Τελείωσε το θρίλερ του δημοψηφίσματος στη Σκωτία, με έκβαση θετική για όσους επιθυμούσαν την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου με τη μορφή που έχει τους τελευταίους τρεις αιώνες (307 χρόνια), όταν και ενσωματώθηκε οριστικά το βόρειο τμήμα της νήσου, υπό το βρετανικό στέμμα.
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Σχηματικά, εκτός από τους Σκωτσέζους εθνικιστές, δυσαρεστημένοι είναι όλοι οι λαοί στη Γηραιά Ήπειρο – και όχι μόνο – που φιλοδοξούσαν να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο. Το γενικό συμπέρασμα πάντως παραμένει ότι το κράτος ως μορφή διεθνούς οργάνωσης είναι περισσότερο από ποτέ «επίκαιρο» και παρά τις προβλέψεις περί σταδιακής εγκατάλειψής του, ο αριθμός των κρατών αυξάνεται, ενώ υπάρχουν ακόμα περισσότεροι που επιθυμούν να ιδρύσουν το δικό τους κράτος.
Οι ικανοποιημένοι αυτής της εξέλιξης συμπεριλαμβάνουν όσους έχουν λόγο να βλέπουν τη μεγάλη εικόνα των παγκόσμιων ισορροπιών, δηλαδή τις μεγάλες δυνάμεις του διεθνούς συστήματος, αφού πέραν της προοπτικής κατάτμησης σημαντικών κρατών σε άλλα μικρότερα (Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο κ.λπ.) οι συνέπειες θα ήταν σημαντικές.
Για παράδειγμα, εάν είχε τελικώς ανεξαρτητοποιηθεί η Σκωτία, οι βρετανικές Ένοπλες Δυνάμεις θα έπρεπε να παραδώσουν μέρος των οπλικών συστημάτων που διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους, με το πρόβλημα όμως να είναι ακόμα μεγαλύτερο. Το ΝΑΤΟ αντιμετωπίζει πρόβλημα επειδή τα κράτη-μέλη μειώνουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς και στερούνται ακόμα και στοιχειωδών επιχειρησιακών δυνατοτήτων, λόγω έλλειψης των κατάλληλων μέσων – οπλικών συστημάτων.
Εάν η Σκωτία είχε ανεξαρτητοποιηθεί, ακόμα και σε περίπτωση παραμονής στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, θα έπρεπε από το μηδέν να οικοδομήσει ένοπλες δυνάμεις με συγκεκριμένες δυνατότητες, ενώ τα μέσα που θα απαιτούνταν για τον αποτελεσματικό έλεγχο των εθνικών θαλάσσιων και εναέριων συνόρων, θα απαιτούσε επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων σε ναυπηγήσεις πολεμικών πλοίων διαφόρων εκτοπισμάτων και αγορές εναέριων μέσων (μαχητικά αεροσκάφη, ελικόπτερα κ.λπ.), τουλάχιστον.
Θα εγείρονταν όμως αναμφίβολα και ζητήματα γεωστρατηγικής και διπλωματικής φύσης, που αφορούν στον έλεγχο θαλασσίων οδών, αλλά και η δυνητική ευκαιρία που θα άνοιγε στους αντιπάλους της Δύσης, κυρίως τη Ρωσία, να επιχειρήσουν να οικοδομήσουν καλές σχέσεις, περιπλέκοντας την κατάσταση.
Η σκωτσέζικη κυβέρνηση θα μπορούσε να προσαρμόσει την εξωτερική της πολιτική ώστε να μην «ενοχλεί» τη Μόσχα, θα μπορούσε να εμπλέξει τους Ρώσους στην αξιοποίηση των κοιτασμάτων στη Βόρεια Θάλασσα, θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τη σχέση για να πιέζει τη βρετανική κυβέρνηση για παραχωρήσεις σε βαθμό που να προκαλέσει την αντίδραση της Ουάσιγκτον, να περιπλέξει τον αμυντικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ και άλλα πολλά.
