Του Μιχάλη Μαθιουλάκη*
Η πρόσφατη επίθεση στις εγκαταστάσεις πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας παρήγαγε πολυεπίπεδες ανησυχίες σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.
Η ερώτηση που έρχεται ως φυσικό επακόλουθο μετά και την επίθεση του Σαββάτου, έχει να κάνει με το ποιες επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει στην τιμή του πετρελαίου βραχυπρόθεσμα -λόγω μιας προσωρινής μείωσης στην προσφορά- αλλά και μακροπρόθεσμα -λόγω μιας πιθανής ένοπλης εμπλοκής, μικρής ή μεγάλης κλίμακας, μεταξύ Ιράν, Σαουδικής Αραβίας και ΗΠΑ.
Το παρόν σύντομο άρθρο προφανώς δεν έχει καμία στόχευση στο να μαντέψει το μέλλον, οπότε τα ανωτέρω ερωτήματα θα μείνουν αναπάντητα.
Αυτό που όμως μπορούμε να δούμε σήμερα, είναι τα βασικά δομικά στοιχεία που αποτελούν την κινητήρια δύναμη για όσα βλέπουμε τις τελευταίες μέρες. Παράλληλα θα εξετάσουμε μια σειρά λογικών κινήσεων που θα πρέπει να αναμένουμε από τους διεθνείς δρώντες που εμπλέκονται στις εξελίξεις που μας απασχολούν.
Όσο και αν ακούγεται παράδοξο, οι εξελίξεις στον περσικό κόλπο δεν έχουν να κάνουν με το πετρέλαιο. Η κινητήρια δύναμη που παράγει εξελίξεις στην περιοχή είναι ο ανταγωνισμός ισχύος μεταξύ δύο περιφερειακών δυνάμεων, του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας για την επιβίωση και κυριαρχία τους στο υποσύστημα της Μέσης Ανατολής.
Το πετρέλαιο είναι ένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται σε αυτόν τον ανταγωνισμό, όπως άλλωστε είναι και η στρατιωτική ισχύς, οι θρησκευτικές διαφορές και οι οικονομικές και στρατιωτικές συμμαχίες. Οι κυρώσεις των ΗΠΑ και η πτώση των ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου από τα 2 στα 0,5 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα, έχουν στερήσει από την Τεχεράνη ένα κρίσιμο εργαλείο σε αυτό τον ανταγωνισμό.
Αν συνειδητοποιήσουμε ότι για το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία, οι κινήσεις τους αφορούν την θέση και επιβίωση τους στο διεθνές σύστημα, θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε ότι η απώλεια ενός τόσο κρίσιμου εργαλείου για ένα από τους δύο δρώντες, δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να οδηγήσει σε υποταγή και αποδοχή ήττας αλλά νομοτελειακά παράγει δίλημμα ασφάλειας, οδηγώντας σε έντονη προσπάθεια ανάσχεσης του αρνητικού αποτελέσματος.
Από την στιγμή που το Ιράν βρέθηκε αντιμέτωπο με τη πραγματικότητα μίας δραματικής απώλειας εσόδων από πωλήσεις πετρελαίου, θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι θα κάνει τα πάντα για να εξισορροπήσει την αλλαγή στην υφιστάμενη ισορροπία ισχύος με την Σαουδική Αραβία. Αν αυτό δεν μπορεί να γίνει με επαναφορά των πετρελαϊκών του εσόδων στα προ-κυρώσεων επίπεδα, θα επιδιώξει να το πετύχει με μείωση των αντίστοιχων εσόδων της Σαουδικής Αραβίας, ή με αύξηση της σκληρής ισχύος του (πχ πυρηνικά), ή με όποιον άλλο τρόπο βρει διαθέσιμο.
Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι το ίδιο θα έκανε και η Σ. Αραβία αν βρισκόταν σε αντίστοιχη θέση καθώς οι κινήσεις των δύο κρατών προσδιορίζονται αρχικά από τη δομή του ίδιου του διεθνούς συστήματος και δευτερεύοντος από τη δομή των δύο κρατών και των ηγεσιών τους.
Με τα παραπάνω δεδομένα, οφείλουμε να συμπεράνουμε ότι επιθέσεις όπως αυτή του Σαββάτου δεν μπορούν παρά να συνεχιστούν όσο διατηρείται η δραματική μεταβολή στην ισορροπία ισχύος που προήλθε μετά τις κυρώσεις στο Ιράν.
Είναι άγνωστο αν αυτή η κατάσταση θα οδηγήσει σε στρατιωτική σύγκρουση η οποία θα παγιώσει ή αλλάξει τους νέους συσχετισμούς ισχύος ή αντίθετα αν θα οδηγηθούμε σε κάποιου είδους συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Αυτό που μπορούμε να θεωρούμε ως δεδομένο όμως, είναι ότι όσο η κατάσταση παραμένει ως έχει, οι επιθέσεις και εντάσεις θα συνεχίζονται.
