Η διόγκωση του νέου γερμανικού κινήματος με την ονομασία «Πατριώτες Ευρωπαίοι εναντίον του εξισλαμισμού της Δύσης», η άνοδος του γαλλικού εθνικού μετώπου, κυρίως όμως η απομόνωση της Ρωσίας, αποτελούν δυσοίωνες εξελίξεις.
Τα σκοτεινά, βαριά και ζοφερά σύννεφα του εθνικισμού, ο οποίος οδηγεί με γρήγορα βήματα στον ολοκληρωτισμό, φαίνεται να καλύπτουν σταδιακά τον ουρανό της Ευρώπης - ενώ έχουν ήδη προηγηθεί οι Η.Π.Α., στις οποίες οικοδομείται ένα βίαιο, αστυνομικό, απολυταρχικό κράτος, με στόχο να ελέγξει η ελίτ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (99%) που απειλείται από τη φτώχεια και την εξαθλίωση.
Ειδικότερα, στη Γερμανία διαπιστώνεται πως οι άνθρωποι μπορούν να κατεβούν στους δρόμους, κάτι που δεν είχε γίνει μέχρι στιγμής, παρά το ότι αναμενόταν οι αντιδράσεις τους απέναντι στην πολιτική εξαθλίωσης που τους έχει επιβληθεί από την πρωσική τους κυβέρνηση - με αποτέλεσμα το 20,3% του πληθυσμού να απειλείται από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό .
Η αιτία όμως της καθόδου τους στους δρόμους δεν είναι η καγκελάριος, αλλά ένα καινούργιο κίνημα, το οποίο συγκέντρωσε πρόσφατα στη Δρέσδη 15.000 διαδηλωτές, από 5.000 προηγουμένως, ενώ απέκτησε αμέσως μιμητές στην Ελβετία - εξαγόμενο ουσιαστικά. Αν και πολλοί βέβαια πιστεύουν πως δεν έχει καμία σχέση με το ναζισμό του παρελθόντος, παρά το ότι συμμετέχει το επίσημο ναζιστικό κόμμα της χώρας (NPD), ενώ ισχυρίζονται ότι δεν είναι ρατσιστικό, δεν είναι απίθανο να κάνουν λάθος.
Οι «Πατριώτες Ευρωπαίοι εναντίον του εξισλαμισμού της Δύσης», όπως αποκαλείται το κίνημα (PEGIDA), διεξάγουν θεωρητικά έναν πολιτισμικό πόλεμο - με εχθρό τον ισλαμισμό, ο οποίος επεκτείνεται σταδιακά σε πολλές πόλεις της ηπείρου μας. Κανένας όμως δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι, καλυπτόμενος πίσω από τη συγκεκριμένη κίνηση, δεν αναβιώνει ο ναζισμός στη χώρα - με τυπικό εχθρό του «γερμανικού έθνους» αυτή τη φορά τους Μουσουλμάνους, όπως στο παρελθόν τους Εβραίους.
Άλλωστε το γεγονός ότι, η Γερμανία έχει αποφύγει πλέον την εξόφληση των πολεμικών επανορθώσεων, παρά το ότι ήταν υποχρεωμένη να το κάνει μετά την ένωση της, η αποδοχή της από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, οι οποίοι φαίνεται πως έχουν ξεχάσει πια τα εγκλήματα των δύο παγκοσμίων πολέμων, καθώς επίσης η άνοδος της στην ηγεσία της ηπείρου μας, έχουν ενδεχομένως αποθρασύνει την πρωσική της κυβέρνηση - οπότε τίποτα δεν είναι απίθανο.
Πόσο μάλλον όταν επεμβαίνει πλέον κυριαρχικά στα εσωτερικά των μεγάλων χωρών της Ευρώπης, όπως της Γαλλίας και της Ιταλίας, αφού προηγήθηκαν τα μικρότερα - με κυριότερη την Ελλάδα, την οποία είχε θεωρήσει από την αρχή ως το ιδανικότερο θύμα, για τον παραδειγματισμό όλων των υπολοίπων κρατών της ΕΕ .
Από την άλλη πλευρά η Γαλλία, η μοναδική ίσως χώρα της Ευρωζώνης που τήρησε ακριβώς τις συμφωνίες, χωρίς να τις χρησιμοποιήσει εις βάρος των εταίρων της όπως η Γερμανία, ευρίσκεται σε διαρκή υποχώρηση - λόγω των αδύναμων οικονομικών μεγεθών της, ενώ ποτέ μέχρι σήμερα δεν κατάφερε να ανταγωνισθεί τη γειτονική της χώρα.
Αρκεί κανείς να δει το ελλειμματικό της εμπορικό ισοζύγιο (γράφημα), για να κατανοήσει τα αδιέξοδα της - τα οποία μάλλον δεν μπορούν να επιλυθούν εντός μίας νομισματικής ζώνης που κυριαρχείται σχεδόν ολοκληρωτικά από τη Γερμανία.
Περαιτέρω, με δεδομένο το ότι η κυβέρνηση της αδυνατεί να την οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση, διογκώνεται συνεχώς η αντιπολίτευση - η οποία, στο συγκεκριμένο κράτος, έτυχε να είναι η άκρα δεξιά, το εθνικιστικό κόμμα. Το «Εθνικό Μέτωπο» λοιπόν, όπως αποκαλείται, σχεδιάζει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις επιστροφής της Γαλλίας στο δικό της νόμισμα, ενώ αντιμετωπίζει εχθρικά τη Γερμανία - όταν την ίδια στιγμή αυξάνεται ο ρατσισμός στο εσωτερικό της χώρας, με θύματα κυρίως τους Εβραίους.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει ουσιαστικά και στην Ιταλία, παρά το ότι δεν υπάρχουν εμφανή δείγματα αναβίωσης του εθνικισμού - αλλά μόνο «φραστικές επιθέσεις» εναντίον της καγκελαρίου, η οποία όμως δεν φαίνεται να ενοχλείται ιδιαίτερα, επιμένοντας να επιβάλλει δικτατορικά τις δικές της απόψεις. Σε ορισμένες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως για παράδειγμα στην Ουγγαρία, ο εθνικισμός είναι πολύ πιο εμφανής - ενώ είναι αποδεκτός από τη συντριπτική πλειοψηφία των Πολιτών.
Το μεγάλο πρόβλημα σήμερα είναι βέβαια η Ρωσία που εξωθείται στα άκρα από τις Η.Π.Α., σε συνεργασία με τη Γερμανία - οι οποίες εξοπλίζουν και δανείζουν την Ουκρανία, μετά το πραξικόπημα που δρομολόγησαν, αντικαθιστώντας την εκλεγμένη της κυβέρνηση, όταν παράλληλα κλιμακώνουν τις οικονομικές κυρώσεις και επιτίθενται με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεση τους.
Για να μπορέσει να αντισταθεί ο Ρώσος πρόεδρος, μάλλον δεν έχει άλλη επιλογή από το να «συσπειρώσει» το λαό του - όπου όμως απαιτείται η καλλιέργεια εθνικιστικών συναισθημάτων, η οποία κάποια στιγμή θα μπορούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο. Η τελευταία τρομακτική επίθεση εναντίον του ρουβλίου , ήταν ότι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε μία χώρα - ενώ η αντιμετώπιση της με τον «παλαιομοδίτικο» τρόπο της αύξησης των βασικών επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, θα έχει μόνο βραχυπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα.
Μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην οικονομία της χώρας, ενώ τυχόν επανάληψη της, λόγω των μαζικών εκροών συναλλάγματος, θα την υποχρεώσει να επιβάλλει ελέγχους στην διακίνηση κεφαλαίων - οπότε θα την απομονώσει εντελώς από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως ακριβώς τη Σοβιετική Ένωση στο παρελθόν.
Αυτό σημαίνει με τη σειρά του πως θα απομονωθεί ολόκληρη η οικονομία της Ρωσίας, ο πρόεδρος της θα εντείνει τη δημιουργία εθνικιστικών συνθημάτων και θα γίνει περισσότερο αυταρχικός - έτσι ώστε να μπορέσει να ελέγξει την αχανή χώρα του, καθώς επίσης να προστατευθεί από τυχόν κινήσεις ανατροπής του.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο αυξάνει βέβαια τις πιθανότητες να βυθιστεί η Ευρώπη σε έναν καινούργιο παγκόσμιο πόλεμο - επειδή είναι γνωστό από το παρελθόν πως όταν τα εμπορεύματα δεν μπορούν να διέλθουν από τα σύνορα, διέρχονται τα τανκς. Κανένας βέβαια δεν είναι τόσο ανόητος να πιστεύει ότι, σκοπός των κυρώσεων και των επιθέσεων εναντίον της Ρωσίας είναι η αποχώρηση της από την Κριμαία - αφού πρόκειται για την αφορμή και όχι για την αιτία.
Βασικός στόχος ήταν από την αρχή ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος τόλμησε να αμφισβητήσει την ηγεμονία του τοκογλυφικού κεφαλαίου που κυβερνάει απολυταρχικά τη Δύση - σχεδιάζοντας να αποδεσμευθεί από το δολάριο, καθώς επίσης από το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα, το οποίο υπηρετεί την παγκόσμια ελίτ .
Η συνεργασία του δε με τις υπόλοιπες χώρες της BRICS , οι οποίες έχουν υποφέρει τα πάνδεινα στο παρελθόν, ειδικά από τις επιδρομές του ΔΝΤ, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι - ενώ οι Η.Π.Α. δεν θα σταματήσουν τις επιθέσεις εάν δεν υποταχθεί πλήρως. Επειδή όμως αποκλείουμε να συμβεί κάτι τέτοιο, εκτός εάν ανατραπεί ο κ. Putin, θεωρούμε πως η σύγκρουση μόλις ξεκίνησε - σε ένα πεδίο, στο οικονομικό, που ασφαλώς δεν είναι ιδανικό για τη Ρωσία.
Περαιτέρω, αν και το ρούβλι σταθεροποιήθηκε, ενώ ο δείκτης του ρωσικού χρηματιστηρίου εκτινάχθηκε στα ύψη (+17%), πρόκειται ενδεχομένως για ένα μικρό διάλλειμα στη μάχη - από την οποία, όσον αφορά τους συμμάχους των Η.Π.Α., ζημιώνεται κυρίως η Γερμανία, λόγω της κατάρρευσης των εξαγωγών της προς τη Ρωσία.
Η συνέχεια θα εξαρτηθεί κυρίως από την τιμή του πετρελαίου - η οποία, εάν παραμείνει σε καθοδική πορεία, με βάση τις συνεχώς μειούμενες εισαγωγές των Η.Π.Α. (γράφημα), θα οδηγήσει το ρούβλι σε νέες, μεγάλες περιπέτειες.
Σε κάθε περίπτωση, όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, ο εθνικισμός θα ακολουθήσει μία έντονα ανοδική πορεία στην Ευρώπη - παράλληλα με το ρατσισμό, ο οποίος θα κλιμακώνεται διαρκώς. Με δεδομένη δε την κατάληξη τέτοιου είδους δυσμενών εξελίξεων, είναι πολύ δύσκολο να παραμένει κανείς αισιόδοξος.
Σημείωση
Υπενθυμίζουμε ότι, για πάρα πολλές δεκαετίες οι δραστηριότητες της Fed γινόντουσαν, περισσότερο ή λιγότερο σιωπηρά, αποδεκτές - ενώ ήταν ελάχιστοι αυτοί, οι οποίοι είχαν την ικανότητα να διακρίνουν τον «ανίερο» σκοπό της «κατασκευής» της.
Μεταξύ των ανθρώπων αυτών συμπεριλαμβάνεται και ο Henry Ford, ο οποίος είχε πει τα εξής: «Είναι μάλλον θετικό το ότι, οι Πολίτες του Έθνους δεν κατανοούν το νομισματικό μας σύστημα – επειδή, εάν καταλάβαιναν πώς λειτουργεί, θα ξεσπούσε επανάσταση την αμέσως επόμενη ημέρα, αύριο το πρωί».
Σήμερα βέβαια είναι γνωστές στους περισσότερους οι επεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών – ειδικά μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, όπου ανέλαβαν, φανερά πια, τα ηνία από την πολιτική, υπό το φόβο της κατάρρευσης του νομισματικού μας συστήματος. Φυσικά ηγείται η Fed, ενώ όλες οι υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της BIS , ακολουθούν πιστά τα βήματα της – είτε φανερά, είτε κρυφά, για να αποφευχθεί η δημόσια «κατακραυγή».
Η τεχνητή διατήρηση των βασικών επιτοκίων παγκοσμίως σε μηδενικά σχεδόν επίπεδα από τις κεντρικές τράπεζες, όπου ουσιαστικά τα πραγματικά επιτόκια (αφαιρουμένου του πληθωρισμού) είναι αρνητικά, οι μεγάλες ποσότητες νέων χρημάτων, με τις οποίες πλημμυρίζονται οι αγορές, καθώς επίσης η απομύζηση των μαζών από την ελίτ με τη βοήθεια τους, αποτελούν ενέργειες όλο και περισσότερο γνωστές στην κοινή γνώμη – ενώ τεκμηριώνουν το γεγονός ότι, το σημερινό σύστημα έχει γίνει πολύ πολύπλοκο για να είναι πια διατηρήσιμο, αφού απαιτούνται πλέον μεγάλες ποσότητες τεχνητής ενέργειας (νέα χρήματα από το πουθενά), για να μην καταρρεύσει απότομα.
Η ερώτηση που οφείλει να διατυπωθεί εδώ, είναι ποιόν ακριβώς ωφελεί η πολιτική του φθηνού χρήματος – το οποίο παράγεται από το πουθενά σε δυσθεώρητες ποσότητες, τροφοδοτώντας σε σταθερή βάση όλες τις αγορές.
Η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη, αφού όλοι γνωρίζουν πως ωφελημένοι είναι οι τράπεζες και τα κράτη - τα οποία μπορούν να αναχρηματοδοτούνται απεριόριστα και φθηνά. Στην καλύτερη των περιπτώσεων δε αναζωογονούν την πραγματική οικονομία – αν και μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα.
Η αναζωογόνηση αυτή, όταν συμβαίνει, ωφελεί επίσης τις τράπεζες – οι οποίες κερδίζουν από τα καταναλωτικά ή επενδυτικά δάνεια αρκετά χρήματα. Εάν δε τα χρήματα δεν κατευθυνθούν στην πραγματική οικονομία, αλλά στα χρηματιστήρια, εκτοξεύοντας τις τιμές των μετοχών, των εμπορευμάτων ή των λοιπών παγίων περιουσιακών στοιχείων στα ύψη, τότε κερδίζουν ξανά οι τράπεζες – είτε παρέχοντας υπηρεσίες στους συναλλασσομένους, είτε ως επενδυτές.
Αυτό που ισχύει λοιπόν στα κανονικά καζίνο, ισχύει και στα χρηματιστηριακά: Το τραπέζι (η τράπεζα) κερδίζει πάντοτε – αυτοί που χάνουν είναι μόνο οι περισσότεροι παίχτες. Όταν δε καταρρέει ο χάρτινος πύργος, όπως συνέβη το 2007, τότε όλοι χάνουν εκτός από τις τράπεζες – οι οποίες διασώζονται.
Άλλωστε αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο δημιούργησαν πανέξυπνα τη Fed – για να κερδίζουν πάντοτε, «βρέξει ή χιονίσει», απομυζώντας την ενέργεια εκατομμυρίων ανθρώπων (πλούτος), καθώς επίσης για να διοικούν δικτατορικά ολόκληρο τον πλανήτη.
www.analyst.gr
πηγή
Δημοσίευση σχολίου