Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας Διεθνολόγος - Δημοσιογράφος
Το αποτέλεσμα των τουρκικών διπλών εκλογών σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τη χώρα, την απόλυτη κυριαρχία του Ταγίπ Ερντογάν και την μετάβαση από το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης στην εκτελεστική προεδρία. Η διεθνής κοινότητα αναμένει με ενδιαφέρον την επόμενη μέρα, δηλαδή αν ο Ερντογάν θα διαφοροποιήσει σε ένα βαθμό την εξωτερική πολιτική και το πως θα διαχειριστεί τις προκλήσεις σε εσωτερικό επίπεδο.
Ο Ερντογάν επανεκλέχτηκε με ποσοστό 52.6% ενώ ο βασικός του αντίπαλος Μουχαρέμ Ιντζέ συγκέντρωσε ποσοστό 30.6 %. Παράλληλα ο νεοεκλεγείς πρόεδρος απόκτησε πλειοψηφία στην τουρκική εθνοσυνέλευση καθώς η συνεργασία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚP) – 42.6% και του Κινήματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP) - 11.1% συγκέντρωσαν συνολικά 344 έδρες σε σύνολο 600 εδρών. (295 και 49 αντίστοιχα). Τη δεύτερη θέση πήρε όπως αναμένονταν το κοσμικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) με 22.6% (146 έδρες). Στην εθνοσυνέλευση εισήλθαν ακόμα το φίλο – κουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP) με 11.7 % (67 έδρες) και το νέο εθνικιστικό «Καλό Κόμμα» με 10% και (43 έδρες)
Η ανάγνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών που το ποσοστό συμμετοχής ανήλθε σε 86.3% εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα για το πως ο Ερντογάν κυριάρχησε σε μια ανταγωνιστική εκλογική αναμέτρηση και το για πως θα εξελιχτεί η επόμενη μέρα.
Το πρώτο συμπέρασμα αφορά την προσωπικότητα του Ταγίπ Ερντογάν οποίος ενορχήστρωσε μια προεκλογική εκστρατεία επενδύοντας στο εθνικισμό και στα μεγαλεπήβολα έργα υποδομών. Το όραμα για τη «νέο- Οθωμανική Αυτοκρατορία» άγγιξε το θυμικό της πλειοψηφίας των πολιτών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο Ερντογάν ασκεί τη διακυβέρνηση της χώρας από το 2003.
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η κατακερματισμένη αντιπολίτευση φαινομενικά ενώθηκε γεγονός που ίσως να υποδηλώνει και εμπλοκή δυτικών μηχανισμών. Πριν τις εκλογές σύμφωνα με τον «Guardian», τουρκικές πηγές ασφαλείας κατηγόρησαν τον ΟΑΣΕ ότι έστειλε παρατηρητές εκλογών για να επηρεάσουν την εκλογική διαδικασία. Παράλληλα, οι πέντε αντίπαλοι του Ερντογάν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης τον κατηγόρησαν για αυταρχισμό και για ριψοκίνδυνη διαχείριση της οικονομίας.
Το τρίτο συμπέρασμα που προκύπτει έχει να κάνει με το πως ο Ερντογάν έπεισε την πλειοψηφία των πολιτών ότι η τουρκική οικονομία δεν κινδυνεύει. Η πτωτική της πορεία κατά την οποία η τουρκική λίρα έχασε το 20% της αξίας της έναντι του δολαρίου και οι αρνητικές εκτιμήσεις των οίκων αξιολόγησης δεν επηρέασαν την πλειοψηφία των πολιτών. Ο Ερντογάν από εδώ και στο εξής θα μπορεί να ελέγχει την οικονομία και εκμεταλλευτεί την ισλαμική τραπεζική οικονομία.
Επόμενη μέρα
H κυριαρχία του Ταγίπ Ερντογάν τον καθιστά απόλυτο κυρίαρχο με αποτέλεσμα να ασκήσει απρόσκοπτα τις πολιτικές του σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο πάντα με γνώμονα τα εθνικά συμφέροντα της χώρας του αλλά και τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Η πορεία των αμερικανο- τουρκικών σχέσεων, των στενών επαφών με τη Ρωσία και οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν καταστεί αντικείμενο ανάλυσης.
Οι αμερικανό – τουρκικές σχέσεις έχουν φτάσει και στο χαμηλότερο σημείο τους με αφορμή την έκδοση του ισλαμιστή διανοούμενου Φεντουλάχ Γκιουλέν και άλλα συμβάντα. Όμως διαφαίνεται ότι θα υιοθετηθεί μια πιο χαλαρή προσέγγιση του Ερντογάν με τη Ουάσιγκτον με βάση τη συμφωνία για κοινή επιτήρηση στην πόλη Μανμπίτζ και την «παραλαβή» των δυο αμερικανικών αεροσκάφων F-35. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δύσκολα θα αφήσουν την Άγκυρα να προσδεθεί πλήρως στο άρμα της Ρωσίας.
Οι ρώσο- τουρκικές σχέσεις αποτελούν άλλη μια παράμετρος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Οι σχέσεις των δυο χωρών ίσως να δοκιμαστούν εκ νέου στο συριακό μέτωπο από τη συμφωνία με τους αμερικανούς στη Μανμπίζ, από το πόσο θα συνεχιστούν οι τουρκικές επιχειρήσεις στη Συρία και από τη διάρκεια παραμονής των τουρκικών δυνάμεων στα εδάφη της. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Ερντογάν θα πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας.
Η τουρκική πολιτική προς την Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρείται μια άλλη σημαντική παράμετρος και ενδέχεται να παραμείνει ίδια. Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί με έντεχνο τρόπο την πολιτική «μαστίγιου και καρότου» και εκμεταλλεύεται τις μεταναστευτικές ροές για επηρεάσει την ευρωπαϊκή πολιτική.
Ταυτόχρονα η επιθετική πολιτική του Ερντογάν προς την Ελλάδα είναι δύσκολο να διαφοροποιηθεί. Η υιοθέτηση του «υβριδικού πολέμου» εξυπηρετεί τα εθνικά του συμφέροντα καθώς στόχος του είναι η αλλαγή του statusquo του Αιγαίου. Η Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ και οι Βρυξέλλες δεν φαίνεται να προβληματίζουν τον Ερντογάν αναφορά με την ελληνό -τουρκική αντιπαλότητα.
Το αποτέλεσμα των εκλογών ανέδειξε και κάποιες διαχωριστικές γραμμές της τουρκικής κοινωνίας με το ποσοστό του 30.6% που συγκέντρωσε ο εκπρόσωπος του κεμαλικού κράτους Μουχαρέμ Ιντζέ και την είσοδο του φίλο-κουρδικού HDP στην τουρκική εθνοσυνέλευση (οι Κούρδοι αποτελούν περίπου το 16-20 % του εκλογικού σώματος). Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει πλέον την απόλυτη εξουσία για να επιβάλει όποια πολιτική επιθυμεί αλλά όμως θα πρέπει να σεβαστεί και την «άλλη» Τουρκία. Εάν συνεχίσει την αυταρχική πολιτική του με τις διώξεις εναντίον όποιου θεωρεί εχθρό, η ήδη υπάρχουσα πόλωση ενδέχεται να ξεφύγει και να προκαλέσει διαδηλώσεις ανάλογες με εκείνες του Πάρκου Γκεζί (2013). Η Τουρκία έχει πλέον εισέλθει στην εποχή Ερντογάν και οι εξελίξεις σίγουρα θα είναι ενδιαφέρουσες.
Δημοσίευση σχολίου