Του Πέτρου Τασιού
Φέτος συμπληρώνονται 60 χρόνια από το Σχέδιο Άτσεσον και 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή, κατοχή και εποικισμό στην Κύπρο. Σκοπός της παρούσας ανάλυσης είναι να καταδείξει τους λόγους για τους oποίους το καλοκαίρι του 1964 ήταν τελικά πιο καθοριστικό από αυτό του 1974 για την πορεία του Κυπριακού. Αναμφισβήτητα θέρος μοιραίο, αφού τότε χάθηκε η ευκαιρία της ένωσης με την Ελλάδα και η Τουρκία φανέρωσε με ξεκάθαρο τρόπο το στόχο της για τη διχοτόμηση του νησιού.
Το κείμενο χωρίζεται σε οκτώ ενότητες. Οι τρεις πρώτες είναι εισαγωγικές, αλλά απαραίτητες για την κατανόηση των συνθηκών που οδήγησαν στο Σχέδιο Άτσεσον.
Στην πρώτη, αναδεικνύεται η γεωπολιτική θέση και σημασία της Μεγαλονήσου.
Στη δεύτερη, περιγράφεται συνοπτικά η εσωτερική κατάσταση και το διεθνές περιβάλλον, όπως είχαν διαμορφωθεί έως το 1963, έτος στο οποίο φάνηκε η εντελώς προβληματική λειτουργία του νεοσύστατου κράτους.
Στην τρίτη, αναλύεται η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ την περίοδο 1960-1963. Το κύριο μέρος έχει πέντε ενότητες.
Στην τέταρτη, σκιαγραφούνται τα δραματικά γεγονότα του 1964 που ανάγκασαν τις ΗΠΑ να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο Κυπριακό και τους λόγους που υιοθέτησαν την αλλαγή του status quo της Κύπρου υπέρ των ελληνικών θέσεων.
Στις ενότητες πέντε και έξι, εξιστορούνται οι λεπτομέρειες της αμερικανικής ανάμιξης για την υιοθέτηση του Σχεδίου Άτσεσον στις δύο εκδοχές του.
Η έβδομη, ερμηνεύει, γιατί ο αμερικανικός παράγοντας επεδίωκε διακαώς την ένωση Ελλάδας – Κύπρου.
Στην όγδοη, αποκρυσταλλώνονται οι αιτίες για τη μη ευόδωση του Σχεδίου.
Τέλος, η ένατη ενότητα κλείνει με αξιολογικά συμπεράσματα για την τελευταία μεγάλη χαμένη ευκαιρία για τον ελληνισμό.
H ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΗΠΑ
Η Ανατολική Μεσόγειος υπήρξε διαχρονικά πεδίο ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων. Την περίοδο εκείνη υπαγόταν στον αμερικανικό πολιτικό σχεδιασμό στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής, έχοντας ορίσει υφυπουργό Εξωτερικών αποκλειστικά αρμόδιο για τις υποθέσεις αυτές και ξεχωριστή διεύθυνση στο υπουργείο Εξωτερικών στην Ουάσινγκτον.
Συγκεκριμένα το Γραφείο Ελληνικών, Τουρκικών και Ιρανικών Υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών ασχολούνταν με το κρίσιμο διεθνές υποσύστημα, όπου βρίσκονταν τα τρία -κομβικής σημασίας- κράτη. Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Κύπρος αποτελούσαν κατά τον Νίκολας Σπάικμαν τη Γέφυρα του Ρίμλαντ, η οποία ορίζεται ως διαμετακομιστική και ανασχετική ζώνη που συνδέει το Ευρωπαϊκό και Ασιατικό τμήμα του Ρίμλαντ.
Η αξία της Γέφυρας του Ρίμλαντ έγκειται στην κομβική τοποθεσία της και στην αλληλεξάρτηση των μερών που τη συναποτελούν. Οι τρεις χώρες μαζί σχηματίζουν αφενός ένα εμπόδιο εναντίον της εξόδου της δύναμης του Χάρτλαντ στην Ανατολική Μεσόγειο και αφετέρου μια εμπορική αρτηρία μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η συνεργατική σχέση Ελλάδας-Τουρκίας αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση, ώστε οι ΗΠΑ να ελέγχουν τη Γέφυρα του Ρίμλαντ με εξαιρετικά πλεονεκτήματα. Λειτουργούσε ταυτόχρονα ως στρατηγικό στενό πέρασμα, πολύτιμη πύλη εμπορίου, αλλά και ως επικίνδυνη εστία συγκρούσεων λόγω της διαρκούς ελληνοτουρκικής διένεξης.
Η υπερδύναμη έχοντας κατορθώσει να ελέγξει τη Γέφυρα του Ρίμλαντ βρέθηκε αναπόφευκτα στο μέσο των εντάσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Η Κύπρος, αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της περιοχής, αποτελούσε μια χρήσιμη βάση στην Ανατολική Μεσόγειο. Η γεωστρατηγική της θέση ήταν ιδανική, τόσο για τις αεροπορικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο, όσο και για τον εναέριο έλεγχο ρύθμισης της αεροπορικής κυκλοφορίας, αλλά και για την επίβλεψη των επικοινωνιών από τον Ατλαντικό ως τα βορειοδυτικά της Ινδίας.
Οι ΗΠΑ χρειάζονταν, πέραν της Ελλάδας και της Τουρκίας, και την Κύπρο προκειμένου ο έλεγχος των υδάτων της Ανατολικής Μεσογείου να προσφέρει ευελιξία κινήσεων στο αμερικανικό ναυτικό ώστε να είναι σε θέση να υποστηρίζει ταυτόχρονα χερσαίες και αεροπορικές δυνάμεις.
ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Το νεοσύστατο κράτος της Κύπρου διένυε τον τρίτο χρόνο της ζωής του. Η ανεξαρτησία του (που επίσημα ανακηρύχθηκε στις 16 Αυγούστου 1960) ήταν σε αναντιστοιχία με την εκπλήρωση του στόχου της Ένωσης με τη μητέρα πατρίδα που εκφράστηκε ξεκάθαρα τόσο, με το δημοψήφισμα (15 Ιανουαρίου 1950) με 95,7% υπέρ, όσο και με τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ την τετραετία 1955-1959.
Το δοτό Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτέλεσμα των μειοδοτικών συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου (11 και 19 Φεβρουαρίου 1959), υπήρξε βρετανική έμπνευση που καθιστούσε τη λειτουργία του κράτους αδύνατη.
Η τουρκική μειονότητα του 18% ήταν όχι μόνο συγκυρίαρχη, παρακάμπτοντας την αρχή της πλειοψηφίας, αλλά είχε και το δικαίωμα να εμποδίζει την πραγμάτωση πολιτικών και αποφάσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Το ανεφάρμοστο Σύνταγμα, που αποτέλεσε παγκόσμια πρωτοτυπία, σε συνδυασμό με τη διαλυτική λειτουργία των Τούρκων και τα στρατηγικά συμφέροντα των Βρετανών έφεραν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα την οργάνωση και διοίκηση του νησιού σε αδιέξοδο.
Στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής ο Ψυχρός Πόλεμος Ανατολής-Δύσης συνεχιζόταν, με αμείωτη ένταση, με την κρίση των πυραύλων της Κούβας (14-28 Οκτωβρίου 1962) να οδηγεί τις δύο τότε υπερδυνάμεις ένα βήμα πριν από την ένοπλη αναμέτρηση.
Η Σοβιετική Ένωση, μεταξύ άλλων, εμφανιζόταν απειλητική στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, συνάπτοντας συμμαχίες με την Αίγυπτο, τη Λιβύη και τη Συρία, ενώ τα ρωσικά πολεμικά σκάφη διείσδυαν στις «θερμές θάλασσες». Αντίστροφα, οι ΗΠΑ, με το δόγμα της ανάσχεσης στην περίμετρο της Ευρασίας, πίεζαν τη Σοβιετική Ένωση να συγκρατηθεί στη γεωπολιτική ενδοχώρα.
Για την Ουάσιγκτον, δεν υπήρχε άλλη επιλογή παρά να επιβεβαιώσει την κυριαρχία της σε ολόκληρη τη Μεσόγειο σε μια χρονική στιγμή που η Σοβιετική Ένωση την αμφισβητούσε ευθέως ασκώντας επιθετική πολιτική.
Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1960-1963)
Η υπόθεση της Κύπρου είχε προκαλέσει τρομερή δυσαρμονία στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Σύμφωνα με εκτίμηση της CIA, «η ανεξαρτησία δεν θα εξαλείψει τις σοβαρές εντάσεις μεταξύ της ελληνικής και τουρκικής κοινότητας. Η συμφωνία είναι διάσπαρτη με διατάξεις που θα τείνουν να διαιωνίζουν τις διαιρέσεις μεταξύ τους». Αμέσως μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας αποφάσισε ότι η αμερικανική πολιτική πρέπει εδράζεται σε δύο άξονες:Τη δυνατότητα αδιάλειπτης χρήσης των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων από τις ΗΠΑ και
Την αποφυγή κάθε ενέργειας που θα μπορούσε να δείξει ότι οι ΗΠΑ μεροληπτούν υπέρ της ελληνικής ή τουρκικής κοινότητας.
Τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στην Κύπρο επιδίωκαν την πολιτική σταθερότητα, την αποφυγή μιας νέας ελληνοτουρκικής κρίσης, τη διατήρηση της πρόσβασης της Δύσης σε στρατιωτικές βάσεις και εγκαταστάσεις, τη συλλογή πληροφοριών και την ελαχιστοποίηση της πιθανής επιρροής από τη Σοβιετική Ένωση.
Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν ανάμιξη ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θα υποδήλωνε εύνοια υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς, επιτρέποντας στη Μεγάλη Βρετανία να αναλάβει τον πρωτεύοντα ρόλο στις υποθέσεις της Κύπρου. Ενώ όλα τα παραπάνω ικανοποιούνταν σε μεγάλο βαθμό αρχικά, η ισχυρή παρουσία των κομμουνιστών μέσω του ΑΚΕΛ, η ένταξη της στο Κίνημα των Αδέσμευτων, ακολουθώντας ανεξάρτητη πολιτική, προκαλούσαν σοβαρές ανησυχίες στις ΗΠΑ στο ενδεχόμενο η Κύπρος να μετατραπεί σε μια «Κούβα της Μεσογείου».
Μολονότι η Κύπρος προσπαθούσε να οικοδομήσει ειδικές σχέσεις ταυτόχρονα και με τις δυο υπερδυνάμεις, οι ΗΠΑ θεωρούσαν ως πιθανό σενάριο η Σοβιετική Ένωση να προσεταιριστεί τη νεόκοπη δημοκρατία, διαρρηγνύοντας τη συνοχή της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου