του Ουίλλιαμ Ευστράτιου Μάλλινσον*
Ο επικεφαλής δημοσίων σχέσεων του επονειδίστου Σχεδίου Αννάν, κ. Χάννεϋ, παραδέχεται στο τέλος προσωπικού –και ελαχίστως αναλυτικού- βιβλίου του, ότι «εμείς [οι Βρετανοί] δεν είχαμε περιβληθεί με δόξα», ενδεχομένως προκειμένου να προλάβει τυχόν κατηγορίες για προκατάληψη. Παρ’ όλα αυτά, στο εννεασέλιδο τμήμα του μισερού «ιστορικού» του, παραλείπει ζωτικής σημασίας γεγονότα όπως τις επιτυχείς προσπάθειες του Φόρεϊν Όφις να φέρει σε σύγκρουση την Ελλάδα και την Τουρκία το 1955.
Παραλείπει την κρυφή συμπαιγνία με την Τουρκία· τον ρόλο των Βρετανών στις αναταραχές του 1963, οι οποίες χώρισαν στα δύο την κυπριακή κοινότητα· την συμφωνία Βρετανών και Αμερικανών να μην αποτρέψουν τουρκική εισβολή το 1963/64· και την παραδοχή του Φόρεϊν Όφις ότι η Συνθήκη Εγγυήσεως αντέβαινε στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Προσφάτως απεκαλύφθησαν νέα έγγραφα τα οποία σίγουρα θα φέρουν σε δύσκολη θέση αυτούς που επιχειρούν να κρατήσουν την Κύπρο ως γεωστρατηγικό όμηρο και εκτός των τρεχουσών δομών ασφαλείας της ΕΕ. Τα εν λόγω τεκμήρια δείχνουν ότι τα όσα είχαν απορριφθεί στο παρελθόν ως ανεύθυνη εικοτολογία, μπορούν τώρα να θεωρηθούν υπεύθυνα γεγονότα.
Πρώτα απ’ όλα, έχουμε την επίμονη άρνηση της Βρετανίας ότι γνώριζε εκ των προτέρων για την τουρκική εισβολή του 1974. Για να μπούμε στο θέμα, ας θυμηθούμε τα όσα είπε ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Κάλλαχαν στον Κίσινγκερ στις 14 Αυγούστου 1974, μετά την «εξόρμηση» του τουρκικού στρατού: «Λοιπόν, σκεπτόμουν –από στρατιωτικής απόψεως- ότι προφανώς οι Τούρκοι θα συνεχίσουν έως ότου φτάσουν μέχρις αυτής της γραμμής που έχουν τραβήξει στον χάρτη και, κυνικώς ομιλούντες, ας ελπίσουμε ότι θα το κάνουν στα γρήγορα… Εσείς δεν θα δράσετε, εμείς δεν θα δράσουμε μονομερώς και ο ΟΗΕ θα φύγει από τη μέση.»
Αφ’ εαυτού του, το παράθεμα αυτό είναι μεν ενδεικτικό ενός συνδυασμού κυνισμού και υποτελείας προς τις ΗΠΑ αλλά όχι και εκ των προτέρων γνώσεως. Περαιτέρω στοιχεία, όμως, δείχνουν ότι ο Κάλλαχαν όντως γνώριζε τα σχέδια των Τούρκων, τόσο πριν την πρώτη εισβολή όσο και πριν την «εξόρμηση» που επακολούθησε: στις 19 Ιουλίου 1974, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας (ΥΕΚ) πληροφορούσε τον Ιδιαίτερο Γραμματέα του Κάλλαχαν ότι η Κοινή Επιτροπή Αντικατασκοπείας ανέμενε τουρκική εισβολή εντός των προσεχών ημερών. Η εισβολή έγινε την επομένη.
Περιέργως, η γαλλική Πρεσβεία είχε καταβάλει άκαρπες προσπάθειες να αποσπάσει πληροφορίες για την Κύπρο από το ΥΕΚ και ο Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών Σωβανιάργκ είχε φτάσει μέχρι του σημείου να διαμαρτυρηθεί στον Κάλλαχαν. Ενώ οι Τούρκοι παραβίαζαν την εκεχειρία της 22ας Ιουλίου, κατά τη διάρκεια των φρενήρων Αγγλο-Ελληνο-Τουρκικών «διαπραγματεύσεων» στη Γενεύη, ο Κάλλαχαν παρέλαβε στις 10 Αυγούστου μία άκρως απόρρητη επιστολή από το βρετανικό Επιτελείο Αμύνης η οποία ανέφερε τα εξής: «Ο τουρκικός στρατός αναζητά αφορμή για να εξακολουθήσει τις επιχειρήσεις. Ο επόμενος πιθανός στόχος τους θα είναι η αύξηση της εκτάσεως της περιοχής τους, προκειμένου αυτή να συμπεριλάβει ολόκληρο το βορειοανατολικό τμήμα της Κύπρου, όπως αυτό οριοθετείται από γραμμή πέντε μίλια ανατολικώς της Μόρφου, διά μέσου των νοτίων προαστίων της Λευκωσίας και κατά μήκος της παλαιάς οδού Αμμοχώστου με κατεύθυνση προς Αμμόχωστο.»