Το πρόβλημα με τη δυσαρέσκεια μεγάλων τμημάτων των λαών του Ηνωμένου Βασιλείου όμως παραμένει, αφού τα ποσοστά είναι μεγάλα και σε περίπτωση που δεν βρεθεί τρόπος να ηρεμήσουν τα πνεύματα με μια ρύθμιση που θα ικανοποιεί όχι μόνο τη Σκωτία, αλλά και την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία και την ίδια την Αγγλία, μια νέα ισορροπία δηλαδή ανάμεσα στα συστατικά μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως άλλωστε ανακοίνωσε πως σκοπεύει να πράξει ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, το πρόβλημα θα ξαναβρεθεί μπροστά τους νομοτελειακά.
Σημαντικό θέμα θα ήταν όμως και η αποσταθεροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορεί να διαμηνυόταν ότι δεν θα ήταν εξασφαλισμένη η παραμονή σε περίπτωση απόσχισης. Τί θα έκαναν όμως εάν παρουσιάζονταν οι παραπάνω «επιπλοκές», σε περίπτωση δηλαδή που εμπλεκόταν μια χώρα όπως η Ρωσία, επιδιώκοντας να αναπτύξει μια «ειδική σχέση» με τη Σκωτία;
Πως άραγε θα δικαιολογούσαν την άρνηση να ενσωματώσουν τη Σκωτία όταν μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και παρά τις δυσκολίες εξασφάλισης της άμυνας χωρών που κάποτε αποτελούσαν συστατικό μέρος της ΕΣΣΔ, έσπευσαν αν τις ενσωματώσουν είτε στο ΝΑΤΟ είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Δεν είμαστε βέβαιοι εάν κάποια παραλλαγή του επιχειρήματος αυτού ακούστηκε κατά τη διάρκεια της δημόσιας συζήτησης που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος στη Σκωτία.
Το σκωτσέζικο δημοψήφισμα δίνει την ευκαιρία για συνολική επανεξέταση της κατάστασης. Στη Βρετανία, οι λαοί που συναποτελούν το Ηνωμένο Βασίλειο, μπορούν να βρουν νέες ισορροπίες και η χώρα να συνεχίσει να πορεύεται ενωμένη στο προβλεπτό μέλλον. Το ζητούμενο είναι όμως, ποιο θα ήταν το αντίκτυπο όταν την απόσχιση ενός τμήματος του εδάφους το επιθυμεί και το προωθεί ενεργά μια γειτονική δύναμη.
Πόσο διαφορετική θα ήταν η κατάσταση, αν για παράδειγμα αντί για Σκωτσέζους είχαμε στη συγκεκριμένη περιοχή Γάλλους; Η σχηματική αυτή αναφορά, στόχο έχει να καταδείξει, ότι το επιχείρημα για τον «δημοκρατικό τρόπο – μοντέλο» που εξελίχθηκε η υπόθεση (αν το αποφασίσετε αποσχιστείτε…) θα είχε εντελώς διαφορετικές συνέπειες σε χώρες όπως η Ελλάδα (που δεν συνορεύει με χώρα σαν τη Γαλλία) και οι ελληνικές κυβερνήσεις και η διπλωματία της χώρας θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική στη θέση που θα διατυπώσει.
Πως θα μας φαινόταν να ζητούν τέτοιες «δημοκρατικές μεθόδους» απόφασης οι Τούρκοι για τη Θράκη μετά από δεκαετίες προπαρασκευής; Ή για τα σημερινά κατεχόμενα στην Κύπρο, σε περίπτωση κάποιας λύσης που θα αποδειχθεί ότι είναι μη βιώσιμη, αυτή η «δημοκρατική διαδικασία» θα μπορούσε να οριστικοποιήσει τη διχοτόμηση.πηγή
Δημοσίευση σχολίου