GuidePedia

0
Του Μανώλη Κυπραίου
Και ενώ τα βλέμματα όλων-και δικαίως-βρίσκονται στραμμένα στην Αίγυπτο όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και δραματικές, η τουρκική ηγεσία έχει επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου χωρίς προηγούμενο, για την αύξηση της επιρροής της στην Κεντρική Ασία και την Ευρώπη. Και φυσικά αυτή η «διπλωματική φρενίτιδα» δεν είναι τυχαία.

Η Τουρκία προσπαθεί να αναλάβει το ρόλο της «μητέρας πατρίδας» (Ana Vatan) στις τουρκόφωνες χώρες της Κεντρικής Ασίας με στόχο την αναβίωση της ιδέας του «Τουράν» (Μια Τουρκία από την Αδριατική, έως το Μέγα Σινικό Τείχος) και από την άλλη να κάνει επίδειξη δύναμης στην Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνοντας στην πράξη αυτό που επανειλημμένα ηγετικά στελέχη της κυβέρνησης Ερντογάν έχουν πει: «Αυτοί (η ΕΕ) μας έχει ανάγκη και όχι εμείς αυτή».
Αυτό φυσικά αντανακλά ξεκάθαρα πως η ιδέα της αναβίωσης μιας «νέας Οθωμανικής αυτοκρατορίας» από το ιεραρχείο των «νέο-οθωμανών» στην Άγκυρα δεν είναι απλά μια «ιδέα» αλλά ένας στρατηγικός σκοπός, για την επίτευξη του οποίου βλέπουμε πως σύσσωμη η κυβέρνηση Ερντογάν εκτελεί τις απαραίτητες τακτικές και ενέργειες.
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας έχει προβεί σε ταξίδια-αστραπή σε χώρες της Κεντρικής Ασίας το τελευταίο διάστημα με τελευταία επίσκεψη αυτή στην Κιργιζία. Εκεί ο πρωθυπουργός της χώρας, χαρακτήρισε την Τουρκία ως: «το άστρο του βορρά που μας δείχνει τον δρόμο», συμπληρώνοντας πως: «η Τουρκία για εμάς είναι μια σύμμαχος, μια φίλη, που έχει αποδείξει στις δύσκολες στιγμές πως είναι κοντά μας και εμείς έχουμε την υποχρέωση αλλά και την ανάγκη να ήμαστε δίπλα της».
Από την άλλη ο πανίσχυρος υπουργός Εξωτερικών της γείτονος Αχμεντ Νταβούντογλου, επισκέφθηκε σε πρώτη φάση τα Βαλκάνια και έδωσε ιδιαίτερο βάρος στις συζητήσεις του με ομολόγους του αλλά και ηγέτες άλλων κρατών, για τα δικαιώματα των εκεί τουρκικών και μουσουλμανικών μειονοτήτων, ενώ στη δεύτερη φάση του ταξιδιού του σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν δίστασε να επικρίνει την ολλανδική κυβέρνηση για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τις πέντε «τουρκόφωνες μειονότητες» που ζουν στη χώρα, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια της ολλανδικής ηγεσίας.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Μα το αυτονόητο. Αυτό που αρνούμαστε να δούμε ως χώρα, επιδιώκοντας αντί να αντιμετωπίσουμε αυτό που συμβαίνει με μια πολιτική «ισοδύναμου τετελεσμένου», να το αντιμετωπίζουμε με μια «πολιτική κατευνασμού» .
Η Τουρκία χρησιμοποιώντας «μειονότητες» έχοντας τεντώσει τα πλοκάμιά της μέσω «επιτροπών» οι οποίες χρηματοδοτούνται με δισεκατομμύρια δολάρια, αυξάνει την επιρροή της στον κοινωνικό και πολιτικό ιστό μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, ενώ από την άλλη οι τούρκοι βιομήχανοι-με τη βοήθεια του κράτους-προχωρούν σε μια σειρά τεράστιων επενδύσεων στα Βαλκάνια και την Κεντρική Ασία, ενώ τον περασμένο Νοέμβριο ανακοινώθηκε και η δημιουργία ενός τουρκικού εργοστασιακού πάρκου στην κινεζική επαρχία Ξινγιάνγκ, που όλως τυχαίως εκεί ζουν οι Ουιγούροι που θεωρούνται από τους Τούρκους, πρόγονοι τους και τουρκικό φύλο.
Επίσης οι συμφωνίες για την κατασκευή νέων αγωγών από χώρες τις Κεντρικής Ασίας προς τις «θερμές θάλασσες» πολλαπλασιάζονται, ενώ η Ρωσία και η Κίνα όχι μόνο δεν δείχνουν προς το παρόν να ενοχλούνται από την τουρκική διείσδυση, αλλά αντίθετα προσβλέπουν στη συνεργασία με την Τουρκία σε όλα τα επίπεδα.
Αντίθετα αυτοί που δείχνουν ιδιαίτερα ενοχλημένοι είναι οι Αμερικάνοι, οι οποίοι βλέπουν την Τουρκία να τραβά το «δικό της δρόμο» αγνοώντας προκλητικά τον γεωστρατηγικό σχεδιασμό της Ουάσιγκτον για τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, δημιουργώντας ένα τεράστιο κενό, το οποίο θα κληθεί να καλύψει η Ελλάδα, αναλαμβάνοντας τον πιο δύσκολο ρόλο που της έχει «ανατεθεί» τα τελευταία είκοσι χρόνια. Ουσιαστικά, όπως και τον 19ο αιώνα η Ελλάδα θα κληθεί να αντιμετωπίσει τη νέα «Υψηλή Πύλη» εξυπηρετώντας τα συμφέροντα «μεγάλων δυνάμεων», χωρίς όμως μέχρι τώρα να έχει αποδείξει έμπρακτα πως είναι ικανή να τα φέρει σε πέρας, λόγω των παλινωδιών της εξωτερικής της πολιτικής.
Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο της ανασύστασης της «Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» δεν πρέπει να ξεχνάμε και το ζήτημα της Δυτικής Θράκης το οποίο μεσοπρόθεσμα θα μετατραπεί σε «ωρολογιακή βόμβα» αντίστοιχη με αυτή του Κοσόβου, όπου οι Σέρβοι έχασαν την νότια επαρχία τους. Η Τουρκία έχει κυριολεκτικά εξαπολύσει έναν άγνωστο πόλεμο, κατά της εθνικής μας κυριαρχίας, ειδικά στη Δυτική Θράκη. Το εκεί προξενείο έχοντας στη διάθεσή του έναν πακτωλό χρημάτων, χρηματοδοτεί οργανώσεις, αγοράζει συνειδήσεις, εδάφη, οργανώνει ταξίδια στη «μητέρα πατρίδα» και σταδιακά αλλάζει την εθνική συνείδηση των πομάκων. Τους μετατρέπει σε τούρκους πολίτες.
Παράλληλα έχει εξαπολύσει μια εκστρατεία άνευ προηγουμένου στο εξωτερικό και στα διεθνή φόρα, μέσω της οργάνωσης των Τούρκων της Δυτικής Θράκης, ζητώντας δικαιώματα μειονότητας, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια και το μέλλον ενός τμήματος της ελληνικής επικράτειας.
Και το χειρότερο είναι πως τόσο το υπουργείο Εξωτερικών, όσο και ο ίδιος ο πρωθυπουργός γνωρίζουν άριστα τι συμβαίνει. Όμως, οι κεφαλές τους είναι γυρισμένες προς δυσμάς…
Εξετάζοντας αυτά καταλαβαίνουμε πως οι δηλώσεις του υπουργού εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμεντ Νταβούντογλου για το όραμα μια νέας «οθωμανικής αυτοκρατορίας» δεν ήταν απλά λόγια. Απλά και σταδιακά προσπαθούν να τα κάνουν πράξη. Εξάλλου οι Τούρκοι έχουν αποδείξει επανειλημμένα πως διαθέτουν ιώβια υπομονή μέχρι να πετύχουν τους στόχους τους.
Βέβαια για την Άγκυρα δεν έχουν σημασία τα ονόματα κρατών. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι πρακτικά να υπάρχει η «επαρχία Yunanistan» (Ελλάδα), η επαρχία Arnavutluk» (Αλβανία) κ.ο.κ.
Ο Ταγίπ Ερντογάν και οι «νέο-οθωμανοί» του εκτελούν «μέχρι κεραίας» τις τακτικές τους για την αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με όλα τα μέσα που διαθέτουν-και δεν είναι και λίγα. Και σε αυτό το παιχνίδι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας συμμετέχουν γιατί εκτελούν και αυτές πολιτική και έχουν λόγο, αν και μικρότερο από ό,τι παλαιότερα. Και οι κινήσεις αυτές του τούρκου πρωθυπουργού τον έχουν κάνει ιδιαίτερα αγαπητό στη χώρα του, αλλά και σε άλλες χώρες είτε είναι τουρκόφωνες είτε είναι μουσουλμανικές. Και ο κίνδυνος η «μικρή» Ελλάδα να βρεθεί στο περιθώριο αναζητώντας ρόλο και σκοπό είναι άμεσος και ορατός.
Και πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα τη στρατηγική σκέψη και τις τακτικές του Ταγίπ Ερντογάν και να επιδιώξουμε την ακύρωσή τους, στο βαθμό που αυτές επηρεάζουν άμεσα τη χώρα μας.
ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top