Την ίδια ημέρα, ο Βρετανός πρέσβυς στα Ηνωμένα Έθνη στην Γενεύη έγραφε σε ένα άκρως απόρρητο τηλεγράφημα: «Ο Υπουργός των Εξωτερικών [ο Κάλλαχαν] ανησυχεί ιδιαιτέρως με την σκληρή στάση που έχει υιοθετήσει η τουρκική αντιπροσωπεία στην Γενεύη και τις ισχυρές ενδείξεις ότι ενδέχεται συντόμως να επιχειρήσουν μια μείζονα εξόρμηση από την περιοχή η οποία βρίσκεται επί του παρόντος υπό τον έλεγχό τους.»
Πώς συγκρίνεται το γεγονός ότι ο Κάλλαχαν ήξερε για τα σχέδια των Τούρκων και ότι ανησυχούσε κιόλας γι αυτά, με τα όσα είπε στην Ειδική Εξεταστική Κοινοβουλευτική Επιτροπή επί της Κύπρου στις αρχές του 1976; Στο ερώτημα «Είχατε υπ’ όψιν σας, έτσι δεν είναι, ότι επέκειτο άμεση εισβολή των Τούρκων εκείνη την περίοδο;» ο Κάλλαχαν απήντησε «Όχι»! Και όταν ηρωτήθη εάν υπήρχε πραγματικός κίνδυνος περαιτέρω προελάσεως, απήντησε «Όχι, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν ενδείξεις για κάτι τέτοιο». Τον Κάλλαχαν υπέθαλψαν και στήριξαν στην ανάκριση –σε στυλ μαφιόζικης προστασίας- τρεις υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του ΥΕΚ.
Άλλη μία συναρπαστική αποκάλυψη, για την οποία ως τώρα δεν είχαμε παρά υπόνοιες, είναι ότι η Βρετανία επιθυμούσε να παραιτηθεί των περιοχών της στην Κύπρο (τις «Κυρίαρχες Περιοχές Βάσεων») και των διασκορπισμένων σε ολόκληρο το νησί εγκαταστάσεων που διατηρούσε. Από το 1964 ακόμα, ένα απόρρητο έγγραφο του Φόρεϊν Όφις ανέφερε ότι οι εν λόγω βάσεις και εγκαταστάσεις εξηρτώντο σε μεγάλο βαθμό από την συνεργασία των Ελληνοκυπρίων και ότι μια «θέση τύπου Γκουαντάναμο» απεκλείετο. Το έγγραφο προσέθετε ότι «Τα κυριαρχικά μας δικαιώματα επί των Κυριάρχων Περιοχών Βάσεων και τα εκπορευόμενα από τις συνθήκες δικαιώματά μας επί της επικρατείας της Δημοκρατίας θα γίνονται ολοένα και ενοχλητικότερα για τους Ελληνοκυπρίους και θα θεωρούνται ολοένα και αναχρονιστικότερα από την παγκόσμια κοινή γνώμη».
Το 1970, το ΥΕΚ παρεδέχετο ότι οι βάσεις ήσαν όμηροι της Κυπριακής καλής θελήσεως, ενώ το 1974 δήλωνε ότι οι βάσεις έφερναν την Βρετανία σε δύσκολη θέση. Έτι σημαντικότερο, το 1975, ένα απόρρητο έγγραφο ανέφερε ότι η εξεύρεση λύσεως θα ήταν δύσκολη εφ’ όσον η Βρετανία διατηρούσε φυσική παρουσία στις βάσεις και ότι τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα στην Κύπρο ήσαν πλέον μηδαμινά. Όλως παραδόξως, στο έγγραφο γινόταν η εξής παραδοχή: «Αν και η πρώτη μας επιλογή, σε επίπεδο πολιτικής, θα επέβαλε πλήρη βρετανική αποχώρηση από την Κύπρο, αναγνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει επί του παρόντος, δεδομένης της παγκοσμίου σημασίας που έχει η συνεργασία μας με τους Αμερικανούς». Κινούμενος στα ίδια πλαίσια, ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος των ΗΠΑ έφθασε μέχρι του σημείου να διαβεβαιώσει τους Βρετανούς ότι η χώρα του θα ήταν σε θέση να χρηματοδοτήσει τις βάσεις –ακόμα και μυστικά.
Και τί γίνεται με την γεωστρατηγική άποψη της Βρετανίας για την Ελλάδα και την Τουρκία; Ένα απόρρητο έγγραφο εξηγεί ότι: «Η Τουρκία θα πρέπει να θεωρηθεί ως πιο σημαντική για τα Δυτικά στρατηγικά συμφέροντα απ’ ό,τι η Ελλάς και ότι, εάν πρέπει να ρισκάρουμε κάτι, αυτό θα πρέπει να είναι μάλλον η ένταση των σχέσεων της Ελλάδος, παρά της Τουρκίας, με τη Δύση». Η αποκαλυπτική αυτή φράση υπονοεί επίσης ότι η Βρετανία δεν θεωρεί τα μέλη του ΝΑΤΟ Ελλάδα και Τουρκία ως «ανήκοντα στην Δύση»!
