Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Η σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας έχει ανατρέψει τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των χωρών σε όλο τον κόσμο. Για την Τουρκία, που μέχρι τώρα ακροβατεί μεταξύ Κιέβου και Μόσχας, ο πόλεμος επιβάλει δύσκολες επιλογές, αλλά και ευκαιρίες. Κι αν πρόκειται να αποκομίσει οφέλη αυτό θα πρέπει να ανησυχεί την Αθήνα. Ο Ερντογάν προσπαθεί να κρατήσει την Τουρκία όσο το δυνατόν μακρύτερα από την σύγκρουση, ώστε να έχει περιθώριο ελιγμών, χωρίς να επιλέξει πλευρά, επιδιώκοντας με σχετική επιτυχία να παίξει ρόλο ειρηνοποιού.
Η Δύση θα ήθελε ο Ερντογάν να εγκαταλείψει την επαμφοτερίζουσα στάση του και να συνταχθεί με τις κυρώσεις και να βοηθήσει την Ουκρανία και με στρατιωτικό υλικό. Αλλά η Τουρκία είναι ευάλωτη απέναντι στην Ρωσία. Επομένως, η στρατηγική του Ερντογάν εστιάζεται στην υποστήριξη της Ουκρανίας, χωρίς όμως, να διακυβεύονται οι δεσμοί του με τη Μόσχα.
Ροκανίζοντας τον χρόνο, η Άγκυρα ελπίζει ότι η σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας θα λήξει χωρίς η ίδια να δεσμευτεί. Την ίδια ώρα, όμως, η ενοποιημένη αντίδραση της Δύσης για “τιμωρία” της Ρωσίας πιέζει την Τουρκία όλο και περισσότερο. Ταυτόχρονα, οι, μέχρι τώρα ρωσικές αποτυχίες στην Ουκρανία, δίνουν έρεισμα στον Ερντογάν να πάρει αποστάσεις από τη Μόσχα, εφόσον βλέπει ότι οι Ρώσοι αποδυναμώνονται.
Η αντιπαλότητα Ρωσίας-Τουρκίας στο παρελθόν έχει στρέψει την τελευταία σε ευκαιριακές συμμαχίες. Έτσι, συμμάχησε με Αγγλία και Γαλλία στον Κριμαϊκό Πόλεμο και με την Γερμανία στο Α’ Παγκόσμιο και στη δεκαετία 1950 εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ. Μπορεί στο παρελθόν Ρωσία και η Τουρκία να ήταν αντίπαλοι σε έναν ευρύ γεωγραφικό χώρο (Βαλκάνια, Καύκασος, Μαύρη Θάλασσα και Κεντρική Ασία), αλλά αυτό έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια.
Όταν, εξάλλου, το διεθνές περιβάλλον ήταν λιγότερο απειλητικό, οι Τούρκοι αντιμετώπιζαν τη Ρωσία (και Σοβιετική Ένωση) και για οικονομική συνεργασία και ως εταίρο για την ενίσχυση της δικής τους στρατηγικής αυτονομίας. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης δημιούργησε νέα κράτη (π.χ. Ουκρανία) που απέσπασαν την προσοχή της Ρωσίας από την Τουρκία, επιτρέποντας στην Άγκυρα να ακολουθήσει μια πιο παρεμβατική πολιτική στην Ευρασία. Άνοιξαν επίσης νέες ευκαιρίες για τουρκικές εξαγωγές και κατασκευές στη Ρωσία, όπως και για ρωσικό τουρισμό στην Τουρκία.
Απεξάρτηση από τη Δύση
Η Τουρκία στράφηκε επίσης στη Ρωσία για ενέργεια (αγοράζει ρωσικό φυσικό αέριο) και υπέγραψε συμφωνία με τη ρωσική κρατική Rosatom για την κατασκευή του πρώτου πυρηνικού σταθμού της Τουρκίας στο Ακουγιού. Οι δεσμοί με τη Ρωσία επέτρεψαν στην Άγκυρα να αντισταθμίσει την εξάρτησή της από τη Δύση εν μέσω εντάσεων σχετικά με τον ρόλο της Ουάσιγκτον στη Συρία.
Η αγορά του ρωσικού συστήματος S-400 έστειλε ένα μήνυμα στο ΝΑΤΟ ότι η Άγκυρα έχει κι άλλες επιλογές. Ορισμένοι πολιτικοί και στρατιωτικοί κύκλοι στην Τουρκία θα ήθελαν να προχωρήσουν περισσότερο στην απεξάρτηση από τη Δύση, θεωρώντας την επιδίωξη της Ρωσίας να εγκαθιδρυθεί μια μη δυτική τάξη ασφαλείας στην Ευρασία ως προτιμότερη από το ΝΑΤΟ.
