Του Ραφαήλ Ρεκουνιώτη
«Τα έθνη χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας και πρώτων υλών για να στηρίξουν την ανάπτυξη και να διατηρήσουν ένα πλεονέκτημα στη παγκοσμιοποιημένη αγορά. Οι περιορισμένοι φυσικοί πόροι και τα τρωτά σημεία της διακίνησης αυτών, σε συνδυασμό με την άνιση κατανομή κατανάλωσης της ενέργειας και των πόρων, θα αυξήσουν τη πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ των εισαγωγέων, των εξαγωγέων και των χωρών διέλευσης, ιδίως σε πολιτικά ασταθείς περιοχές. Κάθε έθνος που κατέχει σημαντικές ποσότητες υδρογονανθράκων, ή ορυκτά σπάνιων γαιών και άλλα στρατηγικά υλικά μπορεί να αξιοποιήσει τη θέση του, τόσο για πολιτικούς όσο και οικονομικούς σκοπούς». (Γ.Ε.ΕΘ.Α. Στρατηγική Ανάλυση εξελίξεων για την Ελλάδα μετά το 2030)
Τα τελευταία χρόνια, ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα, απασχολείται πολλές φορές με την ύπαρξη ενεργειακών κοιτασμάτων εντός των ελληνικών συνόρων καθώς και με την ανάπτυξη αγωγών που θα μεταφέρουν αυτά τα κοιτάσματα (αν και πότε ανακαλυφθούν), αλλά κυρίως θα λειτουργούν ως μία αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας μας. Το σύγχρονο ρευστό γεωπολιτικό τοπίο έχει επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο με τον εμφύλιο στη Συρία καθώς και με τη τεταμένη ατμόσφαιρα μεταξύ Ρωσίας-Τουρκίας. Ωστόσο, αυτό που έχει μείνει σταθερό είναι η αυξημένη έλλειψη πόρων στον ενεργειακά «πεινασμένο» δυτικό κόσμο. Ειδικότερα, στο χώρο των Βαλκανίων λαμβάνει χώρα ένα είδος νεο-ψυχροπολεμικής έντασης με διακύβευμα τον έλεγχο της διανομής των πόρων στη Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Στη μέση αυτής της σύγκρουσης βρίσκεται η Ελλάδα, η οποία έχει ταλαιπωρηθεί –ειδικά στα χρόνια της οικονομικής κρίσης- από ακούσματα μεγαλεπήβολων σχεδίων, ακυρώσεων και λανθασμένων φανταστικών εκτιμήσεων.
Το αιώνιο γεωπολιτικό δίπολο
Εάν θέλουμε να ορίσουμε, με λίγα λόγια, την έννοια της Γεωπολιτικής, θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκφράζει «την αλληλεπίδραση και τις ιδιαίτερες σχέσεις ανάμεσα στο φυσικό γεωγραφικό χώρο και τον ανθρώπινο πολιτισμό»(Λουκάς, 2000). Μέσα από αυτήν την αλληλεπίδραση, επιδιώκεται από ένα κράτος, η απόκτηση Ισχύος. Στη κλασσική γεωπολιτική θεωρία, υπάρχουν δύο κυρίαρχες και αντικρουόμενες προσεγγίσεις: αυτή των χερσαίων ή ηπειρωτικών δυνάμεων και των ναυτικών ή θαλάσσιων δυνάμεων. Ηπειρωτικές δυνάμεις είναι αυτές που κατέχουν μεγάλες ηπειρωτικές μάζες και εύκολη πρόσβαση σε διώρυγες και σημαντικά θαλάσσια στενά. Σαν μία κυρίαρχη Ηπειρωτική δύναμη μπορούμε να κατατάξουμε τη Ρωσία. Από την άλλη, Ναυτικές δυνάμεις καλούνται τα έθνη που έχουν άμεση πρόσβαση στη θάλασσα και ναυτικό ικανό και επαρκές για προβολή ισχύος και παρουσία σε όλο τον κόσμο. Μέσω της ναυτικής δύναμης, ελέγχονται σημαντικοί θαλάσσιοι οδοί, οι οποίοι αποτελούν ένα σημαντικό μέσο οικονομικού πλούτου. Η γεωπολιτκή κατεύθυνση των ΗΠΑ, αποτελεί το κυριώτερο παράδειγμα μιας ναυτικής δύναμης.
Όσον αφορά το θέμα μας, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας της Ευρώπης με τη Ρωσία, οι ΗΠΑ-σαν γεωγραφικά απομακρυσμένες με την Ευρασία- επιθυμούν, εδώ και χρόνια, την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία μέσω της εγκατάστασης συμμαχιών σε περιφερειακές χώρες της ηπείρου, που χαρακτηρίζονται από αντι-ρωσικά αισθήματα (π.χ. Γεωργία, Βαλτικές χώρες) επιδιώκοντας την ανάσχεση των ρωσικών στρατηγικών επιδιώξεων για πρόσβαση στις επονομαζόμενες «θερμές θάλασσες».
Οι αγωγοί ως προβολές ισχύος
Ακολουθώντας τη λογική που αναφέραμε, η Ρωσία σχεδίασε δύο αγωγούς προς την Ευρώπη: τον αγωγό Nord Stream, που βρίσκεται ήδη σε λειτουργία, συνδέοντας υποθαλάσσια τη Ρωσία με τη Γερμανία, παρακάμπτοντας τις «προβληματικές» χώρες όπως τα Βαλτικά κράτη και τη Πολωνία, και τον South Stream που είχε σχεδιαστεί να περάσει και από την Ελλάδα, τροφοδοτώντας τη Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Όμως, οι πολιτικές ήττες των πρωθυπουργών Βουλγαρίας και Ελλάδας, Σ.Στάνισεφ και Κ.Καραμανλή αντίστοιχα -φιλικά διακείμενων στη κατασκευή του αγωγού- ουσιαστικά ακύρωσαν την κατασκευή του αφού οι κυβερνήσεις που τους διαδέχθηκαν, ήταν αντίθετες στην υλοποίηση του έργου.
Φυσικά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, που δεν ήθελαν την πραγματοποίηση των δύο αγωγών, είχαν ανάγει σε μείζον ζήτημα την εξεύρεση εναλλακτικών διαδρομών μεταφοράς ενέργειας. Έτσι σχεδιάστηκε ο αγωγός Nabucco, σαν προτεινόμενη λύση για τη μεταφορά φυσικού αερίου από το Ερζερούμ της Τουρκίας στο Baumgarten της Αυστρίας (Χάρτης 1). Ωστόσο μετά από αρκετά χρόνια προσπαθειών, η κατασκευή του ακυρώθηκε το 2013, δίνοντας τη θέση του στον TAP (Trans-Adria-Pipeline) για μεταφορά ενέργειας από το Αζερμπαϊτζάν στην Ευρώπη, ο οποίος βρίσκεται υπό κατασκευή.
Λίγο αργότερα, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε το σχεδιασμό ενός νέου έργου, του Τουρκικού Αγωγού (ITGI) ο οποίος θα προμήθευε φυσικό αέριο στην Τουρκία και από εκεί, σε Ελλάδα και Ιταλία (Χάρτης 2). Τελικά, η Ρωσία ακύρωσε το έργο λόγω της πρόσφατης κατάρριψης του ρωσικού Sukhoi από τη Τουρκία.