Στο πλαίσιο των «στρατηγικών συμφερόντων» των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Ρωσίας, του Ισραήλ, της Ελλάδος και της Τουρκίας, η Κύπρος αποτελεί σίγουρα ένα διαμφισβητούμενο ζήτημα. Τα υποτιθέμενα συμφέροντα της ΕΕ μπλοκάρονται συνήθως από βρετανική ή παρένθετη βρετανική άρνηση κάθε φορά που λαμβάνονται ελληνικής εμπνεύσεως ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες που αφορούν στην Κύπρο. Το άλλο μείζον σχετικό πρόβλημα είναι η υφαλοκρηπίδα γύρω από τα ελληνικά νησιά στο Αιγαίο και ο αντίστοιχος εναέριος χώρος. Για τα πρακτικά, να αναφέρουμε ότι το Στέϊτ Ντηπάρτμεντ απήντησε εγγράφως στον συγγραφέα του παρόντος δηλώνοντας ότι οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν τον εναέριο χώρο της Ελλάδος στα δέκα ναυτικά μίλια. Εν σχέσει προς την υφαλοκρηπίδα και τα ελληνικά νησιά, όμως, ένας αξιωματούχος του ΥΕΚ ανέφερε το 1975 ότι «…η παραπομπή [του θέματος] στο Διεθνές Δικαστήριο εξακολουθεί να θεωρείται ως κάτι το μάλλον άσχετο και ότι οι Τούρκοι προσέβλεπαν διακαώς –καίτοι ανεδαφικώς- σε μια διμερή λύση. Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, καθώς μάλλον δεν μπορούν να πιστεύουν σοβαρά ότι θα κερδίσουν την υπόθεση στη Χάγη στηριζόμενοι μόνο επί θεμάτων ουσίας».
Συμπεράσματα
Τα ανωτέρω δεν είναι παρά η πολύ μικρή κορυφή ενός μάλλον ρυπαρού παγόβουνου εγγράφων που απελευθερώθησαν εσχάτως. Μας δίνουν την δυνατότητα να εκτιμήσουμε την όλη υπόθεση με έναν ικανό βαθμό αξιοπιστίας. Όσον αφορά στα προβλήματα που έχει με την αλήθεια, ο Κάλλαχαν δεν είναι μόνος του: στην παρέα του συγκαταλέγονται ο Γερμανός Υπουργός Αμύνης Φράντς Γιόζεφ Στράους (η Υπόθεση Σπίγκελ), ο Γάλλος Υπουργός Αμύνης Σαρλ Ερνύ (η βομβιστική επίθεση εναντίον του πλοίου της Greenpeace The Rainbow Warrior), η Μάργκαρετ Θάτσερ (η βύθιση του General Belgrano) και οι Ντόναλντ Ράμσφελντ και Άντονυ Μπλαίρ (η επίθεση εναντίον του Ιράκ και η κατοχή του). Το όνομα του Κάλλαχαν δεν κάνει τίποτε άλλο από το να επιμηκύνει απλώς τη λίστα περαιτέρω. Αυτός, τουλάχιστον, ήταν πιο διπλωματικός όταν μιλούσε δημοσίως για τους Τούρκους, απ’ ό,τι φερ’ ειπείν ο Πάγκαλος. Είπε, όμως, στον Κίσινγκερ στο τηλέφωνο ότι, για τα γούστα του, οι Τούρκοι παραήσαν σωβινιστές και παραέμοιαζαν στον Χίτλερ!
Ο Γκουιτσαρντίνι έγραψε ότι το παρελθόν φωτίζει το μέλλον, ότι τα πράγματα ήσαν ανέκαθεν τα ίδια και ότι επιστρέφουν με διαφορετικά χρώματα. Το τότε είναι τώρα: Το άστοχο Σχέδιο Αννάν θα πρέπει να ειδωθεί στο σύνολό του και στο πλαίσιο των ως άνω αποκαλύψεων, και δη ως συνέχειά τους. Η Βρετανία είναι ο μπάτλερ των ΗΠΑ απέναντι στα αναχρονιστικά της εδάφη στην Κύπρο και, ως εκ τούτου, τοποθετεί τις επιθετικές τουρκικές επιθυμίες πάνω από τις αντίστοιχες αμυντικές ελληνικές.
Από το 1974, από τότε δηλαδή που χάθηκε από το πολιτικό προσκήνιο ο τελευταίος των Βρετανο-Ευρωπαίων Μοϊκανών, ο Έντουαρντ Χηθ, η Βρετανία προτιμά να ξεπουλά την κυριαρχία της στις ΗΠΑ από το να την μοιράζεται με την ΕΕ. Η περίπτωση της Κύπρου είναι ενδεικτική.
* Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου, πρώην διπλωμάτης βρετανικού ΥΠΕΞ, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου