GuidePedia

0

Ήταν η πιο ειλικρινής και ξεκάθαρη ανάλυση της κρίσης της ευρωζώνης που έχει γίνει μέχρι στιγμής από επίσημο φορέα. Σε μόλις 50 σελίδες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρήγαγε μία περιεκτική και νηφάλια ανάλυση του τι πήγε στραβά στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης. Επιπλέον, η έκθεση αυτού του μήνα αποτελεί κατακραυγή κατά της Ευρωπαϊκής πολιτικής συναίνεσης. Οι σχολιαστές –συμπεριλαμβανομένου και εμού- έχουν επιτεθεί κατά αυτής της συναίνεσης πολλές φορές, εδώ και πάνω από τρία χρόνια. Είναι η πρώτη φορά που συμμετέχει και ένα επίσημο θεσμικό όργανο σε αυτή την επίθεση.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το βασικό λάθος ήταν η υπερβολική αισιοδοξία σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη. Το σφάλμα ήταν θεμελιώδες, υπό την έννοια ότι προκάλεσε μία σειρά από εσφαλμένες κρίσεις –για τη μείωση του ελλείμματος, τις πιέσεις του οικονομικού τομέα, την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων και τη βιωσιμότητα του χρέους. Επιπλέον, δεν ήταν ένα σφάλμα κακής τύχης. Οι σοβαρές οικονομικές συνέπειες της συμφωνηθείσας ελληνικής προσαρμογής δεν ήταν μόνο ορατές· τις είχαν ουσιαστικά προβλέψει πολλοί κριτικοί, όπως παραδέχεται ανοιχτά το ΔΝΤ.

Επιπλέον, η έκθεση εκφράζει μετάνοια σχετικά με το υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα που χρειάστηκε η συμφωνία για την αναδιάρθρωση του χρέους στην Ελλάδα. Όταν τελικά επήλθε η συμφωνία, οι περισσότεροι επενδυτές του ιδιωτικού τομέα είχαν ήδη αποχωρήσει.

Οι συνέπειες των συσσωρευμένων αυτών λαθών είναι σοβαρές. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι καθιστούν αδύνατο να λυθεί η κρίση στο πλαίσιο των σημερινών παραμέτρων. Σε μία διαφορετική ανάλυση, το ΔΝΤ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ανάλυση του 2012 για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, είναι ήδη άχρηστη. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους από την προβλεπόμενη –περίπου 7 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος- για να επιτευχθεί ο στόχος της βιωσιμότητας του χρέους του 124 τοις εκατό το 2020, και του 110 τοις εκατό το 2022. Η συμφωνία του 2012 αναγνώρισε μία τρύπα της τάξης του 4 τοις εκατό, η οποία ακόμη δεν έχει «βουλωθεί». Η αυξημένη εκτίμηση μπορεί να μην ακούγεται μεγάλη, ωστόσο είναι και αυτή βασισμένη σε αισιόδοξες εκτιμήσεις. Και, όπως πάντα, πρόκειται για το ελάχιστο ποσό.

Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι η Ελλάδα θα παραμείνει παγιδευμένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού του χρέους έως ότου είτε αποχωρήσει από την ευρωζώνη και χρεοκοπήσει μονομερώς, ή υπάρξει κάποια θεμελιώδης αλλαγή στην πολιτική. Η τελευταία θα απαιτούσε δύο προσαρμογές στο υπάρχον σύστημα.

Η πρώτη είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους. Εκτός του ότι ο στόχος του 124 τοις εκατό του ΑΕΠ είναι αυθαίρετος, αποτελεί και ψευδαίσθηση. Είναι αυθαίρετος διότι δεν υπάρχει κανένας οικονομικός λόγος για τον αριθμό αυτόν. Και αποτελεί ψευδαίσθηση, διότι οι επενδυτές δεν θεωρούν πλέον το ελληνικό χρέος ως κυρίαρχο, αλλά ως υπο-κυρίαρχο. Οι υπο-κυρίαρχες οντότητες, όπως οι ΗΠΑ ή τα γερμανικά ομόσπονδα κράτη, δε μπορούν να διατηρήσουν τους ίδιους δείκτες χρέους προς ΑΕΠ με τις κυρίαρχες χώρες, διότι δεν έχουν τη δυνατότητα να εκτυπώσουν τα δικά τους χρήματα. Ένα ποσοστό της τάξης του 60-80 τοις εκατό θα ήταν πολύ πιο ρεαλιστικό.

