Μαργαρίτης Γιώργος
Η υπόθεση του κυβερνήτη του αμερικανικού αεροπλανοφόρου USS Theodore Roosevelt στις αρχές της πανδημίας, είχε φέρει στο προσκήνιο, σε νεότερη εκδοχή, το πως οι πανδημίες συνδέονται με το αξιόμαχο, άρα και με τις γεωπολιτικές, ειρηνικές ή μη, εξελίξεις. Ο κυβερνήτης είχε θεωρήσει ότι, καθώς η χώρα του δεν βρισκόταν σε πόλεμο, δεν υπήρχε λόγος να τεθεί σε κίνδυνο η υγεία και η ζωή 4.000 και πλέον ναυτικών και αεροπόρων του αεροπλανοφόρου.
Η ηγεσία του αμερικανικού ναυτικού τον είχε κατηγορήσει για έλλειψη ψυχραιμίας ως προς την κρίσιμη φάση της “διαχείρισης κρίσεων” και τον αντικατέστησε. Η ιστορία θα μπορούσε να είχε τελειώσει εκεί αν δεν είχε συνέπειες στο πολιτικό πεδίο: για την ακρίβεια στην αντιπαράθεση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους με την Κίνα στη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Το εν λόγω αεροπλανοφόρο αποτελούσε το χειροπιαστό επιχείρημα των ΗΠΑ στην διακηρυγμένη θέση τους για μη αναγνώριση των διεκδικήσεων της Κίνας στην κρίσιμη αυτή ζώνη και το στήριγμα της έμπρακτης αμφισβήτησης της κινεζικής κυριαρχίας στο αρχιπέλαγος.
Η εξουδετέρωση μέρους του πληρώματός του από τον κορονοϊό και η δημόσια –άμεσα ή μέσω διαρροής– παραδοχή της κατάστασης από τον κυβερνήτη του, ακύρωσε το βασικό επιχείρημα των ΗΠΑ και το κυριότερο εργαλείο προώθησης της δικής τους πολιτικής. Η απέναντι πλευρά έσπευσε να εκμεταλλευτεί την ομολογημένη αδύναμη στιγμή των ΗΠΑ, αναπτύσσοντας στην αμφισβητούμενη ζώνη ισχυρές ναυτικές δυνάμεις. Εκμεταλλεύθηκε δηλαδή την χαραμάδα ευκαιρίας για να δημιουργήσει ένα πολιτικό τετελεσμένο: την επίδειξη μονοπωλίου ναυτικής ισχύος.
Πολλές φορές στο παρελθόν η έκβαση των πολέμων σχετίζεται με κάποιο τρόπο με ασθένειες ή επιδημίες, δεν χρειάζεται να πάμε πίσω στο Θουκυδίδη και στον Πελοποννησιακό Πόλεμο για να το πιστοποιήσουμε. Αυτά συνέβησαν και στη δική μας εποχή. Το καλοκαίρι του 1918 η επιδημία της γρίπης κτύπησε –για λόγους που ακόμα συζητιούνται– τον γερμανικό στρατό λίγες εβδομάδες νωρίτερα απ’ ό,τι τους αντιπάλους του, Γάλλους και Βρετανούς, στο δυτικό μέτωπο.
Πανδημία και αξιόμαχο
Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι γερμανικές μονάδες κρούσης ξεκίνησαν την τελευταία τους και πιο αποφασιστική επίθεση με οργανική δύναμη μειωμένη κατά 20-30% εξαιτίας της πανδημίας. Η επίθεση αποκρούστηκε και τα εύσημα για την “δεύτερη μάχη του Μάρνη” αποδόθηκαν λανθασμένα στο στρατάρχη Πεταίν. Θα ήταν πιο δίκαιο να αποδοθούν στο ιό της γρίπης.
Στον επόμενο παγκόσμιο πόλεμο, το φθινόπωρο του 1942, στο μέτωπο της βόρειας Αφρικής η μάχη του Ελ Αλαμέιν κρίθηκε, μεταξύ άλλων, από τη νοσηρότητα που είχε ενσκήψει στο γερμανο-ιταλικό στρατόπεδο. Ο Άξονας είχε επενδύσει πολύ λιγότερο απ’ ότι οι Σύμμαχοι στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των στρατιωτικών του, γεγονός που έρχεται σε κατανοητή (λόγω φασισμού-ναζισμού) αντίθεση με τις προόδους του στα θανατηφόρα αέρια.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι η ελονοσία, η δυσεντερία και τα συναφή ταλαιπώρησαν αφάνταστα τα στρατεύματά του σε όλα σχεδόν τα μέτωπα. Το Νοέμβριο του 1942 η στρατιά του Ρόμελ, σε επαφή με την άκρως ανθυγιεινή ζώνη του βαθύπεδου της Κατάρα, είχε ένα πολύ σημαντικό ποσοστό νοσούντων, μέσα στους οποίους περιλαμβανόταν και ο αρχηγός της: ο Ρόμελ βρισκόταν σε νοσοκομείο της Ρώμης για θεραπεία.
Στο ελληνοτουρκικό μέτωπο
Τα παραπάνω ανήκουν στην ιστορία, στο παρελθόν, άρα είναι γνωστά. Πολύ λιγότερο γνωστή είναι η επίδραση που τυχόν θα έχει στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον η επίδραση της πανδημίας του κορονοϊού (η μία μετάλλαξη έρχεται μετά την άλλη) σε ενδεχόμενες καταστάσεις κρίσης στο Αιγαίο, στην Κύπρο ή στην Ανατολική Μεσόγειο. Μερικά ίχνη του μέλλοντος ήδη διαφαίνονται.
Οι οικονομικές και ως εκ τούτου στρατιωτικές δυνατότητες της Ελλάδας θα είναι αύριο πιθανότατα περιορισμένες εξαιτίας των συνεπειών της πανδημίας, σε συνδυασμό με την πολύπλευρη παγίδευση μέσα στην οποία επιλέγει να κινηθεί η πολιτική ηγεσία (π.χ. αντιμετώπιση μιας οικονομικής κρίσης χωρίς δυνατότητα χρήσης ενός βασικού εργαλείου, όπως είναι το νομισματικό). Για την Ελλάδα η νέα κρίση σημαίνει περαιτέρω απαξίωση ως χώρα, και νέα συρρίκνωση δυνατοτήτων και στο εθνικό ζήτημα. Ίσως δε και κοινωνικό χάος.
Το ερώτημα είναι μόνο το τι ακριβώς θα σημάνει η κρίση αυτή για την Τουρκία. Θα φέρει οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις ή όχι; Και για πόσο καιρό; Στο ζήτημα αυτό οι απαντήσεις κρύβονται και στον χρονισμό και στις επικείμενες διακυμάνσεις της εκάστοτε συγκυρίας. Και αυτές, δυστυχώς, δεν εξαρτώνται από την ελληνική πλευρά.
Δημοσίευση σχολίου