Όταν μια χώρα στον σύγχρονο κόσμο τη βάζουν στο στόχαστρο οι οργανισμοί πιστοληπτικής αξιολόγησης, τότε δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς, ειδικά στην Ελλάδα που έχει πικρή εμπειρία, ότι αρχίζουν τα δύσκολα για την οικονομία…
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Αυτή η μέθοδος «αργού θανάτου» υπό φυσιολογικές συνθήκες για κάθε σύγχρονη χώρα στον κόσμο, επελέγη από τη Δύση για να πληγεί η Ρωσία, εξαιτίας των εξελίξεων στην Ανατολική Ουκρανία, που έρχονται να προστεθούν στην απόσχιση της Κριμαίας και την προσάρτησή της στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Όπως μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, η γνωστή και μη εξαιρετέα Standard & Poor’s, μείωσε το αξιόχρεο της Ρωσίας για πρώτη φορά τα τελευταία πέντε χρόνια. Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται, ότι οι δυτικές κυρώσεις θα οδηγήσουν σε φυγή κεφαλαίων (70 δισεκατομμύρια δολάρια «έφυγαν» από τη Ρωσία το πρώτο τρίμηνο του 2014, εξαιτίας της κατάστασης στην Κριμαία, επιβραδύνοντας κατά 0,8% την ανάπτυξη της χώρας το πρώτο τρίμηνο), αυξάνοντας έτσι σημαντικά το ρίσκο για να επενδύσει κανείς στη Ρωσία.
Όσον αφορά τη «βαθμολογία-κατάταξη» της Ρωσίας, αυτή μειώθηκε από το «BBB» στο «BBB-», κάτι το οποίο πρακτικά σημαίνει, ότι απομένει ένα μόλις βήμα, προτού το ρωσικό χρέος θεωρηθεί ως «junk», εν ολίγοις «σκουπίδι», χωρίς δηλαδή επενδυτική αξία. Αυτό θα δυσχεράνει τον δανεισμό της Ρωσίας από τις διεθνείς αγορές που θα κληθεί να δανειστεί με υψηλότερα επιτόκια. Την ίδια στιγμή αυξάνονται οι πληροφορίες, ότι η Δύση ετοιμάζει πολύ σκληρότητες σε βάρος της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Αν εξετάσουμε όμως λίγο πιο προσεκτικά την όλη υπόθεση, προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Καταρχάς, είναι μάλλον – έως εντελώς – απίθανο να μην είχαν λάβει υπόψη οι Ρώσοι το ενδεχόμενο να υποστούν οικονομικές κυρώσεις από τη Δύση, σε περίπτωση κλιμάκωσης της σύγκρουσης στην Ανατολική Ουκρανία.
Η όλη μεθόδευση και σταδιακή κλιμάκωση της κατάστασης στην Ουκρανία, το κάνει να φαίνεται ακόμα και μέρος ενός συνολικότερου σχεδίου, το ότι βασική προτεραιότητα της Ρωσίας καθώς συνερχόταν από το σοκ της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης και την ανάληψη της εξουσίας από τον Πούτιν, ήταν η αποπληρωμή του χρέους της χώρας, εκμεταλλευόμενη τις υψηλές τιμές των υδρογονανθράκων.
Από στρατιωτικής απόψεως μπορεί να φαίνεται άσχετο, όμως στο πλαίσιο ενός σχεδίου «εκδίκησης» της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την ήττα στον Ψυχρό Πόλεμο και την επίδειξη αμετροέπειας από την πλευρά του νικητή – αντιπάλου να εκμεταλλευτεί την αδυναμία της χώρας και να επεκταθεί στα σύνορά της, η αποπληρωμή του ρωσικού χρέους φαντάζει εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση ώστε η Ρωσία να μην εκβιάζεται εύκολα στον τομέα της οικονομίας.
Στην κατάσταση όμως αυτή, όπως εξελίσσεται, αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστής μια χώρα που κινείται με τον πλέον προσεκτικό τρόπο παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα και έχοντας κάνει σύμβολο της πολιτικής της την «ειρηνική ανάδυση», μια έννοια ου φαίνεται συμβατή και με την κομφουκιανή παράδοσή της, την Κίνα.
Όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλες συγκυρίες, μετά την έναρξη της κρίσης στην Ουκρανία, η Κίνα δύναται να αξιοποιήσει τη συγκυρία αγοράζοντας σε προνομιακές τιμές ρωσικούς υδρογονάνθρακες και «επιδοτώντας» έτσι εμμέσως τη ρωσική οικονομία, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί και η δανειοδότηση της Ρωσίας από το συναλλαγματικά αποθέματα τρισεκατομμυρίων που έχει στη διάθεσή της.
Εν ολίγοις, η κρίση δημιουργεί συνθήκες συνεργασίας ανάμεσα στις δυο χώρες, οι οποίες να δεν απειλήσουν με την υλοποίηση του εφιαλτικού για τους Αγγλοσάξονες γεωπολιτικού σεναρίου της συνεργασίας – συμμαχίας δύο μεγάλων δυνάμεων της Ευρασίας, μπορούν τουλάχιστον να πετύχουν από έναν σημαντικό για τον καθένα στόχο: Η Ρωσία να αντικαταστήσει τις ευρωπαϊκές αγορές υδρογονανθράκων εξασφαλίζοντας τα έσοδα που χρειάζεται για την οικονομία της και η Κίνα την προμήθεια του αγαθού ενδιαφέροντος (φυσικό αέριο) σε προνομιακή τιμή.
Μιλώντας έστω λίγο θεωρητικά, το μεγάλο ερώτημα είναι εάν θα υπήρχε περίπτωση Κίνα και Ρωσία να μπουν στον πειρασμό να εξετάσουν, το ότι από τη στιγμή που και οι δύο αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα στις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, το άνοιγμα δύο παράλληλων μετώπων, ένα στην Ευρώπη και ένα στον Ειρηνικό, θα μπορούσε να είναι ευκαιρία συνολικότερης αλλαγής των όρων του «παγκοσμίου παιγνίου» ισχύος…
Αυτό το σενάριο, εάν ποτέ μας προέκυπτε, θα είχε ομοιότητες με την κατάσταση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, οι πιθανότητες υλοποίησής του είναι μάλλον μικρές, αφού η Κίνα της «ειρηνικής ανάδυσης» δεν δείχνει διατεθειμένη να παρασυρθεί σε επικίνδυνη κλιμάκωση που μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις δυσάρεστες που θα απειλήσουν την εσωτερική της συνοχή, αφού θα συσπειρώσει πολλές χώρες εναντίον της.
Επίσης, ποτέ δεν ξεχνά ότι με τη Ρωσία πάντα είχε και αυτή «ζητήματα», οπότε μια διένεξη που θα καθιστούσε πιο ευάλωτους τους Ρώσους στις κινεζικές «ευαισθησίες», θα μπορούσε να αποτελεί το βέλτιστο σενάριο για το Πεκίνο. Παράλληλα, μια «ήρεμη και υπεύθυνη δύναμη», θα μπορούσε να κεντρίσει το ενδιαφέρον σε πολλαπλά επίπεδα πολλών χωρών ανά την υφήλιο ως «άξονας αναφοράς», αντί για τους «συνήθεις υπόπτους», την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα.
Το ζητούμενο είναι οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής μας να αντιληφθούν, ότι στον πολυπολικό κόσμο που αναδύεται, θα πρέπει να εξευρεθούν νέες ισορροπίες που θα αποτρέπουν σοβαρές εντάσεις που θα απειλούν την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Το πρώτο λάθος στην Ουκρανία δεν το έκανε η Ρωσία, ασχέτως εάν η Μόσχα είχε εγκαίρως σχεδιάσει τη δική της απάντηση προβλέποντας ορθώς τις εξελίξεις, ή προκαλώντας τις με σκοπό να επαναφέρει τις ισορροπίες παγκόσμια, συν «την αποκατάσταση της τάξης» στο άμεσο γεωπολιτικό της περιβάλλον, όπου διατηρεί και σαφές στρατιωτικό πλεονέκτημα.
Ρόλο στη σημερινή κρίση θα μπορούσαν να παίζουν και περισσότερο «ψυχολογικοί» παράγοντες, όπως για παράδειγμα η ρεβανσιστική διάθεση ηγετών που ανδρώθηκαν στον πυρήνα της ψυχροπολεμικής σύγκρουσης και βίωσαν τραυματικά το τέλος της ΕΣΣΔ και όσα ακολούθησαν, οπότε το μίγμα γίνεται εκρηκτικό.
Η κατάσταση απαιτεί περισσότερη ώριμη σκέψη και λιγότερο συναίσθημα. Όλοι γνωρίζουν, ότι τέτοιες καταστάσεις όπως η σημερινή δεν μπορούν να συνεχιστούν στο διηνεκές και αργά ή γρήγορα θα οδεύσουμε προς μια νέα «Γιάλτα». Αυτό ας το θυμούνται όμως και μικρότερες χώρες, τύπου Ελλάδας, αφού η «προεργασία» συχνά σε σώζει από μεγάλες περιπέτειες, αφού η γεωγραφική θέση της χώρας της εξασφαλίζει εμπλοκή σε περιπέτειες, ασχέτως του «στρατοπέδου» στο οποίο θα είναι ενταγμένη.
Ίσως αξίζει να συζητηθεί εκτενέστερα στο κοντινό μέλλον, αλλά πολλοί αναλυτές διαβλέπουν μια τάση στο υπό ανάδυση νέο διεθνές σύστημα που θα μας απασχολήσει σύντομα. Αφενός η αφύπνιση της «χαζοχαρούμενης» στα θέματα ασφάλειας και άμυνας Ευρώπης, που θα αντιληφθεί πως μοναδικός τρόπος αποφυγής βαρέως «γεωπολιτικού ζυγού», είναι η μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε πραγματικό ομόσπονδο κράτος, το οποίο πέραν των συμμαχιών του, θα έχει αξιοσημείωτη αμυντική ισχύ, πέραν της οικονομικής, ώστε να αποτελέσει έναν πλήρη πυλώνα ισχύος στο διεθνές σύστημα.
Εξάλλου, το ίδιο επιχειρεί να κάνει και η Ρωσία με την Ευρασιατική Ένωση, αν και η συμπεριφορά της στην Ουκρανία είναι βέβαιο ότι θα ανησυχήσει ακόμα και χώρες πραγματικά θετικά προδιατεθειμένες απέναντι στη Μόσχα – ή ακόμα και εξαρτώμενες, όπως η Λευκορωσία που απέφευγε συστηματικά να ευθυγραμμιστεί απόλυτα με τη ρωσική πολιτική – ιδίως εάν έχουν ρωσικές μειονότητες, αφού αποδείχθηκε πως οι μειονότητες αποτελούν ένα χρήσιμο «εργαλείο» στα χέρια όσων έχουν λόγους να επιθυμούν να αποσταθεροποιήσουν, ή ακόμα και να αλλάξουν τα σύνορα…
πηγή
Δημοσίευση σχολίου