Γιώργος Σκαφιδάς
Ό,τι δεν έγινε μέσα σε περισσότερα από δέκα χρόνια, έγινε τελικώς μέσα σε λιγότερες από δέκα ημέρες. Ο Τσαρλς Λίστερ, ανώτερος συνεργάτης της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Middle East Institute, το θέτει γλαφυρά σε ανάρτησή του: Από το 2011 ως το 2023, ο Άσαντ έχασε δύο μεγάλες επαρχιακές πρωτεύουσες, τη Ράκα και το Ιντλίμπ. Από τις 29 Νοεμβρίου ως και τις 5 Δεκεμβρίου του 2024 ωστόσο, ο Σύρος πρόεδρος θα έχανε το Χαλέπι και τη Χάμα.
Κι αν το Χαλέπι ήταν/είναι σημαντικό ως η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, η Χάμα είναι τώρα ακόμη σημαντικότερη… γεωγραφικά. Αν και μικρότερη σε μέγεθος από το Χαλέπι, η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας βρίσκεται πάνω στον δρόμο για τη Δαμασκό, όχι τον βιβλικό του Αποστόλου Παύλου αλλά εκείνο των υποστηριζόμενων από την Τουρκία τζιχαντιστών (HTS) και των οσων λοιπών μάχονται ενάντια στον Άσαντ (SNA κ.ά.) που συνεχίζουν την προέλασή τους προς τη συριακή πρωτεύουσα θέτοντας πια το καθεστώς ενώπιον υπαρξιακών απειλών. Επόμενος σταθμός του;
Η Χομς; Και μετά, τι;
Όταν ένοπλοι ισλαμιστές μαχητές της σουνιτικής Μουσουλμανικής Αδελφότητας εξεγέρθηκαν στον Φεβρουάριο του 1982 στη Χαμά, κηρύσσοντας τζιχάντ ενάντια στους Μπααθιστές, ο Χαϕέζ αλ-Άσαντ, πατέρας του Μπασάρ, έπνιξε στο αίμα την εξέγερση στέλνοντας εκεί χιλιάδες στρατιώτες. Το μήνυμα ήταν σαφές: oποιαδήποτε πρόκληση θα αντιμετωπίζεται από το καθεστώς άμεσα, κατά τρόπο βίαιο και αδίστακτο. Χρόνια αργότερα, στο βιβλίο του με τίτλο «Από τη Βηρυτό στην Ιερουσαλήμ» («From Beirut to Jerusalem»), ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τόμας Φρίντμαν θα χαρακτήριζε εκείνη την επέμβαση «κανόνα της Χάμα», αναφερόμενος στον «κανόνα» της μηδενικής ανοχής έναντι των εξεγερθέντων.
Σαράντα δύο χρόνια έπειτα από τη «σφαγή» του 1982, η Χάμα έπεσε, αλλά αυτήν τη φορά… αντιστρόφως, καθώς ήταν οι σουνίτες ισλαμιστές εκείνοι που έτρεψαν σε φυγή τους στρατιώτες του υποστηριζόμενου από το Ιράν, τη Ρωσία και τη Χεζμπολάχ υιού Άσαντ.
Γιατί, όμως, το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ παρουσιάζεται πια να καταρρέει τόσο γρήγορα;
Η πλευρά Άσαντ, ως φαίνεται, επαναπαύθηκε στην ιδέα ότι είχε κερδίσει έναν πόλεμο που θεωρούνταν «παγωμένος». Η -έπειτα από χρόνια αποκλεισμού- επιστροφή του συριακού καθεστώτος στις τάξεις του Αραβικού Συνδέσμου (με την στήριξη κυρίως των ΗΑΕ) αλλά και τα ανοίγματα που έκαναν προς την πλευρά του Άσαντ το τελευταίο διάστημα χώρες όπως η Τουρκία, η Ιταλία κ.ά., μάλλον ενίσχυσαν αυτήν την εντύπωση της «νίκης». Την ίδια ώρα ωστόσο, η κατάσταση (βλ. ανθρωπιστική κρίση) στο εσωτερικό της Συρίας επιδεινωνόταν.
Η οικονομία πήγαινε από το κακό στο χειρότερο με τη φτωχοποίηση να γιγαντώνεται, ενώ η διαφθορά κάλπαζε και το οργανωμένο έγκλημα αποκτούσε ρίζες στον κρατικό μηχανισμό με τη χώρα να μετατρέπεται σε narco state παραγωγής captagon. Σε αυτό το εμπόριο ναρκωτικών λέγεται μάλιστα ότι είχε εμπλοκή και η ίδια η οικογένεια Άσαντ, και πιο συγκεκριμένα ο Μαχέρ, αδελφός του Μπασάρ.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ωστόσο, ραγδαίας φτωχοποίησης του πληθυσμού από τη μία πλευρά και καλπάζουσας διαφθοράς από την άλλη, δεν θα μπορούσαν παρά να αναδυθούν φαινόμενα διαλυτικά, σε κοινωνικό επίπεδο αλλά και στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων οι οποίες καλούνται τώρα, έπειτα από 13 χρόνια πολέμου, να βρουν ξανά αποθέματα ψυχικού σθένους απέναντι σε μια αναγεννημένη απειλή.
