Aλέξανδρος Τάρκας
Οι εγκληματικές επιθέσεις της τρομοκρατικής Χαμάς αποτελούν όχι μόνον πρωτοφανή επιχειρησιακό αιφνιδιασμό, αλλά και μέγιστη διπλωματική έκπληξη. Γιατί σχεδόν όλες οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις είχαν πειστεί για την εκδοχή θετικών εξελίξεων μετά τη συμφωνία Ιράν-Σαουδικής Αραβίας τον περασμένο Μάρτιο και τις σταδιακές προσεγγίσεις Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ-Τουρκίας.
Εξαίρεση στο γενικό εφησυχασμό ήταν οι δομές πληροφοριών στο ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και εν μέρει στο ίδιο το Ισραήλ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπερτονίζοντας τη σημασία των επαφών Τεχεράνης-Ριάντ, κοιμόταν τον ύπνο του δικαίου, όπως στην κρίση της Ουκρανίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, για την ερμηνεία της εξελισσόμενης σύγκρουσης στο Ισραήλ, είναι χρήσιμο να ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
Πρώτον, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο υπουργός Εξωτερικών Αντ. Μπλίνκεν είχαν επικεντρωθεί στις προσπάθειες επίτευξης συμφωνίας Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ υπό το σκεπτικό ότι αποτελεί τη μοναδική διέξοδο βελτίωσης των πολιτικών και ενεργειακών συσχετισμών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Ασφαλώς, ουδείς μπορεί να επικρίνει την Ουάσιγκτον για ένα σχέδιο μακροπρόθεσμης ειρήνευσης, αλλά ήταν προβληματική η άσκηση πίεσης στον πρωθυπουργό Μπ. Νετανιάχου για την ταχεία επιβολή του.
Παρά τους μακροχρόνιους δεσμούς του με τις ΗΠΑ, ο κ. Νετανιάχου φέρεται να εξέφραζε σε συνομιλητές του μεγάλη δυσαρέσκεια. Τόνιζε πως δεν είναι δυνατόν αφενός η υπερδύναμη να ακολουθεί πολιτική «αποδέσμευσης» από τη Μέση Ανατολή και αφετέρου να επιβάλει αμφιλεγόμενες λύσεις, χωρίς να τον ακούει.
Πάντως, οι ισραηλινές διακριτικές επαφές με το Ριάντ και η σαουδαραβική συμφωνία με την Τεχεράνη ίσως να προκάλεσαν χαλάρωση στο Τελ Αβίβ συγκριτικά με τη συνήθη ετοιμότητα έναντι του άξονα Ιράν-Χαμάς.
Δεύτερον, ορισμένοι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αναγνώριζαν ότι η συζήτηση περί δύο ξεχωριστών οντοτήτων (όχι με την ορολογία «δύο κράτη») θα υποστηριζόταν, πλειοψηφικά, από την κοινή γνώμη τους για την επίλυση του Παλαιστινιακού.
Όμως, κανένα σημαντικό βήμα δεν ήταν εφικτό λόγω του εύθραυστου κυβερνητικού συνασπισμού του κ. Νετανιάχου και της σύγκρουσης με την αντιπολίτευση για τη δικαστική μεταρρύθμιση. Η πολιτική διχόνοια στο Ισραήλ μεταφέρθηκε -για πρώτη φορά στην ιστορία του- στις ένοπλες δυνάμεις και τις μυστικές υπηρεσίες, προκαλώντας δυσλειτουργίες που εκμεταλλεύθηκαν οι τρομοκράτες.
Τρίτον, στις αρχές Ιουλίου, ισραηλινές δυνάμεις πραγματοποίησαν επιτυχημένη επέμβαση στη Δυτική Όχθη κατά τρομοκρατών, στηρίζοντας τη μετριοπαθή ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής. Αν και, βέβαια, η ισραηλινή ηγεσία γνωρίζει άριστα τις διαφορές μεταξύ Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας, επικράτησε η αντίληψη ότι η επέμβαση κλόνισε τα τρομοκρατικά δίκτυα σε όλες τις παλαιστινιακές περιοχές.
Κατόπιν αυτών και ενόψει μίας μακράς σύγκρουσης, ένα από τα κύρια ερωτήματα είναι αν θα διατηρηθεί (και υπό ποια ηγεσία) ή θα διαλυθεί η Παλαιστινιακή Αρχή που σπαράσσεται από διαμάχες ανάμεσα στη νεότερη πολιτική γενιά και στην παλαιότερη της PLO και της Αλ-Φατάχ.
Σήμερα, η Παλαιστινιακή Αρχή αποτελεί εξισορροπητικό παράγοντα (και στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα) έναντι της Χαμάς και άλλων εξτρεμιστών. Η διάλυση της Αρχής θα αποτελούσε μέγιστο πλήγμα στην ασφάλεια του Ισραήλ, στο στρατιωτικό και αστυνομικό σχεδιασμό του και όλες τις διαδικασίες που ακολουθούνται, εδραιώνοντας σχετική ηρεμία από το 1994 ως σήμερα.
Από την πλευρά του, το Ιράν έχει συμφέρον να συνεχιστεί και διευρυνθεί η σύγκρουση στη Γάζα, ώστε να προχωρεί παράλληλα στο πυρηνικό του πρόγραμμα με ελάχιστες εξωτερικές παρεμβάσεις.
Το παρήγορο στοιχείο είναι ότι, παρά τις πολιτικές διαφωνίες με την Ουάσιγκτον, υφίσταται ταύτιση απόψεων ΗΠΑ-Ισραήλ ως προς την αξιολόγηση ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει -και πάλι- προοδεύσει πολύ, επιβάλλοντας συντονισμένη δράση αντιμετώπισής του.
Ωστόσο αυτό δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα, γιατί -επιπλέον της Χαμάς- η Τεχεράνη ενισχύει φίλιες δυνάμεις της στη Συρία και το Λίβανο, ενώ η κατάσταση περιπλέκεται και λόγω των σχέσεών της με τη Μόσχα.
Δημοσίευση σχολίου