Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Ο Ρώσος Πρόεδρος ανακοίνωσε στην ετήσια συγκέντρωση αναλυτών και δημοσιογράφων την επιτυχημένη δοκιμή του πυρηνοκίνητου πυραύλου Burevestnik, ικανού να φέρει πυρηνικές κεφαλές πύραυλο κρουζ και με δυνητικό βεληνεκές πολλών χιλιάδων μιλίων. Ταυτόχρονα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανέφερε πως η Μόσχα ενισχύει περαιτέρω το πυρηνικό της οπλοστάσιο, με το διηπειρωτικό πυραυλικό σύστημα Sarmat, οι εργασίες του οποίου έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί.
Από την έναρξη της εισβολή στην Ουκρανία, ο Πούτιν επανειλημμένως υπενθυμίζει την πυρηνική ισχύ της Ρωσίας: «Ένας τέτοιος αριθμός πυραύλων μας – εκατοντάδες – θα εμφανιζόταν στον αέρα, ώστε ούτε ένας εχθρός δεν θα είχε πιθανότητες επιβίωσης», ανέφερε σήμερα, απαντώντας στο ενδεχόμενο να δεχτεί πρώτα η χώρα του επίθεση, επισημαίνοντας πως «κανείς λογικός άνθρωπος στον κόσμο δεν θα χρησιμοποιούσε πυρηνικά εναντίον της Ρωσίας».
Τον Ιούνιο 2020, ο πρόεδρος Πούτιν ενέκρινε το κείμενο των “Βασικών Αρχών Κρατικής Πολιτικής της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την Πυρηνική Αποτροπή”, το οποίο αναφέρει: «Η Ρωσική Ομοσπονδία θεωρεί τα πυρηνικά όπλα αποκλειστικά ως μέσο αποτροπής». Στο ρωσικό δόγμα ορίζονται τέσσερις περιπτώσεις, υπό τις οποίες η Ρωσία θα μπορούσε να κάνει χρήση πυρηνικών:«Αντιμετώπιση αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με την εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων που επιτίθενται στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή/και των συμμάχων της.
Χρήση πυρηνικών όπλων ή άλλων τύπων όπλων μαζικής καταστροφής από αντίπαλο εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή/και των συμμάχων της.
Επίθεση από αντίπαλο εναντίον κρίσιμων κυβερνητικών ή στρατιωτικών τοποθεσιών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η διακοπή της οποίας θα υπονόμευε τις ενέργειες αντίδρασης των πυρηνικών δυνάμεων.
Επιθετικότητα κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας με τη χρήση συμβατικών όπλων, όταν η ίδια η ύπαρξη του κράτους βρίσκεται σε κίνδυνο» (υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας 2020).
Το πυρηνικό χαρτί
Οι συνεχείς ρωσικές δηλώσεις για την ισχύ του πυρηνικού οπλοστασίου της Μόσχας, έχουν καιρούς θορυβήσει κοινό και αναλυτές, θυμίζοντας μερικώς το κλίμα από την κρίση της Κούβας τον Οκτώβριο 1962. Συγκεκριμένα στις 24/2 ο Πούτιν κατά την ομιλία του για την έναρξη της “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης” στην Ουκρανία είχε πει: «Ανεξάρτητα από το ποιος προσπαθεί να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο μας, ή πολύ περισσότερο να δημιουργήσει απειλές για τη χώρα μας και τον λαό μας, πρέπει να γνωρίζει ότι η Ρωσία θα απαντήσει αμέσως και οι συνέπειες θα είναι τέτοιες που δεν έχετε δει ποτέ σε ολόκληρη την ιστορία σας». Αυτό ερμηνεύτηκε ως απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων.
