Οι στόχοι του δύσκολου τετ α τετ Γεραπετρίτη - Φιντάν στην Αγκυρα
Βασίλης ΝέδοςΑύριο ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης θα συναντηθεί στην Αγκυρα με τον ομόλογό του, Χακάν Φιντάν, με έναν πρωταρχικό στόχο: να κρατήσουν ζωντανή την προσπάθεια που γίνεται για την επίλυση κάποιων από τις διμερείς ελληνοτουρκικές διαφορές και, βεβαίως, να καταλήξουν στην ατζέντα της συζήτησης που θα έχουν λίγες ημέρες αργότερα, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (κάποια στιγμή μεταξύ 18 και 20 Σεπτεμβρίου).
Το Μέγαρο Μαξίμου, από τη στιγμή που οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν συναντήθηκαν στο Βίλνιους, παρά τις εκπεφρασμένες και λογικές επιφυλάξεις, δεν έκρυψε ότι στόχος της Αθήνας είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την επίλυση των διμερών διαφορών που συνδέονται με την υφαλοκρηπίδα και τις θαλάσσιες ζώνες. Σε αρχικό στάδιο ήταν προτιμητέα μια διαδικασία «fast track», για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον, προκειμένου να αξιοποιηθεί η θετική ατμόσφαιρα της περιόδου και το ουσιαστικό «πάγωμα» των προκλήσεων στο πεδίο.
Δεύτερον, διότι σε περίπου 14 μήνες στις ΗΠΑ θα πραγματοποιηθεί μια αβέβαιη εκλογική αναμέτρηση για την ανάδειξη προέδρου, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα αμερικανική εσωστρέφεια.
Τις τελευταίες εβδομάδες υπάρχουν ενδείξεις ότι η ταχεία συμφωνία για συγγραφή κάποιου κειμένου συνυποσχετικού και προσφυγή στη Χάγη μπορεί να πάρει περισσότερο καιρό, καθώς η διαδικασία δύσκολα θα είναι γραμμική, παρά την εκπεφρασμένη πολιτική βούληση. Η εγγενής εξάρτηση της τουρκικής κεντρικής πολιτικής σκηνής από τον εθνικισμό (στην Τουρκία ο εθνικισμός διατρέχει οριζόντια κεμαλιστές και ισλαμιστές) εκ των πραγμάτων θα δημιουργήσει αναταράξεις.
Την προηγούμενη εβδομάδα, για παράδειγμα, οι ρητορικές εξάρσεις του κ. Ερντογάν, με αφορμή τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία για την Τουρκία αποτελεί το ακριβώς αντίστροφο, δηλαδή θεμελιακό γεγονός ίδρυσης της σύγχρονης Δημοκρατίας, έφεραν σε δύσκολη θέση την ελληνική πλευρά, λίγες ημέρες πριν από την προγραμματισμένη και ανακοινωμένη συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών στην Αγκυρα.
Η κατάσταση δεν θυμίζει, φυσικά, σε καμία περίπτωση την ανοιχτά εχθρική ατμόσφαιρα που υπήρχε πριν από τους καταστροφικούς σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου, μάλιστα με διαρκώς κλιμακούμενη ένταση και στο πεδίο, ωστόσο σίγουρα δεν βοηθάει στην εμπέδωση καλύτερου κλίματος. Και, βεβαίως, δεν διευκολύνει και σε πολιτικό επίπεδο την προσπάθεια από πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης. Ενώ, την ίδια στιγμή, οι επαφές που συνδέονται με τα δύο υπουργεία Εθνικής Αμυνας μάλλον ακολουθούν διαφορετικό, πιο αργό, ρυθμό.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης στη συνάντησή του με τον Τούρκο ομόλογό του, Χακάν Φιντάν, στην Αγκυρα θα προσπαθήσει να διατηρήσει ζωντανές τις όποιες πιθανότητες επίλυσης κάποιων από τις διμερείς διαφορές και να προετοιμάσει το έδαφος για τη συνάντηση του Κυριάκου
Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Ο οδικός χάρτης
Με αυτό το πλαίσιο δεδομένο, οι κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν θα επιχειρήσουν να ξεδιπλώσουν τον οδικό χάρτη προς τον στόχο της Χάγης.
Εν συντομία, πέρα από τις απευθείας επαφές των δύο ηγετών και των δύο υπουργών Εξωτερικών, η τυπολογία των επαφών που θα ακολουθήσουν είναι η εξής:
Ενδείξεις ότι η συμφωνία για συγγραφή συνυποσχετικού και προσφυγή στη Χάγη μπορεί να καθυστερήσει, παρά την πολιτική βούληση για επίσπευση των διαδικασιών.
Πρώτον, οι πολιτικές διαβουλεύσεις (ή πολιτικός διάλογος), στις οποίες επί της ουσίας θα συγχωνευθούν οι μέχρι πρότινος γνωστές ως διερευνητικές επαφές. Υπενθυμίζεται ότι, παρά τη σχετική πρόοδο που είχε σημειωθεί σε δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές (το 2001-2002 και αργότερα το 2010), οι διερευνητικές ήταν άτυπες επαφές σε υψηλό διπλωματικό και τεχνοκρατικό επίπεδο, με σκοπό τη συμφωνία στο ζήτημα των χωρικών υδάτων. Η ένταξή τους στις πολιτικές διαβουλεύσεις πρακτικά τις αναβαθμίζει.
Πέρα από το τυπικό (ότι δηλαδή πλέον και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών διαθέτει υφυπουργό εκ της υπηρεσίας που διασφαλίζει τη συνέχεια), υπάρχει και ουσιαστικό αντίκρισμα σε αυτή την εξέλιξη, καθώς πιθανή κατάληξη σε συμφωνία μπορεί να οδηγήσει σε άμεσες αποφάσεις. Αν και επισήμως, λόγω του άτυπου χαρακτήρα των διερευνητικών επαφών, δεν υφίσταται «κεκτημένο» από τις διερευνητικές επαφές, είναι ξεκάθαρο ότι η προσφυγή στη Χάγη για αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδα, δίχως προηγούμενη συμφωνία πάνω στη διαφορά των χωρικών υδάτων και του εναερίου χώρου, δεν έχει κάποιο νόημα.
Είναι περιττό να υπογραμμιστεί ο κομβικός ρόλος της υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, η οποία θα έχει και τη σχετική αρμοδιότητα.
Το δεύτερο επίπεδο είναι η επανεκκίνηση των συζητήσεων σε στρατιωτικό επίπεδο, τα λεγόμενα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Οι δύο υπουργοί Εθνικής Αμυνας, Νίκος Δένδιας και Γιασάρ Γκιουλέρ, έχουν συζητήσει για την ανάγκη επανεκκίνησής τους, παρά τις δυσκολίες.
Μόλις την Παρασκευή, πάντως, από την ελληνική πλευρά διαψεύστηκαν με μάλλον κάθετο τρόπο οι πληροφορίες για επικείμενη επίσκεψη Γκιουλέρ στην Αθήνα. Πηγές του υπουργείου Εθνικής Αμυνας γνωστοποίησαν ότι «δεν έχει υπάρξει πρόσκληση» από την ελληνική πλευρά προς τον κ. Γκιουλέρ.
Το τρίτο επίπεδο είναι, βεβαίως, η θετική ατζέντα, την οποία από ελληνικής πλευράς «τρέχει» ο υφυπουργός Εξωτερικών Κώστας Φραγκογιάννης και αποτελεί τον μοναδικό δίαυλο που τα προηγούμενα χρόνια συνέχισε να λειτουργεί απρόσκοπτα, ακόμη και στις χειρότερες φάσεις των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Η θετική ατζέντα περιλαμβάνει συνολικά 25 θεματικές κατηγορίες (τουρισμός, ενέργεια, μεταφορές και τηλεπικοινωνίες, πολιτική προστασία, ναυτιλία, εκπαίδευση, κοινωνική ασφάλιση, υγεία και περιβάλλον).
Ολες οι παραπάνω μορφές συναντήσεων (πολιτικός διάλογος, ΜΟΕ, θετική ατζέντα) θα ξεδιπλωθούν το επόμενο χρονικό διάστημα, μετά τις ήδη ανακοινωμένες επαφές στην Αγκυρα και τη Νέα Υόρκη, με στόχο να έχουν πραγματοποιηθεί πριν από το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) στη Θεσσαλονίκη τον Νοέμβριο.
Ο μηχανισμός απεμπλοκής
Από την τουρκική πλευρά υπάρχει μια σαφής εμμονή στη σύνδεση των διαδικασιών για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τον μηχανισμό απεμπλοκής (deconfliction mechanism) που δημιουργήθηκε το 2020 από τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, κατά την κρίση του «Ορούτς Ρέις». Η επίμονη στάση αυτή της Αγκυρας σχετικά με την αναγκαιότητα διαιώνισης του συγκεκριμένου μηχανισμού προκαλεί ερωτήματα, τα οποία και τίθενται σε κάθε ευκαιρία από την ελληνική πλευρά.
Στις ιδιαιτερότητες της διαδικασίας των ΜΟΕ (τα οποία σε κάθε περίπτωση θα γίνουν)
προστίθεται και ένα στοιχείο που κληρονόμησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη από τις ημέρες του ΣΥΡΙΖΑ και συνδέεται με την απόφαση –τότε– να μη συμμετέχουν διπλωμάτες στις στρατιωτικές ομάδες που διαχειρίζονται τα ΜΟΕ. Και αυτό αποσκοπούσε στο να διατηρηθεί μια «υγειονομική ζώνη» από το υπουργείο Εξωτερικών και το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, του οποίου προΐστατο ο Πάνος Καμμένος, για ευνόητους λόγους. Παρότι έκτοτε κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι, οι ομάδες που συμμετέχουν στη συγκεκριμένη διαδικασία στελεχώνονται αποκλειστικά από στρατιωτικούς.
Δημοσίευση σχολίου