Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Οι προσαρμογές της ελληνικής πλευράς όσον αφορά το πρόγραμμα προσκτήσεως νέων φρεγατών, συνεχίζονται βάσει των πολιτικών αποφάσεων της κυβερνήσεως που μεταφράζονται σε κατευθύνσεις που επιβάλλονται στην στρατιωτική ηγεσία.
Η πρώτη προσαρμογή αφορούσε την διαγραφή της επιχειρησιακής απαιτήσεως του Πολεμικού Ναυτικού για κύριες μονάδες επιφανείας με ικανότητα Αντιαεροπορικής Άμυνας Περιοχής. Το ΓΕΝ υποχρεώνεται να αποκτήσει “φρεγάτες πολλαπλού ρόλου”.
Η δεύτερη προσαρμογή, επίσης στο σκέλος των επιχειρησιακών απαιτήσεων – προδιαγραφών των νέων πλοίων, είναι ότι το ΓΕΝ υποχρεώνεται από την κυβέρνηση να εξετάσει το προτιμητέο για την κυβέρνηση πλοίο, που όμως στερείται σόναρ τρόπιδος, δηλαδή το βασικό συστατικό στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο που καλούνται να αναλάβουν οι “φρεγάτες πολλαπλού ρόλου”.
Μια τρίτη προσαρμογή, έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται, εάν δεν έχει επικρατήσει ήδη. Οι αρμόδιοι, που τόσο μεγάλη έμφαση δίνουν στην “ενδιάμεση λύση”, έχουν αρχίσει να συμβιβάζονται με την “ιδέα” ότι αυτή δεν θα αφορά δύο αλλά ένα μόνο πολεμικό πλοίο.
Επιθυμία της ελληνικής πλευράς είναι, όπως έχει διαρρεύσει με μια σειρά δημοσιευμάτων, η παραχώρηση δύο αντιτορπιλικών κλάσεως Arleigh Burke του Ναυτικού των ΗΠΑ. Όμως τα εν λόγω αντιτορπιλικά που αποτελούν την σπονδυλική στήλη του Ναυτικού των ΗΠΑ χαρακτηρίζονται υπερπολίτιμα και υπάρχει απροθυμία αποδεσμεύσεως την οποία έχει εισπράξει η ελληνική πλευρά την τελευταία δεκαετία. Για τον λόγο αυτό, έχει περίπου καταστεί κοινός τόπος στο μυαλό όλων, ότι εφόσον η αμερικανική πλευρά ικανοποιήσει το αίτημα, μόλις ένα πλοίο είναι δυνατό να παραχωρηθεί στην Ελλάδα.
Στην πραγματικότητα, η επανεμφάνιση στο προσκήνιο του αιτήματος και η σύνδεσή του με το πρόγραμμα νέων φρεγατών, αποκρύπτει την αποτυχία των ελληνικών κυβερνήσεων να εξασφαλίσουν την παραχώρηση ως αντάλλαγμα στο πλαίσιο της “στρατηγικής” σχέσεως που επιθυμούν με τις ΗΠΑ. Ένα πλαίσιο όμως, που η κυβέρνηση πέρυσι δεν φρόντισε να εκμεταλλευθεί, όταν υπέγραφε την ανανέωση της MDCA χωρίς να απαιτήσει το παραμικρό χειροπιαστό αντάλλαγμα. Εφόσον υφίσταται αυτό το πλαίσιο που δικαιολογεί την Αθήνα να ζητεί σοβαρά ανταλλάγματα από την Ουάσιγκτον, η συσχέτιση του αιτήματος για Arleigh Burke με την προετοιμασία αναθέσεως σε αμερικανική εταιρεία συμβάσεων της τάξεως των 5 δισ. $, λαμβάνει χαρακτήρα περίπου… “δωροδοκίας” των Αμερικανών. Τοιουτοτρόπως, υπογραμμίζει την ελληνική ανικανότητα σε επίπεδο πολιτικών χειρισμών και δίνει το δικαίωμα σε οποιονδήποτε να υποστηρίξει ότι στην πραγματικότητα, μέσω παραμερισμού του ΥΠΕΘΑ, των Γενικών Επιτελείων και οποιασδήποτε διαγωνιστικής διαδικασίας, επιδιώκεται η εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων.
Τα Arleigh Burke των πρώτων παρτίδων κατασκευής, θεωρείται ότι ολοκληρώνουν τον επιχειρησιακό τους βίο το 2026 σε αμερικανική υπηρεσία και γι’ αυτό γινόταν συζήτηση για την εφαρμογή ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού τους. Ωστόσο, οι τελευταίες αποφάσεις έχουν ματαιώσει αυτή την προοπτική και μόνο κάποιες παρεμβάσεις αναβαθμίσεως σχεδιάζεται να γίνουν ώστε να διατηρηθούν για κάποιο διάστημα ακόμη στην πρώτη γραμμή.
Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση παραχωρήσεως ενός αντιτορπιλικού της κλάσεως στην Ελλάδα, θα πρέπει σχεδόν ταυτοχρόνως να αναληφθεί και κάποιο περιορισμένο πρόγραμμα αναβαθμίσεως – τυποποιήσεως. Το σημαντικότερο όμως είναι να απαντηθεί από την στρατιωτική ηγεσία, κατά πόσο ένα αντιτορπιλικό Arleigh Burke, μπορεί να αποτελέσει επαρκή βάση για ικανότητα Αντιαεροπορικής Άμυνας Περιοχής. Διότι πρακτικώς, “ένα, ίσον κανένα”, αφού στην περίπτωση εργασιών συντηρήσεως του πλοίου, χάνεται αυτομάτως η επιχειρησιακή ικανότητα.
Υπενθυμίζεται ότι κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την Γαλλία για την πρόσκτηση δύο νέων φρεγατών το 2018 επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, σε πολιτικό επίπεδο κορυφής είχε τεθεί αίτημα “ενδιάμεσης λύσης” για παραχώρηση με leasing δύο (και όχι μίας) φρεγατών FREMM.
Δημοσίευση σχολίου