Δεύτερον, οποιαδήποτε περαιτέρω ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους θα πρέπει να βασίζεται σε πιο συντηρητικές εκτιμήσεις σε σχέση με την μελλοντική ανάπτυξη και την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων. Ο συνδυασμός του πιο ρεαλιστικού στόχου χρέους και της πορείας προσαρμογής είναι ορθολογικά ασυνεπής με την φερεγγυότητα. Χωρίς να έχουν μείνει αρκετοί ιδιωτικοί επενδυτές για να συμμετάσχουν στο «bail-in», αυτό αφήνει την επίσημη συμμετοχή του δημοσίου τομέα, ως τη μόνη διέξοδο. Ωστόσο, αυτό έχει υπάρξει, και παραμένει, ένα θέμα ταμπού, διότι θα αποτελούσε παραδοχή ότι η κρίση αυτή θα κοστίζει πολλά χρήματα στους Βορειοευρωπαίους.

Αυτό δεν είναι ένα μήνυμα που η γερμανική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να πουλήσει τρεις μήνες πριν από τις γενικές εκλογές. Υποψιάζομαι ότι η πρόταση δεν πρόκειται να είναι εύκολο να πουληθεί, ούτε στην συνέχεια. Η μόνη περιορισμένη μορφή επίσημης συμμετοχής του δημοσίου τομέα που μπορώ να διακρίνω, είναι μέσω ανοχής του χρέους, μέσω της οποίας, πιστωτές και οφειλέτες θα συμφωνήσουν να παραταθεί η διάρκεια της πίστωσης και να μειωθούν τα επιτόκια. Αυτή είναι μία συγκαλυμμένη μορφή ελάφρυνσης του χρέους, αλλά είναι δύσκολο να δούμε πώς μπορεί να επιτευχθεί σε μεγάλη κλίμακα. Ωστόσο, δίχως μία ρεαλιστική προοπτική ενδεχόμενης ελάφρυνσης του χρέους, η Ελλάδα θα έχει ένα ορθολογικό οικονομικό κίνητρο να φύγει από την ευρωζώνη, τη στιγμή που θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα και θα πραγματοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας που θα της επιτρέπουν να επωφεληθεί από την υποτίμηση και την αθέτηση. Η στιγμή αυτή δεν έχει φτάσει ακόμη, ωστόσο πλησιάζει.

Η κριτική ανάλυση του ΔΝΤ μπορεί επίσης να χαρακτηριστεί νηφάλια, όσον αφορά την περιγραφή των πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπισε ως μέλος της τρόικας –η οποία περιλαμβάνει επίσης την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Επιτροπή. Το ταμείο σαφώς και δεν αισθάνεται άνετα με τον υποβιβασμό του στη θέση του κατώτερου εταίρου, θεωρώντας ότι είναι ο μόνος οργανισμός της τρόικας που διαθέτει οποιαδήποτε τεχνογνωσία στην επίλυση κρίσεων.

Τι επίδραση θα έχει η ανάλυση του ΔΝΤ στην πολιτική; Το Ταμείο, σίγουρα δεν εφάρμοσε αυτόν τον νέο τρόπο σκέψης όταν διαπραγματεύτηκε τη διάσωση της Κύπρου. Η πρόβλεψή του, του τελευταίου μήνα, ότι η χώρα θα επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2015 ήταν γελοία –ιδίως ενόψει των όσων συνέβησαν στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να αποφύγουμε την εντύπωση ότι το ΔΝΤ μιλά με πολλές, διαφορετικές φωνές. Όταν ο Poul Thomsen, επικεφαλής της αποστολής στην Ελλάδα, λέει ότι το ΔΝΤ θα έκανε τα ίδια πράγματα αν βρισκόταν αντιμέτωπο με τις ίδιες πληροφορίες, δε μπορούμε παρά να υποθέσουμε ότι ο ίδιος δε συμφωνεί με το μήνυμα της έκθεσης. Ενώ η Ουάσιγκτον έστειλε μήνυμα «mea culpa», ο κ. Thomsen απάντησε: je ne regrette rien (δε μετανιώνω για τίποτα).

Κρίνοντας από τη λυσσαλέα αντίδραση του Όλι Ρεν, του Ευρωπαίου Επιτρόπου που είναι αρμόδιος για την οικονομική πολιτική, η καλύτερη εικασία μου είναι ότι οι φορείς χάραξης πολιτικής της ευρωζώνης θα αγνοήσουν τις συστάσεις. Επιπλέον, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ούτε η γερμανική κυβέρνηση πρόκειται να αποδεχθεί τα συμπεράσματα της έκθεσης. Αν το ΔΝΤ είναι σοβαρό όσον αφορά την ανάλυσή του –και θα έπρεπε να είναι- οφείλει είτε να ασκήσει πιέσεις προς την αλλαγή της πολιτικής, ή να είναι έτοιμο να εγκαταλείψει την τρόικα.

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top