Λυγερός Σταύρος
Μπορεί η κεμαλική αντιπολίτευση να είναι επιφυλακτική για τις “περιπέτειες” του Ερντογάν στη Συρία και στη Λιβύη, αλλά σε ό,τι αφορά στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό θεωρεί ότι ο επεκτατισμός έχει τη δική της σφραγίδα. Γι’ αυτό σε κάθε ευκαιρία πλειοδοτεί. Μόνο όσοι δεν παρακολουθούν επαρκώς την τουρκική πολιτική εξεπλάγησαν από την πρόσφατη δήλωση του αρχηγού του κεμαλικού CHP (Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου για κατάληψη των ελληνικών νησιών που διεκδικεί η Τουρκία! Κατά συνέπεια, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ο Ερντογάν.
Η Τουρκία έχει “απλώσει τραχανά” σε Συρία, Ιράκ και Λιβύη, είναι βαθύτατα πολιτικά διχασμένη στο εσωτερικό της, αλλά δεν παραλείπει να υπενθυμίζει και με λόγια και με πράξεις τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδας. Κι αυτές οι διεκδικήσεις σταδιακά επεκτείνονται και βαθαίνουν. Από το 1973-74, όταν η Άγκυρα δρομολόγησε τη σύγχρονη περίοδο της ελληνοτουρκικής διένεξης, παραμένει αξιοθαύμαστα προσηλωμένη στο στρατηγικό στόχο της.
Ποιος ήταν τότε ο στόχος της; Τότε ήταν να διχοτομήσει το Αιγαίο μεταξύ μικρασιατικών ακτών και ηπειρωτικής Ελλάδας. Γι’ αυτό από τότε είχε αμφισβητήσει ότι τα νησιά δικαιούνται υφαλοκρηπίδα. Γι’ αυτό είχε αμφισβητήσει ότι το εύρος του ελληνικού εναερίου χώρου είναι 10 μίλια, παρότι αυτό είχε νομοθετηθεί από το 1931 χωρίς να εκδηλωθεί η παραμικρή τουρκική αντίδραση. Γι’ αυτό είχε αμφισβητήσει το κατοχυρωμένο διοικητικό δικαίωμα της Ελλάδας να ελέγχει την εναέρια κυκλοφορία (F.I.R.) μέχρι τα ανατολικά σύνορά της. Γι’ αυτό και είχε αμφισβητήσει την διοικητική αρμοδιότητα της Ελλάδας για έρευνα και διάσωση στο Αιγαίο.
Μπορεί σ’ εκείνη τη φάση η Άγκυρα να μην είχε αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία σε νησιά και νησίδες, αλλά επιχειρούσε να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς στο Αιγαίο, με το οποίο ουσιαστικά να απομονώσει τα ελληνικά νησιά (ανατολικές Σποράδες και Δωδεκάνησα) μέσα σε μία τουρκική θάλασσα, έστω κι αν τότε δεν είχε ακόμα επινοήσει τον όρο “Γαλάζια Πατρίδα”. Αν και εκείνη την εποχή η Άγκυρα δεν αμφισβητούσε την ελληνική κυριαρχία στα νησιά, αυτός ήταν από τότε ο σκοπός της.
Επιδιώκουν διχοτόμηση του Αιγαίου
Από τότε εμφανίζονταν δημοσιεύματα κι αργότερα δηλώσεις ότι τα νησιά έπρεπε να ανήκουν στην Τουρκία που κατέχει τη Μικρά Ασία κι ότι ήταν λάθος η παραχώρηση τους στην Ελλάδα! “Ξεχνούσαν” οι Τούρκοι ότι στις μικρασιατικές ακτές κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο κι ότι το σύνορο που επέβαλε η Συνθήκη της Λωζάννης ήταν αποτέλεσμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, δηλαδή του γεγονότος ότι ξεριζώθηκε ο μικρασιατικός Ελληνισμός από τις πατρογονικές εστίες του.
Η διχοτόμηση του Αιγαίου, ως τουρκικός στρατηγικός στόχος, λοιπόν, για λόγους τακτικής αφορούσε στην πρώτη περίοδο μόνο τη θάλασσα και τον αέρα. Η πολυδιάστατη απομόνωση των ελληνικών νησιών από την ηπειρωτική Ελλάδα εκ των πραγμάτων θα τα καθιστούσε ευάλωτα στον τουρκικό επεκτατισμό. Χρειάστηκε να περάσουν 22 χρόνια από το 1974 για να εγείρει η Άγκυρα επίσημη διεκδίκηση για τις νησίδες και βραχονησίδες με τη θεωρία περί “γκρίζων ζωνών”.
Εκείνη η διεκδίκηση δεν ήταν προϊόν συγκυριακών συνθηκών ή πρωτοβουλία της κυβέρνησης Τσιλέρ. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι την είχε προαναγγείλει το 1992, τέσσερα χρόνια πριν, ο τότε Τούρκος αρχηγός Στόλου με δήλωσή του, η οποία είχε περάσει απαρατήρητη στην Αθήνα. Ο σχεδιασμός της Άγκυρας, λοιπόν, είναι μακροπρόθεσμος και κάθε βήμα γινόταν όταν η ίδια έκρινε ότι ήταν ώριμες οι συνθήκες.
Casus belli κι αποστρατιωτικοποίηση
Από εκείνη την εποχή (δεκαετία 1990) το μετακεμαλικό καθεστώς είχε δείξει τις επιδιώξεις του με δύο ενέργειες:
Πρώτον, νομοθέτησε το casus belli (χαρακτήρισε αιτία πολέμου την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, παρότι το δικαίωμα αυτό προβλέπεται ρητά από το Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας). Εάν η Ελλάδα επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα, το πολύ μεγάλο ποσοστό του Αιγαίου θα γινόταν ελληνική θάλασσα και άρα θα ακυρωνόταν στην πράξη ο τουρκικός ισχυρισμός ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και κυρίως η τουρκική πρόθεση διχοτόμησης του Αιγαίου.
Δεύτερον, εγείροντας με έμφαση το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου προσπάθησε με πιέσεις –μετά την απομόνωσή τους– να τα θέσει από στρατιωτικής απόψεως σε ομηρία.
Με την κρίση στα Ίμια, οι Τούρκοι δεν “γκριζάρισαν” μόνο τις δύο αυτές βραχονησίδες. Άνοιξαν εμπράκτως την πόρτα για να αμφισβητήσουν την ελληνικότητα δεκάδων νησίδων που δεν αναφέρονται ονομαστικά στη Συνθήκη της Λωζάννης, αν κι αυτή ρητά αναφέρει ότι στην Ελλάδα παραχωρούνται όλες οι παρακείμενες των μεγάλων νησιών (Λέσβος, Χίος κ.α.) νησίδες, οι οποίες δεν βρίσκονται στη ζώνη τριών μιλίων από τις μικρασιατικές ακτές.
Με το κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης (1997), μάλιστα, η κυβέρνηση Σημίτη είχε αναγνωρίσει όχι τα νόμιμα δικαιώματα, αλλά “ζωτικά συμφέροντα” της Τουρκίας στο Αιγαίο! Ενδεικτικό της τουρκικής νοοτροπίας και πρακτικής είναι και το γεγονός ότι ενώ αρχικά μιλούσαν για “γκρίζες ζώνες”, από ένα χρονικό σημείο και πέρα μιλούν για “τουρκικές νησίδες υπό ελληνική κατοχή”!
Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ο Ερντογάν
Είναι αξιοσημείωτη η ενδοτουρκική διαμάχη για το ζήτημα. Ο Ερντογάν όσο βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο με το “βαθύ μετακεμαλικό κράτος” (2002-2012) απέφευγε επιμελώς να ανεβάζει τη θερμοκρασία στα ελληνοτουρκικά, φοβούμενος ότι μία κρίση θα μπορούσε να την εκμεταλλευθεί το κεμαλικό Γενικό Επιτελείο για να ανατρέψει την κυβέρνηση. Όταν κέρδισε, όμως, εκείνον τον εσωτερικό πόλεμο κι όταν, μάλιστα, κέρδισε και τον ακολουθήσαντα εμφύλιο εντός του νεοοθωμανικού ρεύματος (εναντίον του κινήματος Γκιουλέν), ο “σουλτάνος” ξεδίπλωσε την επεκτατική ατζέντα του.
Ας σημειωθεί ότι οι νεοοθωμανοί κατηγορούσαν τους κεμαλικούς ότι αυτοί παρέδωσαν τα νησιά στην Ελλάδα. Ο Ερντογάν, μάλιστα, δεν έκρυψε την πρόθεσή του να πιέσει για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης! Από την πλευρά της, η κεμαλική αντιπολίτευση πλειοδοτεί σε επεκτατισμό. Καλεί τον Ερντογάν να αναλάβει ακόμα και στρατιωτική δράση για να καταλάβει τα νησιά, προεξοφλώντας ότι η Ελλάδα δεν θα τολμήσει να πολεμήσει. Αυτό ειδικά το είχε δηλώσει το 2017 ο κεμαλικός βουλευτής Οζτούρκ Γιλμάζ, δείχνοντας τον τρόπο που σκέπτονται στην Άγκυρα.
Δεν πρόκειται για ρητορικές ακρότητες ενός εθνικιστή βουλευτή. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κιλιντσντάρογλου δεν χάνει ευκαιρία να λέει τα ίδια. Πριν πέντε χρόνια, απαντώντας στην κριτική των νεοοθωμανών για τον Κεμάλ, είχε δηλώσει: «Ας κοιτάξει (ο Ερντογάν) τα 16 νησιά που επί της εποχής του παραδόθηκαν και όπου υψώθηκε ελληνική σημαία»! Τον είχε καλέσει, μάλιστα, να επέμβει για να κατεβάσει την ελληνική σημαία! Τώρα πλέον δεν αρκείται στη σημαία. Ζητάει κατάληψη!
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η πολιτική πόλωση στην Τουρκία έχει εκφυλισθεί σε μία άνευ ορίων πλειοδοσία εθνικισμού-επεκτατισμού. Τώρα, μάλιστα, στο τουρκικό στόχαστρο δεν είναι μόνο οι νησίδες. Η κρυφή ατζέντα έχει βγει στην επιφάνεια. Με πρόσχημα την στρατιωτικοποίηση των μεγάλων νησιών (Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Κάλυμνος, Κως, Ρόδος κ.α.) η Άγκυρα δηλώνει επισήμως ότι δεν αναγνωρίζει την ελληνική κυριαρχία σ’ αυτά.
Υπερπτήσεις κι αποκλεισμός
Υπενθυμίζω ότι πριν αυτή η διεκδίκηση γίνει επίσημη τουρκική θέση (επιστολές στον ΟΗΕ και δήλωσεις Τσαβούσογλου και Ερντογάν), όπως συνήθως, η διεκδίκηση είχε προβληθεί από ανεπίσημα τουρκικά χείλη, προκειμένου να μετρηθούν ελληνικές και διεθνείς αντιδράσεις. Επειδή, όπως συνήθως επίσης, δεν είχαν εκδηλωθεί αξιόλογες αντιδράσεις, η ανεπίσημη έγινε επίσημη θέση. Η Αθήνα, μάλιστα, καθυστέρησε να απαντήσει πέντε μήνες(!) στη δεύτερη τουρκική επιστολή στον ΟΗΕ.
Τί μπορεί να σημαίνουν στην πράξη οι απειλές της Άγκυρας ότι δεν θα περιορισθεί στα λόγια; Προφανώς, δεν πρόκειται σ’ αυτή τη φάση να οργανώσουν μία αποβατική ενέργεια. Εκτός από τα διπλωματικά διαβήματα όταν επισκέπτεται τα νησιά κάποιος Έλληνας υπουργός (το κάνουν ήδη για επισκέψεις σε μικρά νησιά), πιθανότατα θα πυκνώσουν τις υπερπτήσεις με drones και μαχητικά, χωρίς μάλιστα να τις δικαιολογούν, όπως μέχρι προσφάτως, σαν μη εσκεμμένες ή σαν αντίποινα. Θα τις θεωρούν δικαίωμά τους!
Η πιο ακραία τουρκική ενέργεια είναι να επιχειρήσουν να αποκλείσουν κάποιο νησί, παρεμποδίζοντας ελληνικό πολεμικό πλοίο να προσεγγίσει σ’ αυτό. Μία τέτοια κίνηση, αναπόφευκτα θα προκαλέσει κρίση στρατιωτικού χαρακτήρα. Γι’ αυτό, εάν οι Τούρκοι προχωρήσουν σε ένα τέτοιο βήμα, προφανώς θα είναι αποφασισμένοι να απαντήσουν στην υποχρεωτική ελληνική αντίδραση, φθάνοντας ενδεχομένως και σ’ ένα θερμό επεισόδιο, του οποίου η κατάληξη δεν μπορεί πάντα να ελεγχθεί.
Δημοσίευση σχολίου