Ηλιόπουλος Γιώργος
Κατά κανόνα η ειδησεογραφία και οι αναλύσεις που αναφέρονται επικεντρώνεται στην Τουρκία, ασχολούνται κυρίως με την πολιτική του καθεστώτος Ερντογάν, την προβολή ισχύος σε διάφορα μέτωπα (από τον Καύκασο και την Ουκρανία, έως την Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή), όπως και με τους ελιγμούς του που κατά κανόνα προβληματίζουν τους αντιπάλους του.
Όμως, ο προβληματισμός και η ανησυχία του καθεστώτος εστιάζονται στο μάλλον αθέατο εσωτερικό του μέτωπο. Σ’ έναν μάλλον άγνωστο πόλεμο, που προς το παρόν δεν υπάρχει η δυνατότητα να προσμετρηθούν οι επιπτώσεις του. Η αλλοπρόσαλλη κοινωνική και οικονομική πολιτική του Τούρκου προέδρου με εμφανέστερα σημεία την αποπομπή τριών κεντρικών τραπεζιτών σε διάστημα διετίας, τον πληθωρισμό που δεν τιθασσεύεται παρά τις εξαγγελίες και τις υποσχέσεις, την ανεργία στις ηλικίες κάτω των 40 ετών που υπερβαίνει το 25%, την εκμηδένιση των συναλλαγματικών αποθεμάτων και την διαρκή υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος, αποτελούν μερικά από τα εμφανή αίτια της καθίζησης που συντελείται στην Τουρκία.
Όπως συμβουλεύουν οι στρατηγικοί αναλυτές των αναδυόμενων αγορών, οι κίνδυνοι αυξάνονται και οι προειδοποιήσεις πολλαπλασιάζονται, αν και ο Ερντογάν υποστηρίζει με κάθε μέσον που διαθέτει ή ελέγχει πως τα πάντα εξελίσσονται ομαλά, πως η ρευστότητα της αγοράς και η αύξηση της μεταβλητότητας δεν αντανακλούν την οικονομική πραγματικότητα της χώρας.
Πάντως, οι αναλυτές της BARCLAYS προειδοποιούν πως η επιστροφή των ευμετάβλητων συνθηκών μετά την αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη Naci Ağbal μετά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου 2021, εντείνει τους κινδύνους, ενώ από την CAPITAL ECONOMICS ενημερώνουν πως ο κίνδυνος μίας νομισματικής κρίσης διογκώνεται.
Το ισοζύγιο σε ρόλο θρυαλλίδας
Ο επικεφαλής των ειδικών στρατηγικών αναλυτών της CAPITAL ECONOMICS Jason Tuvey διαβλέπει πως η χαοτική κατάσταση στο τουρκικό ισοζύγιο πληρωμών ίσως λειτουργήσει σαν θρυαλλίδα για μία ευρεία διάχυση της κρίσης. Κυρίως λόγω του γεγονότος ότι κατά την διάρκεια της τελευταίας διετίας οι αγορές αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως μία επικίνδυνη περίπτωση αναδυόμενης αγοράς, λόγω της ιδιοσυγκρασίας της κυβέρνησής της, οπότε λαμβάνουν και τα ανάλογα μέτρα προστασίας τους.
Ένα παράδειγμα αποτελεί η συμπεριφορά των ισπανικών και των γαλλικών τραπεζών στην κρίση της τουρκικής λίρας του 2018. Οι τοποθετήσεις των ισπανικών τραπεζών σε τουρκικά χρεόγραφα μειώνονται από 20,82 δισ. δολάρια σε 14,05, ενώ των γαλλικών από 7,1 δισ. δολάρια σε 6,4 δισ. με τις ρευστοποιήσεις του 2020 να περιορίζουν περαιτέρω τουλάχιστον κατά 25% τις θέσεις τους στην Τουρκία, σύμφωνα με την S&P GLOBAL.
Κατά τον επικεφαλής των οικονομολόγων της HANDELSBANKEN MACRO RESEARCH στην Στοκχόλμη, Erik Meyersson, το δεύτερο τρίμηνο του 2021, χαρακτηρίζεται από την απότομη διάβρωση της αξιοπιστίας της τουρκικής κεντρικής τράπεζας, με τις συχνές αποπομπές των διοικητών της να αποτελούν το πλέον αντιπαραγωγικό στοιχείο των ενεργειών της κυβέρνησης Ερντογάν.
Ταυτόχρονα αυξάνει απότομα τους συντελεστές κινδύνου, δυσχεραίνοντας την διαχείριση των απειλητικών χρηματοοικονομικών προβλημάτων της Τουρκίας. Όπως και στην περίοδο της ελληνικής κρίσης και της πτώχευσης του 2010, οι τοποθετήσεις περιορίζονται δραστικά, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος διάχυσης της τουρκικής κρίσης στις αναδυόμενες αγορές, ειδικά και λόγω της αναμενόμενης κατάρρευσης του Λιβάνου.