Ήταν η πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1960 που η Μόσχα έκανε τέτοια δημόσια ανακοίνωση σχετικά με την πυρηνική της εγρήγορση, ακόμη κι αν το ακριβές νόημα ήταν αρχικά ασαφές. Η Μόσχα, όπως και οι ΗΠΑ και οι άλλες πυρηνικές δυνάμεις, διατηρούν πάντα κάποια στρατηγικά πυρηνικά όπλα σε κατάσταση συναγερμού και έτοιμα για χρήση. Με δήλωση του υπουργού Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού την επόμενη μέρα είχε γίνει προσπάθεια να μετριασθούν τα λόγια του Πούτιν. Ωστόσο, λίγο αργότερα η Ρωσία είχε πραγματοποιήσει ασκήσεις με πυρηνικά υποβρύχια στη Θάλασσα Μπάρεντς και με κινητούς εκτοξευτές διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων στη Σιβηρία.
Στις 14/3, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ είχε δηλώσει: «Η προοπτική μιας πυρηνικής σύγκρουσης, που κάποτε ήταν αδιανόητη, είναι τώρα πίσω στη σφαίρα των πιθανοτήτων». Ήταν η περίοδος που δυτικοί έβλεπαν πως ο Πούτιν θα μπορούσε να μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Άλλοι αναλυτές ήταν πιο ψύχραιμοι, όπως ο Χερμπ Λιν, μελετητής ασφαλείας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και στο Ινστιτούτο Χούβερ. Στις 15/3 είχε προσπαθήσει να μετριάσει τους φόβους που άρχισαν να εμφανίζονται από τότε: «Από την άποψη του [επιπέδου] κινδύνου, πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε περίπου στο 5-10% του επιπέδου κινδύνου της κουβανικής κρίσης πυραύλων».
Σε γενικές γραμμές η Δύση εκτιμά πως η Ρωσία θα προσφύγει στο πυρηνικό της οπλοστάσιο, μόνο σε περίπτωση πολεμικού αδιεξόδου της, κάτι που συνεχώς φροντίζουν να υπενθυμίζουν Ρώσοι αξιωματούχοι, όπως ο αντιπρόεδρος το Ρωσικού Συμβουλίου Ασφάλειας, πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, που σε δηλώσεις του τον Ιούλιο σύνδεσε την χρήση πυρηνικών με την επιτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης.
Τί επιδιώκει η Μόσχα
Οι ρωσικές ανακοινώσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου μοιάζει να υποδηλώνουν ότι τα πυρηνικά υπερβαίνουν τον στενό αμυντικό ρόλο που ορίζεται στο επίσημο δόγμα. Να σημειωθεί πως το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο έχει επεκταθεί στην κυριότερη χώρα σύμμαχο του Πούτιν στην περιοχή, την Λευκορωσία. Το Κρεμλίνο επισείει τον φόβο χρήσης πυρηνικών όπλων για να επιδιώξει πολιτικούς στόχους, δημιουργώντας μια πυρηνική ομπρέλα για τον συμβατικό του πόλεμο στην Ουκρανία. Μέσω των απειλών του, επιδιώκει να αποτρέψει την παρέμβαση της Δύσης και να διατηρήσει τη σύγκρουση σε επίπεδο “τοπικού πολέμου”. Με αυτόν τον τρόπο, τα ρωσικά πυρηνικά χρησιμοποιούνται σαν εργαλείο εκφοβισμού και διαχείρισης κλιμάκωσης.
Για παράδειγμα, ο Πούτιν δικαιολόγησε τον πόλεμο υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ δημιουργούσαν μια εχθρική αντιρωσική Ουκρανία, που αντιπροσώπευε άμεση απειλή για την ύπαρξη και την κυριαρχία της Ρωσίας. Αυτό παραπέμπει στην τέταρτη περίπτωση χρήσης πυρηνικών στο ρωσικό δόγμα. Μη θέλοντας, λοιπόν, να εξελιχθεί η σύγκρουση στην Ουκρανία σε παγκόσμιο πόλεμο, εμφανίζεται έτοιμη να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα για να τρομοκρατήσει το Κίεβο, ειδικά εάν η Ρωσία στριμωχθεί (κάτι που δεν διαφαίνεται με βάση τις τελευταίες εξελίξεις από το πολεμικό μέτωπο).
Σίγουρα, μια περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων στην Ουκρανία θα άλλαζε θεμελιωδώς τη φύση της σύγκρουσης και θα επηρέαζε τα συμφέροντα τρίτων. Για τις ΗΠΑ, ο πόλεμος παραμένει μια περιφερειακή σύγκρουση, μέσω της οποίας φθείρεται κι αποδυναμώνεται η Ρωσία. Γι’ αυτό και ρέουν πλουσιοπάροχα προς την Ουκρανία και όπλα και χρηματικοί πόροι, τουλάχιστον μέχρι το πολιτικό αδιέξοδο που εμφανίστηκε στο Κογκρέσο.
Πάντως, στο σενάριο η Μόσχα να χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά όπλα, χωρίς να υποστεί τεράστιες συνέπειες, αυτό θα επηρέαζε τον τρόπο με τον οποίο άλλα κράτη με πυρηνικά όπλα θα αξιολογούσαν το κόστος και τα οφέλη των πυρηνικών επιλογών. Αυτό θα έθετε την αμερικανική εξωτερική και αμυντική πολιτική υπό ακραία πίεση, καθώς χώρες, όπως η Πολωνία και η Ιαπωνία, θα αισθάνονταν άμεση απειλή.
Θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει μια επανεξέταση από την Ουάσιγκτον της θέσης για την μεγάλης κλίμακας στρατιωτική ανάμειξή της στον πόλεμο στην Ουκρανία. Το αν χώρες που είναι φιλικές ή σχετικά φιλικές με τη Ρωσία, όπως η Ινδία και η Κίνα, θα έβλεπαν κάποιες απειλές από αυτό, είναι ένα ζήτημα. Μπορεί να μην θέλουν μια αποσταθεροποίηση του διεθνούς συστήματος, αλλά το σπάσιμο του πυρηνικού ταμπού θα ευνοούσε και τις δύο, παρ’ ότι θα καταδίκαζαν διπλωματικά το γεγονός.
Ο φόβος της κλιμάκωσης
Η φήμη της Ρωσίας θα καταρρακωθεί αν πραγματοποιήσει πυρηνική επίθεση, ακυρώνοντας την πρόθεση του Πούτιν να εμφανίζεται η Μόσχα ως εγγυητής της παγκόσμιας σταθερότητας, κάτι που αρκετοί σε Ασία και Αφρική πιστεύουν ακόμα. Το πώς το Κρεμλίνο αξιολογεί τον κίνδυνο μιας τέτοιας απώλειας κύρους παραμένει ασαφές. Υπάρχει πάντα και η άλλη ανάγνωση, ότι με την περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών θα έστελνε ένα μήνυμα αποφασιστικότητας, το οποίο υποχρεωτικά θα λάμβαναν όλοι πολύ σοβαρά υπόψη τους.
Δυτικοί αναλυτές και σχεδιαστές πολιτικής θεωρούν ότι ο κίνδυνος κλιμάκωσης θα ήταν πολύ μεγάλος εάν το ΝΑΤΟ έμπαινε απευθείας στον πόλεμο, πράγμα το οποίο θα ήθελε ο Ζελένσκι για να αποφύγει την ήττα. Όμως οι νατοϊκές χώρες, αν και έχουν αποστείλει άρματα μάχης, πυραύλους και αεροσκάφη στο Κίεβο, έχουν αποκλείσει κατηγορηματικά την κήρυξη ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, όπως ζητούσε με επιμονή ο Ζελένσκι, ενώ χώρες της ΕΕ, όπως η Σλοβακία και η Πολωνία, τηρούν πλέον αποστάσεις από την στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας.
Να σημειωθεί πως οι Ουκρανοί έφτασαν να πραγματοποιούν πλήγματα και επιθέσεις, όχι μόνο εκτός των ουκρανικών περιοχών που κατέχει ο ρωσικός στρατός, αλλά ακόμα και στην Κρίμαια ή την ίδια την ρωσική επικράτεια. Φοβούμενη ακριβώς το ενδεχόμενο πυρηνικής κλιμάκωσης συχνά τηρούν χαμηλούς τόνους για αυτές, ενώ η Ουάσιγκτον υπενθυμίζει πως παγίως δεν υποστηρίζει επιθέσεις στο εσωτερικό της Μόσχας, έχοντας ακριβώς στο νου της τα ρωσικά πυρηνικά όπλα. Ο Πούτιν θεωρεί ότι απειλώντας εμμέσως τη Δύση με το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο την αποτρέπει από το να εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο της Ουκρανίας. Με τέτοιες απειλές, όμως, η χρήση πυρηνικών όπλων δεν ακούγεται πλέον αδιανόητη, όσο και αν “μαζεύεται” από τους εμπλεκόμενους…
Χρήση πυρηνικών όπλων ή άλλων τύπων όπλων μαζικής καταστροφής από αντίπαλο εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή/και των συμμάχων της.
Επίθεση από αντίπαλο εναντίον κρίσιμων κυβερνητικών ή στρατιωτικών τοποθεσιών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η διακοπή της οποίας θα υπονόμευε τις ενέργειες αντίδρασης των πυρηνικών δυνάμεων.
Επιθετικότητα κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας με τη χρήση συμβατικών όπλων, όταν η ίδια η ύπαρξη του κράτους βρίσκεται σε κίνδυνο» (υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας 2020).
Το πυρηνικό χαρτί
Οι συνεχείς ρωσικές δηλώσεις για την ισχύ του πυρηνικού οπλοστασίου της Μόσχας, έχουν καιρούς θορυβήσει κοινό και αναλυτές, θυμίζοντας μερικώς το κλίμα από την κρίση της Κούβας τον Οκτώβριο 1962. Συγκεκριμένα στις 24/2 ο Πούτιν κατά την ομιλία του για την έναρξη της “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης” στην Ουκρανία είχε πει: «Ανεξάρτητα από το ποιος προσπαθεί να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο μας, ή πολύ περισσότερο να δημιουργήσει απειλές για τη χώρα μας και τον λαό μας, πρέπει να γνωρίζει ότι η Ρωσία θα απαντήσει αμέσως και οι συνέπειες θα είναι τέτοιες που δεν έχετε δει ποτέ σε ολόκληρη την ιστορία σας». Αυτό ερμηνεύτηκε ως απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων.
Ήταν η πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1960 που η Μόσχα έκανε τέτοια δημόσια ανακοίνωση σχετικά με την πυρηνική της εγρήγορση, ακόμη κι αν το ακριβές νόημα ήταν αρχικά ασαφές. Η Μόσχα, όπως και οι ΗΠΑ και οι άλλες πυρηνικές δυνάμεις, διατηρούν πάντα κάποια στρατηγικά πυρηνικά όπλα σε κατάσταση συναγερμού και έτοιμα για χρήση. Με δήλωση του υπουργού Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού την επόμενη μέρα είχε γίνει προσπάθεια να μετριασθούν τα λόγια του Πούτιν. Ωστόσο, λίγο αργότερα η Ρωσία είχε πραγματοποιήσει ασκήσεις με πυρηνικά υποβρύχια στη Θάλασσα Μπάρεντς και με κινητούς εκτοξευτές διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων στη Σιβηρία.
Στις 14/3, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ είχε δηλώσει: «Η προοπτική μιας πυρηνικής σύγκρουσης, που κάποτε ήταν αδιανόητη, είναι τώρα πίσω στη σφαίρα των πιθανοτήτων». Ήταν η περίοδος που δυτικοί έβλεπαν πως ο Πούτιν θα μπορούσε να μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Άλλοι αναλυτές ήταν πιο ψύχραιμοι, όπως ο Χερμπ Λιν, μελετητής ασφαλείας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και στο Ινστιτούτο Χούβερ. Στις 15/3 είχε προσπαθήσει να μετριάσει τους φόβους που άρχισαν να εμφανίζονται από τότε: «Από την άποψη του [επιπέδου] κινδύνου, πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε περίπου στο 5-10% του επιπέδου κινδύνου της κουβανικής κρίσης πυραύλων».
Σε γενικές γραμμές η Δύση εκτιμά πως η Ρωσία θα προσφύγει στο πυρηνικό της οπλοστάσιο, μόνο σε περίπτωση πολεμικού αδιεξόδου της, κάτι που συνεχώς φροντίζουν να υπενθυμίζουν Ρώσοι αξιωματούχοι, όπως ο αντιπρόεδρος το Ρωσικού Συμβουλίου Ασφάλειας, πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, που σε δηλώσεις του τον Ιούλιο σύνδεσε την χρήση πυρηνικών με την επιτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης.
Τί επιδιώκει η Μόσχα
Οι ρωσικές ανακοινώσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου μοιάζει να υποδηλώνουν ότι τα πυρηνικά υπερβαίνουν τον στενό αμυντικό ρόλο που ορίζεται στο επίσημο δόγμα. Να σημειωθεί πως το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο έχει επεκταθεί στην κυριότερη χώρα σύμμαχο του Πούτιν στην περιοχή, την Λευκορωσία. Το Κρεμλίνο επισείει τον φόβο χρήσης πυρηνικών όπλων για να επιδιώξει πολιτικούς στόχους, δημιουργώντας μια πυρηνική ομπρέλα για τον συμβατικό του πόλεμο στην Ουκρανία. Μέσω των απειλών του, επιδιώκει να αποτρέψει την παρέμβαση της Δύσης και να διατηρήσει τη σύγκρουση σε επίπεδο “τοπικού πολέμου”. Με αυτόν τον τρόπο, τα ρωσικά πυρηνικά χρησιμοποιούνται σαν εργαλείο εκφοβισμού και διαχείρισης κλιμάκωσης.
Για παράδειγμα, ο Πούτιν δικαιολόγησε τον πόλεμο υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ δημιουργούσαν μια εχθρική αντιρωσική Ουκρανία, που αντιπροσώπευε άμεση απειλή για την ύπαρξη και την κυριαρχία της Ρωσίας. Αυτό παραπέμπει στην τέταρτη περίπτωση χρήσης πυρηνικών στο ρωσικό δόγμα. Μη θέλοντας, λοιπόν, να εξελιχθεί η σύγκρουση στην Ουκρανία σε παγκόσμιο πόλεμο, εμφανίζεται έτοιμη να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα για να τρομοκρατήσει το Κίεβο, ειδικά εάν η Ρωσία στριμωχθεί (κάτι που δεν διαφαίνεται με βάση τις τελευταίες εξελίξεις από το πολεμικό μέτωπο).
Σίγουρα, μια περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων στην Ουκρανία θα άλλαζε θεμελιωδώς τη φύση της σύγκρουσης και θα επηρέαζε τα συμφέροντα τρίτων. Για τις ΗΠΑ, ο πόλεμος παραμένει μια περιφερειακή σύγκρουση, μέσω της οποίας φθείρεται κι αποδυναμώνεται η Ρωσία. Γι’ αυτό και ρέουν πλουσιοπάροχα προς την Ουκρανία και όπλα και χρηματικοί πόροι, τουλάχιστον μέχρι το πολιτικό αδιέξοδο που εμφανίστηκε στο Κογκρέσο.