Από τη μία πλευρά λοιπόν, βρίσκονται οι αδυναμίες του ιδίου του καθεστώτος. Από την άλλη όμως, βρίσκονται παράλληλα και οι αδυναμίες όσων το στήριζαν.
Η Ρωσία, το Ιράν και η Χεζμπολάχ δεν έχουν πια την «πολυτέλεια» να στηρίξουν τον Άσαντ όπως άλλοτε, γιατί πολύ απλά δεν έχουν τα μέσα καθώς μετρούν άλλες δικές τους πληγές σε άλλα μέτωπα τα οποία υποχρεούνται μάλιστα να τροφοδοτούν, κατά προτεραιότητα, με πόρους (οικονομικούς, στρατιωτικούς, διπλωματικούς) και δυνάμεις, είτε μιλάμε για το μέτωπο της Ουκρανίας είτε για τα άλλα ανοιχτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής (Λίβανος κ.ά.).
Στις αδυναμίες του Άσαντ και των υποστηρικτών του, ήρθαν όμως να «κουμπώσουν», από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις ενός αναγεννημένου εχθρού.
Ως φαίνεται, HTS, SNA και λοιποί προετοίμαζαν εδώ και καιρό αυτές τις επιθέσεις, τις οποίες έφεραν σε πέρας κατά τρόπο καλά οργανωμένο και συντονισμένο. Εάν κρίνουμε δε από τον εξοπλισμό τους, οι τζιχαντιστές εχθροί του Άσαντ φρόντισαν να ενισχύσουν σημαντικά το δικό τους οπλοστάσιο τα τελευταία χρόνια, προφανώς με έξωθεν βοήθεια (βλ. Τουρκία).
Τι μέλλει γενέσθαι; Επισήμως, όλοι θα βγουν τώρα και θα μιλήσουν για την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας που θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Διόλου τυχαία, ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν προχώρησε ήδη σε τέτοιου περιεχομένου δηλώσεις.
Στο παρασκήνιο ωστόσο, υπάρχουν πολλοί που θα ήθελαν να δουν τη Συρία να διαλύεται σε επί μέρους σφαίρες επιρροής και ελέγχου. Για «τουρκικό Χαλέπι» μίλησε από την πλευρά του, επίσης διόλου τυχαία, ο υπερεθνικιστής εταίρος του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Οι τζιχαντιστές της HTS δείχνουν να ξέρουν τι θέλουν, καθώς συνεχίζουν την προέλασή τους στο εσωτερικό. Το ερώτημα είναι εάν θα μπορέσουν να τους σταματήσουν -και πού- ο Άσαντ και όσοι (λένε ότι) τον στηρίζουν, όχι μόνο στον άξονα Ρωσίας-Ιράν αλλά και στον αραβικό κόσμο (ΗΑΕ, Ομάν κ.ά.).
Όταν ένοπλοι ισλαμιστές μαχητές της σουνιτικής Μουσουλμανικής Αδελφότητας εξεγέρθηκαν στον Φεβρουάριο του 1982 στη Χαμά, κηρύσσοντας τζιχάντ ενάντια στους Μπααθιστές, ο Χαϕέζ αλ-Άσαντ, πατέρας του Μπασάρ, έπνιξε στο αίμα την εξέγερση στέλνοντας εκεί χιλιάδες στρατιώτες. Το μήνυμα ήταν σαφές: oποιαδήποτε πρόκληση θα αντιμετωπίζεται από το καθεστώς άμεσα, κατά τρόπο βίαιο και αδίστακτο. Χρόνια αργότερα, στο βιβλίο του με τίτλο «Από τη Βηρυτό στην Ιερουσαλήμ» («From Beirut to Jerusalem»), ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τόμας Φρίντμαν θα χαρακτήριζε εκείνη την επέμβαση «κανόνα της Χάμα», αναφερόμενος στον «κανόνα» της μηδενικής ανοχής έναντι των εξεγερθέντων.
Σαράντα δύο χρόνια έπειτα από τη «σφαγή» του 1982, η Χάμα έπεσε, αλλά αυτήν τη φορά… αντιστρόφως, καθώς ήταν οι σουνίτες ισλαμιστές εκείνοι που έτρεψαν σε φυγή τους στρατιώτες του υποστηριζόμενου από το Ιράν, τη Ρωσία και τη Χεζμπολάχ υιού Άσαντ.
Γιατί, όμως, το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ παρουσιάζεται πια να καταρρέει τόσο γρήγορα;
Η πλευρά Άσαντ, ως φαίνεται, επαναπαύθηκε στην ιδέα ότι είχε κερδίσει έναν πόλεμο που θεωρούνταν «παγωμένος». Η -έπειτα από χρόνια αποκλεισμού- επιστροφή του συριακού καθεστώτος στις τάξεις του Αραβικού Συνδέσμου (με την στήριξη κυρίως των ΗΑΕ) αλλά και τα ανοίγματα που έκαναν προς την πλευρά του Άσαντ το τελευταίο διάστημα χώρες όπως η Τουρκία, η Ιταλία κ.ά., μάλλον ενίσχυσαν αυτήν την εντύπωση της «νίκης». Την ίδια ώρα ωστόσο, η κατάσταση (βλ. ανθρωπιστική κρίση) στο εσωτερικό της Συρίας επιδεινωνόταν.
Η οικονομία πήγαινε από το κακό στο χειρότερο με τη φτωχοποίηση να γιγαντώνεται, ενώ η διαφθορά κάλπαζε και το οργανωμένο έγκλημα αποκτούσε ρίζες στον κρατικό μηχανισμό με τη χώρα να μετατρέπεται σε narco state παραγωγής captagon. Σε αυτό το εμπόριο ναρκωτικών λέγεται μάλιστα ότι είχε εμπλοκή και η ίδια η οικογένεια Άσαντ, και πιο συγκεκριμένα ο Μαχέρ, αδελφός του Μπασάρ.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ωστόσο, ραγδαίας φτωχοποίησης του πληθυσμού από τη μία πλευρά και καλπάζουσας διαφθοράς από την άλλη, δεν θα μπορούσαν παρά να αναδυθούν φαινόμενα διαλυτικά, σε κοινωνικό επίπεδο αλλά και στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων οι οποίες καλούνται τώρα, έπειτα από 13 χρόνια πολέμου, να βρουν ξανά αποθέματα ψυχικού σθένους απέναντι σε μια αναγεννημένη απειλή.
Από τη μία πλευρά λοιπόν, βρίσκονται οι αδυναμίες του ιδίου του καθεστώτος. Από την άλλη όμως, βρίσκονται παράλληλα και οι αδυναμίες όσων το στήριζαν.
Η Ρωσία, το Ιράν και η Χεζμπολάχ δεν έχουν πια την «πολυτέλεια» να στηρίξουν τον Άσαντ όπως άλλοτε, γιατί πολύ απλά δεν έχουν τα μέσα καθώς μετρούν άλλες δικές τους πληγές σε άλλα μέτωπα τα οποία υποχρεούνται μάλιστα να τροφοδοτούν, κατά προτεραιότητα, με πόρους (οικονομικούς, στρατιωτικούς, διπλωματικούς) και δυνάμεις, είτε μιλάμε για το μέτωπο της Ουκρανίας είτε για τα άλλα ανοιχτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής (Λίβανος κ.ά.).
Στις αδυναμίες του Άσαντ και των υποστηρικτών του, ήρθαν όμως να «κουμπώσουν», από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις ενός αναγεννημένου εχθρού.
Ως φαίνεται, HTS, SNA και λοιποί προετοίμαζαν εδώ και καιρό αυτές τις επιθέσεις, τις οποίες έφεραν σε πέρας κατά τρόπο καλά οργανωμένο και συντονισμένο. Εάν κρίνουμε δε από τον εξοπλισμό τους, οι τζιχαντιστές εχθροί του Άσαντ φρόντισαν να ενισχύσουν σημαντικά το δικό τους οπλοστάσιο τα τελευταία χρόνια, προφανώς με έξωθεν βοήθεια (βλ. Τουρκία).
Τι μέλλει γενέσθαι; Επισήμως, όλοι θα βγουν τώρα και θα μιλήσουν για την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας που θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Διόλου τυχαία, ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν προχώρησε ήδη σε τέτοιου περιεχομένου δηλώσεις.
Στο παρασκήνιο ωστόσο, υπάρχουν πολλοί που θα ήθελαν να δουν τη Συρία να διαλύεται σε επί μέρους σφαίρες επιρροής και ελέγχου. Για «τουρκικό Χαλέπι» μίλησε από την πλευρά του, επίσης διόλου τυχαία, ο υπερεθνικιστής εταίρος του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Οι τζιχαντιστές της HTS δείχνουν να ξέρουν τι θέλουν, καθώς συνεχίζουν την προέλασή τους στο εσωτερικό. Το ερώτημα είναι εάν θα μπορέσουν να τους σταματήσουν -και πού- ο Άσαντ και όσοι (λένε ότι) τον στηρίζουν, όχι μόνο στον άξονα Ρωσίας-Ιράν αλλά και στον αραβικό κόσμο (ΗΑΕ, Ομάν κ.ά.).
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου