Μαργαρίτης Γιώργος
Ήταν κοινό μυστικό ότι η αποχώρηση των αμερικανικών και των άλλων δυνάμεων του ΝΑΤΟ και των συνεργαζόμενων με αυτό χωρών από το Αφγανιστάν, θα σήμαινε και το τέλος της κυβέρνησης στην Καμπούλ, όπως και του κρατικού μηχανισμού που είχε δημιουργηθεί από αυτήν σε συνεργασία με τα δυτικά της στηρίγματα. Εκείνο που μάλλον εξέπληξε τους πάντες, ίσως και τους ίδιους τους Ταλιμπάν, είναι η ταχύτητα με την οποία γίνονται τα αναμενόμενα. Η θεαματική κατάρρευση των κυβερνητικών δυνάμεων έγινε πριν ακόμα αποσυρθούν τα τελευταία στρατιωτικά τμήματα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους από την χώρα.
Οι δυνάμεις των Ταλιμπάν αναμένονται στην Καμπούλ τις αμέσως επόμενες ημέρες. Οι ΗΠΑ και η Βρετανία ανακοίνωσαν την έκτακτη αποστολή εκατοντάδων στρατιωτών στην πρωτεύουσα μόνο και μόνο για να καλύψουν την εκκένωση των τελευταίων δυτικών που βρίσκονται στην χώρα καθώς και το προσωπικό των διπλωματικών ή άλλων αποστολών. Καθώς αφήνουν πίσω τους μερικές χιλιάδες Αφγανούς που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνεργάστηκαν με τα ξένα στρατεύματα και οργανισμούς, ίσως οι τελευταίες, πριν τους Ταλιμπάν, ημέρες της Καμπούλ να θυμίσουν κάτι από την Σαϊγκόν του 1975.
Εάν μιλήσουμε με όρους επενδυτικούς, το τρέχον καταστροφικό τέλος, θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο της πιο αποτυχημένης επένδυσης στην ιστορία: οι ΗΠΑ ξόδεψαν περίπου ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για την, εικοσαετή σχεδόν, επέμβασή τους στο Αφγανιστάν και σχεδόν άλλα τόσα για την εισβολή τους στο Ιράκ -όπου, παρεμπιπτόντως, τις τελευταίες ημέρες έχουν πολλαπλασιαστεί οι επιθέσεις εναντίον βάσεων και εφοδιοπομπών τους. Η δε χρηματοδότηση των πολέμων αυτών έγινε σε μεγάλο βαθμό με εξωτερικό δανεισμό, η αποπληρωμή του οποίου δημιουργεί ήδη μείζονα δημοσιονομικά προβλήματα στην κραταιά υπερδύναμη.
Αφγανιστάν: άλλη μια αποτυχία
Εάν μιλήσουμε με όρους “ανθρωπιστικούς” -σε εισαγωγικά καθότι ο πόλεμος, η εισβολή και η κατοχή ελάχιστη σχέση έχουν με “ανθρωπιστικά” και τα τοιούτα- ο πόλεμος εκεί κόστισε, σε άμεση σχέση μαζί του, περίπου 2.500 ζωές Αμερικανών στρατιωτικών και 3.900 ζωές “συμβασιούχων” στρατιωτικών ή “προσωπικού ασφαλείας” (μετριούνται μόνον οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι). Από το προσωπικό που πενήντα χώρες του ΝΑΤΟ ή των λοιπών συμμάχων της Δύσης έστειλαν εκεί σκοτώθηκαν 1.200 περίπου.
Η ελληνική αποστολή είχε μόνο κάτι τραυματίες και αυτό την συμπεριέλαβε στις πολύ τυχερές -ή “προσεκτικές”- αποστολές. Ο Αφγανικός στρατός που δημιούργησε το φιλοδυτικό καθεστώς είχε έως τώρα 74.000 νεκρούς, ενώ η δυτική συμμαχία και η ακόμα ολίγων ημερών ή ωρών κυβέρνηση έχουν αποδεχθεί τον αριθμό των 71.000 για τις απώλειες ανάμεσα σε αμάχους που προκάλεσαν κυρίως οι από αέρος επιδρομές των δυτικών αεροσκαφών. Υπολογίζεται ότι στο ίδιο αυτό διάστημα οι δυνάμεις των Ταλιμπάν είχαν 51.000 νεκρούς.