Οι βελτιωμένες σχέσεις με τη Μόσχα αντανακλούσαν επίσης την αυξανόμενη εγγύτητα μεταξύ Ερντογάν και Πούτιν, ο οποίος ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που τηλεφώνησε στον Ερντογάν μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Πούτιν και Ερντογάν εξάλλου έχουν μια κοινή αντίληψη του ρόλου τους σαν αυταρχικοί-δυναμικοί ηγέτες. Γι’ αυτό και ο “σουλτάνος” δέχεται πιέσεις από τη Δύση, επειδή απομακρύνεται από αυτή.
Ρωσία και Τουρκία παραμένουν, ωστόσο, γεωπολιτικοί αντίπαλοι. Οι “πληρεξούσιοί” τους έχουν συγκρουστεί επανειλημμένα σε Συρία, Λιβύη και Νότιο Καύκασο. Ταυτόχρονα, οι ρωσοτουρκικές σχέσεις παραμένουν δυσλειτουργικές, πέραν της ιστορικής διάστασης, και λόγω μιας βαθιά ριζωμένης δυσπιστίας, σε επίπεδο κρατικής γραφειοκρατίας. Αυτή γεφυρώνεται από την πολύ λειτουργική σχέση Ερντογάν-Πούτιν που επιτρέπει στις δύο χώρες να συνεργάζονται και να διαχειρίζονται πολυάριθμες περιφερειακές συγκρούσεις.
Οι σχέσεις με το Κίεβο
Η επιρροή που ασκεί η Τουρκία σε κεντροασιατικές χώρες (Καζακστάν, Κιργιστάν και Ουζμπεκιστάν) δεν βοηθάει τις ρωσοτουρκικές σχέσεις. Και οι τρεις αυτές χώρες έχουν ταχθεί υπέρ της ακεραιότητας της Ουκρανίας και σκέφτονται σοβαρά να αποχωρήσουν από την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση που ίδρυσε η Μόσχα. Τα πρόσφατα τουρκικά ανοίγματα προς την Αρμενία, επίσης δεν καλοφαίνονται στην Μόσχα.
Η δυναμική στις σχέσεις Τουρκίας-Ουκρανίας αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τουρκικής προσπάθειας να καθιερωθεί ως ανεξάρτητος παίκτης. Γι’ αυτό και η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν δεν διστάζει να συγκρούεται με την πολιτική της Δύσης. Η Ουκρανία, πάντως, είναι επίσης σημαντική για την Τουρκία τόσο ως οικονομικός όσο και ως γεωπολιτικός εταίρος. Το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών αυξήθηκε ραγδαία μετά την αλλαγή καθεστώτος στο Κίεβο (2013-14), φτάνοντας τα 7,4 δισ. δολάρια το 2021. Η Άγκυρα και το Κίεβο υπέγραψαν επίσης συμφωνία ελεύθερου εμπορίου λίγο πριν τον πόλεμο.
Από το 2019, συνήψαν και σειρά αμυντικών συμφωνιών μεταξύ αυτών και για την πώληση οπλισμένων drones Bayraktar TB2 τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στην τρέχουσα σύρραξη. Το τουρκικό πρόγραμμα για τα drones, που απειλήθηκε με παράλυση από δυτικές κυρώσεις, προσέβλεπε στην ουκρανική βιομηχανία για να προμηθευτεί αξιόπιστους κινητήρες και υποσυστήματα. Η ισορροπία που τηρεί η Άγκυρα έναντι Μόσχας και Κιέβου αποτυπώνεται σε πρόσφατο άρθρο του πρακτορείου Anadolu με τίτλο “Οι Ουκρανοί επαινούν τις τουρκικές προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας”, όπου κάτοικοι του Κιέβου επαινούν την Τουρκία για τον ρόλο του ειρηνοποιού.
Κριμαία και Τατάροι
Η Τουρκία έχει κι άλλον λόγο να παίζει το “χαρτί” του Κιέβου, καθώς η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία οδήγησε τον Ερντογάν να μιλάει για καταπίεση των εκεί ταταρικών πληθυσμών. Ουσιαστικά, αυτό είναι άλλη μια ευκαιριακή παντιέρα για τον “σουλτάνο”, ώστε να διατηρεί ένα πιόνι στο παιχνίδι του με τον Πούτιν. Δεν θα διστάσει και το θυσιάσει, όπως θυσίασε και τους Ουιγούρους μουσουλμάνους της Κίνας, για τη “γενοκτονία” των οποίων διερρήγνυε τα ιμάτια του πριν τα βρει με το Πεκίνο.
Το θέμα των Τατάρων είχε προταχθεί κι από το Κίεβο σαν αντίβαρο στην προσάρτηση της Κριμαίας. Οι καλές σχέσεις της Άγκυρας με το Κίεβο είναι θέμα τριβής με την Μόσχα. Πούτιν και Ερντογάν, πάντως, μπορούν θεωρητικά να διαχειριστούν τις διαφωνίες τους σχετικά με την Ουκρανία, ακριβώς επειδή και οι δύο πλευρές ενδιαφέρονταν για τη διατήρηση λειτουργικών διμερών σχέσεων.
Το ειδικό βάρος της Ρωσίας στα θέματα άμυνας, ενέργειας και οικονομικής συνεργασίας κάνουν την Άγκυρα να κλίνει προς τη Μόσχα, διατηρώντας παράλληλα ως αντίβαρο μια ρητορική υπέρ της ανεξαρτησία της Ουκρανίας. Η στάση της Τουρκίας δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων με τον ρόλο της ως μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά τη διευκολύνει να παίζει ρόλο μεσολαβητή.
Η Άγκυρα, πάντως, δηλώνει ότι τηρεί τις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, αλλά δεν μπορεί να αγνοήσει τα εθνικά της συμφέροντα στην περιοχή. Η Τουρκία πλησιάζει στο ίδιο δίλημμα που έχει το Ισραήλ, όπως σημειώνεται σε άρθρο του New Yorker στις 28 Φεβρουαρίου. Δηλαδή, μέχρι ποιο σημείο η Άγκυρα προστατεύει τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και πού είναι διατεθειμένη να τα αποδυναμώσει για να πετύχει τους δικούς της στόχους;
Η συμμετοχή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, δημιουργεί και άλλα προβλήματα πέραν των μέχρι τώρα τριβών, των S-400 κ.α. Η Μόσχα καταγγέλλει την υποστήριξη του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αλλά μέχρι τώρα δεν επικαλείται την τουρκική υποστήριξη προς το Κίεβο ως λόγο για διάρρηξη σχέσεων με την Άγκυρα. Κι αυτό, επειδή θεωρεί τη στάση του Ερντογάν σαν “δούρειο ίππο” εντός της Συμμαχίας.
Ο Καλίν και η σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας
Η Τουρκία, λοιπόν, δεν αντιμετωπίζει επιπτώσεις από τη Ρωσία για τη σχέση της με την Ουκρανία. Αντίθετα θα επωφεληθεί από τις ενέργειες των ΗΠΑ για την ενίσχυση της ασφάλειας των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή. Από την άλλη, το γεγονός ότι η Άγκυρα δεν εφαρμόζει τις δυτικές κυρώσεις προοιωνίζεται ένταση στις σχέσεις της με Δύση όσο ο πόλεμος δεν τελειώνει.
Η επαμφοτερίζουσα στάση της Άγκυρας φαίνεται από το πως ερμήνευσε για το διεθνές κοινό τις ξεχωριστές συνομιλίες που είχε ο Ερντογάν με Πούτιν και Ζελένσκι στις 17 Μαρτίου, ο προεδρικός εκπρόσωπος Ιμπραχήμ Καλίν. Το πιο σημαντικό ήταν μια δήλωση ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται την επόμενη ημέρα, μετά τη σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας, όταν «θα πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας μεταξύ της Ρωσίας και του δυτικού μπλοκ».
Ο Καλίν πρόσθεσε: «Κάθε απόφαση που λαμβάνουμε τώρα σχετικά με τη Ρωσία στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά κλπ θα έχει αντίκτυπο σε αυτή τη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας… Ο Πρόεδρος Πούτιν είναι αυτός που θα σταματήσει αυτόν τον πόλεμο. Πότε θα έχει όρεξη να το κάνει, πότε πιστεύει ότι πήρε αυτό που ήθελε από αυτόν τον πόλεμο (συμβιβασμό, παραχώρηση, συμφωνία) δεν ξέρω. Αλλά νομίζω ότι κινούμαστε προς αυτή την κατεύθυνση».
Η δήλωση αυτή δίνει την εντύπωση προσαρμογής στις ρωσικές απαιτήσεις, προκειμένου να τερματιστεί η σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας. Είναι το είδος της προσφοράς που συνήθως κάνουν “διαπραγματευτές” που προσπαθούν να κλείσουν μια συμφωνία. Εδώ, όμως, αντικατοπτρίζονται και οι κρυφές επιθυμίες ορισμένων ΝΑΤΟικών συμμάχων, όπως η Γερμανία, που πιέζουν παρασκηνιακά το Κίεβο να τα βρει με τον Πούτιν, ώστε να διευκολυνθούν οι ίδιες, ασχέτως αν ΗΠΑ και Βρετανία επιζητούν μια καθαρή ήττα της Ρωσίας.
Το που θα καταλήξει η ακροβασία Ερντογάν ανάμεσα σε Πούτιν και Δύση είναι νωρίς να προβλεφθεί. Σίγουρα, όμως, εμπεριέχει κινδύνους για την Τουρκία. Πολλά θα εξαρτηθούν και από το τι θέλουν οι ΗΠΑ από τη σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας. Μέχρι να λήξει όμως ο πόλεμος, ο Ερντογάν θα κοιτάξει να αποκομίσει όσα περισσότερα μπορέσει και από τις δύο πλευρές, συμπεριλαμβανομένης της άρσης των όποιων κυρώσεων, κυρίως σε θέματα αμυντικής συνεργασίας και αρωγής. Και κυρίως να αναβαθμίσει τον τουρκικό ρόλο στο γεωπολιτικό στερέωμα.
Δημοσίευση σχολίου