Καθώς η κατάσταση στη Συρία χειροτερεύει, αποκαλύπτεται ο πυρήνας της τουρκικής πολιτικής για τη Μέση Ανατολή.
Ήταν απλώς μια ελαφρά υπερβολή όταν ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη την περασμένη εβδομάδα ότι τα ζητήματα της Συρίας θεωρούνται μέρος της εσωτερικής πολιτικής στην Τουρκία.
Με τη διακυβέρνηση του ΚΔΑ, η Τουρκία έχει ακολουθήσει την εξωτερική πολιτική "μηδενικών προβλημάτων με τις γείτονες χώρες" με την οποία επιδιώκεται η ενίσχυση και η βελτίωση των προηγούμενων τεταμένων σχέσεων με ορισμένες χώρες της περιοχής. Στις προσπάθειες αυτές περιλαμβάνονται η αύξηση των εμπορικών συναλλαγών, η μεσολάβηση στη διαμάχη, η στρατηγική συνεργασία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η άρση των προϋποθέσεων χορήγησης βίζας.
Κλειδί στην τουρκική προσέγγιση ήταν η σχέσεις της με τη Συρία, τις οποίες ο Μεχμέτ Σαχίν, καθηγητής του πανεπιστημίου Gazikent και εκπρόσωπος του Κέντρου Στρατηγικών Μελετών για τη Μέση Ανατολή περιέγραψε στους SETimes ως "παράδειγμα υποδειγματικών σχέσεων γειτονίας της Τουρκίας".
Τώρα, όμως, ο Σαχίν λέει ότι η κατάσταση στη Συρία μπορεί να γίνει "το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Τουρκία μετά την εισβολή στο Ιράκ το 2003".
"Οι χαράσσοντες την εξωτερική πολιτική στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν γνωρίζουν και αυτοί πώς να χειριστούν την κατάσταση. Η Τουρκία βρίσκεται στην ίδια θέση" είπε στους SETimes ο Γουίλιαμ Χέιλ, επίτιμος καθηγητής του SOAS.
Στις πραγματικές ανησυχίες της Τουρκίας περιλαμβάνονται η εισροή προσφύγων -- εκμεταλλευόμενοι το καθεστώς ελεύθερης διακίνησης στα σύνορα -- οι οποίοι φεύγουν από τις συγκρούσεις στη Συρία, πράγμα που θα "ζόριζε" τους πόρους της Τουρκίας και θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει πολιτική αναταραχή.
Επίσης, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί ο οικονομικός αντίκτυπος των πολιτικών ταραχών στη Συρία, οι οποίες εκτείνονται πέρα από το αναπτυσσόμενο διμερές εμπόριο ανάμεσα στην Τουρκία και τη Συρία.
Ο Σαχίν και ο Χέιλ τόνισαν την γεωπολιτική θέση της Συρίας ως χερσαίος διάδρομος προς την ευρύτερη Μέση Ανατολή, την οποία οι χαράκτες της τουρκικής πολιτικής ήλπιζαν να χρησιμοποιήσουν ως σκαλοπάτι προς άλλες αγορές της Μέσης Ανατολής. Με τη στέρηση της πρόσβασης προς τη Συρία, το εμπόριο της Τουρκίας με την Ιορδανία και τον πλούσιο σε πετρέλαια περσικό κόλπο θα βρισκόταν εκτεθειμένο.
Όμως, ο σοβαρότερος κίνδυνος για την Τουρκία μπορεί να προκύψει όχι υπό τη μορφή βραχυπρόθεσμης ασφάλειας ή οικονομικών κινδύνων, αλλά περισσότερο ως ανεπανόρθωτη ζημιά στη φήμη και την επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή.
Αυτό που ο Χέιλ αποκαλεί "ο πυρήνας της πολιτικής γειτονίας με τη Μέση Ανατολή", η σχέση της Τουρκίας με τη Συρία -- από τις διαπραγματεύσεις στις οποίες μεσολάβησε ανάμεσα στη Συρία και το Ισραήλ για τα Υψίπεδα του Γκολάν το 2008 έως την προσπάθεια δίκαιης κατανομής των υδάτινων πόρων -- είναι συμβολική για το είδος των σχέσεων που η χώρα επιχειρεί να ακολουθήσει με την υπόλοιπη Μέση Ανατολή. Εάν καταρρεύσουν οι σχέσεις της Τουρκίας με την "υποδειγματική της γείτονα", τα δεινά μπορεί να τα υποστεί ολόκληρη η γειτονιά.
"Εάν απομακρυνθεί η Συρία, η Τουρκία θα έχει ένα σοβαρό κενό στη μεσανατολική της πολιτική" προειδοποίησε ο Χέιλ.
