Πώς ο αρχιτέκτονας Τζελεπής Κομνηνός αναστήλωσε τον ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα μετά τη μεγάλη πυρκαϊά του 1808
Επί δύο ημέρες έκαιγε η φωτιά στον ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα. Οι υψηλές θερμοκρασίες προκάλεσαν τη σύνθλιψη των κιόνων της Ροτόντας, ο ξύλινος τρούλος της κατέπεσε, αφού πρώτα είχε μετατραπεί σε κάρβουνο, και η μολύβδινη επένδυσή του ρευστοποιήθηκε και χύθηκε στο εσωτερικό. Ολόκληρο το ιερό του καθολικού κατέρρευσε και το βαρύτιμο ξυλόγλυπτο τέμπλο του 17ου αιώνα κάηκε, ενώ τα κιονόκρανα από παριανό μάρμαρο μετατράπηκαν σε ασβέστη. Τεράστιες οι καταστροφές και στον περίδρομο, στο ιερό κουβούκλιο και στην εκκλησία του Γολγοθά. Ηταν 30 Σεπτεμβρίου 1808 αλλά η θλιβερή είδηση έφθασε στην Κωνσταντινούπο- λη μία εβδομάδα αργότερα, όσο διαρκούσε τότε το ταξίδι από ξηράς. Το ζήτημα της ανοικοδόμησης του ναού αντιμετωπίστηκε όμως αμέσως και υπεύθυνος γι΄ αυτήν ορίστηκε ο αρχιτέκτονας της Υψηλής Πύλης κάλφας Τζελεπής Κομνηνός. Ετσι αρχίζει ένα σπουδαίο έργο εν μέσω δυσκολιών και αντιξοοτήτων, πολιτικών και θρησκευτικών ερίδων αλλά και των προσωπικών ιστοριών των ανθρώπων που ενεπλάκησαν σε αυτό. Πρόκειται για ένα κομμάτι της ιστορίας του ιερού ναού της Αναστάσεως που εξετάζει σήμερα ο αρχιτέκτονας κ. Θεοδόσιος Μητρόπουλος , διευθυντής του Τεχνικού Γραφείου στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, στη μελέτη του «Ο πανίερος ναός της Αναστάσεως Ιεροσολύμων », που εκδόθηκε από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων.
Μόνο η καταστροφή που είχε επιφέρει στα κωνσταντίνεια οικοδομήματα ο Ελ Χακέμ το 1009 μπορούσε να συγκριθεί, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, με τις φθορές του ναού της Αναστάσεως από την πυρκαϊά. Οι αιτίες αλλά και η ακριβής χρονολόγησή της έχουν αποτελέσει άλλωστε το αντικείμενο πολλών ερευνητών, αν και, όπως σημειώνει ο κ. Μητρόπουλος, οι περισσότεροι συμφωνούν στον καταλογισμό ευθυνών στους Αρμένιους. Ο Προκόπιος Ναζιανζηνός μάλιστα περιγράφει λεπτομερώς τον τρόπο πυροδότησης και τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι Αρμένιοι.
Τρεις αποστολές υλικών και μαστόρων και συνεργεία από 426 τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων χρειάστηκαν για να φέρουν σε πέρας το έργο που ολοκληρώθηκε το 1810 αποσκοπώντας πρώτα στη στερέωση και στην ενίσχυση του στατικού φορέα του οικοδομήματος και στη συνέχεια στον επιγραφικό του διάκοσμο. Το υλικό που θα χρησιμοποιηθεί δεν είναι πλέον το ξύλο αλλά η γνωστή για την αντοχή της ερυθρωπή πέτρα με την ονομασία σλάγεμπ, ενώ μεγάλη ποσότητα μαρμάρων μεταφέρεται από την Κωνσταντινούπολη.
«Ισνάφια» και συντεχνίες
Ο τρούλος του ναού της Αναστάσεως (δεξιά), όπως φαίνεται σήμερα μέσα από το σύμπλεγμα καμπαναριών και μιναρέδων
Ο κάλφας Κομνηνός ήταν ένας από τους πλέον έμπειρους και φημισμένους αρχιτέκτονες, ενώ οι εργάτες που επέλεξε ο ίδιος στην Κωνσταντινούπολη ήταν μέλη των περίφημων συντεχνιών των κατασκευαστών μαστόρων που προέρχονταν από τα χριστιανικά συνδικάτα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι «πελεκάνοι» ήταν ικανοί να ξεκουφώσουν την πιο σκληρή πέτρα και να εκτελέσουν αριστουργήματα μαρμαροτεχνίας, οι «δουβαρτζήδες» και οι «πετροκόποι» ήξεραν να σφηνώνουν τέλεια τις λιθοδομές. Εξάλλου οι νησιώτες και κωνσταντινουπολίτες πελεκάνοι του Κομνηνού αποτελώντας άριστο «ισνάφι» κατόρθωσαν να χαράξουν και να ιστορήσουν όλα σχεδόν τα αρχιτεκτονήματα που κατασκεύασαν, παρά τις αντιδράσεις των Λατίνων (απειλές, προπηλακισμούς, ακόμη και δολοφονίες), διασφαλίζοντας έτσι μέσω της χρησικτησίας την ιδιοκτησία επί τμημάτων του ναού.Ο τελικός απολογισμός των εξόδων του έργου που πραγματοποίησε ο Κομνηνός ανερχόταν, σύμφωνα με τις καταστάσεις του Πατριαρχείου, σε 400.206 γρόσια αλλά τα ρουσφέτια προς τις τουρκικές αρχές για να μην παρεμποδίζουν το έργο κόστισαν τριπλάσια:
1.135.871 γρόσια! Αμοιβή για τον Κομνηνό δεν υπήρχε αφού είχε προσφερθεί αφιλοκερδώς.
Πώς γεννήθηκε η Βαβέλ των Αγίων Τόπων
Ιερείς που συνωθούνται ή και συμπλέκονται με τις αναμμένες λαμπάδες στα χέρια μέσα σε στενούς και ασφυκτικά γεμάτους χώρους και αγώνας επικράτησης και κατάληψης έστω και ενός εκατοστού «ξένου» εδάφους συνθέτουν την άλλη εικόνα της Αναστάσεως στον ναό των Ιεροσολύμων που υπενθυμίζει κάθε χρόνο το ιδιόμορφο «ιδιοκτησιακό» καθεστώς των Αγίων Τόπων.
Τον 7ο αιώνα υπήρχαν δύο τελετουργικά στον ναό της Αναστάσεως, ελληνικό και λατινικό. Τον 15ο αιώνα λειτουργούσαν Ελληνες, Λατίνοι, Ιακωβίτες, Αρμένιοι, Ιβηρες, Ινδοί, Γεωργιανοί και Σύριοι. Από τις αρχές του 16ου, όταν οι Οθωμανοί εγκαθίστανται στην περιοχή, οι Αγιοι Τόποι γίνονται εμπορεύσιμο είδος περνώντας από τα χέρια του ενός στον άλλον χάρη σε φιρμάνια που εκδίδονται από την Υψηλή Πύλη σε αντίστοιχα πολύ υψηλές τιμές. Εν τέλει το 1852-ενώ έχει τελειώσει ο Κριμαϊκός Πόλεμος με την Τουρκία στη γωνία, την αύξηση της ρωσικής και τη μείωση της γαλλικής επίδρασης- γίνεται αποδεκτό το status quo δικαίου που προτείνει η Ρωσία και, παρά τις αντιδράσεις των Δυτικών, είναι ευνοϊκό για τους ορθοδόξους. Το σουλτανικό φιρμάνι μάλιστα επικυρώνεται από τη Συνθήκη των Παρισίων στις 30 Μαρτίου 1856 και τη Συνθήκη του Βερολίνου το 1858. Φυσικά οι έριδες συνεχίζονται. Ελληνες, Λατίνοι και Αρμένιοι έχουν βρει, παρ΄ όλα αυτά, τρόπους συνεργασίας για την αναστήλωση του ναού.
Γιατί επιλέχθηκε ο Κομνηνός
Η άμεση ανάθεση του έργου της αναστήλωσης στον κάλφα Κομνηνό από τον Πατριάρχη Πολύκαρπο εξηγείται, όπως αναφέρει ο κ. Μητρόπουλος, όχι μόνο λόγω της φήμης του ως μεγάλου βασιλικού αρχιτέκτονα και βασικού στελέχους της φαναριώτικης αριστοκρατίας αλλά επειδή μόλις είχε ολοκληρώσει ένα παραπλήσιο έργο: την αναστήλωση του ναού του Μιχαήλ Αρχιστρατήγου στην περιοχή Μεγάλο Ρεύμα της θρακικής χερσονήσου του Βοσπόρου, που είχε καταστραφεί από πυρκαϊά το 1798.
Μεγάλο έργο του ήταν και η κατασκευή της γέφυρας του Αζάπ-καπού στον Κεράτιο, ενώ το τελευταίο θα ήταν γι΄ αυτόν μοιραίο. Επρόκειτο για την κατασκευή του ναύσταθμου στον Κασίμπασα στις αρχές του 19ου αιώνα, έργο για το οποίο το τουρκικό κράτος του χρωστούσε 150.000 γρόσια. Αντί πληρωμής όμως και ύστερα από εντολή του διαβόητου Καπουδάν Πασά, οι Τούρκοι κρέμασαν τον Κομνηνό στις 24 Απριλίου 1821.
Δημοσίευση σχολίου