GuidePedia

0

Της Χριστίνας Σ. Φλάσκου*
Ο «οικονομικός πόλεμος» που έχουν κηρύξει οι ΗΠΑ κατά του Τούρκου προέδρου αρχίζει πλέον να παίρνει μορφή «χιονοστιβάδας». Φαίνεται ότι η υπερδύναμη έχει αποφασίσει να «τελειώσει» ή τουλάχιστον να αποδυναμώσει τον Erdogan για την υιοθέτηση εκ μέρους του μιας συνεχιζόμενης και άκρως επιθετικής ρητορικής εναντίον τόσο της ίδιας, όσο και γενικότερα της Δύσης, τη μη συμμόρφωσή του στις προτροπές των ΗΠΑ, καθώς και τις εκ διαμέτρου αντίθετες κινήσεις του προς τα συμφέροντά τους, επιβεβαιώνοντας τον προβληματισμό και τις ανησυχίες του Τούρκου δημοσιογράφου, Serdat Turgut, ο οποίος είχε εκφράσει με άρθρο του στην «Habertürk» (Ιούνιος 2017) ότι η Τουρκία μπορεί να είναι ο επόμενος στόχος της Ουάσινγκτον.

Λίγο μετά τις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Οικονομικών, Berat Albayrak, ο οποίος ανέλυσε τη νέα οικονομική πολιτική της Τουρκίας, λέγοντας ότι αυτή θα έχει ως βασικό χαρακτηριστικό της τη στρατηγική και θα είναι καθοριστική και βιώσιμη, ο Αμερικανός πρόεδρος, Donald Trump, με μια ανάρτηση «βόμβα» στο twitter προκάλεσε αναταραχή στην Τουρκία και ανησυχίες και προβληματισμό στις διεθνείς αγορές.

Συγκεκριμένα, ο Trump έγραψε στο twitter: «μόλις εξουσιοδότησα τον διπλασιασμό των δασμών για χάλυβα και αλουμίνιο όσον αφορά στην Τουρκία, καθώς το νόμισμά της, η τουρκική λίρα, κατρακυλά γρήγορα έναντι του πολύ ισχυρού δολαρίου μας. Το αλουμίνιο θα είναι στο 20% και ο χάλυβας στο 50%. Οι σχέσεις μας με την Τουρκία δεν είναι καλές αυτή τη στιγμή».
Σύμφωνα με την Lindsay Walters (σ.σ. μια από τις εκπροσώπους της αμερικανικής προεδρίας) «οι δασμοί με βάση το Άρθρο 232 επιβάλλονται σε εισαγωγές από συγκεκριμένες χώρες, οι εξαγωγές των οποίων απειλούν να βλάψουν την εθνική ασφάλεια όπως καθορίζεται στο Άρθρο 232, ανεξάρτητα από διαπραγματεύσεις στο εμπόριο ή σε οποιοδήποτε άλλο θέμα».
Σημειώνεται, ότι οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας χάλυβα στον κόσμο, ενώ η Τουρκία κατέχει την έκτη θέση σε εξαγωγές χάλυβα προς τις ΗΠΑ.

Είναι γνωστό ότι οι σχέσεις Ουάσινγκτον – Άγκυρας βρίσκονται στο ναδίρ εδώ και αρκετό καιρό με κυρίαρχα θέματα την κράτηση, από τον Οκτώβριο 2016, του Αμερικανού πάστορα Andrew Craig Brunson (σ.σ. οι ΗΠΑ απαίτησαν την άμεση απελευθέρωσή του, απειλώντας με κυρώσεις, τις οποίες υλοποίησαν από την 1η Αυγούστου), τις διαφορετικές προσεγγίσεις στον πόλεμο της Συρίας, αλλά και άλλα διπλωματικά ζητήματα. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ότι ακόμη και μετά τη νέα «σφαλιάρα» των ΗΠΑ κατά της Τουρκίας, ο Recep Tayyip Erdogan, σήκωσε το «γάντι» απειλώντας εμμέσως πλην σαφώς και λέγοντας «μην μας αναγκάσετε να βρούμε αλλού συμμάχους».

Οι αντιδράσεις και οι οικονομικές επιπτώσεις της απόφασης Trump

Λίγο πριν τη νέα απόφαση Trump, o Τούρκος πρόεδρος ζήτησε από τους πολίτες να ανταλλάξουν το χρυσό και τα δολάρια που μπορεί να φυλάνε στα σπίτια τους με τουρκικές λίρες, με σκοπό να δώσουν τη μάχη σε έναν «οικονομικό πόλεμο» που δέχεται η χώρα.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην επαρχία Bayburt, ο Erdogan δήλωσε «δεν θα χάσουμε στον οικονομικό πόλεμο που μας έχουν κηρύξει», ενώ στην επαρχία Rize τόνισε ότι «δεχόμαστε πολλές επιθέσεις. Μην ανησυχείτε. Και μην ξεχνάτε ότι αν αυτοί έχουν τα δολάρια τους, εμείς έχουμε τον λαό μας και τον Θεό μας … Σας ζητώ υπομονή και αισιοδοξία». Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στην επαρχία Gümüşhane, τόνισε ότι «κανείς δεν θα αναγκάσει αυτό το αγαπητό έθνος να κάνει πίσω, χρησιμοποιώντας τιμωρητικές ενέργειες, απειλές και κυρώσεις», δείχνοντας τις ΗΠΑ, τις οποίες κατηγορεί ότι προσπαθούν να δώσουν στην Τουρκία «μάθημα δικαιοσύνης», τη στιγμή που οι ίδιες εξακολουθούν να φιλοξενούν τον Fethullah Gülen.

Σε δηλώσεις του δε στους New York Times, μεταξύ άλλων, είπε με νόημα «μην μας αναγκάσετε να βρούμε αλλού συμμάχους… γιατί οι μονομερείς ενέργειες και ο μη σεβασμός φίλης χώρας θα μας οδηγήσει να βρούμε νέους φίλους και συμμάχους…. Η απόφαση επιβολής κυρώσεων σε υπουργούς της κυβέρνησής μου ήταν απαράδεκτη, χωρίς νομική βάση και τελικά επιζήμια στη μακροχρόνια φιλία των δύο χωρών μας».
Παράλληλα, o Erdogan ξεκαθάρισε ότι «η Τουρκία δεν πρόκειται να απαντήσει στις απειλές, αλλά τόνισε ότι θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει τα εθνικά της συμφέροντα και θα φροντίσει για τις επιχειρήσεις της, εάν οι ΗΠΑ συνεχίσουν να αρνούνται να ακούσουν, όπως έπραξε τη δεκαετία του ’70 όταν η Τουρκία παρενέβη για να εμποδίσει τις σφαγές των Τουρκοκύπριων από τους Ελληνοκύπριους, παρά τις αντιρρήσεις της Ουάσινγκτον».

Μετά την ανακοίνωση Trump, ο Τούρκος πρόεδρος επικοινώνησε με τον Vladimir Putin, όπου μεταξύ άλλων επιβεβαιώθηκε η οικονομική και εμπορική συνεργασία των δύο χωρών, ενώ ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Mevlut Cavusoglu, πρόκειται να συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του, Sergey Lavrov, στις 13 – 14 Αυγούστου στην Άγκυρα.

Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος της Προεδρίας της Δημοκρατίας, Ibrahim Kalin, με μήνυμα στο twitter σχολίασε «καμία απειλή, εκβιασμός και επιχείρηση δεν μπορούν να λυγίσουν τη βούληση της Τουρκίας. Έκαναν λάθος όλοι όσοι μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016 είπαν ότι όλα κατέρρευσαν, όλα τελείωσαν. Πάλι θα κάνουν λάθος. Η Τουρκία θα κερδίσει και αυτόν τον αγώνα», ενώ ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Hami Aksoy, δήλωσε μεταξύ άλλων «είναι αδύνατον να συσχετιστεί με κρατική σοβαρότητα η απόφαση του Προέδρου Trump να επιβάλει πρόσθετους δασμούς στις εξαγωγές μας χάλυβα και αλουμινίου αγνοώντας τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου».

Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία εκλιπαρεί τον Trump να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Όπως είπε η υπουργός Εμπορίου, Ruhsar Pekcan, «εκλιπαρούμε τον πρόεδρο Trump να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων – αυτό μπορεί και πρέπει να επιλυθεί μέσα από διάλογο και συνεργασία».
Η ανακοίνωση και μόνο του Trump για αύξηση των δασμών είχε σαν αποτέλεσμα το περαιτέρω κατρακύλισμα της τουρκικής λίρας κατά 19% έναντι του δολαρίου, εγείροντας ταυτόχρονα ανησυχίες ότι η κρίση θα μπορούσε να ενσκήψει και σε άλλες οικονομίες.

Η απόφαση, όμως, αυτή του Αμερικανού προέδρου είχε επίπτωση και στον δείκτη Dow Jones στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, ο οποίος κατέγραψε πτώση άνω των 200 μονάδων εν μέσω εκτεταμένων ρευστοποιήσεων, ενώ το δολάριο έφθασε σε υψηλό 13 μηνών.
Σημειώνεται ότι η τουρκική λίρα έχει υποχωρήσει περισσότερο από 35% της αξίας της σε σχέση με το δολάριο από τις αρχές τους έτους.

Παράλληλα και σύμφωνα με την εφημερίδα «Financial Times», ανησυχία επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών στην Τουρκία, ενώ οι τραπεζικές μετοχές στην Ευρώπη σημείωσαν πτώση και το ευρώ υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδό του από τον Ιούλιο του 2017.

Επισημαίνεται ότι με βάση την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών αυτή τη στιγμή τράπεζες στην Τουρκία έχουν εκδώσει δάνεια ύψους 148 δισ. δολαρίων και 100 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων προέρχεται από το εξωτερικό. Τον μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν οι μεγάλες ισπανικές τράπεζες με δάνεια ύψους περίπου 83 δισ. δολαρίων, ενώ από τη Γαλλία και την Ιταλία προέρχονται δάνεια ύψους 38 δισ. και 17 δισ. δολαρίων αντίστοιχα.

Τα κυριότερα σημεία τριβής στις Aμερικανο-τουρκικές σχέσεις

Εξετάζοντας την πορεία των Aμερικανο-τουρκικών σχέσεων διαπιστώνεται ότι η διπλωματική κρίση ξεκινάει εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα. Το περασμένο καλοκαίρι διπλωμάτες των δύο χωρών συναντήθηκαν για να επιλύσουν τα προβλήματα που είχαν ανακύψει από την απόφαση των ΗΠΑ να αναστείλουν τις υπηρεσίες έκδοσης θεωρήσεων visas από την Ουάσινγκτον στα προξενεία της στην Τουρκία, αλλά και τα ανάλογα αντίποινα που αποφασίστηκαν από την τουρκική κυβέρνηση.
Το τρέχον καλοκαίρι έχει ξεσπάσει μια νέα κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες, που αφορά στη σύλληψη και κράτηση του Αμερικανού Ευαγγελιστή Πάστορα Brunson, ο οποίος κατηγορείται από την Άγκυρα ότι έχει σχέσεις με το δίκτυο Γκιουλενιστών (FETÖ), αλλά και το PKK. Αντιδρώντας η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις κατά δύο υπουργών της Τουρκίας, του υπουργού Δικαιοσύνης, Abdülhamit Gül, και του υπουργού Εσωτερικών,Süleyman Soylu.

Οι αμερικανικές κυρώσεις κατά των δύο Τούρκων υπουργών αν και είχαν ένα συμβολικό χαρακτήρα, θεωρούνται ως μια εχθρική κίνηση κατά της Τουρκίας η οποία και επηρέασε ιδιαίτερα αρνητικά την οικονομία της χώρας. Όπως, άλλωστε, αναφέρει η Daily Sabah ο χρόνος και τα αποτελέσματα των κυρώσεων αυτών ήταν πολύ καλά μελετημένα από την Ουάσινγκτον και τις αμερικανικές Αρχές, στοχεύοντας να αυξήσουν τη δυσφορία του τουρκικού λαού έναντι της διακυβέρνησης Erdogan.
Σχετικά με την πολιτική για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική (MENA – Middle East and North Africa) οι δύο χώρες έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις, δεδομένου ότι η Τουρκία θεωρεί τα όποια ζητήματα ανακύπτουν εκεί ως υψίστης σημασίας για την εθνική της ασφάλεια, ενώ η Ουάσινγκτον αναμένει τη χάραξη της τουρκικής πολιτικής για τις περιοχές αυτές να είναι παράλληλη με τις στρατηγικές προτεραιότητες των ΗΠΑ. Όπως, μάλιστα, αναφέρεται από την Daily Sabah, η διακυβέρνηση Trump αναμένει ότι η Άγκυρα θα δρα όπως η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (UAE) και η Ιορδανία.

Εκτός, όμως, από την κράτηση του Αμερικανού πάστορα επί ενάμιση χρόνο και τον κατ’ οίκον περιορισμό που του επιβλήθηκε την περασμένη εβδομάδα, υπάρχουν και άλλα ζητήματα που τροφοδοτούν την ένταση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, μερικά εκ των οποίων είναι τα ακόλουθα:


  • 1) Η μη έκδοση στην Τουρκία του ιεροκήρυκα και μέντορα του Erdogan, Fethullah Gülen, τον οποίο κατηγορεί ως ενορχηστρωτή του αποτυχημένου πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016
  • 2) Η κράτηση δύο υπαλλήλων αμερικανικών αποστολών στην Τουρκία και ο κατ’ οίκον περιορισμός ενός ακόμη
  • 3) Η δίκη του Mehmet Hakan Atilla, πρώην αναπληρωτή γενικού διευθυντή της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank, ο οποίος καταδικάστηκε από την αμερικανική δικαιοσύνη σε φυλάκιση 32 ετών για τραπεζική απάτη και συνωμοσία, σε μια υπόθεση που αφορά πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, γεγονός που προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση της Άγκυρας. Άμεση σχέση με την υπόθεση έχει ο Τουρκο-ιρανός επιχειρηματίας Reza Zarrab, ο οποίος ενέπλεξε τον ίδιο τον πρόεδρο Erdogan, αλλά και υπουργούς της τουρκικής κυβέρνησης
  • 4) Οι κατηγορίες της Τουρκίας κατά των ΗΠΑ για στήριξη των Κούρδων της Συρίας (YPG), τους οποίους θεωρεί «παρακλάδι» της (σ.σ. όπως την χαρακτηρίζει η Τουρκία) «τρομοκρατικής» οργάνωσης PKK. Υπενθυμίζεται ότι τον Αύγουστο 2017, ο Erdogan εμφανιζόμενος πιο επιθετικός από ποτέ εξαπέλυσε απειλές ευθέως κατά Ευρώπης και ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, ο Τούρκος πρόεδρος όχι μόνο ζήτησε από τις ΗΠΑ να σταματήσουν τον εξοπλισμό των Κούρδων, αλλά έχοντας εμφανή απειλητική διάθεση δήλωσε «όλες οι επιλογές για την περιοχή είναι στο τραπέζι. Βλέπουμε το πραγματικό πρόσωπο του παιχνιδιού που παίζουν χρησιμοποιώντας τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Στη Συρία και το Ιράκ σε οποιοδήποτε θέμα που αφορά στο μέλλον του λαού μας και των αδερφών μας δεν θα υποχωρήσουμε» και
  • 5) Ο Ρωσο-τουρκικός εναγκαλισμός, κεντρικό σημείο του οποίου είναι η συμφωνία για την αγορά από την Τουρκία ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400, ασύμβατα με τα αμυντικά συστήματα του ΝΑΤΟ. Όπως, μάλιστα, είχε αναφέρει η εφημερίδα «Haberturk» σε δημοσίευμα της το Φθινόπωρο του 2017, «διεξάγονται συνομιλίες και για το εξελιγμένο σύστημα S-500». Να σημειωθεί ότι στις αρχές Αυγούστου αποφασίστηκαν μέτρα σε βάρος της Τουρκίας από το αμερικανικό Κογκρέσο που αφορούν στην απαγόρευση παράδοσης των μαχητικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία, όσο αυτή δεν δεσμεύεται να τερματίσει τις διαπραγματεύσεις της για την αγορά των S-400.

Οι νέες εξελίξεις μετά το τελεσίγραφο των ΗΠΑ για απελευθέρωση του πάστορα Brunson με χρόνο λήξης στις 18:00 της Κυριακής (12/8), αλλά και η απόρριψή του εκ μέρους του Erdogan, φαίνεται να οδηγούν είτε σε μια ολική πολιτικό-οικονομική σύγκρουση, είτε σε κάποια αναγκαστική υποχώρηση και συμβιβασμό τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος προς το παρόν αναζητά «σανίδα σωτηρίας» από Ρωσία, Κίνα και Ιράν. Παρ’ όλα αυτά οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της Τουρκίας είναι τόσο υψηλές που θεωρείται δύσκολο να βρει ανταπόκριση.

Με βάση τις τελευταίες δηλώσεις του Erdogan, όχι μόνο φαίνεται ανυποχώρητος, αλλά αντιθέτως ανεβάζει και άλλο τους τόνους της αντιπαράθεσης.

Μια ακόμη από τις αιχμηρότατες δηλώσεις Erdogan κατά των ΗΠΑ είναι και η εξής «μας απειλούν. Δεν μπορείτε να τιθασεύσετε αυτό το έθνος με τη γλώσσα των απειλών. Εμείς απλώς γονατίζουμε ενώπιον του Θεού. Θα είναι λάθος να προσπαθήσουν να τιμωρήσουν την Τουρκία για έναν ιερέα. Θα κάνουμε ότι απαιτεί η τουρκική Δικαιοσύνη. Εδώ είναι Τουρκία. Δεν είναι μια χώρα που την κάνει ό,τι θέλει ο καθένας. Νομίζουν ότι θα καταστρέψουν την Τουρκία έτσι εύκολα μέσω του νομίσματος».
Τέλος και σε απάντηση των πιέσεων που δέχεται η Τουρκία, ο Erdogan τόνισε ότι η Άγκυρα ετοιμάζεται για εμπορικές συναλλαγές με εθνικά νομίσματα εκτός του δολαρίου και του ευρώ, «ετοιμαζόμαστε να συνεχίσουμε το εμπόριο σε εθνικά νομίσματα με την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν και την Ουκρανία, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τον μεγαλύτερο όγκο στις διμερείς συναλλαγές. Εάν οι ευρωπαϊκές χώρες θέλουν να απελευθερωθούν από την πίεση του δολαρίου, είμαστε έτοιμοι να δημιουργήσουμε ένα παρόμοιο σύστημα μ’ αυτές» και «όποιος προκαλεί προβλήματα στον τουρκικό λαό, αργά ή γρήγορα θα το πληρώσει».



* Η Χριστίνα Σ. Φλάσκου είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου, με ειδίκευση στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top