ΑΕΠ και ανέχεια
Κατά την Divya Devesh της STANDARD CHARTERED αναδύεται μία απομόχλευση του τουρκικού κινδύνου, με συνέπεια να περιορίζονται αισθητά οι συνέπειες μίας ενδεχόμενης κατάρρευσης. Η τακτική αυτή κυριαρχεί ιδιαίτερα στους Ιάπωνες μικροεπενδυτές που έχουν τοποθετηθεί στην τουρκική λίρα. Δεν υφίσταται προς το παρόν σοβαρή απειλή διάχυσης κι αυτό λόγω του ότι έχουν ληφθεί μέτρα προστασίας, ακόμα και για την παύση πληρωμών των μεγάλων τουρκικών επιχειρήσεων.
Παρά τις πρόσφατες ανακοινώσεις για εντυπωσιακή άνοδο του τουρκικού ΑΕΠ κατά 7% στο πρώτο τρίμηνο του 2021, σαφέστατα ανώτερη από το 6,3-6,8% των σχετικών εκτιμήσεων (η δεύτερη καλύτερη επίδοση στους G-20 μετά την Κίνα), η ανάκαμψη συγκαλύπτει το γεγονός ότι αυτό έχει συντελεσθεί κυρίως σε βάρος των χαμηλότερων εισοδηματικών τάξεων. Το καθεστώς Ερντογάν έχει καταστήσει εξαιρετικά εύθραυστη την τουρκική οικονομία, προκαλώντας καθίζηση της αξίας του εθνικού νομίσματος, χωρίς ορατά σημεία αναστροφής της τάσης.
Στις κατώτερες μάλιστα εισοδηματικές τάξης παρατηρείται μία άνευ προηγουμένου δυσπραγία. Ο γνωστός Timothy Ash του BLUE BAY ASSET MANAGEMENT στο Λονδίνο προειδοποιεί πως οι απόψεις των σοβαρών οικονομικών κύκλων συγκλίνουν ως προς το γεγονός ότι η ανάκαμψη συντελείται σε βάρος του ασθενέστερου οικονομικά πληθυσμού, κυοφορώντας συνθήκες αστάθειας και αναταραχής.
Ο άγνωστος πόλεμος
Από την εποχή της προηγούμενης μεγάλης κρίσης του 2018, το τουρκικό νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά 50% έναντι του δολαρίου, χωρίς να εκδηλώνει σταθερά σημεία αναστροφής της τάσης. Αυτό έχει ως συνέπεια να διευρύνεται ασύμμετρα το χάσμα των οικονομικών ανισοτήτων, με τον διψήφιο πληθωρισμό να επιδεινώνει την κατάσταση. Τα δεινά της τουρκικής λίρας ανακλώνται στην μείωση της μέσης κατά κεφαλήν συμμετοχής στο ΑΕΠ, που από τα 10.500 δολάρια του 2017, μειώνεται σε λιγότερα από 8.000 το 2020. Το μέγεθος αυτό έχει να εμφανισθεί από το 2003 σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, δηλαδή από την εποχή της ανάληψης της εξουσίας από τον Ερντογάν.
Παράλληλα εντείνεται συνεχώς η ανέχεια στην χώρα και διογκώνεται το πρόβλημα της ανεργίας, ειδικά στους νέους ανθρώπους που αγωνίζονται να επιβιώσουν με πενιχρά μέσα. Η Τουρκική Ομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων (TÜRK-İŞ) επισημαίνει πως το όριο της φτώχειας για μία τετραμελή οικογένεια αυξάνεται στις 9.219 τουρκικές λίρες σε μηνιαία βάση τον Μάϊο (1.087 δολάρια) και πλέον διαμορφώνεται σε τριπλάσια επίπεδα από τον κατώτατο μηνιαίο μισθό.
Μόλις προ δωδεκαμήνου το όριο έφθανε τις 7.942 τουρκικές λίρες, αλλά πιέζεται ασφυκτικά από τον πληθωρισμό, ενώ ο εθνικός ελάχιστος μηνιαίος μισθός που φθάνει τις 2.826 τουρκικές λίρες διαμορφώνεται σε επίπεδα κατώτερα από το όριο πείνας μίας τετραμελούς οικογένειας που τοποθετείται στις 2.830, σύμφωνα με την TÜRK-İŞ. Προσθέτει μάλιστα πως επίκεινται και άλλοι σοβαρότεροι κίνδυνοι για τις οικογένειες, λόγω μεγάλων αυξήσεων στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, ενώ μόνον στην Άγκυρα οι τιμές των ειδών διατροφής αυξήθηκαν τον Μάϊο κατά 2,28%, με την καταναλωτική εμπιστοσύνη να κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας διετίας.
Το τι εγκυμονεί μία τέτοια κατάσταση μας το έχει διδάξει η παγκόσμια Ιστορία. Η Τουρκία έχει τις ιδιαιτερότητές της, αλλά δεν μπορεί να ξεφύγει από τον κανόνα. Νωρίτερα ή αργότερα η οικονομική δυσπραγία θα παροξύνει την κοινωνική δυσαρέσκεια, η οποία με τη σειρά της θα εκδηλωθεί και στο πολιτικό επίπεδο, πιθανότατα στις προεδρικές εκλογές του 2023, ίσως και με κοινωνική αναταραχή.
Δημοσίευση σχολίου