Η Τουρκία εμμένει στη λύση δύο κρατών στην Κύπρο. Στο επίκεντρο η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Βίλνιους.
Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥMήνυμα για επίσπευση των διαδικασιών ομαλοποίησης των ελληνοτουρκικών έστειλε η Ουάσινγκτον με την παρέμβαση σε ανώτατο επίπεδο του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν, ο οποίος επικοινώνησε με τον τούρκο ομόλογό του, αλλά και το τηλεφώνημα του αμερικανού ΥΠΕΞ Άντονι Μπλίνκεν στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Σάλιβαν και ο τούρκος ομόλογός του Ακίφ Τσαγκατάι Κιλίτς συζήτησαν για τις εκλογές στην Ελλάδα και «συμφώνησαν για τη σημασία διατήρησης της σταθερότητας στο Αιγαίο», με τον αμερικανό αξιωματούχο να καλωσορίζει την «εποικοδομητική δέσμευση μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας».
Την ίδια ώρα, ο αμερικανός ΥΠΕΞ επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη για να τον συγχαρεί και τηλεφωνικώς (είχε ήδη αποστείλει συγχαρητήριο τηλεγράφημα), ενώ συζήτησαν και πάλι, σύμφωνα με τις λιγοστές πληροφορίες που υπάρχουν, για τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο…
Πριν από τις εκλογές, η Ουάσινγκτον είχε στείλει ξεκάθαρο μήνυμα και στις δύο χώρες για την ανάγκη διατήρησης της αποκλιμάκωσης στο Αιγαίο και έναρξης διαλόγου για την επίλυση των προβλημάτων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μάλιστα, ως χρονικός ορίζοντας είχε τεθεί η ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας και στις δύο χώρες. Οι Αμερικανοί θεωρούν ότι μετά την ύφεση που έχει επικρατήσει μετά τους σεισμούς και με την ύπαρξη δύο ισχυρών κυβερνήσεων με νωπή εντολή και στις δύο χώρες είναι η ώρα να αναζητηθούν οριστικές λύσεις στο Αιγαίο.
Έτσι, όλα δείχνουν ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξει εντονότατη πίεση, ώστε οι δύο πλευρές να είναι έτοιμες, μετά τη συνάντηση Ερντογάν – Μητσοτάκη στο Βίλνιους, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, να ανακοινώσουν τη δρομολόγηση συγκεκριμένης διαδικασίας διαλόγου. Το πρόβλημα βεβαίως είναι ότι οι Αμερικανοί συνήθως μιλούν για την επίλυση των «προβλημάτων» γενικώς, αφήνοντας έτσι το περιθώριο στην Τουρκία να επιμένει στη θέση της για συνολική επίλυση όλων των «προβλημάτων», στα οποία συμπεριλαμβάνει και τις μονομερείς διεκδικήσεις της αλλά και θέματα ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, κάτι που ακόμη και μια απολύτως ισχυρή ελληνική κυβέρνηση δύσκολα θα μπορούσε να αποδεχθεί.
Πολύ περισσότερο προβληματική είναι η στάση των Αμερικανών, καθώς ούτε οι ίδιοι αναγνωρίζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ. και είναι πιο κοντά στην τουρκική απαίτηση για τήρηση του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, απορρίπτοντας όμως τους παραλογισμούς της Τουρκίας, που συνδέει αυτήν την υποχρέωση με την κυριαρχία τους.
Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός όμως ότι οι Αμερικανοί, οδεύοντας προς το Βίλνιους, αρχίζουν να πιέζουν για τα ελληνοτουρκικά, τα οποία έτσι με έμμεσο τρόπο θα εμπλακούν στο μεγάλο παζάρι που κάνει η Τουρκία με τη Δύση και την Ουάσινγκτον για το θέμα της ένταξης της Σουηδίας αλλά και για την άρση των αποκλεισμών που υπάρχουν τώρα στην πώληση εξελιγμένου στρατιωτικού εξοπλισμού στην Τουρκία, με πρώτο την πώληση και αναβάθμιση των F-16.
Με δεδομένο ότι οι θέσεις της Τουρκίας δεν έχουν αλλάξει στο παραμικρό, η Αθήνα θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση αν απορρίψει την έναρξη μιας νέας διαδικασίας διαλόγου, η οποία μάλιστα, εφόσον αρθεί και το τουρκικό βέτο στη Σουηδία, θα γίνει σ’ ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την Τουρκία, καθώς σύμμαχοι και εταίροι θα σπεύσουν να υποδεχθούν με ενθουσιασμό και ανακούφιση μια τέτοια απόφαση, που πιθανότατα θα επιλέξει να ανακοινώσει ο Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους.
Οι ελληνικές ενστάσεις και διαφωνίες δεν θα βρουν εύκολα ευήκοα ώτα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, καθώς όλοι οι ηγέτες, ανακουφισμένοι από την άρση του αδιεξόδου, δεν θα έχουν καμιά διάθεση να ασχοληθούν με την ουσία των ελληνοτουρκικών. Ίσως μάλιστα θεωρηθεί ότι μέσα στα μπόνους που θα πρέπει να δοθούν στον τούρκο ηγέτη θα είναι και μια πιο ανεκτική στάση σε ό,τι αφορά την αναθεωρητική πολιτική του έναντι της Ελλάδας, πολύ περισσότερο όταν και η ΕΕ αναμένει με αγωνία την έναρξη διαπραγματεύσεων για τη νέα μεταναστευτική συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι, σύμφωνα με πληροφορίες από την Ουάσινγκτον, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μετέφερε τη διαδικασία έγκρισης του ελληνικού αιτήματος για αγορά των F-35 για μετά το Βίλνιους, θεωρώντας ότι η ανακοίνωση μιας τέτοιας απόφασης τώρα, χωρίς να έχει επιλυθεί το θέμα των F-16 προς την Τουρκία, θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις από την Άγκυρα. Και είναι προφανές ότι είναι αρνητική εξέλιξη η σύνδεση της ελληνικής παραγγελίας των F-35 με την έκβαση του εκβιαστικού παιχνιδιού του Ταγίπ Ερντογάν.
Ένα ακόμη ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η Τουρκία θα επιμείνει να μπλοκάρει στο ΝΑΤΟ τον στρατηγικό σχεδιασμό με την απαίτηση να αλλάξει ο χαρακτηρισμός των «Στενών» σε «Τουρκικά Στενά», κάτι στο οποίο αντιδρά η Ελλάδα, καθώς μια τέτοια κίνηση θα συνιστούσε αλλαγή της ορολογίας που χρησιμοποιεί η Συνθήκη του Μοντρέ. Δεν αποκλείεται η Τουρκία να εντάξει και αυτό το ζήτημα στο συνολικό παζάρι που κάνει με το ΝΑΤΟ και την Ουάσινγκτον, κάτι που θα οδηγούσε στην άσκηση πίεσης προς την Αθήνα, καθώς οι σύμμαχοι θεωρούν ότι πρόκειται για ήσσονος σημασίας ζήτημα και μια ανέξοδη για τους ίδιους προσφορά προς τον κ. Ερντογάν.
Στην εξίσωση αυτή εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν και οι εξελίξεις στο Κυπριακό, καθώς οι προσπάθειες του κύπριου Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη για επανέναρξη των συνομιλιών με ενεργό ρόλο και της ΕΕ δεν φαίνεται να έχουν ελπίδες επιτυχίας, καθώς η Τουρκία εμμένει στη σκληρή θέση για λύση δύο κρατών. Επίσης, στην πρώτη επίσκεψη που θα πραγματοποιήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Λευκωσία οφείλει να διαμορφώσει κοινή γραμμή με τον Νίκο Χριστοδουλίδη, ώστε να γίνει η διαχείριση αυτού του αδιεξόδου που δημιουργεί η Τουρκία στο Κυπριακό, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στην Ουάσινγκτον. Και επίσης να διαλυθούν οι παρεξηγήσεις που έχουν δημιουργηθεί μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας σε ό,τι αφορά τα ενεργειακά, μετά τη συμφωνία Κύπρου – Ισραήλ για αγωγό που θα μεταφέρει φυσικό αέριο στην Κύπρο…
Δημοσίευση σχολίου