Πάντως, στο σενάριο η Μόσχα να χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά όπλα, χωρίς να υποστεί τεράστιες συνέπειες, αυτό θα επηρέαζε τον τρόπο με τον οποίο άλλα κράτη με πυρηνικά όπλα θα αξιολογούσαν το κόστος και τα οφέλη των πυρηνικών επιλογών. Αυτό θα έθετε την αμερικανική εξωτερική και αμυντική πολιτική υπό ακραία πίεση, καθώς χώρες, όπως η Πολωνία και η Ιαπωνία, θα αισθάνονταν άμεση απειλή.
Θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει μια επανεξέταση από την Ουάσιγκτον της θέσης για την μεγάλης κλίμακας στρατιωτική ανάμειξή της στον πόλεμο στην Ουκρανία. Το αν χώρες που είναι φιλικές ή σχετικά φιλικές με τη Ρωσία, όπως η Ινδία και η Κίνα, θα έβλεπαν κάποιες απειλές από αυτό, είναι ένα ζήτημα. Μπορεί να μην θέλουν μια αποσταθεροποίηση του διεθνούς συστήματος, αλλά το σπάσιμο του πυρηνικού ταμπού θα ευνοούσε και τις δύο, παρ’ ότι θα καταδίκαζαν διπλωματικά το γεγονός.
Ο φόβος της κλιμάκωσης
Η φήμη της Ρωσίας θα καταρρακωθεί αν πραγματοποιήσει πυρηνική επίθεση, ακυρώνοντας την πρόθεση του Πούτιν να εμφανίζεται η Μόσχα ως εγγυητής της παγκόσμιας σταθερότητας, κάτι που αρκετοί σε Ασία και Αφρική πιστεύουν ακόμα. Το πώς το Κρεμλίνο αξιολογεί τον κίνδυνο μιας τέτοιας απώλειας κύρους παραμένει ασαφές. Υπάρχει πάντα και η άλλη ανάγνωση, ότι με την περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών θα έστελνε ένα μήνυμα αποφασιστικότητας, το οποίο υποχρεωτικά θα λάμβαναν όλοι πολύ σοβαρά υπόψη τους.
Δυτικοί αναλυτές και σχεδιαστές πολιτικής θεωρούν ότι ο κίνδυνος κλιμάκωσης θα ήταν πολύ μεγάλος εάν το ΝΑΤΟ έμπαινε απευθείας στον πόλεμο, πράγμα το οποίο θα ήθελε ο Ζελένσκι για να αποφύγει την ήττα. Όμως οι νατοϊκές χώρες, αν και έχουν αποστείλει άρματα μάχης, πυραύλους και αεροσκάφη στο Κίεβο, έχουν αποκλείσει κατηγορηματικά την κήρυξη ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, όπως ζητούσε με επιμονή ο Ζελένσκι, ενώ χώρες της ΕΕ, όπως η Σλοβακία και η Πολωνία, τηρούν πλέον αποστάσεις από την στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας.
Να σημειωθεί πως οι Ουκρανοί έφτασαν να πραγματοποιούν πλήγματα και επιθέσεις, όχι μόνο εκτός των ουκρανικών περιοχών που κατέχει ο ρωσικός στρατός, αλλά ακόμα και στην Κρίμαια ή την ίδια την ρωσική επικράτεια. Φοβούμενη ακριβώς το ενδεχόμενο πυρηνικής κλιμάκωσης συχνά τηρούν χαμηλούς τόνους για αυτές, ενώ η Ουάσιγκτον υπενθυμίζει πως παγίως δεν υποστηρίζει επιθέσεις στο εσωτερικό της Μόσχας, έχοντας ακριβώς στο νου της τα ρωσικά πυρηνικά όπλα. Ο Πούτιν θεωρεί ότι απειλώντας εμμέσως τη Δύση με το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο την αποτρέπει από το να εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο της Ουκρανίας. Με τέτοιες απειλές, όμως, η χρήση πυρηνικών όπλων δεν ακούγεται πλέον αδιανόητη, όσο και αν “μαζεύεται” από τους εμπλεκόμενους…
Δημοσίευση σχολίου