GuidePedia

0

Το επόμενο βήμα του Ερντογάν και οι ελληνικές υποχωρήσεις – Πώς οδηγούμαστε στην απώλεια εθνικής κυριαρχίας.

Στη συνέντευξή του στα Νέα, στις 12 Οκτωβρίου, ο πρωθυπουργός, κ. Κ. Μητσοτάκης είχε με το δημοσιογράφο (κ. Γ. Πρετεντέρη) τον παρακάτω διάλογο, στον οποίο οι απαντήσεις του έχουν πολύ μεγάλη σημασία.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Λέτε «αν δεν συμφωνούμε, να πάμε στη Χάγη». Πιστεύετε ότι η κυβέρνησή σας μπορεί να αντέξει πολιτικά την όποια απόφαση της Χάγης;

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, πιστεύω ότι έχουμε δίκιο.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Σύμφωνοι. Δεν είναι όμως τι πιστεύετε εσείς.

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Ξέρουμε πολύ καλά, κ. Πρετεντέρη, ότι ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο πολύ δύσκολα θα σου δώσει το 100% όσων διεκδικείς.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Άρα το παίρνετε υπόψη σας.

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Βεβαίως το λαμβάνω υπόψη μου. Θεωρώ όμως ότι το συνολικό όφελος που θα αποκομίσει η χώρα από μία ειρηνική επίλυση της μιας διαφοράς που έχουμε με την Τουρκία θα είναι πολλαπλάσιο του όποιου κόστους μπορεί να υπάρχει στην κοινή γνώμη από κάποια απόφαση.

Και να σας πω και κάτι, γιατί μου αρέσει να λέω τα πράγματα έξω από τα δόντια: Το γεγονός ότι η Ελλάδα έρχεται και συζητάει ένα ζήτημα που αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο σημαίνει πως αναγνωρίζουμε ότι αυτή είναι μια περιοχή όπου και η Τουρκία έχει διεκδικήσεις. Εάν δεν το αναγνωρίζαμε αυτό, δεν θα πηγαίναμε σε συζήτηση.



Ο κ. Γ. Γεραπετρίτης, υπουργός Επικρατείας έθεσε πιο συγκεκριμένα σε συνέντευξη του στον Alpha τα όρια των θαλασσίων ζωνών δηλώνοντας κάτι περιοριστικά πρωτάκουστο: “Η κόκκινη γραμμή είναι η εθνική κυριαρχία, και όταν λέμε εθνική κυριαρχία εννοούμε αυτονοήτως τα εθνικά χωρικά ύδατα τα οποία σήμερα είναι προσδιορισμένα στα έξι ναυτικά μίλια”.

Υπογραμμίζουμε ότι αυτές οι απαντήσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Επικρατείας, με αυτόν τον τρόπο και αυτό το περιεχόμενο για τα μείζονα εθνικά μας θέματα γίνονται για πρώτη φορά, και είναι χαρακτηριστικό ότι γίνονται αυτή την περίοδο κινητικότητας κάτω από την επεκτατική πίεση των τουρκικών διεκδικήσεων.

Το σκηνικό των κυρίαρχων ελίτ των Αθηνών συμπληρώνεται αν δίπλα σ΄αυτά παραθέσουμε και την συμπίπτουσα άποψη του Ε. Βενιζέλου που διατύπωσε πρόσφατα στον ΑΝΤ 1: «Είναι μονόδρομος η παραπομπή στη Χάγη, εάν θέλουμε να μπορούμε να ασκήσουμε τα δικαιώματα μας. Κάπου θα χάσουμε, κάπου θα κερδίσουμε. Εμείς βέβαια θα προσπαθήσουμε να κερδίσουμε σε όλα, διότι έχουμε επιχειρήματα».

Το περιεχόμενο των παραπάνω δημόσιων τοποθετήσεων αποτελεί το κοινό πλαίσιο σχεδόν του συνόλου της πολιτικής ελίτ και του κατεστημένου των Αθηνών. Είτε με ανοιχτό τρόπο, είτε με συγκαλυμμένο, είτε με καθαρές διατυπώσεις, είτε στα παρασκήνια.

Yπάρχει μια ευρεία, οριζόντια διακομματική συναίνεση- σύμπτωση στις θέσεις αυτές. Μια συμφωνία, που αποτελεί και το μείζον εσωτερικό ζήτημα της Ελλάδας.

Μια συμφωνία που αποδιαρθρώνει, αντί να ενισχύει την αναγκαία πατριωτική ενότητα, που πολιτικά υποβαθμίζει, παρά την όποια ρητορική, αντί να ανυψώνει την αμυντική συμπαράταξη απέναντι στην Τουρκική απειλή.

Αυτή είναι η έκφραση, η συγκεκριμένη μορφή, αυτού που ονομάζεται: ενδοτισμός. Ενδοτισμός που στην εξέλιξη του, και υπό το βάρος εξωτερικών πιέσεων και εσωτερικού κλίματος συμβιβασμού, μετατρέπεται σε μειοδοσία.



Το επόμενο βήμα του Ερντογάν

Είναι, λοιπόν, προφανές, από τις παραπάνω δημόσιες θέσεις, προκύπτει λογικά και ευθέως, κι αυτό εισπράττει και η Τουρκία, – ενώ επιδιώκεται να εθισθεί και να προετοιμασθεί και ο Ελληνικός Λαός -, ότι η Ελλάδα έχει αποφασίσει, έχει ουσιαστικά αποδεχθεί έναν συμβιβασμό παραχωρήσεων προς την Τουρκία.

Η Τουρκία βλέπει και αξιολογεί ότι η στρατηγική της, της επιθετικότητας και της αναθεώρησης του συνοριακού και κυριαρχικού status (της Συνθήκης της Λωζάνης και των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων) αποδίδει.

Αποδίδει, και παρά τις όποιες φραστικές καταδίκες, προετοιμάζει τα αποτελέσματα και οδηγεί τις εξελίξεις. Αισθάνεται ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να της αντιπαρατεθεί, ότι προετοιμάζεται για συμβιβασμό σε ζωτικό μέρος των απαιτήσεών της.

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η Ελληνική πλευρά, ουδέποτε μέχρι σήμερα, καθ΄ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, διατύπωσε τέτοιες θέσεις και έδειξε πρόθεση μειωμένης εφαρμογής των κυριαρχικών της δικαιωμάτων (υφαλοκρηπίδα, 12 ναυτικά μίλια, ΑΟΖ, εναέριος χώρος).

Το επόμενο βήμα της Τουρκίας είναι η αρπαγή και εκβιαστική κατοχύρωση αυτού που η πλευρά της Ελλάδας έχει αποφασίσει να παραχωρήσει, αλλά απλώς επιθυμεί να το πλασάρει με το περιτύλιγμα της απόφασης της Χάγης.

Οι διεκδικήσεις της Τουρκίας (η ατζέντα της), επί των οποίων η Ελλάδα έχει δώσει μήνυμα παραχώρησης είναι γνωστές, εξ άλλου και ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε για αυτές.

Εφόσον, λοιπόν, η Ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί να το πράξει, μπορεί να το πράξει και σε απευθείας συνομιλίες κάτω από τη διαρκή επιθετική της πίεση (Oruc Reis, πολεμική ναυτική και αεροπορική κινητοποίηση, αδιαλλαξία, τουρκολυβικό Σύμφωνο, επέμβαση -εισβολή στην ΑΟΖ της Κύπρου -”Αττίλας 3”).

Αυτό είναι το επόμενο βήμα της Τουρκίας, διακρατική συμφωνία -ως αποτέλεσμα του αποκαλούμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου- που θα επικυρώνει τις Ελληνικές παραχωρήσεις.

Η πρώτη ύλη ενός τέτοιου αποτελέσματος είναι η ενδοτική άποψη Μητσοτάκη περί ”αποδοχής μιας μοιρασιάς”, αφού ”το 100% δύσκολα μπορείς να το έχεις”. Οφείλουμε και πάλι να τονίσουμε, ότι εδώ δεν υπάρχει καμία ”μοιρασιά”, παρά παραχωρήσεις, αφού ελληνικές διεκδικήσεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο τουρκικές.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top