Κ.Κυριακόπουλος
Το πρόβλημα κύριοι, δεν είναι εάν ο Ερντογάν θα πραγματοποιήσει τις απειλές του και θα προκαλέσει ευρύ ή περιορισμένης έκτασης θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα και κακώς η δημόσια συζήτηση περιστρέφεται γύρω από κίβδηλα διλήμματα και αμφιλεγόμενες παραδοχές…
Το πρόβλημα είναι ότι οι απειλές της Τουρκικής ηγεσίας για στρατιωτική επέμβαση κλιμακώνονται, είναι διαρκείς και αναβαθμίζεται έτι περεταίρω το εύρος των παράνομων και αναθεωρητικών διεκδικήσεων σε βάρος της χώρας μας. Αυτό συνιστά προπαρασκευή πολεμικής επιχείρησης και δεν είναι μια απλή διαπίστωση που γίνεται στο πλαίσιο μιας χαλαρής φιλολογικής κουβέντας.
Η ρητορική των απειλών – ως ένα αναβαθμισμένο και απολύτως επικαιροποιημένο casus belli – και οι αναθεωρητικές διεκδικήσεις που συνθέτουν την Τουρκική επιθετική στρατηγική, ενσωματώνονται πλήρως στην πολιτική κουλτούρα των πολιτικών δυνάμεων και της τουρκικής κοινωνίας στο σύνολό της. Και φυσικά δομούν την σύγχρονη γεωστρατηγική αντίληψη της Τουρκικής πολιτικοστρατιωτικής ελίτ, η οποία εναρμονίζεται πλήρως με τις απαιτήσεις του ευρύτερου αναθεωρητικού της οράματος.
Έτσι… Οποιαδήποτε απόπειρα σοβαρής αποκλιμάκωσης και εάν επιχειρηθεί, για να είναι βιώσιμη και για να οριοθετήσει μια διαφορετική βάση στο επίπεδο των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, θα πρέπει να συνοδεύεται από ΣΟΒΑΡΑ και ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ αντισταθμίσματα μακράς πνοής, που θα μπορούν να ικανοποιήσουν επαρκώς την υστερική εθνικιστική βουλιμία που είναι κυρίαρχη στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας και ως εκ τούτου, το γεωπολιτικό αποτύπωμά τους ΔΕΝ θα πρέπει να αποδυναμώνει και πολύ περισσότερο ΔΕΝ θα μπορεί ακυρώνει τον σκληρό πυρήνα του Τουρκικού αναθεωρητισμού, αλλά να τον ενισχύει με νέα κεκτημένα και σε πολλαπλά επίπεδα.
Σε διαφορετική περίπτωση, καμία μεταστροφή δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή, ΟΥΤΕ από την Τουρκική κοινωνία, ΟΥΤΕ από την Τουρκική πολιτική ελίτ. Αντιθέτως, ο οποιοσδήποτε τέτοιου είδους συμβιβασμός, θα πυροδοτήσει την περεταίρω έξαρση του υστερικού εθνικισμού, ο οποίος θα αποσταθεροποιήσει πλήρως την Τουρκία και θα καταστήσει υπόλογο για ενδοτισμό μέρος του πολιτικού της προσωπικού, γεγονός που θα τροφοδοτήσει απρόβλεπτες εξελίξεις και θα φέρει στο προσκήνιο με τρόπο εκρηκτικό, ακόμη πιο σκληρές αναθεωρητικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.
Είναι λοιπόν φανερό, ότι στον εσωτερικό πολιτικό διάλογο αλλά και κατά την διεθνή εκπροσώπηση της χώρας μας, ΚΑΝΕΝΑ δημόσιο πρόσωπο και ΚΑΝΕΝΑΣ δημοσιολογών, ΔΕΝ μπορεί και ΔΕΝ επιτρέπεται να εναποθέτει προσδοκίες σε έναν κίβδηλο εφησυχασμό, συντηρώντας επικίνδυνες αυταπάτες στην Διεθνή κοινότητα αλλά και μέσα στην Ελληνική κοινωνία.
Πολύ δε περισσότερο αυτήν την ολέθρια τακτική, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να την επιλέγει ο πρωθυπουργός της χώρας, διότι πέραν του γεγονότος ότι αυτοακυρώνεται και βεβαίως ακυρώνει την πεμπτουσία της Ελληνικής Εξωτερικής πολιτικής η οποία τα τελευταία χρόνια δομείται στην βάση μιας πολύ συγκεκριμένης φυσιογνωμίας, αυτή του η επιλογή καθιστά και τον ίδιο υπόλογο για τις πραγματικές προθέσεις από τις οποίες διακατέχεται, αλλά και για όλα όσα επιχειρεί να διαχειριστεί προσωπικά, στο γκρίζο περιβάλλον της μυστικής Διπλωματίας.
Όταν λοιπόν σε ένα περιβάλλον κλιμάκωσης και διαρκούς αναβάθμισης της τουρκικής επιθετικότητας, ο Έλληνας πρωθυπουργός εμφανίζεται απατηλά καθησυχαστικός, αυτό δυο πράγματα μπορεί να σημαίνει και οφείλουμε να τα καταδείξουμε με απόλυτη σαφήνεια…
Ή ότι δεν έχει επίγνωση αυτού που συντελείται στο εγγύς περιβάλλον και το οποίο είναι εξαιρετικά απειλητικό για την πατρίδα μας, οπότε είναι ανίκανος και ακατάλληλος να παραμείνει στο τιμόνι της χώρας…
Ή ότι έχει αποφασίσει – έχοντας προηγουμένως ενδώσει σε πιέσεις τρίτων – να προσφέρει στην γείτονα ανεπίτρεπτες υπαναχωρήσεις με επιζήμιο γεωπολιτικό αποτύπωμα για την πατρίδα μας, ώστε να ικανοποιούν την υστερική εθνικιστική βουλιμία, προκειμένου να «αγοράσει» χρόνο ΜΗ ΠΟΛΕΜΟΥ, οπότε θεωρείται και εξαιρετικά επικίνδυνος και θα πρέπει να απομακρυνθεί από το τιμόνι της χώρας χθες, πριν επισφραγίσει με την απαράδεκτη στάση του, ακόμη και τον εδαφικό της ακρωτηριασμό.
Αυτό πάντως που προκύπτει αβίαστα, είναι το γεγονός πως τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία οδηγούνται σε εκλογές.
Και για την μεν Τουρκία, η επόμενη μέρα θα βρει υψωμένο ψηλά τον πήχη των παράνομων διεκδικήσεων που θεμελίωσε ο Ερντογάν, σε όλη την ζώνη Ελληνικού ενδιαφέροντος.
Ενώ για την Ελλάδα, η πορεία προς τις εκλογές, έχει σηματοδοτήσει ένα περίεργο σιωπητήριο για όλα όσα θα έπρεπε να παραμένουν ψηλά στην ατζέντα, στο πλαίσιο μιας καλά οργανωμένης γεωπολιτικής αντεπίθεσης με όρους Διεθνούς δικαίου, ικανής να τροφοδοτήσει με σημαντικά τετελεσμένα και την επόμενη μέρα των εκλογών.
Έτσι αίφνης, με μια περίεργη διακομματική συνομολογία, όλα όσα ΘΑ κάναμε στο πλαίσιο της θεμελίωσης της κυριαρχίας μας και της άσκησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, αποσύρθηκαν ως δια μαγείας από την επικαιρότητα και μείναμε να σαλιαρίζουμε με όρους «καταλληλότερου» και παραδοσιακής φτηνοπολιτικής. Γιατί;;;
Δημοσίευση σχολίου