και του οποίου την ηγεσία εγκατέλειψε οικειοθελώς - και ίσως μετανιωμένος που την ανέλαβε.

Στην πράξη μεταφραζόταν σε σεβασμό στη βούληση του κομματικής βάσης της ΝΔ που ανέδειξε στην ηγεσία τον μόνο άνθρωπο στον οποίο δεν θα ήθελε να περιέλθει το κόμμα. «Αυτός βγήκε με αυτόν θα πάμε» απαντούσε με εντιμότητα, σε όσους επιχείρησαν να οργανώνουν αμέσως την… υπονόμευση του Μητσοτάκη.

Με τον ίδιο σεβασμό αντιμετώπισε τη λαϊκή ετυμηγορία υπέρ του μόνου από τους επικεφαλής της ΝΔ για τον οποίο η οικογενειακή κουλτούρα -και η γνώση προσώπων και πραγμάτων- τον καθιστούσε επιφυλακτικό για τρία θέματα: τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, των θεσμών και των εθνικών θεμάτων.

Για τα δυο τελευταία έδωσε δημοσίως το στίγμα του από το «Βελλίδειο» και από τα Ανώγεια. Θέτοντας τα όρια της ανοχής του απέναντι στον Μητσοτάκη στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών και στην παραβίαση του Συντάγματος και των αρχών της ΝΔ, με τις -«νοσηρής φαντασίας και πολιτικής ανοησίας»- υποκλοπές.

Από αυτήν την άποψη η πιο αρνητική συνέπεια για τον Μητσοτάκη προκύπτει με τις απαντήσεις που προκύπτουν από την απλή ερώτηση του μέσου πολίτη: «γιατί τελικά δεν επιθυμεί να παραμείνει στην Κ.Ο. της ΝΔ ο Καραμανλής;».

Απλούστατα: δεν προτίθεται να δώσει άλλοθι σε όσα ακολουθήσουν - είτε κερδίσει, είτε χάσει τις εκλογές ο Μητσοτάκης.

Αλλωστε για όποιον διαβάζει προσεκτικά «στηρίζει πάντα» τη σημερινή -δηλαδή την απερχόμενη- κυβέρνηση της ΝΔ και μόνο σε συνδυασμό με τον διατήρηση της «καραμανλικής» της ταυτότητας, που ήδη ξεθωριάζει.

Από πουθενά δεν προκύπτει ότι προτίθεται να εργαστεί για την αναπαραγωγή της - εκτός από τη σπουδή του Πρωθυπουργού να προεξοφλήσει ότι «θα είναι παρών».

Τι να πει; Συνιστά ιστορικό και πολιτικό εμπαιγμό να λέει ο Μητσοτάκης για τον Καραμανλή: «Θέλω να ευχαριστήσω τον Κώστα Καραμανλή για τη διαχρονική προσφορά του στην παράταξη και στον τόπο»…

Απίστευτο: υποδύεται τον… παραταξιάρχη, έναντι του εγγυητή της παράταξης!

Πάντως ροπή στην ιστορική αυτοκτονία, δια της ταύτισης με την οικογένεια Μητσοτάκη, τα ήθη, τις πρακτικές της και το -σκοτεινό- μέλλον της, δεν έχει ο πρώην Πρωθυπουργός. Οπότε ας επιδιώξουν τον «παράδεισο» της δεύτερης τετραετίας, χωρίς αυτόν.

Ως πολιτικός με ακλόνητη πίστη στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας- από τη θεμελίωση της οποίας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε εξαιρέσει τον πατέρα Μητσοτάκη-και απολύτως κοινοβουλευτικός ο Καραμανλής – σε συνδυασμό με τη βιωματική σχέση του με τη ΝΔ- προτιμάει να έχει ελεύθερα τα χέρια του εφεξής.

Είτε με νίκη προεκταθεί η οργιώδης διακυβέρνηση Μητσοτάκη, είτε ως ηττημένος οργανώσει τη διάσπαση της ΝΔ.

Κοντολογίς η αληθής έννοια της αποχώρησης Καραμανλή και το πραγματικό περιεχόμενο της δήλωσής του, θα κριθεί από εδώ και πέρα. Είναι προφανές όμως ότι η «καληνύχτα» του δεν συμπληρώνεται με την ευχή «και καλή τύχη».

Η επικοινωνία με τον απερχόμενο Πρωθυπουργό διαβάζεται ως πράξη αστικής ευπρέπειας, όχι ως πολιτική συμφωνία στήριξης.

Βεβαίως για όλα αυτά θα ήταν αρκετή μια δήλωση τεσσάρων λέξεων-«δεν θα είμαι υποψήφιος»- για αρχίσει να τρέμει το έδαφος κάτω από τον Μητσοτάκη. Γνωρίζει καλά-και προφανώς εφεξής θα τον στοιχειώνει- ότι ο Καραμανλής φεύγει από τον Νεομητσοτακισμό και τον ζόφο του, δεν φεύγει από την παράταξη του και το μέλλον της.

Όμως ο πρώην Πρωθυπουργός , μόνο άπειρος και αφελής δεν είναι, ώστε να μη γνωρίζει δυο πράγματα.

Πρώτο: Η πράξη της αποχώρησης είναι, αυτή καθ εαυτή, απείρως μεγαλύτερου πολιτικού βάρους από τη δήλωση που τη συνοδεύει και θα λειτουργήσει μόνη της ως προς την επίδρασή της στην παράταξη..

Δεύτερο: Οφείλει καλύψει τα νώτα του απέναντι στους γελωτοποιούς του βασιλέως που θα σπεύσουν να αποδυναμώσουν την πολιτική αξία της κίνησής του και τον ίδιο

Αν δεν το κάνουν τόσο το χειρότερο γι αυτούς: επιθέσεις στον Καραμανλή μετά την ζυγισμένη δήλωση του, σημαίνει πόλεμος με τον Καραμανλή και δεν θα το ήθελαν.

Ετσι προέκυψε η φάση «προφανώς, στηρίζω πάντα την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, την παράταξη που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και υπηρετώ αδιαλείπτως επί μισό σχεδόν αιώνα»

Ο λεπτός διαχωρισμός ανάμεσα στις διατυπώσεις «στηρίζω την κυβέρνηση της ΝΔ» και «στηρίζω την κυβέρνηση Μητσοτάκη» προκύπτει από τη συνέχεια με τις διευκρινίσεις: «που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και υπηρετώ αδιαλείπτως επί μισό σχεδόν αιώνα». Μαζί με την επισήμανση «Πιστός στην ιστορία της, την ιδεολογία, τις αρχές και τις αξίες της».

Αυτά τα τρία σημεία- η αναφορά στον Καραμανλή, την προσωπική του θητεία και την ιδρυτική ταυτότητα-δείχνουν το χάσμα ανάμεσα στον ίδιο από τη μια πλευρά και τον Μητσοτάκη με την ακροδεξιά κομπανία του, από τη άλλη.

Με τις αναφορές του, ο Καραμανλής υπενθυμίζει, εμμέσως τη θέση του «Η ΝΔ δεν συνεργάζεται με τα άκρα» - και στιγματίζει με τον τρόπο του την περίοδο Μητσοτάκη – και εν μέρει του Σαμαρά- για τις παραβιάσεις όσων δεν συνάδουν με το κόμμα των Καραμανλήδων.

Ισως το μόνο αποχαιρετιστήριο δώρο που έκανε στον Μητσοτάκη είναι ευχέρεια για επιδερμική ανάγνωση της δήλωσης, ώστε μηχανισμός του να ισχυριστεί ότι… δεν στρέφεται εναντίον των έργων και των ημερών του σημερινού Πρωθυπουργού. Και ήδη αυτό κάνουν…

Τα υπόλοιπα θα κριθούν στην πράξη, καθώς αυτό που αρχίζει είναι η τέταρτη περίοδος του Καραμανλή. Μετά την βουλευτική αδράνεια, την δυναμική ηγεσία που οδήγησε το κόμμα στη εξουσία και την υπεύθυνη σιωπή που επακολούθησε την ήττα του 2009, αρχίσει η περίοδος της απελευθέρωσης, από κάθε καταναγκασμό.

Η αναφορά του στο «σεβασμό» και την «αγάπη για τον κόσμο της και όλους τους Έλληνες πολίτες», υποδηλώνει ότι έφυγε, αλλά θα είναι εδώ. Αν μη τι άλλο αφήνει το παράδειγμα του: η πρωθυπουργία ασκείται από αυτόν που έχει τη λαϊκή εντολή, όχι από τους «νταβατζήδες».

Τα τελευταία χρόνια που η παραταξιακή βάση δοκιμάσθηκε από τις ακρότητες των δυο επικεφαλής του πολιτικού φορέα της – Σαμαρά και Μητσοτάκη- οι συντηρητικοί πολίτες κατέφευγαν στη παράφραση της θρυλικής ατάκας από την «Καζανμπλάνκα»: «Εμείς θα έχουμε πάντα τον Καραμανλή».

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top