Θεόδωρος Ράκκας
Η γνωστή ρήση του Θουκυδίδη «Ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του», από τον διάλογο Μηλίων-Αθηναίων, περιγράφει εύστοχα το πλαίσιο και τη χρονική συγκυρία, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η -κατά τα άλλα αναγκαία- επίσκεψη Τσίπρα στην Άγκυρα. Μπορεί μεν η αποτρεπτική ισχύς της χώρας, ειδικά στο σκέλος της αεροπορίας, να είναι ακόμα αξιόπιστη, αλλά το ελληνοτουρκικό ισοζύγιο ισχύος βαίνει σταθερά προς πλήρη ανατροπή.
Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί το γεγονός πως έχουμε φτάσει να συζητάμε, κρυφά και φωναχτά, για μια συνολική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών, από εκεί που κάποτε αναγνωρίζαμε σαν μοναδική διαφορά τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας; Συν τοις άλλοις, η εμφαντική υποχώρηση της Ελλάδας στο Μακεδονικό, αποτελεί συντριπτική ένδειξη ότι η εξωτερική της πολιτική ετεροκαθορίζεται. Ετεροκαθορίζεται από αυτούς με τους οποίους ο Ελληνισμός επέλεξε να συγκλίνει-ταυτιστεί, θεωρώντας ότι είναι το μοναδικό μέσο ανάσχεσης της τουρκικής απειλής.
Η βαθιά παλαιοκομματική νοοτροπία των ελλαδικών ελίτ, σε συνδυασμό με τη στρεβλή ανάγνωση της ιστορίας, τις τυφλώνουν στρατηγικά. Τις τυφλώνουν υπό το πρίσμα ότι αρνούνται να κατανοήσουν τους κανόνες του διεθνούς συστήματος και των διακρατικών σχέσεων. Τα «ανήκουμε στη Δύση» και «είμαστε Ευρωπαίοι», συνοδευόμενα από μια πεποίθηση πολιτισμικής και αξιακής ταύτισης, δυστυχώς δεν αποτελούν ικανές συνθήκες, οι οποίες θα διασφαλίσουν την έμπρακτη υποστήριξη της Δύσης στα συμφέροντα του Ελληνισμού.
Από την άλλη, η θέση των δυτικών συμμάχων και εταίρων αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά είναι απλή, σαφής και διαχρονική: «βρείτε τα». Από την πλευρά τους είναι λογικό, καθότι η Δύση δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλώσει το πως θα διαχειριστεί την Τουρκία. Το σίγουρο είναι ότι δεν θέλει να τη χάσει. Θα της κόστιζε πολύ παραπάνω, γεωπολιτικά και οικονομικά, μια εχθρική Τουρκία από μια αυτόβουλα ουδέτερη.
Επίσης, από τα διάφορα μέτωπα αντιπαράθεσης, στα οποία εμπλέκεται η Άγκυρα, αυτό με τον Ελληνισμό είναι το πιο εύκολο να διευθετηθεί. Οι λόγοι είναι απλοί. Η ελληνική πλευρά, ούσα εξαρτημένη από τη Δύση, δεν έχει πολλά περιθώρια αντιστάσεων. Ως εκ τούτου, μια ετεροβαρής διευθέτηση των ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού είναι πέραν από ρεαλιστική και ευκταία. Ευκταία, καθότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη πικράνει αρκετά την Τουρκία, κυρίως λόγω των επιλογών τους στη Συρία. Ειδικά η Γερμανία την έχει ανάγκη όσον αφορά το προσφυγικό-μεταναστευτικό.
Ολική ρήξη Τουρκίας-Δύσης
Υφίσταται, βέβαια, ακόμα το ενδεχόμενο της ολικής ρήξης της Τουρκίας του Ερντογάν με τις δυτικές δυνάμεις, κυρίως τις ΗΠΑ. Αλλά ας μην ήμαστε αιθεροβάμονες. Το παραπάνω προϋποθέτει, καταρχάς, την κατανόηση από την πλευρά των Αμερικανών του γεωστρατηγικού και πολιτισμικού χαρακτήρα της τουρκικής στροφής. Πάντως, λαμβάνοντας υπόψη τα υπάρχοντα δεδομένα, φαίνεται πως η Δύση, καθότι απρόθυμη για νέες συγκρούσεις και αντιμέτωπη με πρωτόγνωρες προκλήσεις, θα εξαντλήσει κάθε περιθώριο κατευνασμού της Τουρκίας.
Αν μη τι άλλο, η ευθύνη για τη δυτική ουδετερότητα βαραίνει και εμάς σαν Έλληνες, ακαδημαϊκά και πολιτικά. Μας βαραίνει, επειδή εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε εμπεδώσει ποια είναι η θέση μας στο διεθνές στερέωμα και στον ρου της ιστορίας. Επομένως, ουδέποτε αναπτύξαμε μηχανισμούς και θεσμούς εκπόνησης στρατηγικής, αναφορικά με την μακροπρόθεσμη διαχείριση προκλήσεων και ευκαιριών, στην άμεση και την ευρύτερη γειτονιά μας. Ως εκ τούτου, με τα υπάρχοντα δεδομένα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι έντιμοι συμβιβασμοί.
Ταυτόχρονα, όμως, οφείλουμε να διασφαλίζουμε ότι αυτοί οι συμβιβασμοί, δεν θα έχουν μακροπρόθεσμα καταστρεπτικές και μη αναστρέψιμες συνέπειες. Εν κατακλείδι, καθίσταται επιτακτικό ο Ελληνισμός να ξεθάψει το στρατηγικό του δαιμόνιο, όσο είναι ακόμα νωρίς. Ωστόσο, το παραπάνω δεν πρόκειται να συμβεί, όσο μας λείπει η εθνική και ιστορική αυτογνωσία και όσο η μικροκομματική νοοτροπία της αρπαχτής και των πρόσκαιρων κερδών, κυριαρχεί στον δημόσιο και τον ιδιωτικό μας βίο.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου