Ανδρέας Θεοφάνους
Πολλές φορές στην ιστορία λαμβάνουν χώρα εξελίξεις οι οποίες ξεπερνούν τα συνηθισμένα πλαίσια και όρια. Όταν για παράδειγμα το 1878 ως αποτέλεσμα ευρύτερων αλλαγών σε σχέση με το Ανατολικό Ζήτημα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποχωρούσε από την Κύπρο και η Βρετανία αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της Μεγαλονήσου δημιουργήθηκαν νέα δεδομένα. Oι εξελίξεις επέφεραν αλλαγές σε ολόκληρο το πλέγμα των σχέσεων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλάζοντας το υπόδειγμα της συμβατικής σκέψης και στρατηγικής της εποχής.
Σαρωτικές αλλαγές συνετελέσθηκαν και με το τέλος του Ψυχρού πολέμου καθώς και με την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Αυτές είχαν ευρύτερες προεκτάσεις οι οποίες ασφαλώς επηρέασαν/επηρεάζουν και την Κύπρο. Όπως και τότε, αυτά που διαδραματίζονται σήμερα στις χώρες του Αραβικού Κόσμου και της Μέσης Ανατολής γενικότερα με την αμφισβήτηση δικτατορικών καθεστώτων συνιστούν αλλαγή υποδείγματος στην ευρύτερη περιοχή. Η Κύπρος εκ των πραγμάτων καλείται να διαγνώσει επαρκώς το νέο αναδυόμενο περιβάλλον και να διαδραματίσει ένα δημιουργικό ρόλο. Ενώ δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος των εξεγέρσεων, μπορεί να λεχθεί ότι σε αρκετές από τις περιοχές αυτές μπορεί να επικρατήσουν, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, εξτρεμιστικά στοιχεία ή εσωτερικές διενέξεις οι οποίες θα δημιουργήσουν τάσεις αποσταθεροποίησης για κάποια χρονική περίοδο. Ενώ προηγουμένως υπήρχε η καταπίεση των λαών από τα συγκεκριμένα καθεστώτα, για διάφορα κέντρα αποφάσεων επικρατούσε η ψυχρή λογική ότι «τουλάχιστον υπήρχε σταθερότητα».
Σήμερα είναι δυνατό να υπάρξει ένας βαθμός αποσταθεροποίησης, από την άλλη όμως οι εξελίξεις αυτές δεν μπορεί παρά να σηματοδοτούν μια ευρύτερη αλλαγή προς μία σταδιακή – ίσως αργή – δημοκρατικοποίηση. Ενδεχομένως το πρώτο στάδιο της αλλαγής στα δικτατορικά καθεστώτα να οδηγεί σε πεφωτισμένες δεσποτείες με περισσότερη λαϊκή συμμετοχή απ΄ ό,τι προηγουμένως. Η ουσία είναι ότι για χρόνια τώρα πέραν των ιμπεριαλιστικών τάσεων των χωρών της Δύσης και ειδικότερα των ΗΠΑ, εγένετο λόγος για δημοκρατικοποίηση, ανοικτές κοινωνίες, κοινωνία των πολιτών και προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών. Αυτά όμως δεν ξεπερνούσαν τα όρια μιας ρητορικής προσέγγισης.
Η ΕΕ προσπάθησε κατ΄αρχήν μέσω της Διάσκεψης της Βαρκελώνης το 1995 και της Ευρώ-Μεσογειακής Συνεργασίας που εξαγγέλθηκε/ακολούθησε να παρέμβει με πενιχρά αποτελέσματα. Ουσιαστικές αλλαγές δεν επήλθαν, δημιουργήθηκαν όμως οι βάσεις της κοινωνίας των πολιτών σε αυτές τις χώρες, η δικτύωση της οποίας είχε ρόλο στις εξεγέρσεις. Σήμερα ευρίσκονται εν εξελίξει νέα δεδομένα. Η Δύση προσπαθεί να τοποθετηθεί σε αυτές τις εξελίξεις με στόχο, πρώτα, τη σταθερότητα και, δεύτερο, τη σταδιακή δημοκρατικοποίηση εκείνων των χωρών. Η Κύπρος καλείται να διαδραματίσει κάποιο ρόλο αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, τις ιστορικές της σχέσεις με τις χώρες της περιοχής σε συνδυασμό με την ιδιότητά της ως μέλος της ΕΕ. Σημειώνεται επίσης ότι και η ανακάλυψη κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ενισχύουν τον εν δυνάμει ρόλο της Κύπρου.
Ως εκ τούτου και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη στάση της Τουρκίας και την επιδείνωση των σχέσεων της με το Ισραήλ, υπάρχει μία κατάσταση πραγμάτων που οδηγεί και πάλιν εις την προοπτική αλλαγής υποδείγματος στην ευρύτερη περιοχή. Επί τούτου σημειώνεται ότι παρά το γεγονός ότι οι διακοινοτικές συνομιλίες για λύση του Κυπριακού διεξάγονται κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ, στην πραγματικότητα δεν αντικατοπτρίζουν την ουσία του προβλήματος: ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα ύπαρξης στην Κυπριακή Δημοκρατία. Τα νέα δεδομένα δίνουν την ευκαιρία στην Κυπριακή Δημοκρατία να επανατοποθετηθεί και ως κράτος να διεκδικήσει ισοτιμία και ρόλο.
Για να επιτευχθεί όμως αυτό απαιτείται σωστή αξιολόγηση των δεδομένων και σοβαρότητα. Ο δημόσιος βίος δυστυχώς δίνει την εντύπωση ότι η Κύπρος δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τον επαρχιωτισμό της (parochialism). Σε περιόδους όπου πραγματικά συνιστούν ιστορική καμπή κάθε χώρα καλείται να ενεργήσει με τρόπο που να προωθήσει τα συμφέροντά της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στην περίπτωσή μας καλούμεθα να πράξουμε πρώτα το στοιχειώδες που είναι να ενισχύσουμε την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας για να λειτουργήσουμε ως σοβαρό και αξιόπιστο κράτος στα πλαίσιο του οποίου θα αξιοποιήσουμε τις προοπτικές για να επιλύσουμε και το Κυπριακό.
*Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων.
πηγή
Πολλές φορές στην ιστορία λαμβάνουν χώρα εξελίξεις οι οποίες ξεπερνούν τα συνηθισμένα πλαίσια και όρια. Όταν για παράδειγμα το 1878 ως αποτέλεσμα ευρύτερων αλλαγών σε σχέση με το Ανατολικό Ζήτημα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποχωρούσε από την Κύπρο και η Βρετανία αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της Μεγαλονήσου δημιουργήθηκαν νέα δεδομένα. Oι εξελίξεις επέφεραν αλλαγές σε ολόκληρο το πλέγμα των σχέσεων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλάζοντας το υπόδειγμα της συμβατικής σκέψης και στρατηγικής της εποχής.
Σαρωτικές αλλαγές συνετελέσθηκαν και με το τέλος του Ψυχρού πολέμου καθώς και με την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Αυτές είχαν ευρύτερες προεκτάσεις οι οποίες ασφαλώς επηρέασαν/επηρεάζουν και την Κύπρο. Όπως και τότε, αυτά που διαδραματίζονται σήμερα στις χώρες του Αραβικού Κόσμου και της Μέσης Ανατολής γενικότερα με την αμφισβήτηση δικτατορικών καθεστώτων συνιστούν αλλαγή υποδείγματος στην ευρύτερη περιοχή. Η Κύπρος εκ των πραγμάτων καλείται να διαγνώσει επαρκώς το νέο αναδυόμενο περιβάλλον και να διαδραματίσει ένα δημιουργικό ρόλο. Ενώ δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος των εξεγέρσεων, μπορεί να λεχθεί ότι σε αρκετές από τις περιοχές αυτές μπορεί να επικρατήσουν, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, εξτρεμιστικά στοιχεία ή εσωτερικές διενέξεις οι οποίες θα δημιουργήσουν τάσεις αποσταθεροποίησης για κάποια χρονική περίοδο. Ενώ προηγουμένως υπήρχε η καταπίεση των λαών από τα συγκεκριμένα καθεστώτα, για διάφορα κέντρα αποφάσεων επικρατούσε η ψυχρή λογική ότι «τουλάχιστον υπήρχε σταθερότητα».
Σήμερα είναι δυνατό να υπάρξει ένας βαθμός αποσταθεροποίησης, από την άλλη όμως οι εξελίξεις αυτές δεν μπορεί παρά να σηματοδοτούν μια ευρύτερη αλλαγή προς μία σταδιακή – ίσως αργή – δημοκρατικοποίηση. Ενδεχομένως το πρώτο στάδιο της αλλαγής στα δικτατορικά καθεστώτα να οδηγεί σε πεφωτισμένες δεσποτείες με περισσότερη λαϊκή συμμετοχή απ΄ ό,τι προηγουμένως. Η ουσία είναι ότι για χρόνια τώρα πέραν των ιμπεριαλιστικών τάσεων των χωρών της Δύσης και ειδικότερα των ΗΠΑ, εγένετο λόγος για δημοκρατικοποίηση, ανοικτές κοινωνίες, κοινωνία των πολιτών και προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών. Αυτά όμως δεν ξεπερνούσαν τα όρια μιας ρητορικής προσέγγισης.
Η ΕΕ προσπάθησε κατ΄αρχήν μέσω της Διάσκεψης της Βαρκελώνης το 1995 και της Ευρώ-Μεσογειακής Συνεργασίας που εξαγγέλθηκε/ακολούθησε να παρέμβει με πενιχρά αποτελέσματα. Ουσιαστικές αλλαγές δεν επήλθαν, δημιουργήθηκαν όμως οι βάσεις της κοινωνίας των πολιτών σε αυτές τις χώρες, η δικτύωση της οποίας είχε ρόλο στις εξεγέρσεις. Σήμερα ευρίσκονται εν εξελίξει νέα δεδομένα. Η Δύση προσπαθεί να τοποθετηθεί σε αυτές τις εξελίξεις με στόχο, πρώτα, τη σταθερότητα και, δεύτερο, τη σταδιακή δημοκρατικοποίηση εκείνων των χωρών. Η Κύπρος καλείται να διαδραματίσει κάποιο ρόλο αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, τις ιστορικές της σχέσεις με τις χώρες της περιοχής σε συνδυασμό με την ιδιότητά της ως μέλος της ΕΕ. Σημειώνεται επίσης ότι και η ανακάλυψη κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ενισχύουν τον εν δυνάμει ρόλο της Κύπρου.
Ως εκ τούτου και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη στάση της Τουρκίας και την επιδείνωση των σχέσεων της με το Ισραήλ, υπάρχει μία κατάσταση πραγμάτων που οδηγεί και πάλιν εις την προοπτική αλλαγής υποδείγματος στην ευρύτερη περιοχή. Επί τούτου σημειώνεται ότι παρά το γεγονός ότι οι διακοινοτικές συνομιλίες για λύση του Κυπριακού διεξάγονται κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ, στην πραγματικότητα δεν αντικατοπτρίζουν την ουσία του προβλήματος: ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα ύπαρξης στην Κυπριακή Δημοκρατία. Τα νέα δεδομένα δίνουν την ευκαιρία στην Κυπριακή Δημοκρατία να επανατοποθετηθεί και ως κράτος να διεκδικήσει ισοτιμία και ρόλο.
Για να επιτευχθεί όμως αυτό απαιτείται σωστή αξιολόγηση των δεδομένων και σοβαρότητα. Ο δημόσιος βίος δυστυχώς δίνει την εντύπωση ότι η Κύπρος δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τον επαρχιωτισμό της (parochialism). Σε περιόδους όπου πραγματικά συνιστούν ιστορική καμπή κάθε χώρα καλείται να ενεργήσει με τρόπο που να προωθήσει τα συμφέροντά της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στην περίπτωσή μας καλούμεθα να πράξουμε πρώτα το στοιχειώδες που είναι να ενισχύσουμε την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας για να λειτουργήσουμε ως σοβαρό και αξιόπιστο κράτος στα πλαίσιο του οποίου θα αξιοποιήσουμε τις προοπτικές για να επιλύσουμε και το Κυπριακό.
*Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου