GuidePedia

0
Του Χρήστου Μηνάγια
Την τελευταία περίοδο η «Σιϊτική Ημισέληνος» αύξησε την επιρροή του Ιράν
στις χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως στο Ιράκ, τη Συρία, το Λίβανο, την
Παλαιστίνη κ.λπ. Ο όρος «Σιϊτική Ημισέληνος» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη
φορά, το Δεκέμβριο του 2004, από το βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντουλάχ, ο
οποίος τόνισε ότι αυτή αρχίζει από το Ιράν και περιλαμβάνει το Ιράκ, τη Συρία
και το Λίβανο. Αντίθετα, οι Ιρανοί αρνούνται της ύπαρξη μιας ιρανοκεντρικής
«Σιϊτικής Ημισελήνου», τονίζοντας ότι η χρησιμοποίηση του όρου αυτού
αποσκοπεί στη δημιουργία διαχωριστικών γραμμών και αντιπαλότητας μεταξύ
των μουσουλμάνων.
Εντούτοις, αξιολογώντας την πολιτική που εφαρμόζει το Ιράν,
διαπιστώνεται ότι η Τεχεράνη χρησιμοποιεί το σιϊτικό παράγοντα ως ένα
σημαντικό εργαλείο της εξωτερικής της πολιτικής, προκειμένου να
εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της στη Μέση Ανατολή, αφενός αναπτύσσοντας
σχέσεις με τις σιϊτικές ομάδες, αφετέρου υποστηρίζοντας τις προσπάθειές
τους για περαιτέρω διεύρυνση της σιϊτικής τους ταυτότητας.
Σιϊτικές Ομάδες της Μέσης Ανατολής
Σύμφωνα με έρευνες οι σιίτες αποτελούν το 10-13% του μουσουλμανικού
πληθυσμού και οι περισσότεροι εξ αυτών κατοικούν στο Ιράν, στην Ινδία, στο
Πακιστάν και στο Ιράκ.
Οι σιίτες του Ιράκ αποτελούν το 60-65% του πληθυσμού της χώρας τους
και διακρίνονται σε σιίτες άραβες, σε σιίτες τούρκους (τουρκμένους) και σε
σιίτες κούρδους. Οι περισσότεροι από αυτούς κατοικούν στη Βαγδάτη και στο
νότιο Ιράκ, ενώ εκπροσωπούνται πολιτικά από τρεις ομάδες:
• Την ομάδα του πρωθυπουργού Nuri al-Maliki, o οποίος ενόψει της
αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ βελτιώνει τις
σχέσεις του με το Ιράν και την Τουρκία. Παράλληλα, ο Maliki
2
προειδοποίησε ότι η επέμβαση ξένων δυνάμεων στην κρίση στο
Μπαχρέιν ενέχει τον κίνδυνο πόλωσης ανάμεσα στους σιίτες και τους
σουνίτες, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει διαδογματικός πόλεμος στην
περιοχή.
• Την ομάδα του Ammar el-Hekim, η οποία μετά το 1980 κατέφυγε στο
Ιράν λόγω της καταπίεσης του Σαντάμ Χουσεΐν. Στην ομάδα αυτή
ανήκουν οι ταξιαρχίες Bedir που υποστηρίζονται σε θέματα στρατιωτικής
εκπαίδευσης και εξοπλισμών από το Ιράν.
• Την ομάδα του Mukteba el-Sadr, ο οποίος έχει κοινά συμφέροντα και
συνεργάζεται με το Ιράν, λόγω της αντιπαλότητάς τους με τις Ηνωμένες
Πολιτείες.
Οι σιίτες της Συρίας (σ.σ. πρόκειται για άραβες αλεβίτες που είναι ένας
κύριος κλάδος του σιιτισμού), παρόλο που αποτελούν το 10-12% της χώρας,
κατέχουν σημαντικές θέσεις στην ιεραρχία των δυνάμεων ασφαλείας, των
υπηρεσιών πληροφοριών και των ειδικών δυνάμεων του στρατού.
Επισημαίνεται, ότι η Συρία διατηρεί για 30 χρόνια πολύ καλές σχέσεις με το
Ιράν, όχι λόγω θρησκευτικής συγγένειας, αλλά λόγω των κοινών τους
συμφερόντων που πηγάζουν από τα προβλήματα που έχουν οι δύο χώρες
τόσο με το Ισραήλ όσο και με το Ιράκ, ειδικά στο θέμα του ΡΚΚ. Εν τω μεταξύ,
λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία θα ήταν λάθος να
θεωρήσει κάποιος ότι τα αίτιά τους είναι αποκλειστικά θρησκευτικά. Άλλωστε
τα συνθήματα των εξεγερμένων όπως, «όχι στο Ιράν», «όχι στη Χεζμπολάχ»,
«θέλουμε μουσουλμάνους που πιστεύουν στον Αλλάχ», είναι ιδιαίτερα
αποκαλυπτικά, δεδομένου ότι απευθύνονται στην ηγεσία των αράβων
αλεβιτών. Σε ότι αφορά τη στάση που θα τηρήσει η Άγκυρα στο ενδεχόμενο
μιας εμφύλιας σύρραξης στη Συρία δημιουργείται το εξής ερώτημα: Η Τουρκία
θα στηρίξει το καθεστώς του Ασάντ που αποτελείται από σιίτες ή το συριακό
λαό που η πλειοψηφία του είναι σουνίτες όπως οι Τούρκοι;
Στο Λίβανο υπάρχουν 18 θρησκευτικές ομάδες χωρίς όμως να υπάρχουν
πρόσφατα επίσημα στοιχεία για των αριθμό των μελών τους. ]στόσο,
σύμφωνα με εκτιμήσεις ξένων αναλυτών, ο αριθμός των σιϊτών αποτελεί το
25-35% της χώρας, οι οποίοι κατοικούν στη Βυρηττό, στο βορειοανατολικό
Λίβανο στην κοιλάδα Βekaa και στο νότιο Λίβανο. Το Ιράν προσδίδει ιδιαίτερη
σημασία στο Λίβανο λόγω του ότι συνορεύει με το Ισραήλ. Άλλωστε, για το
λόγο αυτό παρέχει στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη στη Χεζμπολάχ, η
οποία ιδρύθηκε το 1982 στον Λίβανο, προερχόμενη από διάφορες
οργανώσεις σιϊτών μουσουλμάνων με χομεϊνιστικές ιδεολογίες.
Η κατανομή των σιϊτών στις χώρες του Κόλπου είναι η ακόλουθη:
Μπαχρέιν 70%, Υεμένη 35%, Κατάρ 20%, Κουβέιτ 30%, Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα 16% και Σαουδική Αραβία 5%. Κρίνεται σκόπιμο να τονισθεί ότι οι
σιίτες της Σαουδικής Αραβίας, παρά το μικρό ποσοστό τους, παρουσιάζουν
3
ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι κατοικούν στις περιοχές όπου ευρίσκονται οι
σημαντικότερες πηγές πετρελαίου. Επιπρόσθετα, τα τελευταία χρόνια οι σιίτες
των χωρών του Κόλπου αποτελούν ένα από τα κύρια θέματα της
επικαιρότητας, αφενός λόγω του «δόγματος Μπους» αναφορικά με τον
εκδημοκρατισμό της Μέσης Ανατολής, αφετέρου λόγω των σχέσεών τους με
το Ιράν, το οποίο επιδιώκει να αυξήσει την επιρροή του στην ευρύτερη
περιοχή. Όλα αυτά προκαλούν ανησυχία στα αραβικά καθεστώτα λόγω:
• Της απειλής που θα δημιουργήσει μια ενδεχόμενη απαγόρευση των
Στενών της Χουρμούζης από το Ιράν, δεδομένου ότι η εξαγωγή του 20%
της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου διέρχεται από την εν λόγω
περιοχή.
• Της συνέχισης του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.
• Των εσωτερικών αναταραχών που προκλήθηκαν από τους σιίτες στις
περισσότερες χώρες του Κόλπου, οι οποίοι διεκδικούν δυναμικά τα
δικαιώματά τους και δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες στους ξένους
επενδυτές.
Σχέσεις Τουρκίας-Ιράν
Μετά την άνοδο του κόμματος ΑΚΡ στην εξουσία της Τουρκίας, οι τουρκο-
ιρανικές σχέσεις ετέθησαν σε μια νέα βάση. Συγκεκριμένα, μετά την πολιτική
που εφάρμοσε ο Ερντογάν κατά τον πόλεμο στο Ιράκ, διασαφηνίσθηκαν «έτι
περαιτέρω» τα κοινά συμφέροντα μεταξύ Άγκυρας και Τεχεράνης, αυξήθηκε ο
διάλογος μεταξύ τους, ενώ οι οικονομικές σχέσεις, καθώς επίσης η
συνεργασία τους στους τομείς της ενέργειας και της ασφάλειας έναντι του
ΡΚΚ παρουσίασαν σημαντική βελτίωση.
Οι Τούρκοι, στηριζόμενοι στην αρχή του Νταβούτογλου: «μία χώρα για να
γίνει παγκόσμια δύναμη, πρώτα πρέπει να γίνει περιφερειακή δύναμη»,
έθεσαν σε εφαρμογή μια στρατηγική, της οποίας οι κύριοι πυλώνες
στηρίζονται στη συνεργασία με όλες τις χώρες της περιοχής (ειδικά με το Ιράν
και τη Συρία) προκειμένου καμία από αυτές να μην απομονωθεί και να μην
περιθωριοποιηθεί από το παγκόσμιο σύστημα. Η νέα τουρκική αντίληψη
θεωρεί ότι:
• Οι συχνές συγκρούσεις σε χώρες όπως το Ιράκ, ο Λίβανος κ.λπ.
αναβαθμίζουν τη θέση της Τεχεράνης διότι οι σιϊτικές ομάδες των χωρών
αυτών προσφεύγουν στη βοήθεια του Ιράν, στο οποίο προσδίδεται και ο
ρόλος του προστάτη των σιϊτών. Έτσι, η πόλωση που δημιουργείται
καθιστά το Ιράν μια συνεχώς αναβαθμιζόμενη περιφερειακή δύναμη με
σημαντική στρατιωτική ισχύ.
4
• Μια «πυρηνική κρίση» θα απομονώσει το Ιράν από την περιοχή με
αποτέλεσμα να πληγούν οι τουρκο-ιρανικές οικονομικές σχέσεις, να
αυξηθεί η επιθετικότητα του Ιράν, να κινητοποιηθούν οι σιϊτικές ομάδες
της Μέσης Ανατολής που το υποστηρίζουν και να δημιουργηθεί
αστάθεια στην περιοχή.
• Πρέπει να εφαρμοσθεί μια πολυδιάστατη διπλωματική στρατηγική και να
αναπτυχθούν σχέσεις συνεργασίας όχι μόνο με όλες τις χώρες, αλλά και
με όλες τις θρησκευτικές και πολιτικές συνιστώσες που υπάρχουν σ’
αυτές. ]ς παράδειγμα αναφέρονται οι εξελίξεις στο Ιράκ, στο Λίβανο,
στην Παλαιστίνη και πρόσφατα στην Αίγυπτο και στη Λιβύη. Η βούληση
δε αυτή «έλαβε σάρκα και οστά» πριν από ένα χρόνο, με το τουρκικό
υπουργείο Εξωτερικών, σε συνεργασία με τη ΜΙΤ, να ενεργοποιεί ένα
δίκτυο Ινστιτούτων Στρατηγικών Μελετών, τα οποία πραγματοποίησαν
μια ευρεία έρευνα στις χώρες αυτές προκειμένου, αφενός να διαπιστωθεί
το ποσοστό επιρροής τους από την τουρκική αντίληψη, αφετέρου να
υποβληθούν σχετικές προτάσεις για τα επόμενα τουρκικά βήματα.
Τούρκοι αναλυτές θεωρούν ότι, ενώ είναι φανερό ότι η Τεχεράνη αποτελεί
μία γεωπολιτική απειλή για την Άγκυρα, η Τουρκία του Ερντογάν, με την
παράλογη ερμηνεία της έννοιας των «μηδενικών προβλημάτων», έχει
προσανατολισθεί σ’ έναν παρατραβηγμένο διπλωματικό ακτιβισμό που όχι
μόνο δεν προμηνύει μία μόνιμη προσέγγιση με το Ιράν, αλλά θα αποτελέσει
την αιτία μιας πιθανής σύγκρουσης στο μέλλον. Άλλωστε είναι γνωστό, ότι η
ένταση που υπάρχει στην περιοχή δεν οφείλεται αποκλειστικά σε μια
θρησκευτικο-δογματική διαμάχη μεταξύ σιιτών και σουνιτών. Η διαμάχη αυτή
αφενός οφείλεται στην ανταγωνιστικότητα που υπάρχει μεταξύ του Ιράν και
των χωρών της περιοχής σε θέματα ισχύος και επιρροής, αφετέρου στην
αντιπαράθεση που υπάρχει μεταξύ Ιράν και Δύσης.
Οι Κούρδοι του βόρειου Ιράκ και η Τουρκία
Για πάρα πολλά χρόνια η τουρκική αντίληψη προσελάμβανε την
Περιφερειακή Κουρδική Διοίκηση του Βορείου Ιράκ ως μία απειλή κατά μήκος
των νοτιοανατολικών της συνόρων. Όμως, μετά το 2007 η πολιτική που
εφαρμόσθηκε προσέδωσε νέες διαστάσεις στις σχέσεις των δύο πλευρών, με
την Τουρκία να ζητά από την κουρδική διοίκηση να εμποδίζει τα μέλη του ΡΚΚ
αφενός να αναπτύσσουν πολιτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες στο βόρειο
Ιράκ, αφετέρου να εισέρχονται στην Τουρκία για διεξαγωγή επιχειρήσεων.
Παράλληλα, η δραστηριοποίηση πολλών τουρκικών εταιρειών, ειδικά στην
πόλη Ερμπίλ του βορείου Ιράκ, στους τομείς των κατασκευών, της
δημιουργίας εμπορικών κέντρων, ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων,
εστιατορίων κ.λπ. δημιούργησε μια αμφίδρομη σχέση συνεργασίας με τους
Κούρδους. Αναφορικά δε, με τις τουρκικές απαιτήσεις για το ΡΚΚ, η κουρδική
5
ηγεσία του βορείου Ιράκ θα υποστηρίξει το ΡΚΚ, εφαρμόζοντας μια πολιτική
ώστε και το ΡΚΚ να μην απομονωθεί, αλλά και η Τουρκία να μην ενοχλείται.
Ενόψει της αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ το
Δεκέμβριο του 2011, άρχισαν να κυκλοφορούν αρκετά σενάριο τόσο για το
κενό που θα δημιουργηθεί όσο και για τη χώρα που θα το καλύψει: το Ιράν, η
Σαουδική Αραβία ή η Τουρκία; Οι Κούρδοι, σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο και
εφόσον διαπιστώσουν ότι απειλούνται από το Ιράν και τους Άραβες, δεν
αποκλείεται να προσφύγουν στη βοήθεια της Τουρκίας. Κατόπιν τούτου,
Τούρκοι αναλυτές εκτιμούν ότι την επόμενη περίοδο πιθανόν να τεθούν στην
επικαιρότητα σενάρια και συζητήσεις για ενοποίηση Τουρκίας-βορείου Ιράκ,
χωρίς φυσικά να αποκλείουν, μεσοπρόθεσμα, την ίδρυση ανεξάρτητου
Κουρδικού Κράτους, θέμα για το οποίο τόσο η Τουρκία όσο και το Ιράν έχουν
σοβαρές ενστάσεις.
Συνεκτιμώντας όλα τα παραπάνω, διαπιστώνεται ότι η Τουρκία:
• Ενώ είναι μια σουνιτική χώρα δεν διστάζει να συνεργασθεί με τη «Σιϊτική
Ημισέληνο» διότι εφαρμόζει την αρχή: «Η εξωτερική πολιτική των
κρατών χαράσσεται σύμφωνα με τα εθνικά τους συμφέροντα». ]στόσο,
η πολιτική αυτή μετατρέπει την αρχή των μηδενικών προβλημάτων του
Νταβούτογλου σε πολλαπλά προβλήματα με τις Ηνωμένες Πολιτείες, το
Ισραήλ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
• Δεν επιθυμεί τη δημιουργία συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή,
δεδομένου ότι η στρατηγική της στηρίζεται στην πολιτική, οικονομική και
πολιτιστική διείσδυση στις χώρες αυτές, λόγω των γεωπολιτικών,
γεωστρατηγικών, γεωπολιτιστικών και γεω-οικονομικών τους
ιδιαιτεροτήτων.
• Όπως και στο παρελθόν έτσι και τώρα εφαρμόζει τη στρατηγική της
«ενεργούς ουδετερότητας» τηρώντας επαφές με όλες τις αντιμαχόμενες
πλευρές, στις συγκρούσεις που υπάρχουν, παρέχοντας πάντα μυστική
υποστήριξη στην πιο ισχυρή πλευρά και μη διστάζοντας να αλλάξει
τακτική όταν θα το επιβάλλουν τα συμφέροντα της.
• Επιδιώκει τη συνεισφορά της στην παγκόσμια και περιφερειακή ειρήνη,
την ενεργό συμμετοχή της στην επίλυση παγκόσμιων και περιφερειακών
προβλημάτων και την ανάδειξη της ως «χώρα προστάτης» των
αδύναμων χωρών. Επισημαίνεται ότι, οι Τούρκοι δεν αποδέχονται τη
χώρα τους ως ένα απλό παρεμβαλλόμενο κράτος (περιοχή ταμπόν)
μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά την αποκαλούν ως «χώρα άξονας»,
διότι θεωρούν ότι συμβάλουν ενεργά στη συνύπαρξη και συνεργασία
μεταξύ του πολιτισμού της Δύσης, του πολιτισμού του Ισλάμ και του
πολιτισμού των Τούρκων της Κεντρικής Ασίας.
6
• Εξασφαλίζοντας την ασφάλεια των συνόρων της με το Ιράν, το Ιράκ και
τη Συρία θα μπορέσει ευκολότερα να προβάλλει τις διεκδικήσεις της στο
Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αμφισβητώντας πιο δυναμικά τα
κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος και της Κύπρου.
ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top