Η παραπάνω κατάσταση πάντως, επηρεάζει τις τιμές πετρελαίου μόνο βραχυπρόθεσμα, κυρίως λόγω της έκπληξης που συνοδεύει ένα απροσδόκητο και μεμονωμένο γεγονός. Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, γεγονότα όπως το πρόσφατο δεν θα πρέπει να περιμένουμε ότι θα επηρεάσουν σημαντικά τις τιμές πετρελαίου. Ο λόγος για αυτή την εκτίμηση συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις στο παραγωγικό δυναμικό των ΗΠΑ.
Η άνοδος των τιμών πέραν ενός ορίου περί των 60 δολαρίων το βαρέλι, φέρνει τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου στα -πολυπόθητα- επίπεδα θετικής καθαρής κερδοφορίας, γεγονός που θα πρέπει να αναμένουμε ότι οδηγεί σε αυξήσεις στην παραγωγή πετρελαίου και εξισορρόπηση των τιμών.
Στην περίπτωση της συγκεκριμένης επίθεσης, οι δηλώσεις από τη Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες για κάλυψη της απολεσθείσας παραγωγής από αποθέματα, πιθανό να οδηγήσει και σε ακόμα γρηγορότερη αποκλιμάκωση των τιμών, αλλά σε μεσοπρόθεσμό επίπεδο είναι η αυξημένη αμερικανική παραγωγή που μπορεί να οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των τιμών κάτω από τα 60 δολάρια.
Πέραν των παραπάνω, η αβεβαιότητα που συνδέεται με την παραγωγή πετρελαίου από τον περσικό, δημιουργεί σειρά εξελίξεων σε άλλα ενεργειακά θέματα.
Συγκεκριμένα, μετά και τα πρόσφατα γεγονότα, θα πρέπει να περιμένουμε επιτάχυνση στις ΗΠΑ του ρυθμού με τον οποίο τα διυλιστήρια πετρελαίου της χώρας προχωρούν στις απαραίτητες μετατροπές ώστε να μπορούν να επεξεργάζονται το light sweet πετρέλαιο που παράγεται από τις ΗΠΑ, αντί για το πιο βαρύ αργό του περσικού το οποίο ακόμα και τώρα αποτελεί μεγάλο μέρος της παραγωγής τους.
Αρκεί να σημειώσουμε εδώ ότι ενώ οι ΗΠΑ έχουν φτάσει πλέον τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία σε παραγωγή πετρελαίου, κοντά στα 10 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα, εξακολουθούν να εισάγουν περί τα 9,5 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου τη μέρα, καθώς όλα τα διυλιστήρια της χώρας δεν έχουν προχωρήσει ακόμα στις απαραίτητες μετατροπές που θα τους δώσουν τη δυνατότητα να επεξεργάζονται το light sweet σχιστολιθικό πετρέλαιο που βγαίνει από τις αμερικανικές γεωτρήσεις. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν λοιπόν να είναι εξαρτημένες από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τον Περσικό κόλπο παρά τη δραματική βελτίωση στην ενεργειακή τους παραγωγή.
Το θέμα της εξάρτησης των διυλιστηρίων από τη χώρα προέλευσης και το είδους του αργού πετρελαίου που επεξεργάζονται θα πρέπει να απασχολήσει και τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια και μάλιστα θα πρέπει να θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμο και για την Ελλάδα.
Στη χώρα μας οι εξαγωγές διυλισμένου πετρελαίου αποτελούν το 30% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών φτάνοντας σε αξία τα 10 δις ευρώ το 2018. Ένας τόσο σημαντικός κλάδος για την ελληνική οικονομία οφείλει να μην έχει υπερβολική εξάρτηση από συγκεκριμένες χώρες-προμηθευτές αλλά και -κατά το δυνατόν- ούτε από συγκεκριμένα είδη πρώτης ύλης.
Με δεδομένη την κυριαρχία και του αμερικανικού light sweet στην παγκόσμια αγορά για τις επόμενες δεκαετίες, τα ελληνικά διυλιστήρια οφείλουν να βρουν λύσεις και στη διαφοροποίηση της πρώτης ύλης. Εξελίξεις όπως οι κυρώσεις στο Ιράν και οι πρόσφατες επιθέσεις στη Σαουδική Αραβία, οφείλουν να αποτελέσουν έναυσμα για τις απαραίτητες προσαρμογές και για τον ελληνικό κλάδο διύλισης.
* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης είναι Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum, Διευθυντής Επιστημονικής Έρευνας του Ελληνικού Ινστιτούτου Ενεργειακής Ρύθμισης και αναλυτής Ενεργειακής Στρατηγικής στην επιστημονική ομάδα της Έδρας «Θουκυδίδης» του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπεύθυνος για τα ενεργειακά θέματα της ΜΕΝΑ και Ανατολικής Μεσογείου.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου