GuidePedia

0


ΠΕΤΡΟΣ ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ*
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Μεβλούτ Τσαβούσογλου αναπαράγουν όσα έχουν διατυπωθεί διεξοδικά με δύο επιστολές του Φεριντούν Σινιρλίογλου προς τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, στις 13 Ιουλίου και τις 30 Σεπτεμβρίου 2021. Η Τουρκία σε αυτές διατείνεται ότι το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των νησιών διατηρείται σε ισχύ, προκειμένου να ισχυρισθεί ότι με την οχύρωσή τους η Ελλάδα παραβιάζει τις υποχρεώσεις της. Κατά την Τουρκία αυτό συνιστά απειλή της ασφάλειάς της. Μάλιστα, κορυφώνοντας την οξύτητα, προβάλλει το αβάσιμο επιχείρημα ότι με τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) η επικύρωση της κυριαρχίας των νησιών τελούσε υπό την αίρεση της αποστρατιωτικοποίησής τους. Με αυτή τη «δημιουργική ερμηνεία» της συνθήκης, αλλά και το δίλημμα, η Τουρκία υποστηρίζει ότι η παραβίαση της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών συνεπάγεται την αμφισβήτηση κυριαρχίας τους. Εξ ου και η εσχάτως καταλυτική αποστροφή στη δήλωση Τσαβούσογλου ότι «η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα κυριαρχίας σε νησιά που στρατιωτικοποιεί». Εν ολίγοις, το δίλημμα είναι αποστρατιωτικοποίηση ή αμφισβήτηση κυριαρχίας.

Δι’ αυτού του τρόπου η Τουρκία επιχειρεί να διευρύνει το θεώρημα των «γκρίζων ζωνών», έχοντας επίκεντρο αυτή τη φορά την αμφισβήτηση κυριαρχίας των μεγάλων νησιών. Απώτερος στόχος της είναι προοπτικά να αμφισβητήσει ή και να εξουδετερώσει τη δυνατότητα των νησιών αυτών να διεκδικούν σε μια μελλοντική οριοθέτηση τα κατά το δίκαιο της θάλασσας παραγόμενα από τη φύση της κυριαρχίας τους δικαιώματα σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες.

Πόσο νοµική βάση έχουν όλα αυτά τα νεοφανή θεωρήματα; Η ελληνική επιχειρηματολογία έχει αντικρούσει εξαντλητικά την τουρκική θέση περί ισχύος της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών και είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η κυριαρχία τελεί υπό την αίρεση της αποστρατιωτικοποίησης.

Ειδικότερα: µε βάση τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) προηγείται (άρθρο 12) η άνευ όρων επικύρωση της ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών Λήμνος, Σαμοθράκη, Μυτιλήνη, Χίος, Σάμος και Ικαρία. Για να διασφαλισθεί η διατήρηση της ειρήνης, η Ελλάδα ανέλαβε τη συμβατική υποχρέωση (άρθρο 13) να τηρεί συγκεκριμένους περιορισμούς όσον αφορά την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων, εξοπλισμών και ναυτικών βάσεων σε Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο, Ικαρία. Ολων των παραπάνω ακολούθησε η παραίτηση της Τουρκίας –χωρίς αστερίσκους– από κάθε τίτλο για τα νησιά υπό ελληνική κυριαρχία (άρθρο 16) και για τα Δωδεκάνησα, μαζί με Καστελόριζο (άρθρο 15) υπό την Ιταλία (διάδοχη η Ελλάδα με τη συνθήκη των Παρισίων 1947).

Λήμνος και Σαμοθράκη συνδέθηκαν με την τύχη των τουρκικών Στενών στο καθεστώς αποστρατιωτικοποίησής τους, όπως ορίσθηκε στη χωριστή Σύμβαση της Λωζάννης (1923). Οταν αυτή αντικαταστάθηκε από τη νεότερη συνθήκη του Μοντρέ (1936) άνοιξε ο δρόμος εξοπλισμού των Στενών, συνεπώς και των νησιών.

Μετά το σύμφωνο φιλίας Βενιζέλου – Κεμάλ (1930) επισφραγίστηκε η ειρήνη και εξέλιπε ο λόγος που καθόρισε τον περιορισμό ανάπτυξης στρατού στα νησιά.

Ο περιορισμός ανάπτυξης στρατού στα νησιά αφορά ένα προσωρινό συμβατικό καθεστώς για να εξυπηρετήσει τη διασφάλιση διατήρησης της ειρήνης. Μετά το σύμφωνο φιλίας Βενιζέλου – Κεμάλ (1930) και τη διευθέτηση, επισφραγίσθηκε η ειρήνη μεταξύ των δύο κρατών και εξέλιπε ο λόγος που καθόρισε τον περιορισμό.

Η αποστρατιωτικοποίηση ως αντίληψη ειρήνης στον μεσοπόλεμο, δεν συνεισέφερε στην ασφάλεια, γι’ αυτό κράτη που την ανέλαβαν, σε πρώτη ευκαιρία αποδεσμεύθηκαν. Στα καθ’ ημάς, στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου, η επελθούσα ριζική μεταβολή των περιστάσεων είναι λόγος αποδέσμευσής τους και σήμερα από τους περιορισμούς σε στρατό. Ομοίως η ασφάλεια και ειρήνη αποτελούν μέριμνα που κάθε κράτος εξασφαλίζει με τα νομικά εφόδια του μεταπολεμικού διεθνούς δικαίου, ασκώντας το συμφυές και αναφαίρετο δικαίωμα της νόμιμης άμυνας. Η αποστρατιωτικοποίηση επιδρά αρνητικά στην ασφάλεια του κράτους, στερώντας το από το δικαίωμα της άμυνας και την προετοιμασία για τη δυνατότητα άσκησής του.

Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία για να αντιπαρέλθει το γεγονός ότι ως μη συμβαλλόμενη στη συνθήκη των Παρισίων (1947) δεν νομιμοποιείται να επικαλείται παραβίαση της αποστρατιωτικοποίησης των Δωδεκανήσων, μηχανεύεται το επιχείρημα ότι η υποχρέωση συνιστά αντικειμενικό καθεστώς. Προς επίρρωση ισχυρισμών της περί απειλής της ασφάλειάς της, έχει ανασύρει ανάλογη γνωμοδότηση επιτροπής, επί μεσοπολέμου. Αφορούσε τα νησιά Aäland όπου εξετάστηκαν οι διεθνείς δεσμεύσεις έναντι του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησής τους.

Η προσωρινή ισχύς του περιορισμού ανάπτυξης στρατού, όπως διατυπώθηκε στη Συνθήκη της Λωζάννης, συνδέθηκε με τη διάρκεια της αποκατάστασης ειρηνικού περιβάλλοντος και όχι ως όρος κυριαρχίας. Η Τουρκία δεν μπορεί να επανέλθει στα θέματα κυριαρχίας, τα οποία έκλεισαν με τη συνθήκη της Λωζάννης, από την οποία δεν προκύπτει ότι η κυριαρχία των νησιών τελεί υπό την αίρεση να τηρούνται οι αμυντικοί περιορισμοί. Εξάλλου η Τουρκία επί 57 έτη συναινεί συνεχώς και σταθερά –γεγονός που εκδηλώνει δέσμευσή της– σχετικά με την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία των νησιών, από το 1964 όταν για πρώτη φορά ήγειρε θέμα παραβίασης της διατεινόμενης υποχρέωσης αποστρατιωτικοποίησης, υποδηλώνοντας έμπρακτα αποδοχή ότι η κυριαρχία δεν τελεί υπό αίρεση.

* Ο κ. Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top