Παρά τις έντονες προσπάθειες, το οικονομικό και ανθρώπινο κόστος, την επιμονή, αυτά που συμβαίνουν τώρα στο Αφγανιστάν είναι άλλος ένας σταθμός στην σταδιακή συρρίκνωση των στρατιωτικών, πολιτικών και τελικά οικονομικών δυνατοτήτων του δυτικού στρατοπέδου σε οικουμενικό επίπεδο. Το 2011, στην αιχμή της στρατιωτικής παρέμβασης υπηρετούσαν στην χώρα αυτή εκατό χιλιάδες Αμερικανοί στρατιώτες, 130.000 άλλοι προερχόμενοι από το ΝΑΤΟ και άλλους προθύμους (να μην ξεχνούμε την ελληνική συμμετοχή) και περίπου μισό εκατομμύριο Αφγανοί σε στρατιωτικούς ή παραστρατιωτικούς μηχανισμούς, φυλετικούς στρατούς ή δυνάμεις ασφαλείας. Οι επιδείξεις τεχνολογικής υπεροχής πλησίαζαν εκεί το απόλυτο: να θυμίσουμε τις βόμβες που κατέστρεφαν υπόγεια καταφύγια, τους δολοφονικούς «δρόνους» και τα συναφή. Τίποτα από αυτά δεν απέτρεψε την τελική παταγώδη αποτυχία.
Οι αιτίες της αποτυχίας είναι βαθύτατα πολιτικές. Οι Αφγανοί, πιθανότατα σε κάποιο σημαντικό ποσοστό τους, γνωρίζουν ότι δεν θα ευτυχήσουν ιδιαίτερα κάτω από το καθεστώς των Ταλιμπάν. Από την άλλη όμως έχει προφανώς αποδειχθεί ότι θα ευτυχούσαν ακόμα λιγότερο κάτω από το υπό δυτική κηδεμονία καθεστώς που οι ξένοι στρατοί τοποθέτησαν στην Καμπούλ. Οι ενδείξεις για τα παραπάνω είναι χειροπιαστές. Η εύκολη κατάρρευση ή και η αλλαγή στρατοπέδου των καθεστωτικών δυνάμεων ασφαλείας και του στρατού είναι μια ένδειξη.
Σε καμία περίπτωση, τον τελευταίο τουλάχιστον καιρό, δεν υπήρξε περίπτωση μακρόχρονης και επίμονης άμυνας απέναντι στην προέλαση των Ταλιμπάν. Οι δε αντιδράσεις του πληθυσμού στην προέλαση των τελευταίων δεν δείχνουν ούτε πανικό, ούτε φόβο. Περιέργεια ίσως, ανησυχία μάλλον, το να κλειστούν όμως στα σπίτια ή να πάρουν τους δρόμους της σωτηρίας δεν φαίνεται να είναι κυρίαρχη επιλογή.
Τι δεν καταλαβαίνουν οι Δυτικοί
Υπάρχουν πολλά διδακτικά στον νέο αυτόν σταθμό συντριβής των φιλοδυτικών καθεστώτων. Διδακτικά σε όσους έχουν την επιθυμία να διδαχθούν, φυσικά. Το πρότυπο το οποίο προώθησε η Δύση ως λύση στα αδιέξοδα των καθεστώτων και των κοινωνικών λειτουργιών του ισλαμικού κόσμου -και όχι μόνο- φαίνεται εξαιρετικά ξεθωριασμένο και αδύναμο. Βασίζεται σε μια αόριστη δημοκρατία βασισμένη σε “εκλογές”, όπου, σε τακτά χρονικά διαστήματα οι εκεί άνθρωποι επιλέγουν ανάμεσα σε “τεχνητούς” ηγέτες, εκείνους που η τέχνη του εκβιασμού και της επικοινωνίας -ομού με τα συμφέροντα των ισχυρών του κόσμου- έχουν προεπιλέξει. Εάν γίνει κανένα “εκλογικό” λάθος, όπως έγινε στην χώρα-υπόδειγμα της “Αραβικής Άνοιξης”, την Τυνησία, τότε υπάρχει και ο στρατός.
Βασίζεται επίσης στα περίφημα “ανθρώπινα δικαιώματα” που είναι το άλλοθι για κάθε είδους βιασμό της κοινωνίας. Τα καθεστώτα που εγκαθιδρύονται στελεχώνονται από ένα είδος πολιτικών κλώνων κατασκευασμένων στα εργαστήρια των ΗΠΑ, τα οποία για καλύτερη προώθηση του “προϊόντος” του, το φορτώνουν με τίτλους και διπλώματα από ονομαστά -πάλαι ποτέ ιδρύματα. Στην ελληνική γλώσσα αυτά τα προϊόντα φυτωρίου ονομάζονται “Άριστοι”. Βλέπετε ο κόσμος είναι μικρός και οι συνταγές λίγες και καθορισμένες.
Είναι άγνωστο πόσες αποτυχίες και καταστροφές θα χρειαστούν ακόμα ώστε να γίνει αντιληπτό στην Δύση ότι η στρατηγική αυτή δεν λειτουργεί. Θα είχε καταρρεύσει προ πολλού, εάν οι εναλλακτικές λύσεις δεν ήταν σχεδόν το ίδιο αδιέξοδες. Οι Ταλιμπάν, τα Χαλιφάτα, και τα ισλαμιστικά κινήματα υπόσχονται επιστροφή στο “καθαρό παρελθόν”, ιστορικό ή θρησκευτικό. Δεν είναι αυτός τρόπος με τον οποίο μπορείς να αντιταχθείς στον κυρίαρχο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ακόμη όμως και αυτή η θρησκειότροπη θεώρηση της πολιτικής μπορεί να κινητοποιήσει λαούς και να νικήσει εισβολείς και τα καθεστώτα που αυτοί δημιούργησαν. Το πώς διακρίνεται στο βάθος, πλην όμως απαιτεί διαφορετικού τύπου γυαλιά από εκείνα που το πολιτικό ιδεολογικό πλέγμα του δυτικού κόσμου προσφέρει, για να αντιληφθεί κανείς τα ουσιαστικά.
Ο “ανθρωπιστικός” μανδύας
Η μαζική οικονομική βοήθεια, η “ανθρωπιστική” θεραπεία των πληγών του πολέμου, της εισβολής και της αρρυθμίας που προκαλεί η βίαιη προσαρμογή του παραδοσιακού χώρου στο κυρίαρχο “σωστό” σύστημα, πλήττει βάναυσα τις κοινωνικές σχέσεις, τις παραγωγικές λειτουργίες, τις ισορροπίες πάνω στις οποίες η τοπική κοινωνία λειτουργεί. Στα χρόνια της ύστερης ευρωπαϊκής αποικιακής εξάπλωσης το γαλλικό μοντέλο, με την αίσθηση του αλάθητου που του είχε κληροδοτήσει η μεγάλη αστική Γαλλική Επανάσταση, προκαλούσε με καταπληκτική ευκολία εξεγέρσεις και ένοπλα κινήματα ενάντια στην γαλλική παρουσία.
Ακόμα χειρότερα με το ακόμα πιο άκαμπτο γερμανικό μοντέλο. Σε αντίθεση το αγγλικό μοντέλο, σαφώς πιο ανεκτικό στην αποδοχή του τοπικού στοιχείου και εξαιρετικά ευέλικτο στην αξιοποίηση εσωτερικών διαφορών, κυβέρνησε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις και σαφώς περισσότερους λαούς και χώρες με εντυπωσιακά μικρότερο κόστος για την αποικιακή μητρόπολη.
Η σημερινή Δύση, σε ολοένα και πιο έντονο ρυθμό όσο η γενικότερη ακτινοβολία της και η υπόσχεση για “ανάπτυξη” και “ευημερία ξεθωριάζουν, υιοθετεί ολοένα και πιο άκαμπτες και ασύμβατες με την πραγματικότητα, τους συσχετισμούς και τις δυνατότητες, πρακτικές. Η διάψευση των σχεδίων της αντιμετωπίζεται με εξορκισμούς: οι δυνατότητες του “από αέρος” πολέμου έχουν πλέον πάρει θρησκευτικές διαστάσεις γεμίζοντας τις οθόνες μας με επιδείξεις “πληγμάτων ακριβείας”, επιδόσεις δολοφονικών δρόνων και άλλα, εντυπωσιακά μεν, πλήρως ασύμβατα με τις πραγματικές διαστάσεις του πολέμου δε. Δεν είναι η τεχνητή νοημοσύνη που κερδίζει πολέμους. Οι στρατιώτες στο έδαφος είναι. Εάν δεν έχεις τέτοιους, μπορείς να σκοτώσεις κόσμο, πολύ κόσμο, χωρίς όμως να κερδίσεις κανένα πόλεμο.
Στο δε πεδίο της ιδεολογίας όταν λες στους ανθρώπους ότι στο όνομα των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων” θα τους αφαιρέσεις κάθε πολιτικό δικαίωμα -συν την πατρίδα, συν την παράδοση, συν την γλώσσα, συν τον δικό τους πολιτισμό- τότε ο οποιοσδήποτε μουλάς στα χωριά του ισλαμικού κόσμου θα έχει στη φαρέτρα του πολύ περισσότερα επιχειρήματα για να πείσει τον κόσμο απ’ ό, τι εσύ. Και θα κερδίσει άνετα τον πόλεμό του, αν και δεν έχει την παραμικρή ιδέα περί τεχνητής νοημοσύνης και τα τοιαύτα. Στην ουσία η πραγματική ισχύς των κατά τόπους μουλάδων βρίσκεται στην μακρινή Ουάσιγκτον: των Ταλιμπάν επίσης.
Η μαζική οικονομική βοήθεια, η “ανθρωπιστική” θεραπεία των πληγών του πολέμου, της εισβολής και της αρρυθμίας που προκαλεί η βίαιη προσαρμογή του παραδοσιακού χώρου στο κυρίαρχο “σωστό” σύστημα, πλήττει βάναυσα τις κοινωνικές σχέσεις, τις παραγωγικές λειτουργίες, τις ισορροπίες πάνω στις οποίες η τοπική κοινωνία λειτουργεί. Στα χρόνια της ύστερης ευρωπαϊκής αποικιακής εξάπλωσης το γαλλικό μοντέλο, με την αίσθηση του αλάθητου που του είχε κληροδοτήσει η μεγάλη αστική Γαλλική Επανάσταση, προκαλούσε με καταπληκτική ευκολία εξεγέρσεις και ένοπλα κινήματα ενάντια στην γαλλική παρουσία.
Ακόμα χειρότερα με το ακόμα πιο άκαμπτο γερμανικό μοντέλο. Σε αντίθεση το αγγλικό μοντέλο, σαφώς πιο ανεκτικό στην αποδοχή του τοπικού στοιχείου και εξαιρετικά ευέλικτο στην αξιοποίηση εσωτερικών διαφορών, κυβέρνησε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις και σαφώς περισσότερους λαούς και χώρες με εντυπωσιακά μικρότερο κόστος για την αποικιακή μητρόπολη.
Η σημερινή Δύση, σε ολοένα και πιο έντονο ρυθμό όσο η γενικότερη ακτινοβολία της και η υπόσχεση για “ανάπτυξη” και “ευημερία ξεθωριάζουν, υιοθετεί ολοένα και πιο άκαμπτες και ασύμβατες με την πραγματικότητα, τους συσχετισμούς και τις δυνατότητες, πρακτικές. Η διάψευση των σχεδίων της αντιμετωπίζεται με εξορκισμούς: οι δυνατότητες του “από αέρος” πολέμου έχουν πλέον πάρει θρησκευτικές διαστάσεις γεμίζοντας τις οθόνες μας με επιδείξεις “πληγμάτων ακριβείας”, επιδόσεις δολοφονικών δρόνων και άλλα, εντυπωσιακά μεν, πλήρως ασύμβατα με τις πραγματικές διαστάσεις του πολέμου δε. Δεν είναι η τεχνητή νοημοσύνη που κερδίζει πολέμους. Οι στρατιώτες στο έδαφος είναι. Εάν δεν έχεις τέτοιους, μπορείς να σκοτώσεις κόσμο, πολύ κόσμο, χωρίς όμως να κερδίσεις κανένα πόλεμο.
Στο δε πεδίο της ιδεολογίας όταν λες στους ανθρώπους ότι στο όνομα των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων” θα τους αφαιρέσεις κάθε πολιτικό δικαίωμα -συν την πατρίδα, συν την παράδοση, συν την γλώσσα, συν τον δικό τους πολιτισμό- τότε ο οποιοσδήποτε μουλάς στα χωριά του ισλαμικού κόσμου θα έχει στη φαρέτρα του πολύ περισσότερα επιχειρήματα για να πείσει τον κόσμο απ’ ό, τι εσύ. Και θα κερδίσει άνετα τον πόλεμό του, αν και δεν έχει την παραμικρή ιδέα περί τεχνητής νοημοσύνης και τα τοιαύτα. Στην ουσία η πραγματική ισχύς των κατά τόπους μουλάδων βρίσκεται στην μακρινή Ουάσιγκτον: των Ταλιμπάν επίσης.
Δημοσίευση σχολίου