GuidePedia

0

ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Πριν από 15, 20 ίσως χρόνια οι ΗΠΑ ήταν η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο. Για την ακρίβεια δεν υπήρχε αντίπαλος σε ολόκληρο τον κόσμο που να μπορεί να αντιμετωπίσει –στο πεδίο του κλασσικού πολέμου τουλάχιστον– την ισχύ των αμερικανικών όπλων. Ετούτη η αλήθεια ίσχυε ιδιαίτερα για τις θάλασσες.

Η ναυτική ισχύς αφορούσε στόλους, δηλαδή προϊόντα και δημιουργήματα μιας βιομηχανικής κοινωνίας και μιας αντίστοιχα προηγμένης τεχνολογικής βάσης. Στις ΗΠΑ υπήρχαν και τα δύο. Το αποτέλεσμα ήταν η απόλυτη κυριαρχία του ναυτικού τους σε ωκεανούς. Αυτό που απέμενε από το ισχυρό σοβιετικό ναυτικό σκούριαζε σε αγκυροβόλια, χανόταν σε ατυχήματα, έχανε πληρώματα, δεξιότητες και δυνατότητες. Οι λοιπές ναυτικές δυνάμεις βρίσκονταν έτη φωτός μακριά.

Η κυριαρχία είναι όμως ακριβή υπόθεση. Όταν μάλιστα δεν υπάρχει αντίπαλος το κόστος για την διατήρηση της κυριαρχίας γίνεται παράλογα επώδυνο. Η εκλογίκευση του συστήματος οδήγησε, πριν ακόμα την μείωση του αριθμού των πλοίων στη συρρίκνωση της ναυπηγικής βιομηχανίας που δημιούργησε τα πλοία αυτά. Δεκαπέντε, είκοσι χρόνια πριν τα πλοία περίσσευαν, δεν υπήρχε ανάγκη, πίεση να φτιαχτούν και άλλα. Με τον τρόπο αυτό τα ναυπηγεία των ΗΠΑ μειώθηκαν και τα υπάρχοντα είδαν τις παραγγελίες νέων πλοίων να περιορίζονται στο ελάχιστο. Σε τελευταία ανάλυση πολλοί πίστευαν τότε ότι η ιστορία είχε τελειώσει. Οπότε δεν χρειάζονταν στόλοι: η Ακτοφυλακή και τα Littoral Combat Ships (LCS) έφταναν και περίσσευαν.

Η ναυτική ισχύς έχει κόστος

Μέσα σε λίγα χρόνια τα ναυπηγεία των ΗΠΑ που εξυπηρετούσαν στρατιωτικές παραγγελίας περιορίστηκαν σε τέσσερα. Και οι εργαζόμενοι σε αυτά από 62.000 περιορίστηκαν σε 21.000. Οι παλιές βιομηχανικές εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν και παραδόθηκαν σε δήμους ή κοινωφελή ιδρύματα. Άλλες έγιναν πάρκα, άλλες νοσοκομεία, άλλες εκπαιδευτήρια. Στο μεταξύ, ο χρόνος παράδοσης ενός νέου αεροπλανοφόρου ξεπέρασε την δεκαετία. Δεν ήταν πρόβλημα αυτό. Όσο δεν υπήρχε απειλή όλα μπορούσαν να κυλούν με ράθυμους ρυθμούς. Όταν όμως οι ρυθμοί χρειάστηκε να αλλάξουν, τότε πλήθος προβλήματα ήρθαν στο προσκήνιο.

Το πρώτο που διαπιστώθηκε ήταν η ανάγκη για ένα νέο κρατικό ναυπηγείο. Δεν είναι κάτι που μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν. Η μετατροπή ενός ναυπηγείου για μεγάλα εμπορικά πλοία σε στρατιωτικό αντίστοιχο θα ήταν μια καλή λύση εάν φυσικά υπήρχαν στις ΗΠΑ τέτοιου είδους μονάδες. Πάει καιρός όμως που τα εμπορικά πλοία –και των ΗΠΑ– κατασκευάζονται στην Κίνα, την Κορέα και την Ιαπωνία. Έτσι η λύση αυτή δεν υπάρχει.

Η κατασκευή μιας νέας ναυπηγικής μονάδας από την αρχή είναι υπόθεση αβυσσαλέου κόστους. Επιπλέον προαπαιτεί μια μεθοδική προκαταρκτική έρευνα ως προς την γεωγραφική θέση, τις κλιματολογικές συνθήκες –έξω από την ζώνη των τυφώνων– την επάρκεια των υποδομών ενέργειας και μεταφορών και, κυρίως την πλησίον ύπαρξη εργατικού δυναμικού. Το τελευταίο οφείλει μάλιστα να έχει τη σωστή “διαστρωμάτωση”. Χρειάζονται σημαντικοί αριθμοί ειδικευμένων τεχνιτών όσο και ανειδίκευτων εργατών. Η ναυπήγηση ενός πολεμικού πλοίου είναι εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση. Στην περίπτωση δε που το εγχώριο προσωπικό δεν φτάνει, είναι αναγκαία η προσέλκυση τεχνιτών και εργατών από το εξωτερικό.

Η παρακμή της ναυτικής βιομηχανίας

Πίσω δε από την ναυπηγική μονάδα χρειάζονται βιομηχανίες, βιομηχανικά συγκροτήματα που θα δώσουν τα αναγκαία για την οικοδόμηση των πλοίων. Και φυσικά οι πρώτες ύλες για την τροφοδοσία αυτών των βιομηχανιών. Δεν εννοούμε εδώ βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας – ημιαγωγών λόγου χάρη. Ετούτα έρχονται τελευταία. Τα πλοία κτίζονται με ατσάλι όχι με ημιαγωγούς. Ολόκληρο το 2023 οι ΗΠΑ παρήγαγαν 80 εκατ. τόνους ατσάλι. Όσο παρήγαγε η Κίνα μόνο τον Ιούλιο 2024 – μήνας μάλιστα που θεωρήθηκε “κακός” σε αυτό το πεδίο! Μπορείς να κτίσεις στόλους κυρίαρχους στους ωκεανούς, εισάγοντας ατσάλι από τον εν δυνάμει αντίπαλό σου;

Το πρόβλημα του προσωπικού είναι το οξύτερο ανάμεσα στα υπόλοιπα. Η συρρίκνωση της ναυπηγικής βιομηχανίας στις ΗΠΑ είδαμε πως μείωσε στο ελάχιστο τους εργαζόμενους σε αυτόν τον τομέα. Η δε υποκατάσταση των Αμερικανών αξιωματικών και ναυτών στον εναπομείναντα έστω εμπορικό στόλο των ΗΠΑ δυσκολεύει σε μεγάλο βαθμό την στελέχωση των πλοίων ακόμα και στην περίπτωση που βρεθεί λύση στο πρόβλημα των ναυπηγήσεων. Καθώς ο αριθμός των διαθέσιμων πλοίων στο πολεμικό ναυτικό παραμένει σταθερός ή μειώνεται την ώρα που οι υποχρεώσεις πολλαπλασιάζονται σε οικουμενική κλίμακα, τα πληρώματα υποχρεώνονται να παραμένουν πολλές εβδομάδες ή και μήνες στην θάλασσα.

Στην περίπτωση των αεροπλανοφόρων το διάστημα αυτό μπορεί να φτάσει τους τρεις ως και τους πέντε μήνες. Προφανώς οι πιέσεις που δέχεται το προσωπικό έχουν αντίκτυπο στην στρατολόγηση νέου. Οι επαγγελματικές ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ δεν αποτελούν πλέον επιλογή για τους πλέον προικισμένους νέους και νέες. Κάθε απόφοιτος σημαντικού κολλεγίου βρίσκει καλύτερες δουλειές στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό σημαίνει ότι στα πλοία και το προσωπικό λείπει και η ποιότητά του υποβαθμίζεται. Στα σημερινά ακραία τεχνολογικά σκάφη, ούτε το ένα, ούτε το άλλο συνεισφέρουν στις αναγκαίες επιδόσεις.

“Σοκ και δέος”

Με τρόμο ανακάλυψαν στις ΗΠΑ ότι η επιβλητική επίδειξη δύναμης και τα θεαματικά, ίσως και καταστροφικά πρώτα πλήγματα (το “Σοκ και δέος” του πολέμου στο Ιράκ) δεν αρκούν για να κερδίσει κανείς τον πόλεμο. Η διάρκεια των συγκρούσεων στην Ουκρανία ή στη Γάζα επανάφερε στο προσκήνιο τους παρατεταμένους πολέμους φθοράς, όπου η νίκη ή η ήττα κρίνονται από την αντοχή των εμπλεκομένων. Αντοχή ψυχική μα επίσης υλική, “καταναλωτική” – πόσα υλικά μέσα, οβίδες, πυραύλους, δρόνους, άρματα, θωρακισμένα μπορεί να ξοδέψει η μία και η άλλη πλευρά. Για να ξοδέψεις όμως πρέπει να παράγεις.