Η στάση της Γερμανίας
H Γερμανία, με αφορμή την οικονομική και πολιτική κρίση στην Ευρώπη, έχει αναδειχθεί σε ηγετική δύναμη στην Ένωση καθορίζοντας, τις περισσότερες φορές, τις γεωπολιτικές κατευθύνσεις, όπως φάνηκε με τη στάση της στον πόλεμο της Ουκρανίας, την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού και το ζήτημα του προσφυγικού. Ωστόσο, διαφαίνονται δύο αντίπαλες τάσεις στη γεωπολιτική θεώρηση του Βερολίνου: η μία επιθυμεί την απαγκίστρωση από την Ουάσιγκτον και την ανάπτυξη μιας στενότερης συνεργασίας με τη Ρωσία, ενώ η άλλη έβλεπε πάντα ως επικίνδυνη την επέκταση της Μόσχας μέσω των αγωγών. Ενδεικτικά παραδείγματα των δύο τάσεων αποτελούν ο πρώην Καγκελάριος Γ. Σρέντερ, που σήμερα είναι πρόεδρος του συμβουλίου της Gazprom και ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Γ. Φίσερ, ο οποίος ήταν σύμβουλος στην κατασκευή του αγωγού Nabucco. Από επίσημης πλευράς, ο αντικαγκελάριος και ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, στη διάρκεια επίσκεψής τους στη Μόσχα δήλωσε ότι είναι δυσαρεστημένος με τη στάση της Ευρώπης εναντίον της Ρωσίας και με τη θλιβερή κατάσταση που επικρατεί στις γερμανο-ρωσικές σχέσεις.(πηγή)
Η Ελλάδα στη μέση της ενεργειακής δίνης
Η στάση της Ελλάδας απέναντι στους εκάστοτε αγωγούς, έχει αλλάξει όσες φορές αλλάζουν οι κυβερνήσεις της. Προηγουμένως αναφερθήκαμε στο «πάγωμα» του South Stream από τη κυβέρνηση Γ.Παπανδρέου, ώσπου επήλθε και η «χαριστική βολή» από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, μιας και είχε υιοθετηθεί το σχέδιο της κατασκευής του αγωγού TAP. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είχε στραφεί, αρχικά, στην επέκταση του Τουρκικού Αγωγού (ITGI), με επισκέψεις του έλληνα πρωθυπουργού και του τότε υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας στη Ρωσία.
Ωστόσο η ακύρωση του αγωγού καθώς και η συνδρομή των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδας στο σχέδιο της Γερμανίας περί Grexit, φαίνεται ότι «έγειραν» την χώρας μας με το μέρος της Ουάσιγκτον. Η πρόσφατη επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι συμπίπτει με την επιτάχυνση των διαδικασιών υλοποίησης του TAP. Επιπλέον, οι επισκέψεις του Α. Τσίπρα στο Ισραήλ και του αιγύπτιου προέδρου Σίσι στην Αθήνα, δείχνουν μια τάση για ενεργή αξιοποίηση των πρόσφατα ανακαλυφθέντων κοιτασμάτων σε Κύπρο και Αίγυπτο, με αποκορύφωμα το σχεδιασμό του αγωγού φυσικού αερίου East Med Pipeline (πηγή).
Η υλοποίηση αυτών των σχεδιών, θα απομονώσει γεωπολιτικά την Άγκυρα, η οποία ενδεχομένως να αντιδράσει προκλητικά εναντίον της Ελλάδας. Η πρόσφατη στήριξη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού καθώς και η συνεχιζόμενη εθελοτυφλία της Δύσης στη στήριξη του ISIS από τη Τουρκία, αποδεικνύει ότι η γείτονα δεν έχει χάσει τα γεωπολιτικά της ερείσματα.
Η νέα χρονιά αναμένεται να είναι πιο καθοριστκή σε πολλά ζητήματα, απ’ ότι το 2015. Η πολυπλοκότητα της περιοχής της νοτιο-ανατολικής Μεσογείου, χρειάζεται μια σταθερή γεωπολιτική κατεύθυνση με άξονα τα εθνικά συμφέροντα. Η ενεργειακή αναβάθμιση της Ελλάδας, σε μια εποχή του μαστίζεται από την οικονομική κρίση, μόνο πλεονεκτήματα θα έχει. Ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρείται τίποτα δεδομένο και ο εφησυχασμός σε ένα σχέδιο είναι εγκληματικός, αφού οι ισορροπίες συνεχώς αλλάζουν. Πρέπει όλες οι πολιτικές δυνάμεις να συσπειρωθούν κάτω από ένα κοινό εθνικό πλαίσο στρατηγικού σχεδιασμού, δηλαδή μια γεωπολιτική σταθερά, που να μην μεταβάλλεται υπέρ κομματικών σκοπιμοτήτων της εκάστοτε κυβέρνησης, ούτε υπέρ των σκοπιμοτήτων των οποιονδήποτε δανειστών ή χωρών, μιας και πρέπει να θυμόμαστε ότι η γεωπολιτκή πίεση σε ένα έθνος μπορεί να πάρει πολλά «πρόσωπα».
πηγή
Δημοσίευση σχολίου