GuidePedia

0
Του Τασου Tελλογλου

Η σύγκριση των εισοδημάτων των χειρουργών που φέρονται ότι λαμβάνουν χρήματα από την εταιρεία ορθοπεδικού υλικού Depuy Hellas με τα δηλωμένα εισοδήματά τους δείχνει τεράστιες αποκλίσεις. Ετσι, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στην περίπτωση ενός γιατρού του Νοσοκομείου «Αττικόν»,
εμφανίζονται μετά το 2004 δεκαπλάσια εισοδήματα στους λογαριασμούς του έναντι των εισοδημάτων του, που δηλώνονται στα 150.000 ευρώ! Στην περίπτωση ενός χειρουργού από νοσοκομείο των Ιωαννίνων, το αντίστοιχο ποσό ήταν επίσης 10 φορές περισσότερο από τα 250.000 ευρώ που δήλωνε και προσέγγιζε τα 2,5 εκατ. ευρώ.

Την περασμένη εβδομάδα, η εφέτης ανακρίτρια της πολύκροτης υπόθεσης των ορθοπεδικών, που έχει ήδη οδηγήσει στην καταδίκη ένα στέλεχος της Depuy International στη Μεγάλη Βρετανία, παρέλαβε τις αναλύσεις των λογαριασμών που είχαν προκύψει από κατάσταση που βρέθηκε στο σπίτι της Δ.Φ., στενής συνεργάτιδος δύο αδελφών που ήλεγχαν την εταιρεία Medec, η οποία είχε αναλάβει να μεσολαβεί μεταξύ της Depuy και των γιατρών που φέρονται να έπαιρναν χρήματα. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥπΕΕ) θα επεκτείνει, σύμφωνα με πληροφορίες, τους ελέγχους σε λογαριασμούς άλλων -πλην των 13 που έχει ήδη ελέγξει- 22 γιατρών, για τους οποίους υπάρχουν ενδείξεις ότι ελάμβαναν μεγάλα ποσά από την αμερικανική θυγατρική της Johnson & Johnson.

200 ονόματα

Συνολικά στο γκαράζ της Δ.Φ. βρέθηκε μία λίστα με 200 ονόματα ορθοπεδικών και ενδείξεις ότι κατά καιρούς είχαν προνόμια (ταξίδια, χρήματα κ.ά.), που σύμφωνα με τον ελληνικό νόμο θεωρούνται δωροδοκία κρατικού λειτουργού. Φυσικά, θα χρειαστούν πρόσθετες αποδείξεις για να συνδεθούν πληρωμές ποσών μεγαλύτερων των 150.000 ευρώ με την «αντιπαροχή» της τοποθέτησης του συγκεκριμένου υλικού της Depuy από τους χειρουργούς στους ασθενείς, για να συνδεθούν τα αδικήματα με τον νόμο 1608/50 «περί καταχραστών του ελληνικού Δημοσίου» βάσει των οποίων διενεργείται τώρα η ανάκριση της ανακρίτριας κ. Ζαΐρη.

Οπως έχει προκύψει από την έρευνα των ελληνικών και των βρετανικών αρχών, στη διακίνηση του «μαύρου χρήματος» από και προς την Ελλάδα έχει εμπλοκή και μία εταιρεία του Isle of Man. Σημειώνεται ότι η υπόθεση απεκαλύφθη από τις αμερικανικές αρχές (Security and Exchange Commission, Επιτροπή Ελέγχου της Κεφαλαιαγοράς της Νέας Υόρκης και το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ) το 2005, όταν ανιχνεύτηκαν παράνομες πληρωμές «σε δύο μικρές ευρωπαϊκές αγορές», την ελληνική και την πολωνική. Ταυτόχρονα, απεκαλύφθησαν και άλλες πληρωμές από τις εταιρείες Biometric, Stryker, Zimmer Holding, Smith & Nephew και Medtronic. Από αυτές, η Smith & Nephew έχει παραδεχθεί ότι έκανε παράνομες πληρωμές στην ελληνική αγορά.

«Τριγωνικές συναλλαγές»

Η ΥπΕΕ έχει θέσει ακόμα στο μικροσκόπιό της πληρωμές του αντιπροσώπου της εταιρείας Saint Jude Medical, που φέρεται να έχει διενεργήσει «τριγωνικές συναλλαγές» μέσω εταιρείας στην Κύπρο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολωνική εισαγγελία προχώρησε ταχύτατα για την απόδοση δικαιοσύνης στα αντίστοιχα περιστατικά παράνομων πληρωμών ορθοπεδικών από την Depuy, οδηγώντας στη φυλακή δεκάδες αξιωματούχους των κρατικών νοσοκομείων αλλά και γιατρούς.

Εν τω μεταξύ, την περασμένη εβδομάδα συγκεντρώθηκαν στο εμπορικό τμήμα της αμερικανικής πρεσβείας εκπρόσωποι 12 μεγάλων αμερικανικών φαρμακευτικών επιχειρήσεων, τρεις τουλάχιστον από τις οποίες συζητούν το ενδεχόμενο να αποχωρήσουν από την ελληνική αγορά εξαιτίας του αθέμιτου ανταγωνισμού που προκαλεί η συνεχιζόμενη πρακτική των «μαύρων πληρωμών», αλλά και της δραματικής καθυστέρησης στις πληρωμές των νοσοκομείων προς τις εταιρείες αυτές.

Παράλληλα, συνεχίζεται η πρωτότυπη πρακτική της προμήθειας υπερκοστολογημένων υλικών οστεοσύνθεσης από τα κρατικά νοσοκομεία της χώρας, όπως αποδεικνύεται από έγγραφο του Πανελλήνιου Συλλόγου Προμηθευτών Εμφυτεύσιμου Ορθοπεδικού Υλικού, που περιήλθε στην κατοχή της «Κ», προς το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών (σ.σ. κοινοποιήθηκε προς την ηγεσία του υπουργείου Υγείας). Σε αυτό ασκείται δριμύτατη κριτική στο Διοικητικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου του Ρίου, επειδή «το μοναδικό και εντελώς πρωτότυπο κριτήριο» ήταν η παροχή έκπτωσης εκ μέρους των εταιρειών με ποσοστό πάνω από 25%. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προμηθευτές επικαλούνται την κατάργηση του ΦΕΚ 518/2005, το οποίο όμως έως πρόσφατα επικαλούνταν για να απαιτήσουν τις ανώτατες τιμές, που καθόριζε ακόμα και μετά την κατάργησή του.

kathimerini.gr

Δημοσίευση σχολίου

 
Top