GuidePedia

0


Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
C-390M – Η διαδικασία επιλογής του μεταφορικού αεροσκάφους από την Ολλανδία αναδεικνύει το τεράστιο κόστος των ελληνικών διαχρονικών παθογενειών. Η αξιολόγηση των υποψηφιοτήτων για την αντικατάσταση των μεταφορικών αεροσκαφών της Ολλανδικής Αεροπορίας της Φάσης Β (Phase-B) του εν λόγω προγράμματος (Replacement of Tactical Air Transport Capacity), κατατέθηκε ως μελέτη στο ολλανδικό Κοινοβούλιο, από τον υπουργό Άμυνας της χώρας στις 16 Ιουνίου του 2022. Λίγες ημέρες αργότερα ανακοινώθηκε η επιλογή του C-390M της EMBRAER, μέσα από μία διαδικασία που όπως θα δούμε παρακάτω απέφερε τα μέγιστα στους Ολλανδούς και προκαλεί πληθώρα ερωτηματικών σχετικά με το τι είναι αυτό που διαχρονικά αποτρέπει αντίστοιχες διαδικασίες από το να υλοποιούνται στην Ελλάδα.

Το ολλανδικό πρόγραμμα αφορά στην αντικατάσταση των τεσσάρων μεταφορικών αεροπλάνων τύπου C-130H της Αεροπορίας της χώρας (Koninklijke Luchtmacht – Klu). Αρχικά η αντικατάσταση αυτών των αεροπλάνων ήταν προγραμματισμένη για την περίοδο 2031-2033. Η Ολλανδική Αεροπορία αναγκάστηκε να εισηγηθεί την πρόωρη αντικατάσταση των αεροπλάνων αυτών, τόσο λόγω των περιορισμών στη διαθεσιμότητα, όσο και λόγω του ότι διέβλεψε ότι επέρχεται περίοδος που οι ανάγκες αερομεταφορών των ενόπλων δυνάμεων της χώρας ευρύτερα, θα αυξηθούν σημαντικά.

Οι εξελίξεις της ταχείας αερομεταφοράς δυνάμεων κατά τις επιχειρήσεις εκκένωσης του Αφγανιστάν από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο του 2021 σε συνδυασμό με την έναρξη πολεμικών επιχειρήσεων στην ανατολική Ευρώπη (Ουκρανία), οδήγησαν ταχύτατα στην αλλαγή του επιχειρησιακού σχεδιασμού της Ολλανδικής Αεροπορίας, ο οποίος απαιτεί πλέον την “παραγωγή” 4000 ωρών πτήσης σε ετήσια βάση, από τον στόλο των μεταφορικών της αεροσκαφών, αντί των 2.400 ωρών που ήταν η προηγούμενη επιχειρησιακή απαίτηση. Μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2021…

Πέρα δε από την αύξηση των αναγκών αερομεταφοράς υλικού και προσωπικού, η Ολλανδική Αεροπορία εισηγήθηκε στο υπουργείο Άμυνας της χώρας, εκτός από την αύξηση του πτητικού έργου σε ετήσια βάση και την ενίσχυση της δυνατότητας μεταφοράς φορτίου μεγαλύτερου βάρους σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Ζήτησε με άλλα λόγια να αποκτήσει και αυτόνομη δυνατότητα στρατηγικού χαρακτήρα αερομεταφορών!

Οι προδιαγραφές

Υπό αυτές τις συνθήκες και με αυτές τις κύριες απαιτήσεις που καταγράφηκαν στη Φάση -Α (Phase -A) του προγράμματος, αμέσως μετά τις επιχειρήσεις εκκένωσης του Αφγανιστάν, η Ολλανδική Αεροπορία ζήτησε ένα μεταφορικό αεροπλάνο με τη δυνατότητα μεταφοράς υλικού και προσωπικού (κατ ελάχιστον 60 αλεξιπτωτιστές), σε αποστάσεις της τάξης των 2.000 ναυτικών μιλίων (3.700 χιλιομέτρων), με παράλληλη δυνατότητα επιχειρήσεων (προσγειώσεις – απογειώσεις) ακόμα και από χωμάτινους διαδρόμους μικρού μήκους.

Άλλη βασική επιχειρησιακή απαίτηση – προδιαγραφή ήταν η δυνατότητα μεταφοράς βαριά τραυματισμένων ατόμων με παροχή ιατρικής περίθαλψης κατά τη διάρκεια της πτήσης. Το νέο μεταφορικό αεροπλάνο επίσης θα έπρεπε να μπορεί να επιχειρεί ακόμη και σε εμπόλεμες ζώνες, εξοπλισμένο με πλήρες σύστημα αυτοπροστασίας, ενώ θα έπρεπε να είναι εξοπλισμένο και με συστήματα επικοινωνιών και ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριών (data link), προκειμένου να μπορεί να ενταχθεί σε περιβάλλον δικτυοκεντρικών επιχειρήσεων.

Απαίτηση επίσης ήταν το νέο μεταφορικό αεροπλάνο να συνοδεύεται από δύο πλήρεις προσομοιωτές. Έναν πιλοτηρίου και έναν διαμερίσματος φορτίου (Cargo hold simulator), με στόχο την πλήρη και ρεαλιστική εκπαίδευση των πληρωμάτων, χωρίς τη “δαπάνη” πολύτιμων ωρών πτήσης στα πραγματικά αεροσκάφη για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Τέλος, βασική απαίτηση υπήρξε και η πλήρης υποστήριξη των αεροσκαφών εγχώρια, για καθαρά επιχειρησιακούς και φυσικά και οικονομικούς λόγους.

Η αύξηση των ωρών πτήσης από τις 2.400 κατ΄ έτος σε 4000, αιτιολογούσε απόλυτα την απαίτηση αυτή. Η Φάση -Α ολοκληρώθηκε με τη συνδρομή και του NLR, του ολλανδικού Αεροδιαστημικού Κέντρου και κατέληξε στην επιλογή δύο υποψήφιων αεροπλάνων για το πρόγραμμα. Το αμερικανικό C-130J και το δικινητήριο αεριωθούμενο C-390M της βραζιλιάνικης EMBRAER.

Τα συντριπτικά πλεονεκτήματα που οδήγησαν στην επιλογή του C-390M
Tα στοιχεία που προέκυψαν από τη διαδικασία αξιολόγησης των δύο υποψήφιων αεροπλάνων, ήταν συντριπτικά υπέρ του βραζιλιάνικου αεροπλάνου που έχει ήδη επιλεγεί από την Πορτογαλία ως αντικαταστάτης του C-130 και την Ουγγαρία, ενώ στο πλαίσιο της συνεργασίας των SAAB και EMBRAER στο πρόγραμμα F-39 (JAS 39E/F για την Αεροπορία της Βραζιλίας), αναμένεται και από την Αεροπορία της Σουηδίας η επιλογή του C-390M.

Ας δούμε όμως τι έγραψαν οι Ολλανδοί στη μελέτη που κατατέθηκε στο κοινοβούλιο τους: “Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της φάσης διερεύνησης – αξιολόγησης, το C-390M είναι το μοναδικό υποψήφιο αεροπλάνο που ικανοποιεί τις απαιτήσεις COTS/MOTS (Commercial/Military Off The Shelf)”. Εξεύρεση ανταλλακτικών δηλαδή εύκολα και γρήγορα από το διεθνές εμπόριο, είτε για πολιτικά (κινητήρες IAE V2500), είτε για τα αμιγώς στρατιωτικά συστήματα του αεροσκάφους.

Και συνεχίζουν: “Το εν λόγω αεροπλάνο παρουσιάζει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα από το C-130J και σημαντικά χαμηλότερες απαιτήσεις συντήρησης. Κατά συνέπεια μπορεί να πετάξει περισσότερες εξόδους σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Το C-390M είναι σχεδιασμένο βάσει φιλοσοφίας κάλυψης πολλαπλών ρόλων, συγκεντρώνοντας βαθμολογίες υψηλότερες του C-130J σε σειρά επιχειρησιακών απαιτήσεων”.

“Το C-130J για να ανταποκριθεί στο σύνολο των επιχειρησιακών απαιτήσεων – αναγκών της Ολλανδικής Αεροπορίας, θα πρέπει να ενσωματώνει ειδικό εξοπλισμό, ο οποίος δεν περιλαμβάνεται στα υλικά COTS/MOTS. Με βάση τα στοιχεία της Φάσης Β που περιέλαβε την τελική αξιολόγηση – σύγκριση των δύο υποψήφιων αεροπλάνων, σε πλήρη έκταση, τέσσερα C-390M μπορούν να καλύψουν την ετήσια απαίτηση για την ‘παραγωγή’ 2.400 πτητικών ωρών, ενώ με πέντε (που τελικά παραγγέλθηκαν…), καλύπτεται ασφαλώς το όριο των 4.000 ωρών”.

“Πάντα με βάση τα ίδια στοιχεία, απαιτούνται για την κάλυψη της προγενέστερης απαίτησης των 2.400 ωρών πτήσης ετησίως, πέντε C-130J. Ο αριθμός όμως αυτός δεν επαρκεί για την απόδοση 4.000 ωρών πτήσης ετησίως! Το C-390M πέρα από τον καθαρά τακτικό χαρακτήρα του, μπορεί κάλλιστα να αξιοποιηθεί και για την κάλυψη των αναγκών στρατηγικών αερομεταφορών των ολλανδικών ενόπλων δυνάμεων σε μεγάλες αποστάσεις. Τέλος, στη Φάση Β υπολογίστηκε ότι το κόστος κύκλους ζωής για το C-390M είναι χαμηλότερο και εντός του προϋπολογισμού του προγράμματος, ενώ αυτό του C-130J υπερβαίνει τα διαθέσιμα κονδύλια”.

Η επιστροφή στην ελληνική πραγματικότητα

Όλα αυτά αναγράφονται στην έκθεση του ολλανδικού Κοινοβουλίου, προς αιτιολόγηση της επιλογής του μεταφορικού αεροσκάφους νέας γενιάς τύπου C-390M της βραζιλιάνικης EMBRAER. Μεταξύ άλλων αναφέρεται λοιπόν ξεκάθαρα ότι το βραζιλιάνικο αεροσκάφος έχει μεγαλύτερη μεταφορική ικανότητα και ακτίνα σε συνδυασμό με χαμηλότερο κόστος κύκλου ζωής, εξασφαλίζει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα και είναι πιο εύκολα υποστηρίξιμο, παρέχοντας παράλληλα δυνατότητες κάλυψης όλων των ρόλων σε ελάχιστα χρονικά διαστήματα.

Όσο για τις επιδόσεις και τις δυνατότητές του αεροπλάνου, σε σχέση πάντα με το τετρακινητήριο στορβιλοελικοφόρο C-130J, τα νούμερα που παραθέτουν οι ίδιοι οι κατασκευαστές “μιλούν” από μόνα τους και έχουν περιγραφεί αναλυτικά σε παλιότερο εκτενές αφιέρωμα του DP. Οι δε “fast track” διαδικασίες έχουν τελείως διαφορετική έννοια και περιεχόμενο σε οργανωμένα κράτη, όπως η Ολλανδία. Σε σχέση με την Ελλάδα πάντα…

Από το πρώτο εξάμηνο του 2021 που τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο εκκένωσης της Καμπούλ στο Αφγανιστάν, μέχρι το καλοκαίρι του 2022 (Ιούνιος), που ανακοινώθηκε η επιλογή του C-390M από την Ολλανδική Αεροπορία, μεσολάβησε χρονικό διάστημα ενός περίπου έτους. Σε αυτό το χρόνο συλλέχθηκαν στοιχεία κόστους αγοράς, κόστους κύκλου ζωής, διαθεσιμοτήτων, επιχειρησιακών δυνατοτήτων σε όλους τους ρόλους και κατατέθηκαν στην ολλανδική Βουλή.

Επιλέχθηκε το βραζιλιάνικο αεροσκάφος αφού στο ίδιο χρονικό διάστημα είχαν γίνει διαπραγματεύσεις και με τους δύο κατασκευαστές για την εξασφάλιση βιομηχανικού έργου (IP: Industrial Participation) και είχε διασφαλιστεί με συγκεκριμένους όρους. Όλα αυτά σε χρονικό διάστημα ενός περίπου έτους! Στην Ελλάδα το πρόβλημα της διαθεσιμότητας των C-130B/H είναι “πρωτοσέλιδο” εδώ και αρκετά χρόνια. Κι όμως…

Κλείνουμε με μία συνοπτική σύγκριση τιμών. Στην Αυστραλία τα πρώτα δημοσιεύματα διαμαρτυρίας και προβληματισμού έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους και μάλιστα με εμφατικό τρόπο. Ο λόγος απλός: Τα 20 επιμηκυμένα C-130J-30 μαζί με υπηρεσίες εκπαίδευσης και υποστήριξης θα κοστίσουν 6,9 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (9,8 δις δολάρια Αυστραλίας), όταν πριν από εννέα μόλις μήνες η DSCA είχε ανακοινώσει δυνητικό (μέγιστο) κόστος 6,35 δισ. δολαρίων ΗΠΑ (9,47 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αυστραλίας) για 24 και όχι για 20 αεροπλάνα C-130J-30!

Στην ιστοσελίδα της DSCA και πάλι διαβάζουμε ότι το δυνητικό κόστος για την αγορά πέντε C-130J από την Νέα Ζηλανδία (Νοέμβριος 2019), ανέρχεται σε 1,4 δισ. δολάρια ΗΠΑ. Η Ολλανδία, ένας παραδοσιακός χρήστης αμερικανικού αεροπορικού υλικού μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αρνήθηκε να πληρώσει τέτοια ποσά.

Θα καταβάλλει ένα δισεκατομμύριο ευρώ για πέντε αεριωθούμενα δικινητήρια C-390M που θα μπορούν να αξιοποιηθούν και ως ιπτάμενα τάνκερ, μαζί με προσομοιωτές, εκπαιδεύσεις προσωπικού, εξοπλισμό επίγειας εξυπηρέτησης και πενταετή υποστήριξη! Όλα αυτά σε τιμές 2022! Το δε ολλανδικό συμβόλαιο περιλαμβάνει πρόβλεψη επέκτασης μέχρι το ποσό των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ με υποστήριξη και βιομηχανική συμμετοχή σε χρονικό ορίζοντα μεγαλύτερο της εικοσαετίας… Τα συμπεράσματα είναι του καθενός.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top