Οι χώρες που δεν είναι σε θέση να παράγουν τα αναγκαία, είτε θα είναι ετερόφωτες, θα άγονται και θα φέρονται από τους έχοντες την παραγωγική δυνατότητα συμμάχους, είτε θα πρέπει να επιλέξουν άλλες μορφές πολέμου φθοράς: η Χαμάς στη Γάζα δεν παράγει, διαθέτει απλά ανθρώπους και υλικές υποδομές προς καταστροφή. Το Ισραήλ είναι υποχρεωμένο να επενδύσει πλήθος καταστροφικά όπλα για να καταστρέψει το “κεφάλαιο” της Χαμάς. Ούτε το ίδιο δεν παράγει τα αναγκαία προς τούτο όπλα και γι’ αυτό εξαρτάται από την καλή διάθεση των ΗΠΑ.

Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν σε τέτοιου είδους προβλήματα. Ένα τμήμα των αμερικανικών “δεξαμενών σκέψης” προτιμά να μην τα σκέφτεται. Η ελπίδα για την “από τα μέσα” κατάρρευση της Κίνας έρχεται και επανέρχεται περίπου σαν αναγγελία της Δευτέρας Παρουσίας! Πέρα από την προσδοκία, στα ουσιαστικά, λίγα μπορεί να γίνουν. Η κινητοποίηση των συμμάχων και η ενοποίηση και τυποποίηση των παραγωγικών τους δυνατοτήτων είναι μία από τις προτεινόμενες λύσεις. Από εκεί προέρχεται η εμμονή για την όσο το δυνατό ευρύτερη διάδοση των F-35. Η αναζήτηση “μαγικών όπλων” μας έχει απασχολήσει στο παρελθόν. Η στροφή προς φθηνότερα οπλικά συστήματα είναι πλέον ορατή στις –όχι και τόσο ψύχραιμες– επιλογές των Αμερικανών ιθυνόντων.

Η πίστη στις μεγάλες “Δυνάμεις Επιχειρήσεων” (TaskForce), αρθρωμένες γύρω από ένα μεγάλο αεροπλανοφόρο, έχει περιοριστεί. Δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα κατασκευής μεγάλων αεροπλανοφόρων στους αναγκαίους αριθμούς. Η ιδέα της απόκτησης μικρών αεροπλανοφόρων –βασισμένων στις ιδιότητες του F-35C– κερδίζει έδαφος. Τα πλοία αμφιβίου πολέμου με το κατάλληλο κατάστρωμα γίνονται έτσι πλατφόρμες μάχης με αεροναυτικές ιδιότητες. Τα πλοία των συμμάχων με παρόμοια χαρακτηριστικά γίνονται περιζήτητα και το αμερικανικό Ναυτικό σπεύδει να συνεκπαιδευτεί με αυτά.

Θα θέλαμε να μην το αναφέρουμε αλλά η περίπτωση του τουρκικού Anadolu –και η εξαγγελία δεύτερου πλοίου με παρόμοιες ιδιότητες– είναι χαρακτηριστική. Η ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίστηκε η ναυπήγησή του από τους απίθανης ελαφρότητας ελληνικούς ιστότοπους θα επέβαλε μια κάποια αυτοκριτική για την παραπληροφόρηση. Το Anadolu είναι ακριβώς αυτό το οποίο αναζητά το Ναυτικό των ΗΠΑ. Η δε δυνατότητα της Τουρκίας να το προσφέρει της εξασφαλίζει ισχυρό διπλωματικό κεφάλαιο.

Απορεί κανείς για τις κοινές τουρκο-αμερικανικές ναυτικές ασκήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο με επίκεντρο τις δυνατότητες του Anadolu; Μα το ελληνικό lobby –ή ο τάδε φιλέλληνας πολιτικός των ΗΠΑ– θα αποτρέψει την παράδοση των F-35 στην Τουρκία, λένε στην υπερβολικά ζεστή Αθήνα. Να φταίει η ζέστη άραγε που οι κυβερνώντες δείχνουν ανάξιοι για την πλέον στοιχειώδη στρατηγική –ή απλά λογική– ανάλυση;

πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top