GuidePedia

0

Ο Charles Kindleberger, ο κατ 'εξοχήν ιστορικός των οικονομικών κρίσεων, περιγράφει τον ηγεμόνα ως μια χώρα πρόθυμη να δεχτεί το βραχυπρόθεσμο κόστος για χάρη της προώθησης της διεθνούς χρηματοοικονομικής σταθερότητας.

Η ικανότητα του ηγεμόνα να απορροφήσει αυτά τα κόστη του επιτρέπει επίσης να καθορίζει τον τόνο και τον ρυθμό των εξελίξεων- ένας υπεύθυνος ηγεμόνας πρέπει να οδηγεί τους άλλους βοηθώντας στη δημιουργία διεθνώς αποδεκτών κανόνων.

Στην ευρωζώνη, η Γερμανία είναι η μόνη χώρα που στέκεται ακόμα.

Από τις υπόλοιπες λεγόμενες χώρες του πυρήνα, η Ολλανδία αγωνίζεται να ξεπεράσει τις οικονομικές υπερβολές της. Η Γαλλία έχει εισέλθει σε μια μακροχρόνια περίοδο οικονομικής ύφεσης με μικρό περιθώριο να παρέχει στήριξη στη Ευρώπη - μάλιστα, τείνει μάλλον να γίνει οφειλέτης από πιστωτής.

Παρά το γεγονός ότι εξακολουθεί να στέκεται, η ωμή πραγματικότητα είναι ότι ακόμη και η Γερμανία δεν έχει την οικονομική και χρηματοπιστωτική ισχύ ούτε να τονώσει την ευρωπαϊκή ανάπτυξη ούτε να παρέχει ένα οικονομικό δίχτυ σταθερότητας. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι η πολιτική αντίδραση είναι σφοδρή όταν η Γερμανία καλείται να κάνει περισσότερα για την Ευρώπη.

Αλλά συνεχίζει να έχει ένα καίριο ρόλο: να ανακατευθύνει την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση ώστε να καλυφθούν τα κενά που αποκάλυψε η κρίση του ευρώ. Επειδή η φωνή της μετράει περισσότερο από ότι των άλλων, η ευθύνη της Γερμανίας είναι αντίστοιχα μεγάλη.

Η χώρα ποτέ δεν ήταν η οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης. Η οικονομία της ανταποκρίνεται πάντα στις κινήσεις της παγκόσμιας οικονομίας, με μεγάλη ικανότητα, ιδιαίτερα όταν το παγκόσμιο εμπόριο είναι ισχυρό. Όταν οι εξαγωγές της Γερμανίας αυξάνονται, η χώρα μεταδίδει παγκόσμια ερεθίσματα με την ενίσχυση και των εισαγωγών από άλλα έθνη.

Όμως, επειδή η εγχώρια κατανάλωση και οι επενδύσεις της σε μεγάλο βαθμό ανταποκρίνονται σε αυτές τις εξωτερικές κινήσεις, η Γερμανία δεν παράγει εσωτερική δυναμική ώστε να ενδυναμώσει το ρυθμό ανάπτυξης αλλού. Για το λόγο αυτό, τα άλλα έθνη έχουν ζητήσει εντονότερα γερμανικά φορολογικά κίνητρα για την επιτάχυνση της γερμανικής οικονομίας, αυξάνοντας έτσι τις εισαγωγές  και ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την ανάπτυξη ευρωπαϊκών κρατών που δοκιμάζονται από την κρίση.

Το 2008-10, το Βερολίνο συμμετείχε σε μια παγκόσμια συντονισμένη δημοσιονομική τόνωση που αποδείχθηκε απαραίτητη ώστε να σωθεί η παγκόσμια οικονομία. Από τότε, η Γερμανία, όπως και άλλες μεγάλες οικονομίες, έχει μετατραπεί σε μια φορολογικά συντηρητική χώρα. Η διάθεση της για παροχή φορολογικών κινήτρων δεν είναι προφανώς μεγαλύτερη από εκείνη των άλλων προηγμένων χωρών. Αλλά ακόμη και αν θα μπορούσε να κατασκευαστεί ένα σχέδιο γερμανικών κινήτρων, οι μελέτες δείχνουν ότι τα οφέλη για την υπόλοιπη Ευρώπη - κυρίως στις πιο προβληματικές περιοχές - θα ήταν μικρό.

Οι εκτιμήσεις αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές ενόψει των πρόσφατων μέτριων οικονομικών επιδόσεων της Γερμανίας. Καθώς το παγκόσμιο εμπόριο ανέκαμπτε από την απότομη πτώση του το 2009, η Γερμανία αντέδρασε σθεναρά. Η κινεζική ζήτηση ήταν ιδιαίτερα ισχυρή και γερμανικές εταιρείες ήταν σε καλή θέση για να επωφεληθούν από αυτό.

Η χώρα φαινόταν έτοιμη για ένα ακόμη θαύμα. Από τότε, η παγκόσμια οικονομία έχει επιβραδυνθεί και η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου σέρνεται στο 2 τοις εκατό το χρόνο. Ακόμη και οι δυναμικές αναδυόμενες αγορές επιβραδύνονται. Η Γερμανία απέφυγε την ύφεση στην οποία είναι βυθισμένη μεγάλο μέρος της ευρωζώνης, αλλά τα προβλήματα αλλού στην Ευρώπη είναι πιθανό να συνεχιστούν.

Και όμως η κατεύθυνση που παίρνει η Ευρώπη στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ενέργεια και το ύφος της γερμανικής ηγεσίας. Γράφοντας σχεδόν πριν από 30 χρόνια, ο Helmut Schmidt, ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας, ζήτησε ένα πλαισίο συνεργασίας για τη διατήρηση και την εδραίωση της Ατλαντικής Συμμαχίας. Κατήγγειλε ότι οι ΗΠΑ παρουσίαζαν στην Ευρώπη ένα τετελεσμένο γεγονός. «Η εξάρτηση διαφθείρει,» δήλωνε με λύπη, «και διαφθείρει όχι μόνο τους εξαρτημένους αλλά και αυτόν ο οποίος λαμβάνει τις αποφάσεις σχεδόν μόνος του.» Η πρόκληση είναι να επιτευχθεί ένα αποφασιστικό βήμα προς τα εμπρός, που να σέβεται όμως και τις εθνικές κυριαρχίες.

Η πρόσφατη γερμανική πρόταση για τραπεζική ένωση είναι, υπό αυτό το πρίσμα, ενδιαφέρουσα. Είναι ένα μικρό, αλλά σημαντικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση.

Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για κοινό πλαίσιο εκκαθάρισης τραπεζών και εγγυήσεων των καταθέσεων συναντούν εμπόδια, διότι απαιτείται η εκχώρηση δημοσιονομικής κυριαρχίας, κάτι που οΒόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο υπουργός Οικονομικών, έχει προειδοποιήσει έρχεται σε αντίθεση με τις υπάρχουσες προτεραιότητες. Το πιο σημαντικό είναι ότι η πολιτική βούληση για να γίνει αυτό το άλμα είναι απούσα. Η εκχώρηση φορολογικής κυριαρχίας ισοδυναμεί με πολιτική ένωση, η οποία δεν μπορεί να γίνει από την πίσω πόρτα.

Αντ 'αυτού, η γερμανική πρόταση πρέπει να προσφέρει έναν πρακτικό τρόπο για να προχωρήσει η ευρωζώνη - το Βερολίνο πρέπει να δώσει το παράδειγμα. Οι χώρες μέλη οφείλουν να συμφωνήσουν και να εφαρμόσουν κοινά πρότυπα για την εξυγίανση των τραπεζών και την ασφάλεια των καταθέσεων. Αυτό θα λειτουργήσει εάν τα πρότυπα για την οικονομική εποπτεία και την δημοσιονομική πειθαρχία είναι πραγματικά αυστηρά.

Τα κίνητρα για τη διατήρηση του status quo, θα πρέπει να αντικατασταθούν από μια δυναμική ώστε να μπει ένα τέλος στον αυξανόμενο όγκο τραπεζών υπό κατάρρευση

και που θα ενισχύσει τα βιώσιμα ιδρύματα με μεγαλύτερα κεφάλαια και αποθέματα ρευστότητας. Οι υγιείς τράπεζες και η ανάπτυξη πρέπει να αλληλο-υποστηριχθούν.

Αν το Βερολίνο θέλει να ηγηθεί, πρέπει να εφαρμόσει αυτές τις αρχές στο δικό της προβληματικό τραπεζικό τομέα και να δείξει ότι στηρίζει έμπρακτα τη νέα γενιά διεθνών τραπεζικών ρυθμιστικών προτύπων. Αυτό θα ήταν καλό για τη Γερμανία και για την Ευρώπη.

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top