Η Τουρκία δυσκολεύεται να διατυπώσει την πολιτική της θέση σχετικά με τη Συρία, προσπαθώντας να ισορροπήσει την ιδεολογία με την πραγματική πολιτική, αλλά και με τη θέση της ως παρατηρητής, με τη μόνη πραγματική επιλογή να είναι η αντίδραση σε γεγονότα πάνω στα οποία έχει πολύ περιορισμένο έλεγχο.
Ο Χέιλ ισχυρίζεται ότι το τουρκικό κράτος έχει επιχειρήσει τα τελευταία χρόνια να καλλιεργήσει μια σχέση εργασίας με τον Σύριο πρόεδρο Μπασάρ Αλ Ασάντ και αν στραφεί τώρα εναντίον του θα δημιουργήσει προβλήματα, ιδίως όταν δεν είναι σαφές εάν θα εγκαταλείψει σύντομα το αξίωμα. Την ίδια στιγμή, όμως, η Τουρκία δεν έχει άλλη επιλογή από το να εκφράσει την υποστήριξή της για τον εκδημοκρατισμό, ακόμη κι αν οι δημοκρατικές δυνάμεις επιχειρούν να εκδιώξουν έναν σύμμαχο.
"Η Τουρκία απλώς δεν δύναται να υποστηρίζει κάποιον ο οποίος χρησιμοποιεί στρατιωτική δύναμη ενάντια στο λαό" είπε ο Σαχίν.
Ούτε, φαίνεται, μπορεί να υποστηρίξει άμεσα τους ίδιους τους ανθρώπους. Η δε έλλειψη υποστήριξης της Τουρκίας για τους ανθρώπους της Συρίας δεν θα μείνει απαρατήρητη σε άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής, γεγονός που θα αμαυρώσει τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στην περιοχή.
Ο Χέιλ αναφέρει ότι η πολιτική μηδαμινών προβλημάτων βασίστηκε σε τελική ανάλυση στην άσκηση εκ μέρους της Τουρκίας ήπιας δύναμης, η οποία έφερε πολλές θετικές αλλαγές στην περιοχή μέχρι σήμερα.
Ο Χέιλ προειδοποιεί, ωστόσο, ότι "η ήπια δύναμη έχει μικρή χρηστικότητα έναντι του ρεζερβουάρ".
Της Άννα Γουντ για τους Southeast European Times
ΠΗΓΗ
Ήταν απλώς μια ελαφρά υπερβολή όταν ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη την περασμένη εβδομάδα ότι τα ζητήματα της Συρίας θεωρούνται μέρος της εσωτερικής πολιτικής στην Τουρκία.
Με τη διακυβέρνηση του ΚΔΑ, η Τουρκία έχει ακολουθήσει την εξωτερική πολιτική "μηδενικών προβλημάτων με τις γείτονες χώρες" με την οποία επιδιώκεται η ενίσχυση και η βελτίωση των προηγούμενων τεταμένων σχέσεων με ορισμένες χώρες της περιοχής. Στις προσπάθειες αυτές περιλαμβάνονται η αύξηση των εμπορικών συναλλαγών, η μεσολάβηση στη διαμάχη, η στρατηγική συνεργασία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η άρση των προϋποθέσεων χορήγησης βίζας.
Κλειδί στην τουρκική προσέγγιση ήταν η σχέσεις της με τη Συρία, τις οποίες ο Μεχμέτ Σαχίν, καθηγητής του πανεπιστημίου Gazikent και εκπρόσωπος του Κέντρου Στρατηγικών Μελετών για τη Μέση Ανατολή περιέγραψε στους SETimes ως "παράδειγμα υποδειγματικών σχέσεων γειτονίας της Τουρκίας".
Τώρα, όμως, ο Σαχίν λέει ότι η κατάσταση στη Συρία μπορεί να γίνει "το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Τουρκία μετά την εισβολή στο Ιράκ το 2003".
"Οι χαράσσοντες την εξωτερική πολιτική στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν γνωρίζουν και αυτοί πώς να χειριστούν την κατάσταση. Η Τουρκία βρίσκεται στην ίδια θέση" είπε στους SETimes ο Γουίλιαμ Χέιλ, επίτιμος καθηγητής του SOAS.
Στις πραγματικές ανησυχίες της Τουρκίας περιλαμβάνονται η εισροή προσφύγων -- εκμεταλλευόμενοι το καθεστώς ελεύθερης διακίνησης στα σύνορα -- οι οποίοι φεύγουν από τις συγκρούσεις στη Συρία, πράγμα που θα "ζόριζε" τους πόρους της Τουρκίας και θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει πολιτική αναταραχή.
Επίσης, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί ο οικονομικός αντίκτυπος των πολιτικών ταραχών στη Συρία, οι οποίες εκτείνονται πέρα από το αναπτυσσόμενο διμερές εμπόριο ανάμεσα στην Τουρκία και τη Συρία.
Ο Σαχίν και ο Χέιλ τόνισαν την γεωπολιτική θέση της Συρίας ως χερσαίος διάδρομος προς την ευρύτερη Μέση Ανατολή, την οποία οι χαράκτες της τουρκικής πολιτικής ήλπιζαν να χρησιμοποιήσουν ως σκαλοπάτι προς άλλες αγορές της Μέσης Ανατολής. Με τη στέρηση της πρόσβασης προς τη Συρία, το εμπόριο της Τουρκίας με την Ιορδανία και τον πλούσιο σε πετρέλαια περσικό κόλπο θα βρισκόταν εκτεθειμένο.
Όμως, ο σοβαρότερος κίνδυνος για την Τουρκία μπορεί να προκύψει όχι υπό τη μορφή βραχυπρόθεσμης ασφάλειας ή οικονομικών κινδύνων, αλλά περισσότερο ως ανεπανόρθωτη ζημιά στη φήμη και την επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή.
Αυτό που ο Χέιλ αποκαλεί "ο πυρήνας της πολιτικής γειτονίας με τη Μέση Ανατολή", η σχέση της Τουρκίας με τη Συρία -- από τις διαπραγματεύσεις στις οποίες μεσολάβησε ανάμεσα στη Συρία και το Ισραήλ για τα Υψίπεδα του Γκολάν το 2008 έως την προσπάθεια δίκαιης κατανομής των υδάτινων πόρων -- είναι συμβολική για το είδος των σχέσεων που η χώρα επιχειρεί να ακολουθήσει με την υπόλοιπη Μέση Ανατολή. Εάν καταρρεύσουν οι σχέσεις της Τουρκίας με την "υποδειγματική της γείτονα", τα δεινά μπορεί να τα υποστεί ολόκληρη η γειτονιά.
"Εάν απομακρυνθεί η Συρία, η Τουρκία θα έχει ένα σοβαρό κενό στη μεσανατολική της πολιτική" προειδοποίησε ο Χέιλ.
Η Τουρκία δυσκολεύεται να διατυπώσει την πολιτική της θέση σχετικά με τη Συρία, προσπαθώντας να ισορροπήσει την ιδεολογία με την πραγματική πολιτική, αλλά και με τη θέση της ως παρατηρητής, με τη μόνη πραγματική επιλογή να είναι η αντίδραση σε γεγονότα πάνω στα οποία έχει πολύ περιορισμένο έλεγχο.
Ο Χέιλ ισχυρίζεται ότι το τουρκικό κράτος έχει επιχειρήσει τα τελευταία χρόνια να καλλιεργήσει μια σχέση εργασίας με τον Σύριο πρόεδρο Μπασάρ Αλ Ασάντ και αν στραφεί τώρα εναντίον του θα δημιουργήσει προβλήματα, ιδίως όταν δεν είναι σαφές εάν θα εγκαταλείψει σύντομα το αξίωμα. Την ίδια στιγμή, όμως, η Τουρκία δεν έχει άλλη επιλογή από το να εκφράσει την υποστήριξή της για τον εκδημοκρατισμό, ακόμη κι αν οι δημοκρατικές δυνάμεις επιχειρούν να εκδιώξουν έναν σύμμαχο.
"Η Τουρκία απλώς δεν δύναται να υποστηρίζει κάποιον ο οποίος χρησιμοποιεί στρατιωτική δύναμη ενάντια στο λαό" είπε ο Σαχίν.
Ούτε, φαίνεται, μπορεί να υποστηρίξει άμεσα τους ίδιους τους ανθρώπους. Η δε έλλειψη υποστήριξης της Τουρκίας για τους ανθρώπους της Συρίας δεν θα μείνει απαρατήρητη σε άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής, γεγονός που θα αμαυρώσει τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στην περιοχή.
Ο Χέιλ αναφέρει ότι η πολιτική μηδαμινών προβλημάτων βασίστηκε σε τελική ανάλυση στην άσκηση εκ μέρους της Τουρκίας ήπιας δύναμης, η οποία έφερε πολλές θετικές αλλαγές στην περιοχή μέχρι σήμερα.
Ο Χέιλ προειδοποιεί, ωστόσο, ότι "η ήπια δύναμη έχει μικρή χρηστικότητα έναντι του ρεζερβουάρ".
Της Άννα Γουντ για τους Southeast European Times
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου