GuidePedia

0
Με οριακή πλειοψηφία κρίθηκε ότι οι εκτελεσθέντες πολιτικοί και στρατιωτικοί το 1922 ήταν αθώοι. Στην Ολομέλεια παραπέμφθηκε η υπόθεση.
Με την επανάληψη της «δίκης των έξι» 87 ολόκληρα χρόνια ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Αρειος Πάγος επιχειρεί να ξαναγράψει την Ιστορία για τις ποινικές ευθύνες των εκτελεσθέντων. Η φωτογραφία είναι από τη δίκη που διεξήχθη το 1922.
Η πλειοψηφία του Ζ ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου, στηριζόμενη κυρίως σε δηλώσεις, επιστολές και εκτιμήσεις που εξέφρασαν τα επόμενα χρόνια μετά την καταδίκη διάφοροι πολιτικοί και στρατιωτικοί της εποχής εκείνης (Ελ. Βενιζέλος, Θ. Πάγκαλος κ.λπ.), αλλά και σε βιβλία του τότε Αρχηγείου Στρατού, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, αν το Εκτακτο Επαναστατικό Δικαστήριο γνώριζε τα στοιχεία αυτά το 1922, δεν θα είχε καταδικάσει τους έξι.
Αντίθετα, η μειοψηφία του Αρείου Πάγου έκρινε ότι οι εκτιμήσεις και προσωπικές απόψεις δεν αποτελούν νέα στοιχεία που μπορούν να ανατρέψουν την καταδικαστική κρίση ύστερα από 87 χρόνια, πολύ περισσότερο αφού δεν βρέθηκαν στα αρχεία του κράτους η απόφαση και τα πρακτικά της δίκης, με συνέπεια να είναι αδύνατη η διερεύνηση της αξιοπιστίας και της αντικειμενικότητας των εξετασθέντων τότε μαρτύρων.
Λόγω της οριακής πλειοψηφίας το θέμα παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, που θα ξανακρίνει σχεδόν έναν αιώνα μετά εάν ήταν ένοχοι ή αθώοι οι καταδικασθέντες και εκτελεσθέντες πρωθυπουργοί Π. Πρωτοπαπαδάκης, Δ. Γούναρης και Ν. Στράτος, οι υπουργοί Ν. Στράτος και Γ. Μπαλτατζής και ο αρχιστράτηγος Γ. Χατζηανέστης. Την επανάληψη της «δίκης των έξι» και την ανατροπή της καταδίκης τους σε θάνατο ζήτησε ο Μιχ. Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του τότε πρωθυπουργού, υποστηρίζοντας ότι η αθωότητά τους προκύπτει από τις μεταγενέστερες δηλώσεις και τα συγγράμματα.
Η καταδίκη έγινε για εσχάτη προδοσία που αφορούσε στον κλονισμό του ηθικού του μαχόμενου στην Ιωνία στρατού, τη μεταφορά μεγάλης δύναμης από το μικρασιατικό μέτωπο που εξασθένισε, την παράδοση αποθηκών με πολεμικό υλικό, αλλά και μεγάλων τμημάτων της στρατιάς.....
Η πλειοψηφία, αποτελούμενη από τον προαχθέντα πέρυσι σε αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Γ. Μάμαλη και συνταξιοδοτούμενο την προσεχή Τρίτη, καθώς και τους αρεοπαγίτες Ν. Κωνσταντόπουλο, Π. Ρουμπή, θεώρησε ως νέο στοιχείο ικανό να στηρίξει την αθωότητα των καταδικασθέντων μία επιστολή που έστειλε το 1929 ο τότε πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος στον τότε αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος (αξιωματικής αντιπολίτευσης) Π. Τσαλδάρη.
Επιστολή
Στην επιστολή ανέφερε ότι «ουδείς των πολιτικών αρχηγών της δημοκρατικής παρατάξεως θεωρεί ότι οι ηγέται της πολιτικής, ήτις ηκολουθήθη μετά το 1920, διέπραξαν προδοσίαν κατά της πατρίδος ή ότι εν γνώσει οδήγησαν τον τόπο εις την Μικρασιατικήν Καταστροφήν», προσθέτοντας πως πίστευε «ότι θα ήσαν ευτυχείς αν η πολιτική των ωδήγει την Ελλάδα εις εθνικόν θρίαμβον».
Ακόμα η πλειοψηφία του Αρείου Πάγου στηρίχθηκε σε δήλωση του Ελ. Βενιζέλου στη Βουλή ότι «εστερήθηκαν την ζωήν των κατά εντελώς άνομον τρόπον», αλλά και του τότε αντιστράτηγου Θ. Πάγκαλου (προέδρου της Ανακριτικής Επιτροπής που παρέπεμψε τους 6) ότι «η Επανάστασις του 1922 υπήρξε Επανάστασις Ιδεολόγων η οποία κατέληξεν εις την σκληράν απόφασιν της θανατικής καταδίκης ίνα χρησιμεύση το αίμα εκείνο προς νέαν αναδημιουργίαν».
Με βάση το βιβλίο Επιχειρήσεις εις Θράκην 1919-1923 του τότε Αρχηγείου Στρατού (έκδοση 1969), ο Αρειος Πάγος κρίνει ότι η μεταφορά των μεραρχιών στα νησιά του Αιγαίου και τη Ραιδεστό έγινε μέσα στα πλαίσια που επέτρεπαν οι τότε κρατούσες περιστάσεις, χωρίς να μπορεί να αποδοθεί σε πρόθεση του αρχιστράτηγου Γ. Χατζηανέστη η εγκατάλειψη στο μικρασιατικό έδαφος του πολεμικού υλικού.
Ακόμα δέχεται η πλειοψηφία ότι δεν μπορεί να αποδοθεί στον αρχιστράτηγο ότι από πρόθεση (και όχι από τυχόν εσφαλμένες επιλογές του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων) προκάλεσε τη φυγή μεγάλων τμημάτων της στρατιάς που διοικούσε και εμπόδισε τη συνάθροισή τους. Ετσι κρίνει ότι και οι πολιτικοί δεν μπορούν να κατηγορηθούν ως ηθικοί αυτουργοί.
ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
Η μειοψηφία των αρεοπαγιτών Ν. Ζαϊρη, Κ. Φράγκου (εισηγητή) υπογραμμίζει ότι οι μεταγενέστερες κατά 7 έως 10 χρόνια δηλώσεις και επιστολές αποτελούν πολιτικές κρίσεις που έγιναν στο πνεύμα κατασίγασης των πολιτικών παθών και συμφιλίωσης του λαού, ενώ δεν προέκυψαν γεγονότα που να αποδυναμώνουν το κατηγορητήριο.
Η μειοψηφία τονίζει ότι οι πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής απέφυγαν να εισαγάγουν πρόταση στη Βουλή, ούτε καν μεμονωμένοι βουλευτές από το Λαϊκό Κόμμα για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας της Μικρασιατικής Καταστροφής και την ηθική αποκατάσταση της μνήμης των εκτελεσθέντων.
Υπογραμμίζει, τέλος, ότι η έλλειψη των πρακτικών της δίκης των 6 εμποδίζει να συγκριθούν και να αξιολογηθούν οι μεταγενέστερες δηλώσεις, με τις καταθέσεις των τότε στρατιωτικών μαρτύρων, τα έγγραφα κ.λπ.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top