Γράφει ο Αθανάσιος Πλατιάς*
Το διακύβευμα των εκλογών είναι η ποιότητα της πολιτικής ηγεσίας της χώρας σε μια περίοδο που το διεθνές σύστημα είναι σε αυξημένη ρευστότητα, τα ζητήματα διεθνούς ασφαλείας είναι οξυμένα από τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων ενώ οι σχέσεις της χώρας με την Τουρκία είναι σε παρατεταμένη κρίση λόγω της ολοένα αυξανόμενης τουρκικής επιθετικότητας.
Η σημασία της πολιτικής ηγεσίας είναι προφανής: δεν είναι τυχαίο ότι η ποιότητα της ηγεσίας θεωρείται ως συντελεστής ισχύος ενός κράτους – μαζί με παράγοντες όπως η γεωγραφία, ο πληθυσμός, η οικονομία και οι ένοπλες δυνάμεις. Η ηγεσία επενεργεί λοιπόν ως πολλαπλασιαστής (ή διαιρέτης) ισχύος. Η πολιτική ηγεσία είναι υπεύθυνη για την χάραξη της στρατηγικής εθνικής ασφαλείας κάθε χώρας και η επιλογή της στρατηγικής μπορεί να κάνει τη διαφορά μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας, μεταξύ νίκης και ήττας σε ενδεχόμενο πόλεμο.
Αναφορικά με το μείζον ζήτημα της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφαλείας που είναι η αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού, φαίνεται ότι διαμορφώνονται δυο διαφορετικές προσεγγίσεις. Η επικρατούσα την τελευταία τετραετία προσέγγιση αναζητεί τους κατάλληλους τρόπους αποθάρρυνσης της Τουρκικής επιθετικότητας μέσω εξισορρόπησης και, μακροπρόθεσμα, ανάσχεσης του κινδύνου.
Η εξισορρόπηση βασίζεται σε δυο πυλώνες: την αμυντική ενδυνάμωση μέσω ενός εξοπλιστικού προγράμματος που επιδιώκει τεχνολογική υπεροχή (δηλ. ποιοτική αντιστάθμιση του τουρκικού ποσοτικού πλεονεκτήματος) και την εμβάθυνση των αμυντικών σχέσεων με δυο μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία που θα μπορούσαν να προσφέρουν κορυφαία αμυντική τεχνολογία και ασπίδα προστασίας. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση η στρατηγική σταθερότητα στην περιοχή και η ειρηνική επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία θα καταστεί εφικτή μόνο μέσω μιας ισχυρής Ελλάδας που θα είναι σε θέση να ακυρώνει στην πράξη την τουρκική επιθετικότητα. Η στρατηγική αυτή θα μπορούσε να ονομαστεί «επιβολή της ειρήνης μέσω ισχύος» (Peace through strength).
Η δεύτερη προσέγγιση θεωρεί ότι η στρατηγική της εξισορρόπησης είναι υψηλού κόστους λόγω των δαπανηρών εξοπλιστικών προγραμμάτων ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί εξαρτήσεις της χώρας από τις μεγάλες δυνάμεις. Προτείνεται λοιπόν η μακροπρόθεσμη εκτόνωση του προβλήματος με την Τουρκία μέσω διπλωματικών πρωτοβουλιών δηλ. εποικοδομητική εμπλοκή (engagement) όπου η έμφαση βρίσκεται στην ενθάρρυνση της ευρωπαϊκής προοπτικής της γείτονος, στη σταδιακή εκτόνωση της επιθετικότητας μέσω συμβιβασμών, στροφή προς την ειρηνική επίλυση των διαφορών και, τελικά, οικοδόμηση κλίματος αυξανόμενης εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Η στρατηγική αυτή θα μπορούσε να ονομαστεί ως στρατηγική σταδιακής «εξημέρωσης του θεριού».
Κάθε μια από τις πιο πάνω στρατηγικές έχει διαφορετικό κόστος, αλλά και διαφορετικό ρίσκο, πράγμα που σημαίνει ότι η στρατηγική κάθε χώρας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εκλογική διαδικασία και την επιλογή της πολιτικής ηγεσίας που θα αποφασίσει την κατανομή των (περιορισμένων) κρατικών πόρων λαμβάνοντας υπόψη το συνεπαγόμενο ρίσκο.
Η στρατηγική της «εξισορρόπησης» έχει αυξημένο κόστος αλλά μειωμένο ρίσκο. Η εναλλακτική στρατηγική της «εποικοδομητικής εμπλοκής» προσφέρει ακριβώς το αντίθετο. Από εδώ προκύπτει η κρισιμότητα της επικείμενης επιλογής του εκλογικού σώματος για την ποιότητα της πολιτικής ηγεσίας που θα ιεραρχήσει τις προτεραιότητες, θα χαράξει την στρατηγική και θα χειριστεί τις επερχόμενες κρίσεις με την Τουρκία.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου